Πέμπτη 31 Μαρτίου 2011

Η Σφαγή της Χίου


Η Σφαγή της Χίου

Το 1818 ο Παντιάς Ροδοκανάκης και ο Νικόλαος Μυλωνάς αποτάθηκαν στο Δημήτριο Υψηλάντη για την απελευθέρωση του νησιού από τους Τούρκους. Ζήτησαν έτσι ναυτική βοήθεια από τις Σπέτσες , την Ύδρα και τα Ψαρά, που συμφώνησαν με την ιδέα απελευθέρωσης του νησιού.  Μεγάλη μερίδα όμως Χιωτών διαφωνούσαν με την ιδέα του ξεσηκωμού, λόγω των προνομίων που κατείχαν στο νησί. 

Στις 27 Απριλίου 1821 ο Υδραίος Ιάκωβος Τομπάζης φτάνει στη Χίο με 25 πλοία με σκοπό να παρακινήσει τους Χιώτες να εξεγερθούν κατά των Τούρκων. Στέλνει κάποιον ψαριανό να μεταφέρει το μήνυμα της επανάστασης στην ύπαιθρο και στα χωριά , γιατί γνώριζε την αντίθετη στάση των προκρίτων και των κατοίκων της πόλης. Τρεις Δημογέροντες πήγαν «στου πασά τη βρύση» και επικοινώνησαν μαζί του κρυφά. Εξήγησαν τους λόγους που δεν μπορούσαν να δώσουν βοήθεια, επειδή ο περισσότερος πληθυσμός ήταν άοπλος , άπειρος και απροετοίμαστος. Επίσης του εξήγησαν ότι οι επιπτώσεις στον πληθυσμό των Ελλήνων κατοίκων της Χίου , όπως και των άλλων Χιωτών που είχαν εγκατασταθεί εκτός του νησιού(Κωνσταντινούπολη, Σμύρνη),  θα ήταν τραγικές. Έτσι παρακάλεσαν τον Τομπάζη να φύγει από το νησί. Μετά από 3 μέρες ο στόλος εγκατέλειψε άπρακτος το νησί.

Οι Τούρκοι πληροφορήθηκαν το γεγονός της άφιξης των ελληνικών πλοίων έξω από το νησί, κάλεσαν τους Δημογέροντες (Μικές Βλαστός, Ιωάννης Πατρικούσης και Χατζή Πολυχρόνης Διοματάρης), για να τους πάρουν πληροφορίες. Οι Δημογέροντες αρνήθηκαν ότι γνωρίζουν κάτι σχετικά και οι Τούρκοι τους ζήτησαν να καλέσουν και άλλους πρόκριτους.  Στη συνέχεια ήρθαν 10 πρόκριτοι και ο μητροπολίτης Πλάτων με το διάκονό του Μακάριο Γαρρή. Οι Τούρκοι τους φυλάκισαν στη σκοτεινή φυλακή του κάστρου. Επιπλέον οι Τούρκοι ζήτησαν από τους Χιώτες να παραδώσουν ό,τι όπλα είχαν και να μην κυκλοφορούν τις βραδινές ώρες.

Τον Οκτώβρη του 1821 οι Τούρκοι ζήτησαν στρατιωτική βοήθεια από το σουλτάνο. Πράγματι ήρθαν 1000 στρατιώτες από την Κωνσταντινούπολη και 200 από την Κρήτη. Το Γενάρη του 1822 τρεις Χιώτες πρόκριτοι, οι Θ. Ράλλης, Ι. Σκυλίτζης και Π. Ροδοκανάκης φτάνουν στην Κωνσταντινούπολη ως ενέχυρα και ρίχνονται στη φυλακή.

Το Σάββατο 11 Μαρτίου του 1822 ο Αρχηγός της επανάστασης στη Σάμο , Λυκούργος Λογοθέτης, φτάνει στη Χίο με το Χιώτη Μπουρνιά και με 2500-4500 άνδρες(ο στόλος ήταν 8 μπρίκια και 30 βοηθητικά πλοία). Η απόβαση του Λογοθέτη έγινε ταυτόχρονα στον κόλπο της Αγίας Ελένης και στην Αγκάλη. Στο εντωμεταξύ είχαν ειδοποιηθεί αρκετοί Χιώτες , οι οποίοι έσπευσαν να ενωθούν με τους άνδρες του Λογοθέτη.  Ο Βαχήτ Πασάς στέλνει δύο τμήματα στρατού , ένα για να εμποδίσει την απόβαση και ένα άλλο στον Κάμπο, για να πλευροκοπήσει την αποβατική δύναμη του Λογοθέτη. Αρχικά οι μάχες γέρνουν προς την πλευρά των Ελλήνων. Οι Τούρκοι αναγκάζονται να κλειστούν στο κάστρο. Ο Μπουρνιάς με τους στρατιώτες του χτυπούν τους Τούρκους από το Παλαιόκαστρο(σημερινά σχολεία Βουνακίου). Στο ύψωμα της Παναγίας Τουρλωτής μια ομάδα από Σαμιώτες κανονιοβολούν την πόλη. Άλλοι επαναστάτες οχυρώνονται στο «Ψωμί»(Μπέλλα Βίστα), στο λόφο «Ασωμάτων»(Ευαγγελίστρια) και στον κάτω Γιαλό.

Η απελευθέρωση της Χίου έγινε δεκτή από τους Χιώτες με ένα αίσθημα φόβου σχετικά με την έκβαση της επανάστασης. Μάλιστα πολλοί Χιώτες πλούσιοι φεύγουν από το νησί.

Μόλις οι Τούρκοι στην Κωνσταντινούπολη μαθαίνουν το γεγονός της επανάστασης της Χίου,  στέλνουν τον Τουρκικό στόλο με ναύαρχο τον Καρά Αλή.

Στις 30 Μαρτίου 1822 ο Τουρκικός στόλος (46 πλοία και 7000 στρατιώτες) φτάνει στο βόρειο τμήμα του νησιού. Λίγες ώρες μετά ενώνονται με άλλους ομοεθνείς τους που βγήκαν από το κάστρο και ξεκινούν τη σφαγή , τις λεηλασίες και το κάψιμο της πόλης. Ο Λογοθέτης και ο Μπουρνιάς αποχώρησαν προς το εσωτερικό του νησιού , λέγοντας το σύνθημα « ο σώζων εαυτό σωθήτω».

Τη Μεγάλη Παρασκευή, 31 Μαρτίου 1822, καίγεται ο ναός της Τουρλωτής και δίνεται το σύνθημα στους Τούρκους για γενική αιματοχυσία και αποτέφρωση της πόλης. Από εκείνη τη μέρα και για 4 μήνες φτάνουν Τούρκοι κατάδικοι από τις απέναντι Τουρκικές ακτές με σκοπό το φόνο, τη λεηλασία και τα λάφυρα. Υπολογίζεται ότι κατέφθασαν 40.000 Τούρκοι άτακτοι αυτήν την περίοδο.

Ταυτόχρονα ο Βαχήτ Πασάς αναγγέλλει τη διαταγή του σουλτάνου να θανατώνονται βρέφη έως 3 ετών , αγόρια και άνδρες άνω των 12 ετών , γυναίκες άνω των 40 ετών , να αιχμαλωτίζονται κορίτσια και γυναίκες από 3 έως 40 ετών και αγόρια από 3 έως 12 ετών. Γλίτωναν μόνο όσοι ασπάζονταν το μωαμεθανισμό.

Οι περισσότεροι Χιώτες άρχισαν να μετακινούνται προς το εσωτερικό του νησιού για να σωθούν από το μένος των Τούρκων. Τα καταφύγιά τους ήταν αρχικά οι  Καρυές, το Αίπος, η Νέα Μονή, το μοναστήρι του Αγίου Μηνά και ο Άγιος Γεώργιος ο Συκούσης.

Το Μεγάλο Σάββατο, 1η  Απριλίου 1822 καίγεται η Σχολή της Χίου, σφαγιάζονται σχεδόν όλοι, ακόμα και οι λεπροί. Ο Βαχήτ Πασάς είχε εκδώσει διαταγή ότι όσες γλώσσες και αυτιά του πήγαιναν , τόσα περισσότερα κέρδη θα είχαν.  

