Δευτέρα 4 Απριλίου 2011

Abdullah Öcalan


Αμπντουλάχ Οτζαλάν

Ο Αμπντουλάχ Οτζαλάν ή Οτσαλάν και σπάνια Ότζαλαν λεγόμενος από τους οπαδούς του «Άπο», είναι ο ιδρυτής ηγέτης του Εργατικού Κόμματος του Κουρδιστάν, γνωστού ως Ρ.Κ.Κ. του οποίου σκοπός είναι η εγκαθίδρυση ενός ανεξάρτητου σοσιαλιστικού κουρδικού κράτους στο Κουρδιστάν. Ο Οτζαλάν έχει συλληφθεί από τις Τουρκικές αρχές και βρίσκεται φυλακισμένος στο νησί Ιμραλί.

Βίος

Γεννήθηκε στις 4 Απριλίου 1948, από μία φτωχή οικογένεια χωρικών, στο Ομερλί της επαρχίας Ουρφ (της αρχαίας Έδεσσας), κοντά στον Ευφράτη. Έχει δύο αδελφούς, ο ένας εκ των οποίων, ο Μεχμέτ, συνελήφθη επανειλημμένα από τις τουρκικές αρχές και βασανίστηκε άγρια, με αποτέλεσμα να χάσει τελικά τα λογικά του. Ο νεαρός Αμπντουλάχ αποφοίτησε από το Επαγγελματικό Λύκειο Κτηματολόγιου και εργάστηκε για ένα διάστημα σε αυτόν τον κλάδο στην επαρχία του Ντιγιάρμπακιρ. Στη συνέχεια, το ενδιαφέρον του για τα πολιτικά πράγματα τον οδήγησε στην Άγκυρα, όπου σπούδασε και αποφοίτησε από τη Σχολή Πολιτικών Επιστημών. Ρίχτηκε ένθερμα στην πολιτική αρένα στις αρχές της δεκαετίας του '70. Μελέτησε βαθιά τον σοσιαλισμό και προβληματίστηκε πολύ για τη θέση του κουρδικού λαού στο τουρκικό κράτος. Σχετίστηκε με το αριστερό κίνημα και πήρε ενεργό μέρος στο φοιτητικό κίνημα, στο οποίο σύντομα αναδείχτηκε σε ηγετικό στέλεχος. Ωστόσο, μέσα από τις πολιτικές συζητήσεις και τις ιδεολογικές ζυμώσεις σύντομα συνειδητοποίησε τη σωβινιστική θέση των Τούρκων αριστερών έναντι του Κουρδικού Ζητήματος. Εκείνα τα χρόνια το Κουρδικό θεωρείτο ως ζήτημα που έπρεπε να παραμεριστεί για «μετά την επανάσταση» και δεν αντιμετωπιζόταν ως πρόβλημα αυτοδιάθεσης ενός έθνους.

Το 1973 ο Οτζαλάν, κατά τη διάρκεια μίας διάλεξής του, δήλωσε ότι «στην Τουρκία υπάρχουν δύο έθνη, οι Τούρκοι και οι Κούρδοι». Επρόκειτο για μια ιστορική παρέμβαση καθώς παραβίασε ένα ζήτημα ταμπού για την τουρκική κοινωνία. Την ίδια χρονιά οι τουρκικές αρχές τον συνέλαβαν για τη δράση του και κρατήθηκε 7 μήνες στη φυλακή βασανιζόμενος. Ο ίδιος λέει σχετικά: «Είναι γνωστό ότι πριν ανακοινώσουμε το όνομα του Ρ.Κ.Κ. (Πε-Κα-Κα), δρούσαμε στην Άγκυρα για πολύ καιρό. Είχαμε διασυνδέσεις στην Κωνσταντινούπολη με την οργάνωση Επαναστατικό Κέντρο Ανατολικού Πολιτισμού (D.D.K.O.) και στην Άγκυρα με την τουρκική Αριστερά…Ύστερα από το θάνατο 10 ανθρώπων αρχίσαμε αποχή από τα μαθήματά μας στο Πανεπιστήμιο. Αυτό συνέβη το Μάρτη του '72. Κατόπιν άρχισαν οι συλλήψεις. Έμεινα στη φυλακή περίπου 7 μήνες. Εκεί μας έγινε έμμονη ιδέα ότι πρέπει να συγκροτηθεί μία μακρόπνοη οργάνωση με εθνικό χαρακτήρα».

Το Μανιφέστο

To 1975 επέστρεψε στο Κουρδιστάν μαζί με μία ομάδα φίλων του. Σε συνεργασία με τον Μαζλούμ Ντογκάν και τον Μεχμέτ Χαϊρί Ντουρμούς εξέδωσαν «Το Μανιφέστο», που σκιαγραφεί, σε γενικές γραμμές, τα κύρια καθήκοντα και τις προοπτικές της επανάστασης στο Κουρδιστάν.

Την ίδια εποχή και οι τρεις περιόδευσαν σε κάθε γωνιά του τουρκοκρατούμενου Κουρδιστάν, σε μία έντονη προσπάθεια να πληροφορήσουν και να διαφωτίσουν τον κουρδικό λαό. Κατάφεραν έτσι να αποκτήσουν πολλούς υποστηρικτές, ιδιαίτερα ανάμεσα στη νεολαία. Σύντομα, όμως, η τουρκική εξουσία αντιλήφθηκε ότι η δράση τους αποτελούσε τον μεγαλύτερο κίνδυνο για τη δύναμή της από την εποχή του 1930 και ότι θα έπρεπε να εξουδετερωθούν με οποιονδήποτε τρόπο. Στο μεταξύ ο Οτζαλάν και η ομάδα του συνάντησαν πολλές αντιδράσεις και από τις αντιδραστικές φεουδαρχικές δυνάμεις του Κουρδιστάν, που περιφρουρούσαν ζηλότυπα τα προνόμιά τους.

Στις 27 Νοεμβρίου τον 1978, στο Φις, ένα μικρό χωριό στην περιοχή Λίτσε του Ντιγιάρμπακιρ ίδρυσαν τo Εργατικό Κόμμα του Κουρδιστάν, το γνωστό Ρ.Κ.Κ. Εκεί παρουσιάστηκε για συζήτηση το «Μανιφέστο», το οποίο τελικά υιοθετήθηκε ως ιδρυτικό πρόγραμμα του Κόμματος στο Πρώτο Συνέδριό του. To πρόγραμμα του Ρ.Κ.Κ ζητούσε ανεξαρτησία, δημοκρατία και ενοποίηση του Κουρδιστάν. Οι στόχοι και τα μέσα του συνοψίστηκαν ως εξής:

«Η Επανάσταση είναι διπλή, δηλαδή εθνική και δημοκρατική. Η εθνική επανάσταση θα εγκαθιδρύσει πολιτική, στρατιωτική και πολιτισμική δύναμη. Η δεύτερη φάση θα είναι η δημοκρατική επανάσταση.

Η δημοκρατική επανάσταση θα αγωνιστεί για να εξαφανίσει τις κοινωνικές αντιφάσεις που προέρχονται από την εποχή της φεουδαρχίας». Αυτές οι αντιφάσεις είναι «η φεουδαρχική εκμετάλλευση, η οργάνωση κατά φυλές, οι θρησκευτικές κάστες και η σκλαβιά της γυναίκας».

Σκοπός της επανάστασης θα πρέπει να είναι «να βάλει ένα τέλος σε όλες τις μορφές κυριαρχίας της τουρκικής αποικιοκρατίας και να εγκαθιδρύσει μία ανεξάρτητη οικονομία, καθώς και να αγωνιστεί για την ενότητα του Κουρδιστάν».
Σύντομα το Ρ.Κ.Κ κέρδισε αρκετούς οπαδούς ανάμεσα σε διαφορετικές κοινωνικές τάξεις και στρώματα, στους εργάτες, τους χωρικούς, τους σπουδαστές και τους τεχνίτες. Παράλληλα οργάνωσε απεργίες σε εργοστάσια, καθοδήγησε φοιτητικές διαδηλώσεις και βοήθησε στην οργάνωση της εξέγερσης των χωρικών ενάντια στους φεουδάρχες. Η τουρκική εξουσία απάντησε στην αρχή με συλλήψεις, σφαγές, αλλά και βασανιστήρια. Στις 24 Δεκεμβρίου του 1978, στο Μαράς, με αφορμή τη δολοφονία δύο μελών ακροδεξιών κομμάτων, προκλήθηκε γενικευμένη σύρραξη, που κατέληξε σε σφαγή ανάμεσα σε Κούρδους και Τούρκους. Τότε η τουρκική κυβέρνηση κήρυξε στρατιωτικό νόμο στις περισσότερες από τις κουρδικές επαρχίες της Ανατόλιας.

Στρατιωτική και πολιτική οργάνωση

To 1979 ο Αμπντουλάχ Οτζαλάν, βλέποντας ότι επίκειται η στρατιωτική επέμβαση του στρατηγού Εβρέν και όντας ανέτοιμος να την αντιμετωπίσει στρατιωτικά, αναζήτησε βάσεις στον Λίβανο, όπου κατόρθωσε να οργανωθεί στρατιωτικά. Στην κοιλάδα Μπεκάα ίδρυσε τη στρατιωτική και πολιτική ακαδημία του.

Το επόμενο έτος, στις 12 Σεπτεμβρίου του 1980, οι τουρκικές ένοπλες δυνάμεις με πραξικόπημα κατέλαβαν την εξουσία και εγκαθίδρυσαν δικτατορία. Ένας από τους κύριους στόχους σε πρωτεραιότητα της τουρκικής χούντας ήταν η καταστολή του Κουρδικού Εθνικού Απελευθερωτικού Κινήματος. Στο μεταξύ στον Λίβανο ο Οτζαλάν ανέπτυσσε τη στρατιωτική οργάνωση. Ήταν ήδη εκλεγμένος Γενικός Γραμματέας τον P.Κ.K., από το πρώτο Συνέδριό του, στις 27 Νοεμβρίου του 1978. To Δεύτερο Συνέδριο, που διεξήχθη από τις 20 έως τις 25 Αυγούστου 1982, έλαβε την απόφαση επιστροφής στο Κουρδιστάν και την έναρξη ένοπλης εξέγερσης. Δύο χρόνια μετά, τον δεκαπενταύγουστο του 1984, το Ρ.Κ.Κ. επέστρέψε στην Τουρκία με εκπαιδευμένα στελέχη και ξεκίνησε τον ένοπλο αγώνα με επιθέσεις στις στρατιωτικές εγκαταστάσεις του Ερούχ και του Σεμντινλί.

Το 1987, με την επιβολή στρατιωτικού νόμου σε ολόκληρο το τουρκικό Κουρδιστάν, ξεκίνησε η ανάπτυξη «ειδικού πολέμου» από την Τουρκία, που είχε ως συνέπεια την εκκένωση 900 περίπου πόλεων και 3.000 χωριών του τουρκικού Κουρδιστάν. Η Τουρκία εστίασε όλη την προσοχή της στον Αμπντουλάχ Οτζαλάν. Τον βάπτισε τρομοκράτη, αφαιρώντας το επαναστατικό ιδεολογικό του υπόβαθρο και τρομοκρατική οργάνωση το P.K.K. Σε αυτή την άποψη συνηγόρησαν οι Η.Π.Α., η Ευρωπαϊκή Ένωση και πολλές άλλες χώρες.
Μετά από 8 χρόνια επιχειρήσεων ένθεν και ένθεν στις 15 Δεκεμβρίου 1995, το P.K.K. κήρυξε μονομερή κατάπαυση πυρός στο Κουρδιστάν. Ο Οτζαλάν κάλεσε το τουρκικό κράτος σε διάλογο προκειμένου να εξευρεθεί ειρηνική πολιτική λύση.
Όμως δεν έλαβε απάντηση, αντίθετα η Τουρκία κατέστρωσε σχέδια για τη σύλληψή του. Διαθέτοντας στρατιωτική υπεροπλία απείλησε τη Συρία, στην οποία βρισκόταν ο Αμπντουλάχ Οτζαλάν, με τη διπλωματική υποστήριξη των Η.Π.Α. και του Ισραήλ. Η Συρία στην αρχή αντέδρασε αλλά στη συνέχεια οπισθοχώρησε.

Η Οδύσσεια της περιπλάνησης

Στις 21 Σεπτεμβρίου 1998 ο Αμπντουλάχ Οτζαλάν εγκατέλειψε τη Συρία προς άγνωστη κατεύθυνση, μετά από τις πιέσεις που άσκησαν Αμερικανοί και Τούρκοι στη Δαμασκό για να σταματήσει να παρέχει υποστήριξη στο Ρ.Κ.Κ. και τον ηγέτη του. Από εκεί αρχίζει μια περιπλάνηση, η οποία καταλήγει, σχεδόν πέντε μήνες μετά, στη παράδοση και τη "σύλληψή" του από τους Τούρκους.