Στις 2 Απριλίου 1822(Πάσχα) μπαίνουν οι Τούρκοι(15000 άνδρες) στο μοναστήρι του Αγίου Μηνά από ένα μικρό άνοιγμα που υπήρχε στον περίβολο και σφαγιάζουν τους  3000 Χιώτες που είχαν κρυφτεί. Στη συνέχεια πυρπολούν το μοναστήρι. Την ίδια μέρα το ίδιο γεγονός γίνεται και στη Νέα Μονή. Η κατάσταση γενικεύεται και σε άλλα χωριά της Χίου. Οι Σαμιώτες εγκατέλειψαν τη Χίο και έπλευσαν προς τα Ψαρά.

Την Τετάρτη 5 Απριλίου του 1822 βγάζει ανακοίνωση ο Καρά Αλής , πως όσοι Χιώτες παραδώσουν τα όπλα τους και επιστρέψουν στην πόλη , θα αφεθούν ελεύθεροι(αμνηστία). Μάλιστα εξασφάλισαν οι Τούρκοι και επιστολή του φυλακισμένου Μητροπολίτη και των Δημογερόντων , η οποία ανέφερε τις ειλικρινές προθέσεις των Τούρκων. Οι πρόξενοι της Αγγλίας , της Αυστρίας και της Γαλλίας ανέλαβαν να μεταφέρουν την πρόταση στους Χιώτες και να τους πείσουν. Οι Χιώτες εμπιστεύθηκαν τους πρόξενους και άρχισαν να επιστρέφουν και να παραδίδουν τα όπλα τους. Βέβαια, όπως ήταν αναμενόμενο, οι Τούρκοι αθέτησαν το λόγο τους και άρχισαν να σφάζουν όσους κατέβαιναν στην πόλη. Η μεγάλη σφαγή συνεχίστηκε και στην κεντρική Χίο(Βροντάδο , Πιτυός, Θυμιανά και μετά Βορειόχωρα).  Στο ακρωτήρι του Κάβο Μελανιός, απέναντι από τα Ψαρά  βρήκαν καταφύγιο περίπου 10.000 Χιώτες και περίμεναν τα ψαριανά πλοία να τους μεταφέρουν στα Ψαρά. Δυστυχώς όμως η μεγάλη θαλασσοταραχή τους στάθηκε εμπόδιο και σφαγιάσθηκαν σχεδόν όλοι από τους Τούρκους με απερίγραπτη λύσσα. Ήταν τόσο πολύ το αίμα των αθώων, που η θάλασσα «μελάνιασε» γύρω από τον κάβο και την  παραλία.

Στις 18 Απριλίου στην Κωνσταντινούπολη σφαγιάζονται 3 Χιώτες όμηροι (Ράλλης, Σκυλίτζης , Ροδοκανάκης) και άλλοι 60 Χιώτες επιφανείς. Στις 23 Απριλίου του 1822 απαγχονίζονται   στην τάφρο του κάστρου της πόλης ο μητροπολίτης Πλάτων , ο διάκονός του Γαρρής και 9 πρόκριτοι. Στη συνέχεια θανατώνονται με τον ίδιο τρόπο και οι δημογέροντες που ήταν φυλακισμένοι ανά δέκα. Τα σκοτωμένα σώματά τους χλευάζονται από τους Τούρκους , οι οποίοι τα ρίχνουν μετά στη θάλασσα.

Λίγες μέρες μετά την καταστροφή , σχεδιάστηκε ναυτική επίθεση του στόλου των τριών ναυτικών νησιών εναντίον του Τουρκικού στόλου στο στενό του Τσεσμέ.

Στις 18 Μαΐου πραγματοποιήθηκε η πρώτη επίθεση . Οι έλληνες έκαναν αρκετές ζημιές στον Τούρκικό στόλο , αλλά απέτυχαν να πυρπολήσουν τη ναυαρχίδα του Καρά Αλή. Την 1η Ιουνίου του 1822 ο Κωνσταντίνος Κανάρης μαζί με τον Ανδρέα Πιπίνο και 40 ψαριανούς ξεκίνησαν από τα Ψαρά με 2 πυρπολικά και 4 περιπολικά πλοία και αφού μετάλαβαν των Αχράντων Μυστηρίων , μπήκαν στο στενό της Χίου με βόρειο άνεμο. Κρύφτηκαν και περίμεναν να βραδιάσει.
Τέλειωνε τότε το ραμαζάνι των Τούρκων και ξεκινούσε η γιορτή του μπαϊραμιού.
Στην τουρκική ναυαρχίδα επικρατούσε χαρά και κέφι με πολλούς καλεσμένους και κάποιες δυστυχισμένες αιχμάλωτες,  περίπου 2000 άτομα. Τότε τα δύο πυρπολικά κατάφεραν να μπουν ανάμεσα στα τουρκικά πλοία. Ο Κανάρης κατευθύνθηκε κατά την ναυαρχίδας του Καρά Αλή , ενώ ο Πιπίνος κατά της υποναυαρχίδας. Ο Κανάρης τα κατάφερε να πυρπολήσει την ναυαρχίδα , ενώ ο Πιπίνος δεν τα κατάφερε , γιατί βιάστηκε και έγινε αντιληπτός από τους Τούρκους. 
Η ναυαρχίδα όμως τυλίχθηκε στις φλόγες και μετά ανατινάχθηκε , σκοτώνοντας και τον Καρά Αλή. Στις 7 Ιουνίου εξαπολύεται και τρίτο γιουρούσι των μαινόμενων Τούρκων στα  Μαστιχοχώρια και ολοκληρώνεται η καταστροφή του νησιού.

Το νησί ερημώθηκε. Οι Τούρκοι έφεραν από τον Τσεσμέ άλλους 600 Χριστιανούς για να μαζέψουν τη μαστίχα. Αυτοί όμως αγνοούσαν την καλλιέργειά της και οι Τούρκοι αναγκάστηκαν να αφήσουν ελεύθερους αρκετούς Μαστιχοχωρίτες για να καλλιεργήσουν τους σχίνους. 

Μετά την καταστροφή, από τους 117.000 Χριστιανούς που ήταν ο τότε πληθυσμός της Χίου , έμειναν περίπου 1800 -2000 άνθρωποι. 21.000 ήταν οι φυγάδες(κατέφυγαν στα Ψαρά, Τήνο, Σύρο, Άνδρο, Αγκώνα, Τεργέστη, Μασσαλία, Οδησσό, Μάλτα, Λονδίνο)  και 52.000 οι αιχμάλωτοι. Υπολογίζουμε δηλαδή ότι σφαγιάσθηκαν περίπου 52.000 Χιώτες.

Η καταστροφή της Χίου συγκλόνισε όχι μόνο τον Ελληνισμό , αλλά και όλη την Ευρώπη. Οι εφημερίδες έγραφαν άρθρα εκφράζοντας τον αποτροπιασμό τους για τη μεγάλη σφαγή. Βιβλία κυκλοφορούσαν στην Αγγλία, Γαλλία , Γερμανία και οι φιλέλληνες προσπαθούσαν να ευαισθητοποιήσουν την κοινή γνώμη για να βοηθήσουν τα θύματα. Από τη μεγάλη σφαγή της Χίου εμπνεύστηκε ο μεγάλος Γάλλος ζωγράφος Ντελακρουά και ο Βίκτωρ Ουγκώ στο ποίημά του «Το Ελληνόπαιδο».

De Siris

Βλάσης Μάρας


Βλάσης Μάρας

Ο Βλάσης Μάρας είναι παγκόσμιος πρωταθλητής της γυμναστικής. Αγωνίζεται στην ενόργανη. Ξεκίνησε απο τον Πρωτέα Αιγάλεω. Έκανε την πρώτη του εμφάνιση σε ηλικία 16 ετών και μέσα σε τρία χρόνια κατάφερε να έχει ήδη στη συλλογή του δύο χρυσά μετάλλια σε Παγκόσμια Πρωταθλήματα, ένα χρυσό σε Ευρωπαϊκό Πρωτάθλημα και ένα χάλκινο σε Πανευρωπαϊκούς εφήβων. 


Το 2004 έλαβε μέρος στο μονόζυγο και στο σύνθετο ατομικό, στους Ολυμπιακούς Αγώνες της Αθήνας. Μάλιστα, με βάρος 50 κιλών, ήταν ο πιο ελαφρύς αθλητής από τους άνδρες στους Ολυμπιακούς Αγώνες, σε ελληνικό επίπεδο. Το 2010 έγινε ο πρώτος αθλητής στο μονόζυγο που συμπλήρωσε 5 χρυσά ευρωπαϊκά μετάλλια.

Βιογραφία

Γεννήθηκε στην Αθήνα στις 31 Μαρτίου 1983. Οι επιτυχίες του το 2001 και 2002 του έδωσαν σύντομα την πρόκριση στους Ολυμπιακούς Αγώνες της Αθήνας. Έτσι, ήταν ο μοναδικός Έλληνας γυμναστής που εξασφάλισε την πρόκρισή του για τους Ολυμπιακούς της Αθήνας, αφού πρώτευσε στους αγώνες του Παγκόσμιου Πρωταθλήματος το 2003. Τον Απρίλιο του 2004 πρώτευσε στο Ευρωπαϊκό πρωτάθλημα στη Λιουμπλιάνα και κατέκτησε χρυσό μετάλλιο.

Ολυμπιακοί Αγώνες 2004

Ο Βλάσης Μάρας βαθμολογήθηκε με 8,950 βαθμούς στις ασκήσεις εδάφους, 8,650 στον ίππο, 8,775 στους κρίκους, 9,512 στο άλμα και, τέλος, 9,087 στο δίζυγο. Στο μονόζυγο, που ήταν και το πρώτο του αγώνισμα, είχε την υψηλότερη βαθμολογία, αφού πήρε 9,725 βαθμούς. Ήταν όμως άτυχος, αφού παρά την υψηλή βαθμολογία του (9.725) δεν κατάφερε να προκριθεί στον τελικό. Συνολικά, στο σύνθετο ατομικό, ο Βλάσης Μάρας συγκέντρωσε 54,699 βαθμούς.

2005

Στους τελικούς του Ευρωπαϊκού Πρωταθλήματος στο Ντέμπρετσεν της Ουγγαρίας, στις 5 Ιουνίου 2005, Ο Έλληνας πρωταθλητής πήρε την 7η θέση στο μονόζυγο με 8.937 βαθμούς, καθώς είχε πτώση. Στο άλμα ο Μάρας ήταν στην 8η θέση με 9.375 βαθμούς.

Στο μονόζυγο στο Παγκόσμιο Κύπελλο της Στουτγκάρδης στις 23 Οκτωβρίου του 2005, κατέκτησε την πρώτη θέση,καθώς βαθμολογήθηκε στο όργανο με 9,750 βαθμούς. Εκτός βάθρου έμεινε στο Παγκόσμιο πρωτάθλημα ενόργανης γυμναστικής της Μελβούρνης, το Νοέμβριο του 2005. Ο Μάρας, ο οποίος είχε προκριθεί στον τελικό με τη δεύτερη καλύτερη βαθμολογία (9.687β.), κατέλαβε την πέμπτη θέση στο μονόζυγο με 9.562 βαθμούς, ενώ το χρυσό μετάλλιο στο αγώνισμα κατέκτησε ο Σλοβένος Πέγκαν.

Νέες επιτυχίες 2006

Το Μάρτιο του 2006 κέρδισε το χρυσό μετάλλιο στο Παγκόσμιο Κύπελλο ενόργανης γυμναστικής που έγινε στο Κότμπους της Γερμανίας. Ο γυμναστής ήταν πρώτος στο μονόζυγο με 15.725 βαθμούς
Λίγους μήνες μετά, ο Μάρας πρώτευσε στην Ευρώπη στο αγώνισμα του μονόζυγου, καθώς κατέκτησε το χρυσό μετάλλιο στον τελικό, που έγινε στις 7 Μαΐου 2006 στη Νέα Ιωνία Μαγνησίας.

Η νίκη του Μάρα ήταν ισοφάριση του ρεκόρ στην ιστορία της διοργάνωσης, του οποίου προηγούμενος κάτοχος ήταν ο Δυτικογερμανός Έμπερχαρντ Γκίνγκερ, που είχε κατακτήσει τρεις φορές τον τίτλο στο μονόζυγο, με τελευταία φορά το 1981. Ο Μάρας πέτυχε το ίδιο, καταλαμβάνοντας τις πρώτες θέσεις, το 2002 στην Πάτρα, το 2004 στη Λιουμπλιάνα και το 2006 στον Βόλο.

2007

Το 2007 ο πρωταθλητής έμεινε στην 7η θέση στο παγκόσμιο πρωτάθλημα στη Στουτγάρδη. Τη χρονιά αυτή ήταν τραυματίας και δεν μπορούσε να προπονηθεί όπως ήθελε.

2008

Στις 13 Απριλίου του 2008 ο Μάρας επέστρεψε στις επιτυχίες, κερδίζοντας στο Παγκόσμιο Κύπελλο του Κότμπους στη Γερμανία ασημένιο μετάλλιο στον τελικό του μονόζυγου, με 16,000 βαθμούς. Στις 11 Μαΐου του 2008 ο Μάρας κατέκτησε ένα ασημένιο μετάλλιο στο μονόζυγο με βαθμολογία 15,850 στην κατηγορία των ανδρών, κατά την ολοκλήρωση του Ευρωπαϊκού πρωταθλήματος ενόργανης γυμναστικής, στη Λωζάννη. Τον επόμενο μήνα, στις 8 Ιουνίου του 2008 ο Μάρας κατέκτησε το χάλκινο μετάλλιο στο Παγκόσμιο κύπελλο ενόργανης γυμναστικής στην Ισπανία (Βιλανόβα), καθώς βαθμολογήθηκε με 15,350 βαθμούς στο μονόζυγο.

2009

Στις 5 Απριλίου του 2009 κατέκτησε την πρώτη θέση στο μονόζυγο στο Ευρωπαϊκό πρωτάθλημα που έγινε στο Μιλάνο με βαθμολογία 15,375. Με την διάκριση αυτή ο Βλάσης Μάρας έγινε ο πρώτος αθλητής στην ιστορία του αγωνίσματος που έχει κατακτήσει 4 ευρωπαϊκά χρυσά μετάλλια.
Για την επιτυχία του αυτή, ο Βλάσης Μάρας ψηφίσθηκε ως ο καλύτερος Έλληνας αθλητής για την χρονιά 2009 από το Συνδέσμου Αθλητικών Συντακτών.

2010

Στις 25 Απριλίου 2010 κατέκτησε για πέμπτη φορά την πρώτη θέση στο μονόζυγο στο Ευρωπαϊκό πρωτάθλημα στο Μπέρμιγχαμ της Αγγλίας, με βαθμολογία 15,400 πόντους. Στο Παγκόσμιο Κύπελλο ενόργανης που έγινε το Σεπτέμβριο του 2010 στη Γάνδη ο αθλητής κατέκτησε ένα ασημένιο μετάλλιο στο μονόζυγο.

Σημαντικές διακρίσεις

Παγκόσμιο Πρωτάθλημα 1ος (2001, 2002, στο μονόζυγο), 2ος 2008 στο μονόζυγο
Ευρωπαϊκό Πρωτάθλημα 1ος (2002, 2004, 2006, 2009, 2010 στο μονόζυγο), 2ος (2008 στο μονόζυγο)

Στους εφήβους

1 χάλκινο στο σύνθετο ατομικό σε Ευρωπαϊκό πρωτάθλημα Εφήβων (2000)

De Siris

Anne Frank


Άννα Φρανκ

Η Άννα Φρανκ γεννήθηκε στις 12 Ιουνίου 1929 στην Φρανκφούρτη και πέθανε στις 31 Μαρτίου 1945 στο Μπέργκεν-Μπέλζεν. Ήταν Γερμανίδα Εβραιοπούλα που έγραψε ένα ημερολόγιο ενώ κρυβόταν, μαζί με τους δικούς της και τέσσερις οικογενειακούς φίλους, σε ένα σπίτι στο Άμστερνταμ κατά τη διάρκεια της Γερμανικής κατοχής της Ολλανδίας.