Στις 9 Οκτωβρίου 1998 αεροσκάφος των Συριακών Αερογραμμών προσγειώνεται στο Ελληνικό προερχόμενο από τη Δαμασκό. Οι επιβάτες του, και κυρίως ο ένας από αυτούς, ο Αμπντουλάχ Οτζαλάν προκαλούν αναστάτωση στην ελληνική κυβέρνηση. Ο πρωθυπουργός της Ελλάδας αρνείται κατηγορηματικά να τον δεχτεί. Έτσι, τo αεροσκάφος του ανεφοδιάζεται και αναχωρεί για τη Μόσχα.

Στις 12 Οκτωβρίου 1998 ο ηγέτης του Κουρδικού Εργατικού Κόμματος αναχωρεί από τη Μόσχα για τη Ρώμη, αφού προηγουμένως έχουν γίνει πολλές μυστικές διαπραγματεύσεις με πολλές ευρωπαϊκές χώρες που αρνούνται να τον δεχτούν. Τελικά δεν παραμένει στη Ρώμη, αλλά τα ίχνη του χάνονται για σχεδόν ένα μήνα. Οι ενδείξεις, σύμφωνα με τον τύπο, συγκλίνουν στο συμπέρασμα πως εξακολουθεί να παραμένει κρυμμένος στη Ρωσία και τη Λευκορωσία.

Στις 12 Νοεμβρίου του ίδιου έτους ο Αμπντουλάχ Οτζαλάν προσγειώνεται στο Φιουμιτσίνο της Ρώμης και συλλαμβάνεται, από την ιταλική Αστυνομία. Αρχικά ανακοινώνεται η σύλληψή του από τον υπουργό Εξωτερικών Λαμπέρτο Ντίνι, ως καταζητούμενου για παραβιάσεις του Διεθνούς Δικαίου, ενώ την ίδια στιγμή στη Ρώμη και άλλες πόλεις χιλιάδες Κούρδοι διαδηλώνουν υπέρ του ηγέτη τους. Η Τουρκία απειλεί ευθέως πλέον την Ιταλία με διπλωματικό επεισόδιο και ζητά την έκδοσή του, κατηγορώντας τον για το θάνατο 30.000 αμάχων.

Τέσσερις μέρες μετά στις 16 Νοεμβρίου ξεσπά διπλωματική κρίση μεταξύ Ιταλίας και Τουρκίας, ενώ ο πρωθυπουργός Μάσιμο Ντ' Αλέμα εμφανίζεται αρχικά αποφασισμένος να μην υποκύψει στις πιέσεις και κάνει σκληρή δήλωση κατά των τουρκικών παρεμβάσεων.

Στις 20 Νοεμβρίου ο Αμπντουλάχ Οτζαλάν, που μέχρι τότε βρίσκεται σε κατ' οίκον περιορισμό στη Ρώμη, μπορεί πλέον να κυκλοφορεί ελεύθερος, καθώς οι ιταλικές αρχές απέρριψαν το αίτημα της Τουρκίας για έκδοσή του, με την αιτιολογία ότι το ιταλικό Σύνταγμα απαγορεύει την έκδοση ατόμων σε χώρα που εφαρμόζει ακόμη τη θανατική ποινή.

Η ένταση μεταξύ Ιταλίας και Τουρκίας κορυφώνεται. Στις 22 Νοεμβρίου η τουρκική κυβέρνηση απειλεί ευθέως με μποϊκοτάζ των ιταλικών προϊόντων αν δεν παραδοθεί ο Οτζαλάν στην Τουρκία.

Ο τότε πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Ζακ Σαντέρ αντιδρά στις τουρκικές δηλώσεις και στις 24 Νοεμβρίου 1998 απειλεί με αντίποινα τους Τούρκους, αν υπάρξει μποϊκοτάζ στα ιταλικά προϊόντα. Η Γερμανία κάνει έκκληση για ενότητα. Τελικά η ένταση εκτονώνεται, ο Οτζαλάν δίνει κάποιες συνεντεύξεις, στις οποίες αφήνει αιχμές για τη στάση της ελληνικής κυβέρνησης. Από εκεί και έπειτα τις κινήσεις του Κούρδου πολιτικού καλύπτει ένα πέπλο μυστηρίου. Κανείς δεν ξέρει πού βρίσκεται ή αν παραμένει στην Ιταλία, ως τις 15 Ιανουαρίου, ημέρα που αναχωρεί αιφνιδιαστικά από την ιταλική πρωτεύουσα προς άγνωστη κατεύθυνση. Ακούγονται πολλά για την επίσκεψη του στη Ρωσία, την Εσθονία, την Αρμενία και αλλού.

Στις 29 Ιανουαρίου ο απόστρατος πλοίαρχος Π.Ν. Αντώνης Ναξάκης, σύμφωνα με δική του ομολογία, αναλαμβάνει την πρωτοβουλία να μεταφέρει τον Οτζαλάν και τους συντρόφους του στην Ελλάδα με ιδιωτικό τζετ αεροσκάφος από το Μινσκ της Λευκορωσίας. Μόλις προσγειώνεται το αεροπλάνο στο Ελληνικό, ο Ναξάκης ειδοποιεί τον τότε Έλληνα Υπ-Εξ Θεόδωρο Πάγκαλο και στη συνέχεια κρύβει τον Οτζαλάν στο σπίτι του, αφού προηγουμένως φιλοξενείται για ένα βράδυ στο σπίτι της Βούλας Δαμιανάκου στη Νέα Μάκρη.

Στις 31 Ιανουαρίου μια νέα οδύσσεια ξεκινά για τον Κούρδο ηγέτη. To αεροπλάνο που τον μεταφέρει περιφέρεται και πάλι στις ευρωπαϊκές πρωτεύουσες, ζητώντας άδεια προσγείωσης από διάφορες χώρες, την οποία δεν παίρνει. Η Ολλανδία τον διώχνει, το ίδιο και η Ελβετία. Από το Μινσκ ξαναγυρίζει στην Ελλάδα για να οδηγηθεί τελικά στην Κένυα.

Στις 2 Φεβρουαρίου 1999 ο Αμπντουλάχ Οτζαλάν βρίσκεται στην Κένυα και κρύβεται στην ελληνική πρεσβευτική κατοικία μαζί με τους συντρόφους του. Τον συνοδεύει και ο έλληνας ταγματάρχης της Ε.Υ.Π. Σάββας Καλεντερίδης ως σωματοφύλακάς του. Την ίδια μέρα η κυβέρνηση της Άγκυρας καλεί τους πρεσβευτές της Σερβίας, της Νορβηγίας και του Βελγίου και τους ζητά να μη δεχτούν τον Οτζαλάν, ο οποίος εκείνη τη χρονική στιγμή είναι άγνωστο πού βρίσκεται. Στις 13 Φεβρουαρίου στην Κένυα φτάνει ο έλληνας δικηγόρος τον Οτζαλάν Φ. Κρανιδιώτης, ο οποίος συζητά με τον Κούρδο ηγέτη και τον Έλληνα πρέσβη. Αντιλαμβανόμενος τη σοβαρότητα της κατάστασης, επιστρέφει στην Ευρώπη για να ζητήσει βοήθεια. Ο Οτζαλάν σκέφτεται να παραδοθεί στο Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης. Οι πρώτες πρωινές ώρες της 16ης Φεβρουαρίου βρίσκουν τον κούρδο ηγέτη να μεταφέρεται με χειροπέδες στην Τουρκία με ένα ιδιωτικό αεροσκάφος. Όλα όσα έγιναν και αφορούν στη σύλληψή του παραμένουν άγνωστα. Η Άγκυρα πανηγυρίζει και στα Μ.Μ.Ε. κυκλοφορούν βίντεο της μεταφοράς του.

Φυλάκιση και δίκη

Από τη σύλληψή του και εντεύθεν ο Αμπντουλάχ Οτζαλάν είναι ο μοναδικός κρατούμενος στη νησίδα Ιμραλί στη Θάλασσα του Μαρμαρά, σε φυλακές υψίστης ασφαλείας. Στο νησί παραμένει μονάδα στρατιωτικού προσωπικού -1000 άτομα- για τη φύλαξή του. Το αποτέλεσμα της δίκης ήταν καταδίκη σε θάνατο, αλλά μετατράπηκε σε ισόβια κάθειρξη, όταν η θανατική ποινή απαγορεύτηκε στην Τουρκία τον Αύγουστο του 2002.

Από τη φυλάκισή του και μετά υπήρξαν σημαντικές αντιδράσεις από εξόριστους Κούρδους οι οποίοι ζητούσαν την απελευθέρωσή του, κάτι που θεωρείται απίθανο στο εγγύς μέλλον εξαιτίας της δεδομένης στάσης της τουρκικής δικαιοσύνης απέναντί του και της πίεσης που ασκεί η τουρκική κοινή γνώμη. Η απόφαση μη επιβολής της θανατικής ποινής ξεσήκωσε διαμαρτυρίες στην Τουρκία, στις οποίες πρωτοστάτησαν τουρκικές εθνικιστικές ομάδες. Το 2007, δικηγόροι του Οτζαλάν διαμαρτυρήθηκαν πως ειδικά τεστ που έγιναν σε τρίχες από το κεφάλι του αποκάλυπταν πως δηλητηριαζόταν επίμονα. Η τουρκική κυβέρνηση απάντησε στην κατηγορία με τη δημιουργία μιας ιατρικής ομάδας η οποία διενήργησε σχετικά τεστ που αποδείκνυαν το αντίθετο, δηλαδή καμία ένδειξη τοξινών ή βιολογικών διαταραχών. Στην κυβερνητική δήλωση που ακολούθησε η τουρκική κυβέρνηση κατηγόρησε τους δικηγόρους ότι προσπαθούσαν να ελκύσουν το διεθνές ενδιαφέρον στον πελάτη τους, μετά την απόφαση του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου ότι ο Οτζαλάν δεν δικαιούτο δεύτερη δίκη.

Εργογραφία

Εκτός από την ενεργό πολιτική και στρατιωτική δράση ο Οτζαλάν έγραψε τα εξής βιβλία:
Μανιφέστο, 4 εκδόσεις, 1978, 1982, 1986 και 1992.
Προβλήματα της Προσωπικότητας και τα Χαρακτηριστικά του Μαχητή, 1982.
Πολιτικές Αναφορές 2 Τόμοι 1981-1990. 5 Τόμοι, 1986-92.
Προβλήματα της καθοδήγησης και η επίλυσή τους, 1990.
Η επαναστατική προσέγγιση στο θρησκευτικό ζήτημα. 1991.
Το ζήτημα των γυναικών και η οικογένεια. 1992.
Με τη μορφή άρθρων έχουν δημοσιευτεί αρκετά αρχεία ήχου και αποσπασματικά του κείμενα.

De Siris

Γιώργος Μαυρωτάς


Γιώργος Μαυρωτάς

Ο Γιώργος Μαυρωτάς γεννήθηκε στις 4 Απριλίου 1967 στην Αθήνα. Το 1981 έπαιξε για πρώτη φορά στην Α’ εθνική, με την ομάδα του Ν.Ο.Βουλιαγμένης και το 1982 κλήθηκε στην εθνική εφήβων. 

Το 1984 κλήθηκε για πρώτη φορά στην εθνική ομάδα ανδρών και συμμετείχε στους Ολυμπιακούς Αγώνες του Λος Άντζελες. Μάλιστα ήταν ο μικρότερος σε ηλικία πολίστας της διοργάνωσης (17 ετών). Έκτοτε συμμετείχε σε όλες τις διεθνείς διοργανώσεις έως την αποχώρησή του από την εθνική ομάδα το 2000 μετά τους Ολυμπιακούς αγώνες του Σίδνεϋ.

Συγκεκριμένα έλαβε μέρος σε:

5 Ολυμπιακούς Αγώνες: - 1984, 1988, 1992, 1996, 2000
4 Παγκόσμια Πρωταθλήματα - 1986, 1990, 1994, 1998
8 Πανευρωπαϊκά Πρωταθλήματα - 1985, 1987, 1989, 1991, 1993, 1995, 1997, 1999 και
5 Παγκόσμια Κύπελλα (FINA CUP) – 1987, 1993, 1995, 1997, 1999.