Η οικογένειά της είχε μετακομίσει στο Άμστερνταμ όταν οι Ναζί πήραν την εξουσία στη Γερμανία, αλλά παγιδεύτηκε όταν η κατοχή επεκτάθηκε και στην Ολλανδία. Καθώς οι διώξεις των Εβραίων εντάθηκαν, η οικογένεια άρχισε τον Ιούλιο του 1942 να κρύβεται σε μυστικά δωμάτια του γραφείου του πατέρα, Όττο Φρανκ.

Μετά από δυο χρόνια τους κατέδωσαν και η οικογένεια στάλθηκε στα στρατόπεδα συγκέντρωσης. Η Γκεστάπο λεηλάτησε τη σοφίτα, όπου κρυβόταν η οικογένεια της αφήνοντας ανάκατα στο πάτωμα περιοδικά, βιβλία, εφημερίδες κτλ. Λίγες μέρες αργότερα, μια καθαρίστρια βρήκε ανάμεσα τους το ημερολόγιο της Άννας. Χωρίς να ξέρει τι ήταν, το παρέδωσε στη Μιπ και την Έλλη, δυο κορίτσια, που η βοήθειά τους στις Εβραϊκές οικογένειες δεν αποκαλύφθηκε ποτέ. Η Άννα και η αδερφή της, Μαργκότ μεταφέρθηκαν, δυο μήνες πριν το θάνατο της μητέρας τους, στο γερμανικό στρατόπεδο Μπέργκεν – Μπέλζεν. Εκεί, η Άννα έδειξε το ίδιο κουράγιο και καρτερικότητα που την είχαν κάνει γνωστή στο Άουσβιτς.

Τον Φεβρουάριο του 1945 και τα δυο κορίτσια αρρώστησαν από τύφο. Μια μέρα, η Μαργκό, προσπαθώντας να σηκωθεί από το κρεβάτι της, που βρισκόταν ακριβώς πάνω από το κρεβάτι της Άννας, έχασε την ισορροπία της και έπεσε κάτω. Στην κατάσταση που βρισκόταν, ο οργανισμός της δεν άντεξε το σοκ. Ο θάνατος της αδερφής της προκάλεσε στην Άννα αυτό που όλα τα προηγούμενα βάσανα της δεν μπόρεσαν να προκαλέσουν: έσπασε το ηθικό της. Λίγες μέρες αργότερα, στις 31 Μαρτίου, πέθανε.

Ο πατέρας της, Όττο, ο μόνος που επέζησε από τους οκτώ της σοφίτας, γύρισε μετά το τέλος του πολέμου στο Άμστερνταμ, όπου ανακάλυψε ότι το ημερολόγιό της είχε περισωθεί. Πεπεισμένος ότι αποτελούσε μοναδική μαρτυρία, προχώρησε στην έκδοσή του. Το ημερολόγιο εκδόθηκε αρχικά στην αγγλική γλώσσα, με τον τίτλο The Diary of a Young Girl (Το Ημερολόγιο μιας Νεαρής Κοπέλας).

Το ημερολόγιο, που είχε δοθεί στην Άννα σαν δώρο για τα δέκατα τρίτα γενέθλιά της, περιγράφει τα γεγονότα της ζωής της από τις 12 Ιουνίου 1942 μέχρι την τελευταία μέρα πουν έγραψε σ' αυτό, την 1 Αυγούστου 1944. Γραμμένο στα Ολλανδικά, μεταφράστηκε σε πολλές γλώσσες κι έγινε ένα από τα πιο πολυδιαβασμένα βιβλία του κόσμου. Διασκευάστηκε για την τηλεόραση, τον κινηματογράφο, το θέατρο, ακόμα και για την όπερα. Το βιβλίο δίνει μια λεπτομερή περιγραφή της καθημερινής ζωής κατά τη διάρκεια της Ναζιστικής Κατοχής· μέσω των γραπτών της, η Άννα Φρανκ έγινε ένα από τα πιο γνωστά θύματα του Ολοκαυτώματος.

Ελληνικές μεταφράσεις


Το ημερολόγιο της Άννας Φρανκ, μετάφραση πρόλογος Κωνσταντίνος Καλλιγάς, Αθήναι: Ενωμένοι Εκδότες 1956.

8 παραμύθια, μετάφραση Εδοκία Παπαγκίκα, θήνα: Μπογιάτης 1980.

Ιστορίες και συμβάντα στο πίσω σπίτι: Διηγήματα, μετάφραση Έρση Λάγκε, Αθήνα: Ζαχαρόπουλος 1983.

Το ημερολόγιο της Άννας Φρανκ, μετάφραση Φώντας Κονδύλης, Αθήνα: Πέλλα, 1985.

Το ημερολόγιο της Άννας Φρανκ, μετάφραση Γιάννης Θωμόπουλος, Αθήνα: Μίνωας 1992.

Το ημερολόγιο της Άννας Φρανκ : Επιστολές από τη 14η Ιουνίου 1942 έως την 1η Αυγούστου 1944 : Οριστική έκδοση των αυθεντικών χειρογράφων χωρίς περικοπές, με προσθήκες της Άννας Φρανκ και επιμέλεια του Otto Η. Frank και της Mirjam Pressler, μετάφραση Ρένα Χατχούτ, Αθήνα: Πατάκης 1997.

De Siris

Τετάρτη 30 Μαρτίου 2011

Χαρίλαος Τρικούπης


Χαρίλαος Τρικούπης

O Χαρίλαος Τρικούπης γεννήθηκε στις 11 Ιουλίου 1832 και πέθανε στις 30 Μαρτίου 1896, ήταν Έλληνας διπλωμάτης, πολιτικός και Πρωθυπουργός. Ο Τρικούπης κυριάρχησε την πολιτική σκηνή της Ελλάδας από το 1875 έως το 1894, παίρνοντας τη θέση του πρωθυπουργού επτά συνολικά φορές και κυβέρνησε τη χώρα για σχεδόν 10 χρόνια από τα 20 αυτής της περιόδου. Στη τελευταία του κυβέρνηση δεν μπόρεσε να ανταπεξέλθει στις οικονομικές υποχρεώσεις που είχε δημιουργήσει έναντι των ξένων δανειστών με συνέπεια να επέλθει η πτώχευση της Ελλάδας με την ιστορική φράση του "δυστυχώς επτωχεύσαμεν".

Αρχή της σταδιοδρομίας – Διπλωμάτης

Γεννήθηκε στο Ναύπλιο και καταγόταν από την ιστορική οικογένεια Τρικούπη του Μεσολογγίου και την οικογένεια Καρατζά της Κωνσταντινούπολης. Ήταν γιος του Σπυρίδωνα Τρικούπη πολιτικού, ιστορικού και επίσης πρωθυπουργού της Ελλάδας και της Αικατερίνης το γένος Μαυροκορδάτου. Ανάδοχός του ήταν ο ναύαρχος Ανδρέας Μιαούλης. Μετά τη φοίτησή του σε γυμνάσιο της Αθήνας όπου γυμνασιάρχης του ήταν ο Γεώργιος Γεννάδιος σπούδασε νομική στο Πανεπιστήμιο Αθηνών όπου μετά τριετή φοίτηση συμπλήρωσε τις σπουδές του στο Παρίσι. Με το τέλος των σπουδών του χρημάτισε ιδιαίτερος γραμματέας του πατέρα του Σπυρίδωνα, που τότε ήταν πρέσβης στο Λονδίνο, και ακολούθως το 1856 διορίσθηκε επίσημος γραμματέας της πρεσβείας στο Λονδίνο, ακολουθώντας το διπλωματικό σώμα.