Από το 1995 ως το 2000 ήταν αρχηγός της εθνικής ομάδας με την οποία έχει το ρεκόρ συμμετοχών για τα ομαδικά αθλήματα στην Ελλάδα με 511 συμμετοχές στην εθνική ανδρών. Το 2002 αποχώρησε από την ενεργό δράση μετά από 25 χρόνια στο Ν.Ο.Β. (Ναυτικός Όμιλος Βουλιαγμένης). Στην αθλητική του καριέρα οι μεγαλύτερες στιγμές ήταν η κατάκτηση του Κυπέλλου Κυπελλούχων με το Ν.Ο. Βουλιαγμένης το 1997, η κατάκτηση της δεύτερης θέσης με την εθνική ομάδα στο Παγκόσμιο Κύπελλο του 1997, η έκτη θέση στους Ολυμπιακούς Αγώνες της Ατλάντα το 1996 και η τέταρτη θέση στους Πανευρωπαϊκούς Αγώνες του 1999. Με το σύλλογό του κατέκτησε τρία πρωταθλήματα Ελλάδος (1991, 1997, 1998) και δύο κύπελλα (1996, 1999).

Ο Γιώργος Μαυρωτάς ήταν ο πρώτος Έλληνας υδατοσφαιριστής που έπαιξε στη μικτή κόσμου (Βουδαπέστη, 1999), ενώ το 2001 βραβεύθηκε από τον Πανελλήνιο Σύνδεσμο Αθλητικού Τύπου (ΠΣΑΤ) για την προσφορά του στον αθλητισμό. Είναι μέλος του Συλλόγου Ελλήνων Ολυμπιονικών και από το 2003 είναι ενεργό μέλος του Εθνικού Συμβουλίου Καταπολέμησης του Ντόπινγκ (Ε.Σ.ΚΑ.Ν.).

Παράλληλα με την αθλητική του καριέρα, το 1990 ολοκλήρωσε τις σπουδές του στο Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο (ΕΜΠ) στη Σχολή Χημικών Μηχανικών. Το 2000 πήρε το διδακτορικό του από το ΕΜΠ με αντικείμενο την Επιχειρησιακή Έρευνα. Από τον Δεκέμβριο του 2003 ξεκίνησε την ακαδημαϊκή του καριέρα στο Εργαστήριο Βιομηχανικής & Ενεργειακής Οικονομίας της Σχολής Χημικών Μηχανικών του ΕΜΠ και σήμερα είναι Επίκουρος Καθηγητής.

Από το 1994 είναι παντρεμένος με τη Φανή Σταθακοπούλου κι έχουν δύο γιους, τον Λεωνίδα και τον Άρη.

De Siris

Κυριακή 3 Απριλίου 2011

Σίμων Σίνας


Σίμων Σίνας

Ο Σίμων Σίνας γεννήθηκε το 1810 και πέθανε στις 3 Απριλίου 1876, υπήρξε εθνικός ευεργέτης, διπλωμάτης και επιχειρηματίας με καταγωγή από τη Μοσχόπολη της Βορείου Ηπείρου. Ήταν γιος του εθνικού ευεργέτη και επιχειρηματία Γεωργίου Σίνα.

Φοίτησε στο κλασικό γυμνάσιο της Βιέννης και σπούδασε φιλοσοφία, ιστορία και πολιτική οικονομία στην ίδια πόλη. Εργάστηκε κατόπιν στις οικογενειακές επιχειρήσεις και υπήρξε γενικός κληρονόμος της κολοσσιαίας πατρικής περιουσίας. Δεν επεξέτεινε όμως τις οικονομικές δραστηριότητες του πατέρα του, αλλά εισήγαγε νέες μεθόδους καλλιέργειας στις απέραντες γαιοκτησίες του.

Υπηρέτησε το ελληνικό δημόσιο ως πρόξενος στη Βιέννη και αργότερα διετέλεσε υπουργός στις εκάστοτε κυβερνήσεις διαφόρων χωρών: στην Αυστρία, στη Βαυαρία και στη Γερμανία. Βοήθησε οικονομικά, μεταξύ άλλων, στην αποπεράτωση της Ουγγρικής Ακαδημίας στη Βουδαπέστη, της Μητρόπολης Αθηνών και της Ακαδημίας Αθηνών, που σχεδιάστηκε από τον αρχιτέκτονα Θεόφιλο Χάνσεν. Στην Αυστροουγγαρία προσέφερε τεράστια χρηματικά ποσά για φιλανθρωπικούς και πνευματικούς σκοπούς: Εμπορική Σχολή Βιέννης, Εταιρεία Φίλων Μουσικής Βιέννης, νοσοκομεία και βρεφοκομεία της Βουδαπέστης.

Στην Ελλάδα ο Σ. Σίνας συνέχισε τις δωρεές του πατέρα του προς φιλανθρωπικά και εκπαιδευτικά ιδρύματα, χορηγώντας σημαντικά ποσά για την αποπεράτωση του Αμαλιείου Ορφανοτροφείου και τη συντήρηση του Αστεροσκοπείου, για την καλύτερη λειτουργία του οποίου τοποθέτησε (1858-1884) τον διακεκριμένο Γερμανό Γιόχαν Φρήντριχ Γιούλιους Σμιτ. Έγινε επίσης κάτοχος οικοπέδων στο κέντρο της Αθήνας και του γνωστού στο Ίλιον «Επτάλοφου» ή «Πύργου της Βασιλίσσης» (1870). Ο ίδιος όμως δεν μπόρεσε να έρθει ποτέ στην Ελλάδα.

Ο Σ. Σίνας χρημάτισε διάδοχος του Γεωργίου Σίνα στο ελληνικό προξενείο της Βιέννης (1856-1858) και στη συνέχεια, αφού πολιτογραφήθηκε Έλληνας (1858), διορίστηκε αμέσως πρέσβης της Ελλάδας στις αυλές της Βιέννης, του Μονάχου και του Βερολίνου. Φιλοοθωνικός, διατήρησε τη θέση του σιωπηρά και μετά τη μεταπολίτευση του 1862, αλλά ύστερα από δύο χρόνια παραιτήθηκε.

Τιμήθηκε επανειλημμένα από την Ελλάδα και την Αυστρία. Το 1864 ο αυτοκράτορας της Αυστρίας Φραγκίσκος Ιωσήφ του απένειμε τον τίτλο του αυλικού μυστικοσυμβούλου. Το κοινωνικό και πολιτιστικό έργο του συνέχισε μετά το θάνατό του η σύζυγός του Ιφιγένεια Σίνα (1815-1884), η τελευταία από τους ευεργέτες της οικογένειας. Η κόρη του νυμφεύθηκε τον Γεώργιο Μαυροκορδάτο, γιο του Αλέξανδρου Μαυροκοδάτου.

Ένας κρατήρας στη Σελήνη φέρει το επώνυμό του προς τιμή του.

De Siris

Γρηγόρης Λαμπράκης


Γρηγόρης Λαμπράκης

Ο Γρηγόρης Λαμπράκης γεννήθηκε στις 3 Απριλίου 1912 και πέθανε στις 27 Μαΐου 1963, ήταν γιατρός, αθλητής, και πολιτικός που δολοφονήθηκε από παρακρατικούς.

Σύντομο Βιογραφικό και Ιστορικές συνθήκες

Ο Γρηγόρης Λαμπράκης γεννήθηκε το 1912 στην Κερασίτσα Αρκαδίας και ήταν το 14ο παιδί από τα συνολικά 18 που απέκτησαν οι γονείς του. Σπούδασε ιατρική στο Πανεπιστήμιο Αθηνών και ειδικεύτηκε στη γυναικολογία. Υπήρξε αθλητής με πολλές πανελλήνιες και βαλκανικές νίκες και κατείχε για 23 χρόνια (ως το 1959) το πανελλήνιο ρεκόρ στο μήκος με επίδοση 7,37 μ. Στην διάρκεια της κατοχής διοργάνωνε με άλλους συναθλητές του αγώνες, διαθέτοντας τα έσοδα σε λαϊκά συσσίτια. Το 1950 κατέλαβε τη θέση του υφηγητή Μαιευτικής - Γυναικολογίας στο Πανεπιστήμιο Αθηνών. Παντρεύτηκε την Δήμητρα Μπαταργιά με την οποία απέκτησε δυο γιούς τον Θοδωρή και τον Γρηγόρη.

Στα μέσα Δεκεμβρίου του 1957 ο τότε πρωθυπουργός Κωνσταντίνος Γ. Καραμανλής θα μεταβεί στο Παρίσι, στη σημαντικότερη διάσκεψη του ΝΑΤΟ. Ο Καραμανλής πρόβαλε με την ομιλία του την περιβόητη αρχή της καθολικότητας, απαλλάσσοντας έτσι την Ελλάδα από τη μονομερή δέσμευση για την εγκατάσταση πυραύλων, μέχρι να συμφωνήσουν στην εξάπλωση των πυραύλων όλες οι χώρες της συμμαχίας. Αυτή η κατάσταση άνδρωσε το φιλειρηνικό κίνημα.

Στις εκλογές του Οκτωβρίου 1961 ο Λαμπράκης εκλέχτηκε βουλευτής Πειραιά συνεργαζόμενος με την Ενιαία Δημοκρατική Αριστερά (ΕΔΑ). Υπήρξε ιδρυτικό μέλος και αντιπρόεδρος της «Ελληνικής Επιτροπής για τη Διεθνή Ύφεση και Ειρήνη». Στις 21 Απριλίου 1963 αψηφώντας σχετική απαγόρευση της αστυνομίας, πραγματοποίησε την 1η Μαραθώνια πορεία Ειρήνης. Βάδισε το μεγαλύτερο μέρος της διαδρομής μόνος του, εν μέσω απειλών, πριν τελικά συλληφθεί και κρατηθεί για μερικές ώρες.

Αμέσως μετά μετέβη στο Λονδίνο για να συμπαρασταθεί στους Έλληνες και Άγγλους διαδηλωτές που ζητούσαν την απελευθέρωση πολιτικών κρατουμένων στην Ελλάδα, ανάμεσα στους οποίους ήταν και ο μετέπειτα βουλευτής του ΚΚΕ Αμπατιέλος. Στόχος των διαδηλωτών ήταν η βασίλισσα Φρειδερίκη, η οποία βρισκόταν στην αγγλική πρωτεύουσα προκειμένου να παραστεί σε βασιλικούς γάμους. Σχεδόν ένα μήνα μετά, στις 22 Μαΐου, καθώς εξερχόταν από συγκέντρωση για την ειρήνη και τον πυρηνικό αφοπλισμό στη Θεσσαλονίκη, δέχτηκε δολοφονική επίθεση από παρακρατικούς. Τραυματίστηκε βαριά και υπέκυψε στα τραύματά του λίγες μέρες μετά.

Η δολοφονία

Το βράδυ της 22ας Μαΐου 1963 ο Λαμπράκης μίλησε σε εκδήλωση που
διοργάνωσε στη Θεσσαλονίκη η «Επιτροπή για τη Διεθνή Ύφεση και Ειρήνη». Πριν ακόμα η εκδήλωση ξεκινήσει, πλήθος παρακρατικών και αστυνομικών με πολιτικά είχαν καταλάβει τα γειτονικά πεζοδρόμια, κραυγάζοντας συνθήματα και προπηλακίζοντας όσους προσέρχονταν στην αίθουσα για να πάρουν μέρος σε αυτή. Άλλοι αστυνομικοί, ένστολοι, αν και παρόντες σε μεγάλο αριθμό δεν λάμβαναν κανένα μέτρο για την απώθηση των παρακρατικών, παρά τις διαμαρτυρίες των οργανωτών και του ίδιου του Λαμπράκη, ενός μέλους δηλαδή του ελληνικού κοινοβουλίου. Μάλιστα, ένας παρακρατικός κατόρθωσε να χτυπήσει το Λαμπράκη στο κεφάλι με ρόπαλο κατά την είσοδό του στην αίθουσα της εκδήλωσης, τραυματίζοντάς τον ελαφρά. Σοβαρά, αντίθετα, τραυματίστηκε από τους ανεξέλεγκτους διαδηλωτές ο έτερος παρών αριστερός βουλευτής, Γιώργος Τσαρουχάς.

Με την ολοκλήρωση της εκδήλωσης, ο Λαμπράκης εγκατέλειψε την αίθουσα με πρόθεση να κατευθυνθεί σε κοντινό ξενοδοχείο όπου είχε καταλύσει. Τον ακολούθησαν μόνο δύο σύντροφοί του, καθώς η αστυνομία απέκλεισε το κοινό της εκδήλωσης στο εσωτερικό της αίθουσας, απαγορεύοντας προσωρινά την έξοδο. Ακριβώς εκείνη τη στιγμή, στη διασταύρωση των οδών Ερμού και Ελ. Βενιζέλου και παρά το γεγονός ότι η αστυνομία είχε αποκλείσει όλους τους δρόμους, ένα τρίκυκλο εμφανίστηκε από το πουθενά, πλησίασε το Λαμπράκη με ιλιγγιώδη ταχύτητα και τον έριξε στο έδαφος. Κανείς αστυνομικός δεν κινήθηκε για να εμποδίσει το τρίκυκλο πριν το χτύπημα, να συλλάβει τον οδηγό του μετά, ή ακόμα και να βοηθήσει τον αιμόφυρτο Λαμπράκη. Όπως αποδείχτηκε, το θύμα είχε δεχτεί ισχυρό χτύπημα στο κεφάλι από μεταλλικό αντικείμενο.