Το 1862 εκλέχτηκε πληρεξούσιος της Β΄ Εθνικής Συνέλευσης της ελληνικής παροικίας του Λονδίνου και αποσυρθέντος του πατέρα του ανέλαβε ως επιτετραμμένος της πρεσβείας. Αν και η διπλωματική σταδιοδρομία του υπήρξε βραχεία, εν τούτοις διακρίθηκε για την απαράμιλλη δεξιοτεχνία του, το 1863, κατά τις διαπραγματεύσεις με την αγγλική κυβέρνηση, ως πληρεξούσιος της ελληνικής κυβέρνησης, στη σχετική συνθήκη της παραχώρησης των Ιονίων νήσων από τη Μεγάλη Βρετανία στο Βασίλειο της Ελλάδος που ήταν ο κυρίαρχος όρος αποδοχής του στέμματος του Βασιλείου από τον πρίγκιπα και μετέπειτα Βασιλέα των Ελλήνων Γεώργιο τον Α΄.

Σημειώνεται ότι το θέμα της παραχώρησης, στη πραγματικότητα εκχώρησης, των νήσων αυτών δεν ήταν τόσο απλό μετά την αντίδραση της Βασιλικής Αυλής της Δανίας όπου η σχετική συνθήκη είχε συνομολογηθεί ερήμην της ελληνικής κυβέρνησης, συνέπεια της οποίας ήταν να ακολουθήσει δεύτερη σχετική συνθήκη με τον διπλωματικό όρο "ενσωμάτωση". Επί της 2ης αυτής συνθήκης ήταν πληρεξούσιος ο Χ. Τρικούπης του οποίου η διπλωματική καριέρα κράτησε 8 έτη (1856-1864).

Πολιτική σταδιοδρομία

Το 1864 παραιτήθηκε απο τη διπλωματική υπηρεσία για να συμμετάσχει στις εκλογές. Το 1865 εκλέχτηκε βουλευτής Μεσολογγίου και το 1866 ανέλαβε τη θέση του Υπουργού Εξωτερικών στη 3η κυβέρνηση του Αλέξανδρου Κουμουνδούρου, αλλά στους επόμενους μήνες ήρθε σε διάσταση απόψεων με τον Κουμουνδούρο και απομακρύνθηκε από την κυβέρνηση. Για 4 χρόνια πολιτεύτηκε (1868-1872) ανεξάρτητα από τα κόμματα που υπήρχαν.

Το 1872 ίδρυσε το «Πέμπτο κόμμα», στο οποίο συγκεντρώθηκαν οι πιο φιλελεύθερες και προοδευτικές προσωπικότητες της εποχής. Το 1874 μέσα σε κλίμα πολιτικής αυθαιρεσίας της τότε κυβέρνησης του Δ. Βούλγαρη, με τα περίφημα Στηλιτικά, έγραψε στην εφημερίδα "Καιροί" ένα σαρκαστικό άρθρο με τον τίτλο «Τις πταίει», που δημοσιεύτηκε στις 29 Ιουνίου του 1874, στο οποίο κατήγγειλε το πολιτικό σύστημα της εποχής αλλά ουσιαστικά κατηγορούσε τον Βασιλέα, επειδή μετά την πτώση του Δεληγιώργη, εξ αιτίας των Λαυρειωτικών, είχε χρήσει κυβέρνηση εκείνη του Βούλγαρη που ήταν μειοψηφίας. Υπόψη ότι την εποχή εκείνη με το υφιστάμενο Σύνταγμα κανένα κόμμα δεν μπορούσε να πλειοψηφήσει από μόνο του, έτσι όλοι οι τότε κυβερνητικοί σχηματισμοί ήταν κυβερνήσεις μειοψηφίας. Ο δε Βασιλεύς προκειμένου ν΄ αποφύγει κατάσταση ακυβερνησίας με συνεχείς επαναλαμβανόμενες εκλογές αναγκαζόταν κάθε φορά να χρήζει κυβέρνηση το κόμμα εκείνο με τη λιγότερη μειοψηφία.

Ο Χ. Τρικούπης μετά το πρώτο του εκείνο άρθρο δημοσίευσε και δεύτερο στις 9 Ιουλίου του 1874 με τον τίτλο "Παρελθόν και Ενεστώς" με το οποίο έθετε ως δόγμα της Βουλής την "δεδηλωμένη" (εμπιστοσύνη) της Βουλής, που αργότερα και καθιερώθηκε ως "αρχή της δεδηλωμένης". Για το τόλμημα όμως των άρθρων του αυτών, αν και το πρώτο θα μπορούσε να χαρακτηριστεί ως ακαδημαϊκή διάλεξη, στρεφόμενη όμως κατά του «ανεύθυνου» κατά το Σύνταγμα Βασιλέως συνελήφθη ο εκδότης της εφημερίδας Π. Κανελλίδης θεωρούμενος ως ο συντάκτης. Κατά την ανάκριση απροσδόκητα αποκαλύφθηκε ότι πραγματικός συντάκτης ήταν ο Χ. Τρικούπης που παρουσιάστηκε αυθόρμητα και ανέλαβε την ευθύνη των ανυπόγραφων άρθρων του. Έτσι αναγκάστηκε η Δικαιοσύνη να προφυλακίσει τον Τρικούπη με μόνο τέσσερις ημέρες φυλάκιση, πλην όμως αφέθηκε ελεύθερος με εγγύηση όπου και τελικά αθωώθηκε με βούλευμα.

Παρά ταύτα λίγους μήνες μετά, τον Απρίλιο του 1875, πήρε εντολή από τον Βασιλέα να σχηματίσει κυβέρνηση, την Κυβέρνηση Χαρίλαου Τρικούπη 1875, διαλύοντας τη Βουλή και τη διενέργεια στη συνέχεια εκλογών. Παρέμεινε έτσι στην εξουσία για 5,5 περίπου μήνες, μέχρι τις 15 Οκτώβριο του ίδιου έτους, όπου κατά τις εκλογές που διεξάχθηκαν, διατηρώντας και αυτός μειοψηφία αναγκάσθηκε σε παραίτηση υπέρ του Αλέξανδρου Κουμουνδούρου που είχε κατ΄ αυτές πλειοψηφήσει.

Ιδού πως περιγράφει τα τότε γεγονότα με τους ανεπανάληπτους σατιρικούς του στίχους ο "σύγχρονος Αριστοφάνης" Γεώργιος Σουρής:

"Και ήτο για το Σύνταγμα παντού συνομιλία,
και ο Τρικούπης έγραψε πως πταί η βασιλεία,
Και είδε ο Γεώργιος πως του ΄γιναν κουνούπι
και δυό βεντούζες έβαλε στο Σύνταγμα κοφτές,
κι εκάθησε στο θρόνο του και είπε στον Τρικούπη
«έλα λοιπόν να κυβερνάς εσύ οπού δεν φταίς!»
...........................................................
Κι εβγήκε ο Χαρίλαος από τη φυλακή
κι εφύτρωσε Πρωθυπουργός με κόκκινο βρακί,
...........................................................
Και πάταγος ηκούετο και οχλοβοή μεγάλη,
και ο Τρικούπης έπεσε βαρύς στα χαμηλά,
και ήλθαν τρίτοι, δεύτεροι, και τέταρτοι και άλλοι,
και κάθε τόσο κόμματα εγένοντο πολλά.
Ο δε Μεγαλειότατος δεν έλεγε μια λέξη
και μόνος του εψιθύριζε «ας βρέξει ότι τρέξει»

Το 1877 ανέλαβε το Υπουργείο Εξωτερικών στην οικουμενική κυβέρνηση Κανάρη.

Όταν έπεσε η κυβέρνηση Κουμουνδούρου που αντικατέστησε την Κυβέρνηση Κανάρη, ο Τρικούπης έφτιαξε μια κυβέρνηση, την Κυβέρνηση Χαριλάου Τρικούπη 1878 (που την αποκάλεσαν Υπουργείον Τρικούπη-Ζαΐμη) η οποία δεν μπόρεσε να βρει υποστήριξη στη Βουλή και έπεσε πέντε ημέρες μετά το σχηματισμό της.

Το 1879 κατάφερε να κερδίσει τις εκλογές του 1879, το Μάρτιο σχημάτισε την Κυβέρνηση Χαριλάου Τρικούπη 1880, αλλά τον Οκτώβριο του ίδιου έτους η κυβέρνηση παραιτήθηκε.

Tον Μάρτιο του 1882 επανήλθε στην πρωθυπουργία με την Κυβέρνηση Χαρίλαου Τρικούπη 1882 η οποία παρέμεινε μέχρι το 1885.

Επανήλθε το 1886 με την Κυβέρνηση Χαρίλαου Τρικούπη 1886. Ένα χρόνο αργότερα κέρδισε τις εκλογές του 1887, αλλά έχασε εκείνες του 1890, οπότε και έπεσε η κυβέρνησή του.

Ανέλαβε πάλι την πρωθυπουργία στην Κυβέρνηση Χαρίλαου Τρικούπη 1892. Στην τελευταία περίοδο της πρωθυπουργίας του (Κυβέρνηση Χαρίλαου Τρικούπη 1893-1895) η Ελλάδα πτώχευσε και σταμάτησε μονομερώς να αποπληρώνει δάνεια που είχε λάβει από το εξωτερικό.

Στον Τρικούπη αποδίδεται η φράση "δυστυχώς επτωχεύσαμεν" ενώπιον της Βουλής, την οποία, όμως ουδέποτε διετύπωσε, όπως αποδεικνύεται από την ανάγνωση των πρακτικών της Βουλής. Πέραν αυτού, από μελέτη των στοιχείων εκτιμάται ότι η πτώχευση θα είχε αποφευχθεί, αν ο βασιλιάς Γεώργιος Α' αποδεχόταν τους χειρισμούς του Χαρίλαου Τρικούπη για την σύναψη νέου δανείου για την αντιμετώπιση του χρέους. Ο Γεώργιος δεν δέχτηκε την πρόταση του Τρικούπη να κυρωθεί η σύμβαση του δανείου - όπως προέβλεπε σχετικός Νόμος - και η σύσταση «Ταμείου Δανείου» με βασιλικό διάταγμα και αντιπρότεινε να δώσει η Βουλή ειδική εξουσιοδότηση. Πιεζόμενος από τον Τρικούπη ζήτησε προθεσμία 48 ωρών "για να σκεφτεί". Στο διάστημα αυτό με κρυπτογραφικό τηλεγράφημα που εστάλη στο Λονδίνο από τα Ανάκτορα δινόταν η εντολή να πουλήσουν στο χρηματιστήριο πολλών εκατομμυρίων ομολογίες ελληνικών δανείων, που οι τιμές τους ανέβαιναν καθημερινά εν όψει του νέου δανείου. Το ανακτορικό παιχνίδι οδήγησε αμέσως τον Τρικούπη σε παραίτηση και τη χώρα, ύστερα από λίγο, στην πτώχευση. Στις εκλογές του 1895 απέτυχε[4] να εκλεγεί βουλευτής με αποτέλεσμα να αυτοεξοριστεί στις Κάννες της Γαλλίας. Το 1896, λίγο πριν πεθάνει, τέθηκε χωρίς την θέλησή του υποψήφιος στις αναπληρωματικές εκλογές στην επαρχία Βάλτου και εκλέχτηκε πανηγυρικά.
Απεβίωσε σε ηλικία 64 ετών στις Κάννες και ενταφιάστηκε στην Αθήνα.

Έργο

Τον Οκτώβριο του 1867 ως υπουργός Εξωτερικών υπέγραψε σύμφωνο αμυντικής συνεργασίας με τον ηγεμόνα Μιχαήλ της Σερβίας.

Τον Μάρτιο του 1880 με πρότασή του καταργήθηκε ο φόρος της δεκάτης στα δημητριακά προϊόντα και αντικαταστάθηκε με τον φόρο επί των αροτριώντων κτηνών. Επίσης μείωσε τη στρατιωτική θητεία σε ένα έτος αντί τριών που ήταν μέχρι τότε.

Με την κυβέρνηση που συγκρότησε τον Μάρτιο του 1882 αναδιοργάνωσε την αστυνομία, την αγροφυλακή και τη Στρατιωτική Σχολή Ευελπίδων. Θέσπισε νόμους για προσόντα, μονιμότητα και προαγωγή δημοσίων υπαλλήλων.

Αποφάσισε την αποξήρανση της λίμνης Κωπαΐδας και τη δημιουργία σιδηροδρομικού δικτύου. Είναι χαρακτηριστικό ότι ενώ το 1882 υπήρχαν σε λειτουργία μόνο 9 περίπου χιλιόμετρα σιδηροδρομικής γραμμής που συνέδεαν την Αθήνα (Θησείο) με το επίνειό της, τον Πειραιά, το 1893 λειτουργούσαν 914 χιλιόμετρα σιδηροδρομικών γραμμών και άλλα 490 ήταν υπό κατασκευή. Για τη χρηματοδότηση των έργων πήρε δύο μεγάλα δάνεια και επέβαλε φορολογία στον καπνό και το κρασί. Η διάνοιξη της Διώρυγας της Κορίνθου επετεύχθη χάρη στον Τρικούπη, ο οποίος και την εγκαινίασε το 1893. Επίσης έδωσε ιδιαίτερη σημασία στην ανάπτυξη της παιδείας.

Στην επόμενη διακυβέρνησή του (1886-1890) μείωσε τον αριθμό των βουλευτών από 240 σε 150 (το κατώτατο όριο που προέβλεπε τότε το Σύνταγμα) και επίσης ενίσχυσε το Βασιλικό Ναυτικό με παραγγελία τριών μεγάλων πλοίων, των θωρηκτών Ύδρα, Σπέτσαι και Ψαρά, για τη χρηματοδότηση των οποίων αναγκάστηκε να πάρει και άλλο ένα δάνειο. Επέβαλε και φόρο επί των οικοδομών.

Ο Χαρίλαος Τρικούπης επιδίωξε έναν ιδιαίτερα αισιόδοξο εκσυχρονισμό, ο οποίος παρουσίασε πάντως προβλήματα καθώς οι αλλαγές δε βρήκαν πρόσφορο έδαφος λόγω της προβληματικής ελληνικής οικονομίας και του συντηρητικού πνεύματος της εποχής. Χαρακτηριστικός πολιτικάντης αντίπαλος στην εποχή του ήταν ο Τσελεπίτσαρης που διοργάνωνε πορείες με εναντίον του Τρικούπη συνθήματα.

Χαρακτηριστικό της προοδευτικότητάς του είναι το παράτολμο, για την εποχή του, όραμά του για τη ζεύξη του στενού Ρίου-Αντιρρίου, ιδέα που υλοποιήθηκε πάνω από έναν αιώνα αργότερα, το 2004, με την κατασκευή της Γέφυρας Ρίου-Αντιρρίου, στην οποία δόθηκε το όνομά του στις 25 Μαΐου 2007.

Γενικότερα, η δράση του Χαρίλαου Τρικούπη στην Ελλάδα, θεωρείται ως μία από τις πιο καθοριστικές για τη μετάβαση της χώρας στον 20ο αιώνα. Το έργο του προκάλεσε πολλές φορές διχογνωμίες και αντιδράσεις την εποχή εκείνη, όμως τα αποτελέσματά του σε πολλές περιπτώσεις είναι ορατά ακόμα και στη σύγχρονη και μεταγενέστερη Ελλάδα.

Συνοψίζοντας, ο Χαρίλαος Τρικούπης υλοποίησε πολλά έργα στη χώρα με στόχο τον εκσυγχρονισμό της και γι' αυτό αποτελεί αναμφίβολα έναν από τους μεγαλύτερους πολιτικούς που πέρασαν από αυτή.

De Siris

Χρήστος Καρούζος


Χρήστος Καρούζος

Ο Χρήστος Καρούζος ήταν Έλληνας αρχαιολόγος και ακαδημαϊκός. Γεννήθηκε στην Άμφισσα το 1900 και πέθανε στην Αθήνα στις 30 Μαρτίου 1967. Υπήρξε διευθυντής του Εθνικού Αρχαιολογικού Μουσείου. Το 1955 εξελέγη μέλος της Ακαδημίας Αθηνών. Το 1931 παντρεύτηκε τη Σέμνη Παπασπυρίδη.