Το πιθανότερο είναι ότι οι δράστες της επίθεσης θα είχαν διαφύγει ανενόχλητοι, αν ένας παριστάμενος Θεσσαλονικιός, ο πλασιέ Μανόλης Χατζηαποστόλου (με το παρατσούκλι «Τίγρης») δεν είχε πηδήσει αστραπιαία στην καρότσα του τρίκυκλου. Για ένα περίπου χιλιόμετρο το τρίκυκλο έτρεχε στους δρόμους της Θεσσαλονίκης χωρίς κανένα αστυνομικό ή άλλο όχημα να το καταδιώκει. Ο Χατζηαποστόλου εξουδετέρωσε μετά από σκληρή πάλη το μοναδικό επιβάτη της καρότσας, Μανόλη Εμμανουηλίδη (ήταν αυτός που είχε καταφέρει το θανατηφόρο χτύπημα στο Λαμπράκη) και κατόπιν υποχρέωσε τον οδηγό Σπύρο Γκοτζαμάνη να σταματήσει. Ακολούθησε νέα πάλη αυτή τη φορά ανάμεσα στον Χατζηαποστόλου και τον Γκοτζαμάνη, έως ότου εμφανίστηκε ένας απλός τροχονόμος, ο οποίος μη γνωρίζοντας όσα είχαν προηγηθεί, συνέλαβε τον Γκοτζαμάνη κατόπιν υποδείξεων των περαστικών. Ο Λαμπράκης μεταφέρθηκε στο νοσοκομείο ΑΧΕΠΑ σε κωματώδη κατάσταση από την οποία δεν εξήλθε ποτέ. Πέθανε τέσσερις μέρες αργότερα.

Ανακρίσεις

Το χτύπημα κατά του Λαμπράκη προκάλεσε μια άνευ προηγουμένου πολιτική κρίση, με τα κόμματα της αντιπολίτευσης και το σύνολο του κεντρώου και αριστερού Τύπου να κάνουν λόγο από την πρώτη στιγμή για οργανωμένο σχέδιο δολοφονίας. Η επίσημη αστυνομική εκδοχή αντίθετα, ήταν ότι επρόκειτο για τροχαίο ατύχημα και αυτήν υιοθέτησε αρχικά και η κυβέρνηση της χώρας. Το κλίμα ήταν τεταμένο και την κηδεία του Λαμπράκη στην Αθήνα παρακολούθησε πλήθος 500.000 ανθρώπων, φωνάζοντας συνθήματα κατά της δολοφονίας.

Ήδη, στη Θεσσαλονίκη είχαν ξεκινήσει οι ανακρίσεις για το «ατύχημα», από τον ανακριτή Χρήστο Σαρτζετάκη και τον εισαγγελέα Δημήτριο Παπαντωνίου, υπό τη γενική εποπτεία του εισαγγελέα εφετών Παύλου Δελαπόρτα. Αργότερα ο Παπαντωνίου αντικαταστάθηκε από τον εισαγγελέα Στυλιανό Μπούτη. Αν και η ηγεσία της Xωροφυλακής Θεσσαλονίκης έκανε κάθε δυνατή προσπάθεια για να αποκρύψει κρίσιμα στοιχεία και να εκφοβίσει τους μάρτυρες, η ανακριτική ομάδα (παρά τις απροκάλυπτες παρεμβάσεις και πιέσεις που δέχτηκε από τον τότε εισαγγελέα του Αρείου Πάγου και μετέπειτα -το 1967- πρωθυπουργό της χούντας Κωνσταντίνο Κόλλια) κατόρθωσε να στοιχειοθετήσει ότι επρόκειτο για προμελετημένο έγκλημα και να αποκαλύψει τους ηθικούς αυτουργούς του.

Έτσι, τους Γκοτζαμάνη και Εμμανουηλίδη ακολούθησαν τρανταχτά ονόματα της πανίσχυρης χωροφυλακής Θεσσαλονίκης, όπως οι Κωνσταντίνος Μήτσου, επιθεωρητής Βορείου Ελλάδος, Ευθύμιος Καμουτσής, διευθυντής αστυνομίας, Κωνσταντίνος Δόλκας και άλλοι οι οποίοι παραπέμφθηκαν για παράβαση καθήκοντος. Στους ηθικούς αυτουργούς συμπεριλαμβανόταν ο πρόεδρος της παρακρατικής οργάνωσης στην οποία ανήκε ο Γκοτζαμάνης, Ξενοφών Γιοσμάς (που, λόγω της δράσης του στην κατοχή, είχε καταδικαστεί ως δοσίλογος και, ακριβώς για τον λόγο αυτό, αποκαλείται συχνά κοροϊδευτικά "Φον Γιοσμάς") και ο υπομοίραρχος Εμμανουήλ Καπελώνης, διοικητής του αστυνομικού τμήματος Τούμπας.

Στο απυρόβλητο της δικαιοσύνης έμεινε ο υπομοίραρχος της Ασφάλειας Δημήτριος Κατσούλης, του τμήματος «Δίωξης Κομμουνιστών» ο οποίος την ημέρα του εγκλήματος (σύμφωνα με μαρτυρία του Εμμανουηλίδη και άλλων) είχε μιλήσει σε συγκέντρωση παρακρατικών στο 5ο Αστυνομικό Τμήμα Θεσσαλονίκης, δίνοντας οδηγίες για την «αντισυγκέντρωση» και τονίζοντας ότι «απόψε στόχος μας είναι ο Λαμπράκης». Τελικά, για τον φόνο καταδικάστηκαν οι Γκοτζαμάνης και Εμμανουηλίδης, ενώ ο Γιοσμάς καταδικάστηκε μόνο για διατάραξη της κοινής ειρήνης.

Σημαντικό ρόλο στις αποκαλύψεις έπαιξε και η μαχητική έρευνα και αρθρογραφία τριών δημοσιογράφων που είχαν ανέβει στη Θεσσαλονίκη για να καλύψουν το θέμα: Του Γιώργου Ρωμαίου του Βήματος (μετέπειτα υπουργού του ΠΑΣΟΚ), Γιάννη Βούλτεψη της Αυγής και Γιώργου Μπέρτσου (της τότε μεγάλης σε κυκλοφορία Ελευθερίας των Αθηνών).

Πολιτικές επιπτώσεις

Η κατακραυγή για τη δολοφονία Λαμπράκη και τις αποκαλύψεις για την άμεση εμπλοκή της αστυνομίας, ήταν τόσο μεγάλη που οδήγησε σε παραίτηση της κυβέρνησης Καραμανλή μέσα σε λιγότερο από τρεις βδομάδες από το έγκλημα (11 Ιουνίου 1963). Σχηματίστηκε άμεσα νέα κυβέρνηση της ΕΡΕ υπό τον Παναγιώτη Πιπινέλη, μετέπειτα υπουργό εξωτερικών της χούντας. Το Σεπτέμβριο ο ανακριτής Χρήστος Σαρτζετάκης σε συμφωνία με τον εισαγγελέα Δελαπόρτα διέταξε την προφυλάκιση των ανώτατων αξιωματικών της χωροφυλακής, διαλύοντας κάθε αμφιβολία στην κοινή γνώμη για την εμπλοκή κράτους και παρακρατικών στη δολοφονία Λαμπράκη. Το Νοέμβριο διεξήχθησαν εθνικές εκλογές τις οποίες κέρδισε με μικρή διαφορα από την ΕΡΕ η Ένωση Κέντρου. Την ίδια χρονιά ιδρύθηκε η «Νεολαία Λαμπράκη», της οποίας πρώτος πρόεδρος εκλέχτηκε ο Μίκης Θεοδωράκης.

Η δίκη των φυσικών και ηθικών αυτουργών έγινε το 1966 σε πολύ διαφορετικό πολιτικό κλίμα. Η κυβέρνηση Γεωργίου Παπανδρέου είχε πέσει με τα Ιουλιανά και η πλειοψηφία της βουλής (ΕΡΕ και βουλευτές της Ένωσης Κέντρου που την είχαν εγκαταλείψει) στήριζε κυβέρνηση υπό το Στέφανο Στεφανόπουλο. Παρά την εισαγγελική πρόταση (εισαγγελέας έδρας ο Παύλος Δελαπόρτας), οι ένορκοι έκριναν ομόφωνα αθώους τους περισσότερους από τους σημαντικούς κατηγορούμενους, βρίσκοντας ένοχους μόνο τους δύο φυσικούς αυτουργούς και τον Φον Γιοσμά. Στην αγόρευσή του ο εισαγγελέας είχε ζητήσει την ενοχή των ανώτατων αξιωματικών, λέγοντας: «Σήμερα, εδώ, ένα σύμφυρμα κλεφτών, βιαστών, δοσίλογων και κάθε είδους κακοποιών, εμφανίζεται -προς εθνοκαπηλεία και ανομολόγητους ιδιοτελείς σκοπούς- ως προστάτης κοινωνικών καθεστώτων, ως φύλακας ιερών και οσίων και ως Κέρβερος του νόμου και της τάξης. Τι άλλο έπρεπε να περιμένει κανείς απ’ αυτό πλην του ότι θα εξελισσόταν σε κακοήθη νεοπλασία της κοινωνίας;»

Οι συνήγοροι πολιτικής αγωγής εκτοπίστηκαν μετά το πραξικόπημα του 1967 στα Γιούρα ενώ και ο ανακριτής Σαρτζετάκης συνελήφθη και φυλακίστηκε για μήνες. Το 1985 όμως εκλέχτηκε Πρόεδρος της Δημοκρατίας.

Περισσότερες πληροφορίες

Η υπόθεση της δολοφονίας Λαμπράκη έχει καταγραφεί στο μυθιστορηματικό «Ζ» (από το «Ζει») του Βασίλη Βασιλικού. Το βιβλίο έγινε το 1969 ταινία Ζ από τον Κώστα Γαβρά, με τον Ιβ Μοντάν στο ρόλο του Λαμπράκη, τον Ζαν Λουί Τρεντινιάν στο ρόλο του Σαρτζετάκη και την Ειρήνη Παπά στο ρόλο της συζύγου του Λαμπράκη.
Χρονικά της δολοφονίας και των ενόχων μπορεί κανείς να βρει στα βιβλία:
Κώστα Παπαϊωάννου «Πολιτική δολοφονία. Θεσσαλονίκη '48 - Θεσσαλονίκη '63», 2 τόμοι, Αθήνα 1993, εκδ. Το Ποντίκι
Γιάννη Βούλτεψη «Υπόθεση Λαμπράκη», Αθήνα 1988 , εκδ. Αλκυών
Παύλου Πετρίδη (επιμ), «Δολοφονία Λαμπράκη. Ανέκδοτα ντοκουμέντα (1963-1966)», Αθήνα 1995, εκδ. Προσκήνιο
Πλήθος στοιχείων έχουν καταγραφεί στην αρθρογραφία εφημερίδων.

De Siris

Helmut Kohl


Χέλμουτ Κολ

Ο Χέλμουτ Κολ είναι Γερμανός πολιτικός και διετέλεσε Καγκελάριος της Γερμανίας. Γεννήθηκε στο Λουντβιχσχάφεν στις 3 Απριλίου 1930.

Το 1947 εισήλθε στη Χριστιανοδημοκρατική Ένωση της Γερμανίας (CDU). Το 1950 τελείωσε τις γυμνασιακές του σπουδές. Από το 1950 ως το 1958 σπούδασε νομικά, κοινωνικές και πολιτικές επιστήμες και ιστορία στο Πανεπιστήμιο της Φρανκφούρτης και της Χαϊδελβέργης.

Από το 1953 ως το 1973 ήταν μέλος της Κεντρικής Οικονομικής Διεύθυνσης της Τοπικής Ένωσης της Χριστιανοδημοκρατικής Ένωσης του Παλατινάτου. Παράλληλα από το 1954 ως το 1961 υπήρξε Αναπληρωτής Πρόεδρος της Τοπικής Ένωσης Νέων στο Παλατινάτο της Ρηνανίας. Από το 1955 ως το 1966 υπήρξε μέλος της Τοπικής Διοίκησης του Χριστιανοδημοκρατικού Κόμματος στο Παλατινάτο της Ρηνανίας.