Σπουδές

Ο πατέρας του ονομαζόταν Ιωάννης Καρούζος και η μητέρα του Βιολέτα Στασινού. Τα παιδικά του χρόνια τα πέρασε στην Άμφισσα, όπου και τελείωσε το γυμνάσιο σε ηλικία 16 χρονών. Τότε εγγράφεται στην Φιλοσοφική Σχολή Αθηνών (1916), ενώ θα προσχωρήσει και στον Εκπαιδευτικό Όμιλο. Σπούδασε κλασσική φιλολογία και αρχαιολογία. Το 1919 προσλαμβάνεται στην Αρχαιολογική Υπηρεσία, ως επιμελητής, ενώ παίρνει το πτυχίο του το 1921. Μεταξύ 1928 και 1930 συνεχίζει με σπουδές στο Μόναχο και στο Βερολίνο.

Σταδιοδρομία

Το 1925 γίνεται έφορος αρχαιοτήτων και αργότερα προάγεται σε γενικό έφορο. Υπήρξε έφορος στην Στερεά Ελλάδα και αργότερα στις εφορείες Αττικής, Θεσσαλίας, Σπάρτης και Κυκλάδων. Το 1930 εκδίδει την πρώτη του μελέτη με τίτλο «Ο Ποσειδών του Αρτεμισίου», για το ομώνυμο άγαλμα. Η μελέτη αυτή θα τον κάνει γνωστό διεθνώς. Νωρίτερα, είχε ασχοληθεί με μεταφράσεις διαφόρων έργων ξένων ιστορικών, αλλά και φιλοσοφικών έργων όπως το «Μαρξισμός και Φιλοσοφία» του Καρλ Κορς, και το πρώτο κεφάλαιο από το «Αντί-Ντύρινγκ» του Ένγκελς, που κυκλοφόρησε με τίτλο «Η Φιλοσοφία», (χρησιμοποιώντας το ψευδώνυμο Χρήστος Καστρίτης).

Στην κατοχή (1942) αναλαμβάνει τη διεύθυνση του Εθνικού Αρχαιολογικού Μουσείου της Αθήνας. Την περίοδο αυτή θα βοηθήσει στη διάσωση των αρχαίων ευρήματων, ενώ μετά τον πόλεμο θα εκδόσει μια έκθεση σχετικά με τις καταστροφές και τις απώλειες αρχαίων αντικειμένων που έγιναν κατά την διάρκεια του πολέμου. Tο 1945 ξεκίνησε εργασίες επανέκθεσης των αρχαίων, κάτι που τελικά ολοκληρώθηκε το 1964. Στο έργο αυτό βοήθησε και η γυναίκα του, Σέμνη. Πραγματοποίησε ανασκαφές σε διάφορα μέρη και με τις απόψεις του έδωσε λύσεις σε διάφορα αρχαιολογικά ζητήματα.

Υπήρξε ιδρυτικό στέλεχος του Ελληνικού Τμήματος της Διεθνούς Ένωσης Κριτικών Τέχνης. Τα τεχνοκριτικά του άρθρα χαρακτηρίζονταν «φωτισμένα και καθόλου επηρεασμένα από τη σχολαστική αρχαιολογία». Μαζί με άλλους διανοούμενους της εποχής, υπερασπίστηκαν το 1931 την έκθεση του Γεράσιμου Στέρη, που είχε προκαλέσει την αρνητική κριτική του τότε διευθυντή της Εθνικής Πινακοθήκης, Ζαχαρία Παπαντωνίου. Τα κείμενα αυτά (ανάμεσα και το κείμενο του Παπαντωνίου, αλλά και ένα κεμενο του Στέρη), γνωστά ως «18 κριτικά άρθρα γύρω από μια έκθεση», θα αποτελέσουν και «το μανιφέστο του εικαστικού μοντερνισμού στην Ελλάδα».

Τιμητικές Διακρίσεις

Ο Καρούζος υπήρξε μια από της μορφές που επηρέασαν την πνευματική ζωή του τόπου. Για την προσφορά του έλαβε διάφορες τιμητικές διακρίσεις. Ανακηρύχθηκε Επίτιμος Διδάκτωρ του Πανεπιστημίου της Βασιλείας (Ελβετία). Το 1955 εξελέγεται μέλος της Βαυαρικής Ακαδημίας Επιστημών και της Ακαδημίας Αθηνών, με την οποία όμως διαφώνησε στο θέμα της μεταρρύθμισης στην παιδεία. Του απονεμήθηκε ο Ταξιάρχης του Φοίνικα, ενώ υπήρξε και μέλος των Αρχαιολογικών Ινστιτούτων του Βερολίνου και της Βιέννης.

De Siris

Χρύσανθος


Χρύσανθος Θεοδωρίδης

Ο Χρύσανθος Θεοδωρίδης γνωστός απλά και σαν Χρύσανθος, είναι ένας από τους πιο γνωστούς Έλληνες Πόντιους τραγουδιστές. Γεννήθηκε το 1934 στην Οινόη Κοζάνης από γονείς Έλληνες του Πόντου που κατάγονταν από το Καρς του Καυκάσου. Όταν ξέσπασε ο Εμφύλιος Πόλεμος ήρθε με την οικογένεια του και εγκαταστάθηκαν στην Δραπετσώνα.

Στα μαθητικά του χρόνια και πιο συγκεκριμένα στο Γυμνάσιο άρχισε να ασχολείτε με το ποντιακό τραγούδι. Την περίοδο από το 1951 μέχρι το 1958 είχε τραγουδήσει σε προγράμματα ραδιοφωνικών σταθμών με τα συγκροτήματα των Ποντίων λυράρηδων (κεμεντζετζήδων στα ποντιακά), Παπαβραμίδη και Σπανίδη. Το 1959 πήγε στη Θεσσαλονίκη, όπου και εγκαταστάθηκε μόνιμα μέχρι το 1975. Τότε συνεργάστηκε με τον βετεράνο λυράρη Γώγο και μαζί έβαλαν την ποντιακή μουσική σε κέντρα διασκέδασης αρχίζοντας από την Καλαμαριά και την Πολίχνη Θεσσαλονίκης.

Εκτός από το ποντιακό τραγούδι από το 1973, άρχισε συνεργασία με τον γνωστό μουσικοσυνθέτη Χριστόδουλο Χάλαρη στο ελληνικό έντεχνο τραγούδι. Ο Χρύσανθος ηχογράφησε τον πρώτο του δίσκο το 1954, ο οποίος ήταν 78 στροφών. Από το 1960 και εξής ηχογράφησε τρεις ποντιακούς δίσκους 45 στροφών και άλλους δέκα ποντιακούς δίσκους 33 στροφών. Έχει συμμετάσχει στο δίσκο Ακολουθία του Χριστόδουλου Χάλαρη με το Νίκο Ξυλούρη και τη Δήμητρα Γαλάνη. Σε 4 δίσκους ερμήνευσε τα εξής τραγούδια: Δροσουλίτες', Μέγας Αλέξανδρος, Πάθη Απόκρυφα, Τα παιδικά. Ηχογράφησε επίσης και ένα ποντιακό δίσκο μαζί με τον Στέλιο Καζαντζίδη.

Ο Χρύσανθος Θεοδωρίδης με όλη αυτή την πορεία και την καταξίωση στη ποντιακή μουσική, καθιερώθηκε σαν ένας βάρδος για τον ποντιακό ελληνισμό, τραγουδώντας για 50 χρόνια και πλέον όλα τα πάθη, τους καημούς, τις χαρές, τις λύπες και ότι άλλο που έκανε τους απανταχού Πόντιους να μην ξεχνούν την ταυτότητα τους, τις ρίζες τους, τα ήθη και τα έθιμα τους.

Πέθανε στις 30 Μαρτίου 2005, σε ηλικία 71 ετών.