Το 1958 έγινε διδάκτορας της Φιλοσοφίας. Από το 1959 ως το 1969 υπήρξε εισηγητής της ένωσης χημικών βιομηχανιών στο Λουντβιχσχάφεν. Την περίοδο 1959-1976 υπήρξε μέλος της Βουλής του Παλατινάτου της Ρηνανίας. Από το 1960 ως το 1967 διατέλεσε Πρόεδρος της Κοινοβουλευτικής ομάδας του Χριστιανοδημοκρατικού Κόμματος στο Συμβούλιο της Λουντβιχσχάφεν. Από το 1961 ως το 1963 διετέλεσε Αναπληρωτής Πρόεδρος και από το 1963 ως το 1969 Πρόεδρος της Κοινοβουλευτικής ομάδας του Χριστιανοδημοκρατικού Κόμματος στη Βουλή του Παλατινάτου της Ρηνανίας.

Από το 1964 είναι μέλος της Ομοσπονδιακής Προεδρίας του Χριστιανοδημοκρατικού Κόμματος. Από το 1966 ως το 1973 χρημάτισε Πρόεδρος της Τοπικής Ένωσης του Χριστιανοδημοκρατικού Κόμματος (CDU) στο Παλατινάτο της Ρηνανίας. Από το 1969 ως το 1973 διατέλεσε Αναπληρωτής Πρόεδρος της Ομοσπονδίας του χριστιανοδημοκρατικού Κόμματος (CDU). Από το 1969 ως το 1976 διατέλεσε Πρωθυπουργός του κρατιδίου Ρηνανία-Παλατινάτο.

Από το 1973 ήταν Ομοσπονδιακός Πρόεδρος της Χριστιανοδημοκρατικής παράταξης (CDU) και από το 1976 μέλος της Ομοσπονδιακής Βουλής της Γερμανίας. Από το 1976 ως το 1982 διατέλεσε Πρόεδρος της Κοινοβουλευτικής ομάδας του Χριστιανοδημοκρατικού (CDU) και Χριστιανοσοσιαλιστικού (CSU) Κόμματος στην ομοσπονδία της Γερμανίας. Από το 1982 ήταν καγκελάριος της Δ. Γερμανίας και μετά την ενοποίησή τους με την Ανατολική, Καγκελάριος της ενιαίας Γερμανίας μέχρι το 1998. Είναι ο μακροβιότερος Καγκελάριος της Γερμανίας.

Μετά την αποχώρησή του από την πολιτική η υστεροφημία του αμαυρώθηκε με την εμπλοκή του σε σκάνδαλο παράνομης χρηματοδότησης του Χριστιανοδημοκρατικού Κόμματος.

De Siris

Σάββατο 2 Απριλίου 2011

Δημήτρης Μητροπάνος


Δημήτρης Μητροπάνος


Ο Δημήτρης Μητροπάνος γεννήθηκε στις 2 Απριλίου 1948 και πέθανε στις 17 Απριλίου 2012, ήταν Έλληνας τραγουδιστής, από τους σημαντικότερους της σύγχρονης εποχής. Ερμήνευσε χαρακτηριστικά τραγούδια σημαντικών στιχουργών και συνθετών. Με τις λαϊκές επιτυχίες του σημάδεψε το χώρο της σύγχρονης ελληνικής μουσικής σκηνής, κερδίζοντας την εκτίμηση και το σεβασμό ολόκληρου του πανελληνίου.

Βιογραφία

Πρώτα χρόνια

Γεννήθηκε στην Αγία Mονή, μια συνοικία στα Τρίκαλα - από την οποία καταγόταν η μητέρα του - στις 2Απριλίου του 1948. Μεγάλωσε χωρίς τον πατέρα του, τον οποίο γνώρισε στα 29 του χρόνια. Μέχρι τα 16 του νόμιζε πως είχε σκοτωθεί στον Εμφύλιο Πόλεμο, όταν ήρθε ένα γράμμα το οποίο έλεγε πως ζει στην Ρουμανία. Ο πατέρας του καταγόταν από ένα χωριό της Καρδίτσας το Καππά. Από μικρός δούλευε τα καλοκαίρια για να βοηθήσει τα οικονομικά της οικογένειας του. Πρώτα ως σερβιτόρος στην ταβέρνα του θείου του και ύστερα στις κορδέλες κοπής ξύλων. Μετά την τρίτη γυμνασίου, το 1964, μετέβη στην Αθήνα να ζήσει με τον θείο του στην οδό Aχαρνών. Προτού τελειώσει το γυμνάσιο άρχισε να εργάζεται ως τραγουδιστής.

Επαγγελματική σταδιοδρομία

Στην ίδια ηλικία, έπειτα από παρότρυνση του Γρηγόρη Μπιθικώτση, τον οποίο γνώρισε σε μία συγκέντρωση της εταιρίας του θείου του, στην οποία τραγούδησε, επισκέφτηκε την "Κολούμπια". Εκεί ο Τάκης Λαμπρόπουλος του γνώρισε τον Γιώργο Ζαμπέτα, δίπλα στον οποίο θα δουλέψει στα «Ξημερώματα». Τον Ζαμπέτα τον μνημονεύει ως μεγάλο του δάσκαλο και δεύτερο πατέρα. Όπως έχει δηλώσει, «ο Ζαμπέτας είναι ο μόνος άνθρωπος στο τραγούδι ο οποίος με βοήθησε χωρίς να περιμένει κάτι. Με όλους τους υπόλοιπους συνεργάτες μου κάτι πήρα και κάτι έδωσα»[εκκρεμεί παραπομπή]. Το 1966 ο Μητροπάνος συναντάται, τυχαία, για πρώτη φόρα με τον Μίκη Θεοδωράκη και ερμηνεύει, στη θέση άλλου καλλιτέχνη που τότε ασθενούσε, μέρη από τη «Ρωμιοσύνη» και το «Άξιον Εστί» σε μια σειρά συναυλιών στην Ελλάδα και την Κύπρο.

Το 1967, ο Μητροπάνος ηχογραφεί τον πρώτο του 45άρη δίσκο, με το τραγούδι "Θεσσαλονίκη". Είχε προηγηθεί η ηχογράφηση του τραγουδιού "Χαμένη Πασχαλιά", το οποίο όμως λογοκρίθηκε από τη Χούντα και δεν κυκλοφόρησε ποτέ.

Στην πορεία που χάραξε στο δρόμο του λαϊκού έντεχνου, το 1972 υπήρξε ένας σημαντικός σταθμός: ο συνθέτης Δήμος Μούτσης και ο ποιητής-στιχουργός Μάνος Ελευθερίου κυκλοφορούν τον «Άγιο Φεβρουάριο», με ερμηνευτές τον Μητροπάνο και την Πετρή Σαλπέα, σηματοδοτώντας ένα σταθμό στην ελληνική μουσική. Τον Ιούλιο του 1999, ο Μητροπάνος και ο Μούτσης θα ξαναβρεθούν επί σκηνής στο Ηρώδειο με την Δήμητρα Γαλάνη και την σοπράνο Τζούλια Σουγλάκου για δυο μουσικές βραδιές στα πλαίσια του Φεστιβάλ Αθηνών. Οι συναυλίες αυτές ηχογραφούνται ζωντανά και κυκλοφορούν σε διπλό CD δύο μήνες αργότερα. Ακολουθούν «Ο Δρόμος για τα Κύθηρα» του Γιώργου Κατσαρού και «Τα συναξάρια» του Γιώργου Χατζηνάσιου, έργα υψηλής ποιότητας αλλά και μεγάλης απήχησης στην ελληνική κοινωνία.

Στη μακρόχρονη πορεία του στο ελληνικό τραγούδι, ο Δημήτρης Μητροπάνος συνεργάστηκε με τους μεγαλύτερους δημιουργούς του λαϊκού αλλά και του έντεχνου τραγουδιού. Γιώργος Ζαμπέτας, Μίκης Θεοδωράκης, Δήμος Μούτσης, Απόστολος Καλδάρας, Τάκης Μουσαφίρης ("Εμείς οι δυο" κ.α.), Χρήστος Νικολόπουλος ("Πάρε Αποφάσεις" σε στίχους Λευτέρη Παπαδόπουλου), Γιάννης Σπανός ("Ο Μητροπάνος τραγουδάει Σπανό") ήταν οι συνθέτες με τους οποίους συνδέθηκε επαγγελματικά, χτίζοντας μια καριέρα συνυφασμένη με την ελληνική λαϊκή μουσική παράδοση, μέχρι και τα τέλη της δεκαετίας του 1980.

Η συμμετοχή του σε δίσκους των Λάκη Παπαδόπουλου (με το τραγούδι "Για να σ' εκδικηθώ") και Νίκου Πορτοκάλογλου ("Κλείνω κι έρχομαι") αναδεικνύουν εκείνη την εποχή την ευρεία γκάμα της ερμηνείας του και προαναγγέλλουν μια στροφή στον τρόπο ερμηνείας του, που θα οδηγήσει σε μια σειρά από δίσκους που άλλαξαν σε μεγάλο βαθμό την έννοια του καλού σύγχρονου λαϊκού τραγουδιού. Οι συνεργασίες με τον Μάριο Τόκα και το Φίλιππο Γράψα ("Η εθνική μας μοναξιά" το 1992 και "Παρέα με έναν ήλιο" το 1994) συνδυάζουν τη λαϊκή υφή και συναίσθημα με τη πιο βαθιά έννοια στίχων και τη χρησιμοποίηση λέξεων πιο επιτηδευμένων. Παράλληλα, η απήχηση των τραγουδιών στην κοινωνία και η εμπορική επιτυχία αναδεικνύουν αυτές τις δημιουργίες ως εργαλεία αλλά και συμπτώματα της εξέλιξης της ελληνικής κοινωνίας.

Η πολύ σημαντική συνεργασία με τον Θάνο Μικρούτσικο με τον δίσκο «Στου Αιώνα την Παράγκα», σε στίχους Άλκη Αλκαίου, Κώστα Λαχά, Λίνας Νικολακοπούλου και Γιώργου Κακουλίδη, αποτελεί στροφή του ερμηνευτή σε ακόμα πιο "έντεχνες" διαδρομές, διατηρώντας και πάλι την ταυτότητα του λαϊκού.

Ο Μητροπάνος συνεχίζει στα ίδια μονοπάτια, με τραγούδια των Μικρούτσικου, Κορακάκη, Μουκίδη, Παπαδημητρίου κ.α. στο δεύτερο μισό της δεκαετίας του 1990 και στις αρχές του 2000. Από τις τελευταίες δουλειές του Θεσσαλού αοιδού, ξεχωρίζει το "Πες μου τ' άληθινά σου σε μουσική Στέφανου Κορκολή και στίχους Ελεάνας Βραχάλη και Νίκου Μωραΐτη, αλλά και η ζωντανή ηχογράφηση "Υπάρχει και το ζεϊμπέκικο", από το πρόγραμμα - ωδή στον εθνικό χορό της Ελλάδας μαζί με τους Θέμη Αδαμαντίδη και Δημήτρη Μπάση, καθώς επίσης και ο δίσκος "Στη Διαπασών", ο οποίος περιέχει 12 λαϊκά τραγούδια και μια μπλουζ μπαλάντα. Από τα τραγούδια του δίσκου ξεχωρίζει το τραγούδι "Η εκδρομή" του Γιάννη Μηλιώκα, το οποίο γράφτηκε για την επιστροφή του ερμηνευτή στη δισκογραφία μετά από ένα σοβαρό πρόβλημα υγείας.

Τελευταίες δισκογραφικές δουλειές του Δημήτρη Μητροπάνου, ήταν η ζωντανή ηχογράφηση της συναυλίας του στο Ηρώδειο (Σεπτέμβριος 2009), αποτελούμενη από 2 CD με τον τίτλο "Τα τραγούδια της ζωής μου", και ο δίσκος "Εδώ Είμαστε" με τραγούδια του Σταμάτη Κραουνάκη σε στίχους του ίδιου, της Λίνας Νικολακοπούλου, του Μάνου Ελευθερίου, του Λάκη Λαζόπουλου και ένα ποίημα του Κωστή Παλαμά.

Τον Ιούνιο του 2012 κυκλοφορεί το άλμπουμ-αφιέρωμα στο συνθέτη Μάριο Τόκα με τίτλο "Ήλιος Κόκκινος", στο οποίο συμμετέχει μεταξύ άλλων ο Δημήτρης Μητροπάνος με τρία τραγούδια ("Της μοναξιάς οι σκλάβοι", "Γράψε μου κάτι", "Υπάρχουν κάτι μελωδίες"). Τα τραγούδια αυτά σε μουσική του Τόκα είναι και τα τελευταία που ηχογράφησε ο Δημήτρης Μητροπάνος και μάλιστα λίγες μέρες πριν το θάνατό του.

Θάνατος

Στις 17Απριλίου του 2012 ο Δημήτρης Μητροπάνος μεταφέρθηκε στο νοσοκομείο Υγεία με οξύ διαρροϊκό σύνδρομο και εμετούς. Εκεί εμφάνισε πνευμονικό οίδημα και μεταφέρθηκε στην Μονάδα Εντατικής Θεραπείας όπου και άφησε την τελευταία του πνοή στις 11.00 το πρωί.

Τα Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης με έκτακτες μετατροπές των προγραμμάτων τους απέτισαν φόρο τιμής μεταδίδοντας τραγούδια και βιντεοσκοπήσεις των επιτυχέστερων ερμηνειών του  καθώς και δηλώσεις πολλών που συνεργάστηκαν μαζί του.

Η κηδεία του τελέστηκε στις 19 Απριλίου 2012 στο Α' Νεκροταφείο Αθηνών, ενώ η σορός του βρισκόταν από νωρίς το πρωί στο παρεκκλήσι του νεκροταφείου (Άγιος Λάζαρος), όπου παρευρέθηκαν για έναν τελευταίο αποχαιρετισμό φίλοι, συγγενείς αλλά και χιλιάδες απλού κόσμου.

Δισκογραφία

1967 δίσκοι 45 στροφών
1970 Λαϊκή παρέλαση
1971 Δημήτρης Μητροπάνος Νο1
1972 Άγιος Φεβρουάριος
1973 Ο δρόμος για τα Κύθηρα
1974 Νεκρικοί Διάλογοι, Κυρά ζωή
1975 Σκόρπια φύλλα, Τσιμεντένια πρόσωπα
1976 Λαϊκά '76
1977 Τα παιδιά της πιάτσας, Ερωτικά λαϊκά
1978 Παράπονο
1979 14 Ζεϊμπέκικα
1980 Πορτραίτο, Λαϊκά του σήμερα
1981 Τα συναξάρια
1982 Τα λαϊκά της νύχτας
1982 Τα 14 χασάπικα
1983 Λαϊκές στιγμές
1984 Τα πικροσάββατα, Τα λαϊκά της νύχτας Νο 2, Όταν μιλούν τα τέλια, Ακόμα μια μέρα
1985 Τα νυχτέρια μας, Για τα παιδιά, 15 χρόνια Δημήτρης Μητροπάνος
1986 Τα ζημιάρικα, Αγάπη μου αγέννητη, Τ' ανάρπαχτα
1987 Ένας καινούριος άνθρωπος, 16 από τα ωραιότερα τραγούδια μου, Το δικό μας τραγούδι
1988 Καινούρια χρώματα
1989 Μια νύχτα στον παράδεισο, Εμείς οι δυο, Οι μεγαλύτερες επιτυχίες του, Πριν τελειώσει η νύχτα
1990 20 μεγάλες επιτυχίες, Εσύ λέγε με έρωτα
1991 Στα ξενυχτάδικα της αγκαλιάς σου, Μια νύχτα στο Λυκαβηττό, Πάρε αποφάσεις
1992 Η εθνική μας μοναξιά (Μουσική: Μάριος Τόκας, στίχοι: Φ.Γράψας, Σ.Αλιβιζάτος, Γ.Πάριος, Κ.Φασουλάς, Α.Αργυρού)
1993 Ο Μητροπάνος τραγουδάει Σπανό
1994 24 Ζεϊμπέκικα
1994 Παρέα μ' έναν ήλιο (Μουσική: Μάριος Τόκας, στίχοι: Φίλιππος Γράψας)
1995 Τα 45άρια του Δημήτρη Μητροπάνου
1996 30 χρόνια Δ. Μητροπάνος, τα λαϊκά μιας ζωής, ΖΟΟΜ '96, 16 χασάπικα, Τα ερωτικά, Τα πρώτα μου τραγούδια/1967-1975, Τα καλύτερα, Στου αιώνα την παράγκα
1997 Ψάξε στ' όνειρό μας
1998 Τα μεγάλα λαϊκά, Του έρωτα & της φυγής
1999 Εντελβάις (Μουσική: Μάριος Τόκας, Στίχοι: Άλκης Αλκαίος)
2001 Στης ψυχής το παρακάτω
2002 Αμμόχωστος Βασιλεύουσα ( Μάριου Τόκα) [Συμμετοχή σε 4 τραγούδια]
2003 Θα είμαι εδώ
2004 Υπάρχει και το ζεϊμπέκικο
2005 Πες μου τ' αληθινά σου
2007 Για την καρδιά ενός αγγέλου
2008 Στη Διαπασών
2009 Τα τραγούδια της ζωής μου
2011 Εδώ Είμαστε (Μουσική: Κραουνάκης Σταμάτης, Στίχοι: Κραουνάκης Σταμάτης & Νικολακοπούλου Λίνα & Λαζόπουλος Λάκης & Παλαμάς Κωστής [Ποίηση])
2012 Ήλιος Κόκκινος (Μάριος Τόκας) [Συμμετοχή με 3 τραγούδια]
2012 Χωρίς Επίλογο (5 τραγούδια απο τον επερχόμενο δίσκο που ετοίμαζε με τον Μίνωα Μάτσα συνοδευόμενα απο μια μικρή νουβέλα για τη ζωή και την καριέρα του τραγουδιστή απο τον Οδυσσέα Ιωάννου)

De Siris

Μανώλης Αγγελόπουλος


Μανώλης Αγγελόπουλος

Ο Μανώλης Αγγελόπουλος γεννήθηκε στην Καβάλα το 1939 από τσιγγάνους γονείς, οι οποίοι ξεκίνησαν από τις Ινδίες, πέρασαν από Αίγυπτο και Ρουμανία και κατέληξαν στην Ελλάδα. Ο πατέρας του, που ήταν πολύ καλός μουσικός, έπαιζε μπουζούκι και κιθάρα, λεγόταν Ηλιακός Αγγελόπουλος, η μητέρα του Ερασμία, κι ο μικρότερος αδερφός του Λεύτερης. Από την Καβάλα, πηγαίνει με την οικογένεια του στον Αγ. Αθανάσιο Δράμας και το 1947 βρίσκεται στο Ηράκλειο της Κρήτης, στα τσαντίρια!

Στα 13 του χρόνια ο Μανώλης μένει ορφανός από τον πατέρα του , και με τη μανά και τον αδερφό του έφτασε στην Αθήνα και εγκαταστάθηκε στα κάτω Πετράλωνα. Έτσι αναγκάστηκε να βγει στη βιοπάλη κι έκανε διάφορες δουλείες. Πουλούσε κιλίμια, κουβέρτες κι αλλά εμπορεύσιμα είδη, δούλεψε γανωτής, δούλεψε στη λαχαναγορά, έκανε το λούστρο και γυάλιζε παπούτσια στον Πειραιά, δούλεψε σε στιλβωτήριο, δούλεψε και γκαρσόνι σε μαγαζιά.

Αργότερα, συνδέθηκε στενά με το Λευτέρη Ιωαννίδη, που ήταν γιος του νονού του Μανώλη, και ο οποίος έγινε κατά κάποιο τρόπο ο 'κηδεμόνας' του! Μαζί με το Λευτέρη, ο Μανώλης αγόρασε την πρώτη του κιθάρα, μαύρη στο χρώμα, την οποία αγάπησε πολύ! Κάθε βράδυ γύριζε στο λόφο της Αγ. Βαρβάρας έπαιζε την κιθάρα του και τραγουδούσε πονεμένα τραγούδια! Κάποιες φορές μετά το τέλος της δουλείας του, γύριζε στα νυχτερινά κέντρα για να δει και ν' ακούσει από κοντά τις φίρμες της εποχής!

Μάλιστα, όπως αναφέρουν σχετικά η Βούλα Γκίκα και ο Βαγγέλης Περπινιάδης σε συνεντεύξεις τους, συχνά παρακαλούσε να τον αφήσουν να πει κανένα τραγουδάκι μετά το τέλος του προγράμματος! Ο Μανόλης μπαίνει στη δισκογραφία χάρη στην προτροπή και επίμονη του μεγάλου σύνθετη και μπουζουξή Ανέστου Αθανασίου, ο οποίος ήταν επίσης τσιγγάνος!

Εκείνη την εποχή, τέλη της δεκαετίας του '50, έκαναν θραύση οι ινδικές ταινίες, και οι εταιρίες έψαχναν τραγουδιστές να μπορούν να τραγουδούν σε αυτό το στυλ! Ο Ανέστος, έχοντας ακούσει για κάποιο τσιγγάνο που τραγουδάει όμορφα, γυρεύει να βρει το Μανόλη και τελικά τον βρίσκει στον Κινηματογράφο 'Όνειρο', όπου ο Μανόλης έβλεπε μια ινδική ταινία.Συστήνονται και κλείνουν ραντεβού στην εταιρεία. Όμως ο Μανώλης δεν πήγε, και την άλλη μέρα, την ώρα που έπαιζε μπιλιάρδο σε μια λέσχη, που ήταν η τρελά του όπως και οι ταινίες, μπαίνει μέσα ο Ανέστος του δίνει ένα χαστούκι και του λέει το εξής χαρακτηριστικό: 'έτσι είστε εσείς οι γύφτοι, δε γίνεστε άνθρωποι'..!Τελικά πήγαν στην columbia κι ο Μανώλης τραγούδησε το πρώτο του τραγούδι 'χωρίς μητέρα χωρίς πατέρα' ! Αυτά γύρω στα 1957.

Έπειτα ακολούθησαν κι αλλά, 'Τσιγγενελερ' , ' Μανά μου εγώ πεθαίνω' με το Δερβενιώτη, ' Ινδιάνα μου γλυκεία' με τον Καραπατάκη, τα οποία όμως δεν πέρασαν πολύ στον κόσμο και η εταιρεία τον είχε κυριολεκτικά για θάψιμο!! Όμως ο Ατταλίδης με τον Καραπατάκη επέμειναν, κι έτσι έδωσαν στο Μανώλη να τραγουδήσει τη θρυλική 'Μαγκαλα' λέγοντας μάλιστα στο Μηλιόπουλο (διευθυντικό στέλεχος της εταιρείας) πως αν δεν πιάσει κι αυτό θα έφευγαν κι αυτοί απ' την εταιρεία! Το τραγούδι έκανε πάταγο κι ο Μανόλης έγινε αμέσως γνωστός στο καλλιτεχνικό κύκλο!Άρχισε να δέχεται προτάσεις για να δουλέψει σε διάφορα μαγαζιά, και το μεροκάματο του ανέβαινε συνεχώς! Η μια επιτυχία διαδεχόταν την άλλη!

Τέλη του '50 και αρχές του '60 ο Αγγελόπουλος ήταν ο μόνος που κοντράριζε στα ίσα τον Αυτοκράτορα του λαϊκού τραγουδιού Στέλιο Καζαντζίδη! Άλλωστε ο Μανώλης θαύμαζε πολύ το Στέλιο, τον είχε σαν πρότυπο κι έλεγε χαρακτηριστικά ' …άλλο πράμα ο Στέλιος, άλλο πράμα…' !! Δούλεψε σε πολλά μαγαζιά, όπως 'Απόψε Φιλά με', 'Πράσινος Μύλος', 'Ο Θειος', 'Ροσινιολ', 'Φαληρικον', 'Μαγκαλα', 'Ακταιον', 'Queen ann' και άλλα συνεργάστηκε με τους περισσότερους σύνθετες όπως, Aθαναςίου, Καραπατάκη, Καλδάρα, Ατταλίδη, Μπακάλη, Καρανικόλα, Δερβενιώτη, Αργύρη Βαμβακάρη, Μητσάκη Χιώτη, Τσιτσάνη, με στιχουργούς όπως Παπαγιαννοπούλου, Κολοκοτρώνη, Δαλέζιο, Βίρβο, Σοφό και άλλους. Έκανε εκπληκτικά ντουέτα με τις Γκρέυ, Πόλυ Πάνου, Γιώτα Λύδια που ξεχώρισαν, αλλά κι άλλες τραγουδίστριες.

Στις αρχές της δεκαετίας του '60 γνωρίζεται με την Αννούλα Βασιλείου, η οποία έκανε δοκιμαστικά στην columbia για να γίνει τραγουδίστρια, κι από τότε άρχισε ένας σφοδρός ερωτάς ανάμεσα τους.Από τότε έσμιξαν στη ζωή, αλλά και στο πάλκο, όπου δημιούργησαν ένα φοβερό ντουέτο στα νυχτερινά κέντρα!Ταξίδεψαν και τραγούδησαν σε πολλά μέρη της Ελλάδας αλλά και σε πολλές χώρες στο εξωτερικό όπου γνώρισαν την αποθέωση! Μαζί απέκτησαν τρία παιδία, τον Ηλία, τη Μαρία και το Στάθη.Το 1967 ο Μανώλης φεύγει από την columbia, και συνεργάζεται έκτοτε με άλλες εταιρίες όπως Benteta, Rca Victor, Pan Vox. Συνεχίζει να ηχογραφεί δίσκους και το καλοκαίρι του 1983 έδωσε μια φοβερή συναυλία στο Λυκαβηττό όπου αποθεώθηκε, αλλά και γνώρισε πολλές αντιδράσεις και πικρά σχόλια!

Παράλληλα ετοιμάζεται για την επάνοδο του στην columbia η μεγάλη στιγμή φτάνει το 1988, με την ηχογράφηση του τελευταίου του δίσκου «Έλληνας είμαι», ο οποίος είχε μεγάλη επιτυχία! Στο δίσκο περιλαμβάνεται και το εκπληκτικό τραγούδι 'Mολυβιά', το οποίο σύμφωνα με μαρτυρίες συνεργατών του, ο Μανόλης δεν ήθελε να το τραγουδήσει, είχε άσχημο προαίσθημα, το θεώρησε γρουσούζικο τραγούδι! Μετά από έξι μήνες πέθανε! Έπαθε έμφραγμα μέσα στο αυτοκίνητο του, στο δρόμο για το μαγαζί όπου εμφανιζόταν, το 'Όνειρο' στην Εθνική οδό. Μεταφέρθηκε στο Απολλώνιο θεραπευτήριο, όπου δεν κρίθηκε απαραίτητη η χειρουργική επέμβαση, αλλά για να ζήσει θα έπρεπε να κάνει μια ήρεμη ζωή πλέον και να σταματήσει το τραγούδι! Εκείνος όμως επειδή αγαπούσε το τραγούδι και τον κόσμο, αποφάσισε να χειρουργηθεί. Μεταφέρθηκε στο Λονδίνο για την επέμβαση στη διάρκεια της οποίας όμως επιπλοκή δημιούργησε άσχημα αποτελέσματα.

Ο Μανώλης πέθανε στο Λονδίνο την Κυριακή 2 Απριλίου 1989! Η σωρός του μεταφέρθηκε την 5 Απριλίου στο πατρικό του , και το απόγευμα της ίδιας μέρας ενταφιάσθηκε στο Γ' Νεκροταφείο. Τον συνόδευσαν χιλιάδες τσιγγάνοι και πλήθος κόσμου, καθώς και πλήθος καλλιτεχνών απ' το χώρο του τραγουδιού! Ο Μανόλης Αγγελόπουλος για τριάντα χρόνια ήταν στην πρώτη γραμμή του λαϊκού τραγουδιού, πάλεψε σκληρά για την ανάδειξη του, υπερασπίστηκε το τραγούδι, αλλά και τον εαυτό του και τις ρίζες του μέσα απ' αυτό! 

Επειδή ήταν τσιγγάνος πολλές φορές γνώρισε το χλευασμό, Την περιφρόνηση και την απόρριψη! Αντιμετωπίστηκε ρατσιστικά από διάφορες δυνάμεις, λοιδωρήθηκε, όμως ποτέ δεν αρνήθηκε την καταγωγή του, ίσα ίσα ήταν περήφανος γι ' αυτήν!Ποτέ δεν είπε άσχημη κουβέντα για συνάδερφους του , κι όλοι οι συνάδερφοι του έλεγαν τα καλύτερα γι' αυτόν , για τον ευαίσθητο τραγουδιστή με την χρυσή καρδιά……!!

De Siris

Léon Gambetta


Λέων Γαμβέτας

Ο Λέων Γαμβέττα ή Γαμβέτας, υπήρξε Γάλλος πολιτικός και φιλέλληνας.

Γεννήθηκε στο Κοάρ της Γαλλίας στις 2 Απριλίου και σπούδασε στο Παρίσι δικηγόρος. Η μεγάλη μόρφωσή του, η ευγλωττία του και η θέλησή του τον ανέβασαν στην κορυφή των δικηγόρων της εποχής του. Το 1869 εκλέγεται βουλευτής του δημοκρατικού κόμματος.

Στο γαλλογερμανικό πόλεμο θεώρησε υπεύθυνη της αποτυχίας την κυβέρνηση και με τη σπάνια ρητορική του ικανότητα διαφώτισε τον κόσμο και κατόρθωσε να μεταβάλει το καθεστώς της χώρας σε δημοκρατία και στην κυβέρνηση που σχηματίστηκε ανάλαβε ο ίδιος το Υπουργείο των Εσωτερικών και Στρατιωτικών.
Αρνήθηκε να υπογράψει τη συνθήκη ειρήνης και εγκατέλειψε τη βουλή. Επανεκλέγηκε, υποστήριξε το Θιέρσο εναντίον των μοναρχικών και ίδρυσε την εφημερίδα "Γαλλική Δημοκρατία".

Το 1881 σχημάτισε καινούρια κυβέρνηση, αλλά κατηγορήθηκε ως φιλοπόλεμος και ανατράπηκε το 1882. Ήταν μεγάλος φιλέλληνας, τάχθηκε πάντα υπέρ των ελληνικών δικαίων και συνέλαβε στην παραχώρηση της Θεσσαλίας στην Ελλάδα κατά τη διάσκεψη του Βερολίνου.

Στις 31 Δεκεμβρίου του 1882 πέθανε από μόλυνση του χεριού του και εντερικά στην πόλη των Σεβρών.

De Siris

Παρασκευή 1 Απριλίου 2011

Απρίλιος


Απρίλιος

Ο Απρίλιος, ή Απρίλης, ή Απρίλτς (Ποντιακά), είναι ο τέταρτος μήνας του έτους κατά το Ιουλιανό και το Γρηγοριανό Hμερολόγιο, ο όγδοος κατά το Εκκλησιαστικό που αρχίζει τον Σεπτέμβριοο, ο δεύτερος κατά το παλαιό ρωμαϊκό ημερολόγιο, και ο δέκατος στο αττικό ημερολόγιο ο οποίος ονομάζονταν Μουνιχιών και αντιστοιχούσε στο χρονικό διάστημα 24 Μαρτίου-22 Απριλίου του Γρηγοριανού ημερολογίου. Ο Απρίλιος περιλαμβάνει 30 ημέρες.

Ο Απρίλιος στην αρχαιότητα

Η λέξη Απρίλιος ετοιμολογείται από το λατινικό Aprillis, από το ρήμα aperire, που σημαίνει «ανοίγω». Είναι ο μήνας κατά τον οποίο ο καιρός «ανοίγει» και έρχεται η Άνοιξη, όπως σημειώνεται στο Μέγα Συναξαριστή. Ο Απρίλιος μέχρι την εποχή του Ρωμαίου Αυτοκράτορα Ιουλίου Καίσαρα περιελάμβανε 29 ημέρες και από τότε 30. Το 65 μ. Χ. ο Νέρων προσπάθησε, χωρίς επιτυχία, να μετονομάσει τον Απρίλιο σε Νερώνιο (Neronius) σε ανάμνηση της σωτηρίας του μετά από μια αποτυχημένη απόπειρα δολοφονίας του στην οποία συμμετείχε και ο δάσκαλός του Σενέκας, που τελικά αυτοκτόνησε για να αποφύγει τον εξευτελισμό.

Πολλές, πάντως, ήσαν οι γιορτές των αρχαίων Ρωμαίων οι οποίες ήσαν αφιερωμένες σε διάφορους θεούς τους, όπως στην Αφροδίτη και τον Απόλλωνα (την 1η Απριλίου), στην Κυβέλη (τα Μεγαλήσια΄ από τις 4 έως τις 10 Απριλίου), ενώ στις 22 Απριλίου γιορτάζονταν (με ανάλογες κρασοκατανύξεις) τα Vinalia priora, οι πρώτες γιορτές κρασιού του έτους. Στα τέλη του μήνα ξεκινούσαν επίσης και τα Floralia, τα Ρωμαϊκά Ανθεστήρια, προς τιμήν της θεάς της βλάστησης και της Άνοιξης, της Flora.

Ο Απρίλιος στην Ελληνική λαογραφία

Ο ελληνικός λαός αποκαλεί τον μήνα αυτόν και με τα ονόματα Απρίλης, Απρίλες, και Λαμπριάτης από την συμπτωματικά μεγάλη θρησκευτική εορτή που τελείται συνήθως το μήνα αυτό. Ο Απρίλιος και ο Μάιος θεωρούνται οι καθ΄ αυτού μήνες των λουλουδιών εξ ου και η ονομασία Απριλομάης: "Ο Απρίλης με τα λούλουδα κι ο Μάης με τα ρόδα". Χάρη στην ανοιξιάτικη σύνδεσή του ο Απρίλης τραγουδήθηκε ιδιαίτερα από τους ποιητές αλλά κι από τον λαό μας: «Έστησ’ ο Έρωτας χορό με τον ξανθό Απρίλη» και «Ο Απρίλης με τον Έρωτα χορεύουν και γελούνε».

Η ενασχόληση, επίσης, του λαού μας με την γεωργία μάς έχει κληροδοτήσει και πολλές άλλες παροιμίες και δημώδη στιχάκια. Για τις απριλιάτικες βροχές, για παράδειγμα, λέγεται το εξής: «Αν κάνει ο Μάρτης δυο νερά κι ο Απρίλης άλλο ένα, χαρά σε κείνο το ζευγά που ‘χει πολλά σπαρμένα».

Σ’ άλλες πάλι περιοχές ο Απρίλης αποκαλείται και «Γρίλλης» (γκρινιάρης) επειδή στον μήνα αυτόν τελείωναν τα αποθέματα της προηγούμενης συγκομιδής και δημιουργούνταν οικογενειακές γκρίνιες. Αποκαλείται και τιναχτοκοφινίτης επειδή τινάζουν τα κοφίνια για να τα καθαρίσουν: «Απρίλης, γρίλλης, τιναχτοκοφινίτης». Αναφέρεται, επίσης, και ως Αϊ-γεωργίτης λόγω της εορτής του Αγίου Γεωργίου στις 23 του μήνα, η οποία γιορτάζεται με διάφορους αθλητικούς και ιππικούς αγώνες. Οι κτηνοτρόφοι, και οι Σαρακατσάνοι, θεωρούν τον Άγιο Γεώργιο προστάτη τους, ενώ στις παραδόσεις, τα παραμύθια και τα τραγούδια συνδέεται με τον αρχαίο μύθο του Περσέα και της Ανδρομέδας.

Πρωταπριλιά

Η «Πρωταπριλιά» με τα αθώα ψέματά της είναι ένα πανευρωπαϊκό έθιμο. Στην Ελλάδα το αρχαίο αυτό έθιμο έφτασε, μάλλον, την εποχή των Σταυροφοριών κι έχει τις ρίζες του στους αρχαίους Κέλτες. Επειδή τον Απρίλιο ο καιρός καλοσύνευε συνήθιζαν την πρωταπριλιά να πηγαίνουν για ψάρεμα. Τις περισσότερες φορές γύριζαν φυσικά με άδεια χέρια, κι έτσι κατέφευγαν σε ψεύτικες ιστορίες για μεγάλα ψάρια. Στη χώρα μας διαγωνίζονται για το ποιος θα πει το μεγαλύτερο ψέμα, όπως το: «Έλα να πούμε ψέματα/ ένα σακί γιομάτο/ φόρτωσα ένα μπόντικα/ σαράντα κολοκύθια/ κι απάνου στα καπούλια του/ ένα σακί ρεβύθια».

Ο Απρίλιος και το Πάσχα

Ο Απρίλης είναι ο κατ’ εξοχήν μήνας όπου γιορτάζεται το Πάσχα, αν και ορισμένες φορές το Ορθόδοξο Πάσχα μπορεί να γιορταστεί μέχρι και στις 8 Μαΐου (όπως έγινε το 1983). Το Πάσχα έχει τις ρίζες του στην αρχαία Αίγυπτο, όπου γιορτάζονταν η εαρινή ισημερία, κι από εκεί πέρασε στους Εβραίους ως «Πεσάχ», σε ανάμνηση της Εξόδου τους από την αιχμαλωσία, και τέλος έφτασε και στους χριστιανούς αφού ταυτίστηκε με τον σταυρικό θάνατο του Ιησού Χριστού την περίοδο του Εβραϊκού Πάσχα, το οποίο γιορταζόταν κατά την ημέρα της πρώτης εαρινής πανσελήνου.

Στους πρώτους τρεις αιώνες της χριστιανοσύνης, όμως, οι διάφορες εκκλησίες γιόρταζαν την μεγάλη αυτή φεγγαρογιορτή σε διαφορετικές ημερομηνίες. Άλλες μεν κατά το παράδειγμα των αποστόλων Ιωάννη και Παύλου, κατά την ημέρα του θανάτου του Χριστού την 14η του Εβραϊκού μηνός Νισσάν, μία δηλαδή ημέρα πριν από την γιορτή του Εβραϊκού Πάσχα και σε οποιαδήποτε ημέρα της εβδομάδας και αν συνέπιπτε, άλλες δε πάντοτε κατά την Κυριακή που έπονταν της πρώτης εαρινής πανσελήνου.

Λόγω των διαφορών αυτών στον εορτασμό του Πάσχα από τις διάφορες εκκλησίες η Α’ Οικουμενική Σύνοδος, που συγκάλεσε ο Μέγας Κωνσταντίνος στη Νίκαια της Βιθυνίας, το 325 μ.Χ., θέσπισε τα του προσδιορισμού της εορτής του Πάσχα με μία εγκύκλιο επιστολή του Μεγάλου Κωνσταντίνου, όπου εκτίθεται ο γνωστός από τότε ως «Όρος της Νικαίας». Σύμφωνα μ’ αυτόν: «Το Πάσχα θα πρέπει να εορτάζεται την Κυριακή μετά την πρώτη πανσέληνο της άνοιξης, κι αν η πανσέληνος συμβεί Κυριακή τότε να εορτάζεται την επομένη Κυριακή (για να μην συμπέσει με τον εορτασμό του Εβραϊκού Πάσχα).» Ο εορτασμός του Πάσχα λοιπόν συνδέθηκε άμεσα με την εαρινή ισημερία και την πρώτη πανσέληνο της άνοιξης.

Πολλά, όμως, από τα σημερινά έθιμα της γιορτής αυτής προέρχονται από την αρχαιότητα και τους γιορτασμούς των αρχαίων προς τιμήν του Άττι, του Διονύσου και του Άδωνι, που τελούνταν κι αυτές την Άνοιξη. Τα έθιμα αυτά της Λαμπρής περιλαμβάνουν τα κόκκινα αυγά, σύμβολο γονιμότητας και αναγέννησης, και τις κούνιες, έθιμο υγείας κι ευεξίας. Σε συνδυασμό με το Πάσχα έχουμε επίσης και τις εορτές της Κυριακής των Βαΐων, και την προηγούμενη ημέρα του Λαζάρου, που θεωρείται γιορτή «νεκραναστάσιμη» και «σύμβολο χαρμολύπης» η οποία «προτυπώνει την Ανάσταση του ίδιου του Χριστού και αναδεικνύει την βεβαιότητα της ανάστασης όλων των κεκοιμημένων». Την εβδομάδα, τέλος, της Διακαινησίμου, που ακολουθεί το Πάσχα και ονομάζεται «Ασπροβδόμαδο», οι γιορτασμοί της Λαμπρής συνεχίζονται με χορούς και τραγούδια σε ξωκλήσια και πλατείες.

De Siris

Μαρίκα Μπότση-Τσαπαλίρα


Μαρίκα Μπότση-Τσαπαλίρα

Η Μαρίκα Μπότση-Τσαπαλίρα γεννήθηκε το 1904 και πέθανε πλήρης ημερών την 1η Απριλίου 2006, ήταν η πρώτη γυναίκα δήμαρχος στην Ελλάδα και πρώην δήμαρχος της Αμαλιάδας, αδελφή των Αργύρη Μπότση και του Νικολάου Μπότση, εκδοτών των εφημερίδων «Ακρόπολις» και «Απογευματινή».

Βιογραφία

Η Μπότση-Τσαπαλίρα από φοιτήτρια οργανώθηκε στον Σοσιαλιστικό Ομιλο Γυναικών και υπήρξε δραστήριο μέλος του. Το 1924 μετά την αποφοίτησή της από τη Φαρμακευτική Σχολή Αθηνών εγγράφεται στο Μικροβιολογικό Εργαστήριο του Πανεπιστημίου Αθηνών. Το 1927 παρακολούθησε μαθήματα Αστρονομίας στο Εθνικό Ιδρυμα Ερευνών.

Όπως γράφει στο βιβλίο του ο συγγραφέας Λεωνίδας Καρνάρος στις 5 Σεπτεμβρίου του 1944 μετά την απελευθέρωση της Αμαλιάδας από τα γερμανικά στρατεύματα κατοχής, ο λαός εξέλεξε διά βοής 15μελή Επιτροπή Λαϊκής Αυτοδιοίκησης μεταξύ των οποίων και την Μπότση-Τσαπαλίρα. Έξι ημέρες αργότερα η Επιτροπή Λαϊκής Αυτοδιοίκησης υπέδειξε ως δήμαρχο της Αμαλιάδας τη Μαρίκα, η οποία έμελλε να είναι και η πρώτη γυναίκα δήμαρχος της χώρας μας. Ύστερα από 101 ημέρες παραιτήθηκε και συνέχισε να εργάζεται στο φαρμακείο της.

De Siris

Μαρία Πολυδούρη


Μαρία Πολυδούρη

Η Μαρία Πολυδούρη γεννήθηκε την 1η  Απριλίου 1902 και πέθανε στις 29 Απριλίου 1930, ήταν ποιήτρια της νεορομαντικής σχολής από την Καλαμάτα.

Βιογραφία

Γεννήθηκε την 1η Απριλίου 1902 και ήταν κόρη του φιλόλογου Ευγένιου Πολυδούρη και της Κυριακής Μαρκάτου, μιας γυναίκας με πρώιμες φεμινιστικές αντιλήψεις. Ολοκλήρωσε τις γυμνασιακές της σπουδές στην Καλαμάτα, ενώ είχε φοιτήσει σε σχολεία του Γυθείου και των Φιλιατρών.

Στα γράμματα εμφανίστηκε σε ηλικία 14 ετών με το πεζοτράγουδο "Ο πόνος της μάνας". Αναφέρεται στο θάνατο ενός ναυτικού, που ξέβρασαν τα κύματα στις ακτές των Φιλιατρών και είναι επηρεασμένο από τα μοιρολόγια που άκουγε στη Μάνη. Στα 16 της διορίστηκε στη Νομαρχία Μεσσηνίας και παράλληλα εξέφρασε ζωηρό ενδιαφέρον για το γυναικείο ζήτημα. Το 1920, σε διάστημα σαράντα ημερών, έχασε και τους δύο γονείς της.

Το 1921 μετατέθηκε στη Νομαρχία Αθηνών και παράλληλα ενεγράφη στη Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών. Στην υπηρεσία της εργαζόταν και ο ομότεχνός της Κώστας Καρυωτάκης. Γνωρίστηκαν και μεταξύ τους αναπτύχθηκε ένας σφοδρός έρωτας, που μπορεί να κράτησε λίγο, αλλά επηρέασε καθοριστικά τη ζωή και το έργο της.

Συναντήθηκαν για πρώτη φορά τον Ιανουάριο του 1922. Η Μαρία ήταν τότε 20 ετών, ενώ ο Καρυωτάκης 26. Εκείνη είχε δημοσιεύσει κάποια πρωτόλεια ποιήματα, ενώ εκείνος είχε εκδόσει δύο ποιητικές συλλογές, τον "Πόνο των ανθρώπων και των πραμάτων" (1919) και τα "Νηπενθή" (1921) και είχε ήδη κερδίσει την εκτίμηση κάποιων κριτικών και ομότεχνών του.

Το καλοκαίρι του 1922 ο Καρυωτάκης ανακάλυψε ότι έπασχε από σύφιλη, μία νόσο που τότε ήταν ανίατη και αποτελούσε κοινωνικό στίγμα. Ενημέρωσε αμέσως την αγαπημένη του Μαρία και της ζήτησε να χωρίσουν. Εκείνη του πρότεινε να παντρευτούν χωρίς να κάνουν παιδιά, όμως εκείνος ήταν πολύ περήφανος για να δεχτεί τη θυσία της. Η Μαρία αμφέβαλε για την ειλικρίνειά του και θεώρησε ότι η ασθένειά του ήταν πρόσχημα του εραστή της για να την εγκαταλείψει.

Το 1924 μπήκε στη ζωή της ο δικηγόρος Αριστοτέλης Γεωργίου, που μόλις είχε επιστρέψει από το Παρίσι. Ήταν νέος, ωραίος και πλούσιος και η Πολυδούρη τον αρραβωνιάστηκε στις αρχές του 1925. Η Μαρία όμως αγαπούσε πάντα τον Καρυωτάκη.

Παρά την αφοσίωση του αρραβωνιαστικού της, η Πολυδούρη δεν μπορούσε να συγκεντρωθεί σοβαρά σε καμία δραστηριότητα. Έχασε τη δουλειά της στο δημόσιο μετά από αλλεπάλληλες απουσίες και εγκατέλειψε τη Νομική. Φοίτησε στη Δραματική Σχολή του Εθνικού Θεάτρου και μάλιστα πρόλαβε να εμφανιστεί ως ηθοποιός σε μία παράσταση.

Το καλοκαίρι του 1926 διέλυσε τον αρραβώνα της και έφυγε για το Παρίσι. Σπούδασε ραπτική αλλά δεν πρόλαβε να εργαστεί γιατί προσβλήθηκε από φυματίωση. Επέστρεψε στην Αθήνα και συνέχισε τη νοσηλεία της στη "Σωτηρία" όπου έμαθε για την αυτοκτονία του πρώην εραστή της Κώστα Καρυωτάκη. Τον ίδιο χρόνο κυκλοφόρησε την πρώτη της ποιητική συλλογή "Οι τρίλλιες που σβήνουν" και το 1929 τη δεύτερη, "Ηχώ στο χάος". Η Πολυδούρη άφησε δύο πεζά έργα, το Ημερολόγιό της και μία ατιτλοφόρητη νουβέλα με την οποία σαρκάζει ανελέητα το συντηρητισμό και την υποκρισία της εποχής της. Η φυματίωση όμως τελικά την κατέβαλε και, τα ξημερώματα της 29ης Απριλίου 1930 άφησε την τελευταία της πνοή στην Κλινική Χριστομάνου.

Έργο

Η Μαρία Πολυδούρη ανήκει στη γενιά του 1920, που καλλιέργησε το αίσθημα του ανικανοποίητου και της παρακμής. Ο έρωτας και ο θάνατος είναι οι δύο άξονες γύρω από τους οποίους περιστρέφεται η ποίησή της. Είναι μεστή από πηγαίο λυρισμό που ξεσπά σε βαθιά θλίψη και κάποτε σε σπαραγμό, με εμφανείς επιδράσεις από τον έρωτα της ζωής της Κώστα Καρυωτάκη αλλά και τα μανιάτικα μοιρολόγια. Οι συναισθηματικές και συγκινησιακές εξάρσεις της Πολυδούρη καλύπτουν συχνά κάποιες τεχνικές αδυναμίες και στιχουργικές ευκολίες του έργου της. Ο Κ. Σεργιόπουλος έχει πει για την Πολυδούρη:

"Η Μαρία Πολυδούρη έγραφε τα ποιήματά της όπως και το ατομικό της ημερολόγιο. Η μεταστοιχείωση γινόταν αυτόματα και πηγαία {...}, γι'αυτήν η έκφραση εσήμαινε κατ' ευθείαν μεταγραφή των γεγονότων του εσωτερικού της κόσμου στην ποιητική γλώσσα με όλες τις γενικεύσεις και τις υπερβολές, που της υπαγόρευε η ρομαντική της φύση...".

Τα Άπαντα της Μαρίας Πολυδούρη κυκλοφορούν από τις εκδόσεις "Αστάρτη", σε επιμέλεια Τάκη Μενδράκου. Ο συγγραφέας και ποιητής Κωστής Γκιμοσούλης έχει γράψει μία μυθιστορηματική βιογραφία της με τον τίτλο "Βρέχει Φως". Ποιήματά της έχουν μελοποιήσει Έλληνες συνθέτες, κλασσικοί έντεχνοι και ροκ. Ανάμεσά τους οι Μενέλαος Παλλάντιος, Κωστής Κριτσωτάκης, Νίκος Μαμαγκάκης, Γιάννης Σπανός, Νότης Μαυρουδής, Δημήτρης Παπαδημητρίου, Μιχάλης Κουμπιός, Στέλιος Μποτωνάκης και το συγκρότημα "Πληνθέτες".

De Siris