De Siris

Τρίτη 29 Μαρτίου 2011

Παύλος Μελάς


Παύλος Μελάς

Ο Παύλος Μελάς γεννήθηκε στις 29 Μαρτίου 1870 και σκοτώθηκε στις 13 Οκτωβρίου 1904. Ήταν αξιωματικός πυροβολικού του ελληνικού στρατού και πρωτεργάτης του Μακεδονικού αγώνα. Ήταν γιος του Μιχαήλ Μελά και γαμπρός του Στέφανου Δραγούμη.

Βιογραφία

Γεννήθηκε στη Μασσαλία της Γαλλίας. Η καταγωγή της οικογένειάς του ήταν από τη Βόρεια Ήπειρο. Μετά τη μετακίνηση της οικογένειας στην Αθήνα, σπούδασε στη Στρατιωτική Σχολή Ευελπίδων απ' όπου αποφοίτησε ως ανθυπολοχαγός του πυροβολικού το 1891. Φέροντας τύψεις για την έκβαση του πολέμου του 1897 συμμετείχε από τους πρώτους στο ιδρυθέν το 1900 Μακεδονικό κομιτάτο για την εμψύχωση του απογοητευμένου ελληνικού πληθυσμού της Μακεδονίας και σε αντίδραση στη δράση των Βουλγάρων κομιτατζήδων. Έτσι από τον Φεβρουάριο του 1904 ο Παύλος Μελάς έσπευσε με άλλους 4 αξιωματικούς προς επιτόπια μελέτη της κατάστασης.

Αποτυγχάνοντας σε εκείνη την πρώτη προσπάθεια, επανήλθε τον Ιούλιο του ίδιου έτους οπότε και εισήλθε στη Μακεδονία ως ζωέμπορος με το όνομα "Πέτρος Δέδες". Μετά 20ήμερη παραμονή συναντήθηκε με τον Λάμπρο Κορομηλά στη Θεσσαλονίκη ανταλλάσσοντας σκέψεις για ανάληψη επιχειρήσεων και στη συνέχεια επέστρεψε στην Αθήνα.

Στις 18 Αυγούστου όταν όλα ήταν έτοιμα κατά το σχέδιο ο Παύλος Μελάς με το επιχειρησιακό όνομα Καπετάν Μίκης Ζέζας, επικεφαλής σώματος εκ 35 μόλις ανδρών, που το αποτελούσαν Μακεδόνες, Μανιάτες και Κρητικοί, ανέλαβε την αρχηγία του Μακεδονικού αγώνα ενάντια στους Βούλγαρους και εισήλθε ένοπλα στα Μακεδονικά εδάφη με την εντολή να ασκεί καθήκοντα αρχηγού και στις μικρότερες ομάδες που δρούσαν εν τω μεταξύ στη περιφέρειες Μοναστηρίου και Καστοριάς.

Πληροφορηθέντες οι Τούρκοι από διάφορους καταδότες περί της εισόδου και της δράσης του Παύλου Μελά έθεσαν προς καταδίωξή του πολυάριθμο τουρκικό απόσπασμα. Παρά τις συνεχείς διώξεις του Οθωμανικού στρατού ο Παύλος Μελάς άρχισε ν΄ αποδεκατίζει τις βουλγαρικές ομάδες με βάση τα χωριά Λιγκοβάνη και Λίχυβο. Όμως στις 13 Οκτωβρίου 1904 βρισκόμενος στα Στάτιστα και προδοθείς από την βουλγάρικη συμμορία του Μήτρου Βλάχου περικυκλώθηκε από Τουρκικό απόσπασμα 150 ανδρών.

Μετά από δίωρη λυσσαλέα μάχη διέταξε αιφνίδια έξοδο τεθείς επικεφαλής των ανδρών του . Στην επιχείρηση αυτή τραυματίσθηκε θανάσιμα στην οσφυϊκή χώρα και πέθανε μετά από μισή ώρα στα χέρια του φίλου του, Γεώργιο Στρατινάκη. Η κεφαλή του αποκοπείσα υπό των συμμαχητών του τάφηκε προ της "ωραίας πύλης" του Ναού της Αγίας Παρασκευής στο χωριό Πισοδέρι, το δε σώμα του παραδόθηκε από τους Τούρκους στον Μητροπολίτη Καστοριάς όπου και τάφηκε στον παρακείμενο βυζαντινό ναό των Ταξιαρχών.

Μετά το θάνατο του η δράση των Ελληνικός Στρατός έγινε πιο έντονη, περιορίζοντας τη δράση των Βούλγαρων Κομιτατζήδων, και επιτυγχάνοντας την ένωση Δυτικής και Κεντρικής Μακεδονίας με την Ελλάδα.

Σήμερα, το όνομα του Παύλου Μελά φέρει προς τιμή του το χωριό Στάτιστα ενώ πλήθος προτομών του στολίζουν πλατείες πόλεων μεταξύ των οποίων στη Θεσσαλονίκη, την Αθήνα, την Κοζάνη και σε άλλες πόλεις της Ελλάδας.

Ο Παύλος Μελάς θεωρείται σύμβολο του Μακεδονικού Αγώνα, και πολλά προσωπικά του αντικείμενα εκτίθενται τώρα στο Μουσείο Μακεδονικού Αγώνα Θεσσαλονίκης και στο μουσείο Παύλος Μελάς στην Καστοριά.

De Siris

Βιτσέντζος Κορνάρος


Βιτσέντζος Κορνάρος

O Βιτσέντζος Κορνάρος γεννήθηκε στις 29 Μαρτίου 1553 και πέθανε στις 12 Αυγούστου 1613, ήταν Έλληνας ποιητής. Θεωρείται ένας από τους κυριότερους εκπροσώπους της κρητικής λογοτεχνίας, συγγραφέας του αφηγηματικού ποίηματος Ερωτόκριτος και πιθανώς του θρησκευτικού δράματος Η Θυσία του Αβραάμ.

Οι πιο ασφαλείς πληροφορίες για την καταγωγή του Κορνάρου είναι αυτές που δίνει ο ποιητής στο τέλος του έργου του : αναφέρει το όνομα Βιτσέντζος, το οικογενειακό όνομα Κορνάρος, τόπο γέννησης τη Σητεία και το Κάστρο (Ηράκλειο), όπου παντρεύτηκε:

Κ' εγώ δε θε να κουρφευτώ κι αγνώριστο να μ' έχου
μα θέλω να φανερωθώ, κι όλοι να με κατέχου
Βιτσέντζος είν' ο ποιητής και στη γενιά Κορνάρος
που να βρεθή ακριμάτιστος, σα θα τον πάρη ο Χάρος.
Στη Στείαν εγεννήθηκε, στη Στείαν ενεθράφη,
εκεί 'καμε κι εκόπιασεν ετούτα που σας γράφει.
Στο Κάστρον επαντρέυτηκε σαν αρμηνεύγει η φύση,
το τέλος του έχει να γενή όπου ο Θεός ορίση

Παλαιότερα οι φιλόλογοι τοποθετούσαν την ζωή και την δράση του Κορνάρου γύρω στα μέσα του 17ου αι., πίστευαν δηλαδή ότι η Θυσία του Αβραάμ γράφτηκε το 1635, χρονιά που αναφέρεται στο χειρόγραφο, και ο Ερωτόκριτος αργότερα, μέχρι το 1645 ή το 1648, όταν άρχισε η πολιορκία του Ηρακλείου από τους Οθωμανούς. Μάλιστα ένα επεισόδιο του Ερωτόκριτου που αφηγείται την μονομαχία του Κρητικού με τον Καραμανίτη εθεωρείτο προσθήκη εκ των υστέρων, η οποία έγινε μάλλον κατά τα χρόνια του Βενετοτουρικού πολέμου και απηχούσε τους αγώνες των Κρητικών εναντίον των Οθωμανών. Αυτή η άποψη διατυπώνεται και σε παλαιότερες Ιστορίες της Νεοελληνικής λογοτεχνίας, όπως αυτή του Λίνου Πολίτη και του Κ.Θ. Δημαρά.

Σύμφωνα με τις τελευταίες έρευνες, ο ποιητής του Ερωτόκριτου ταυτίζεται με έναν βενετοκρητικό Βιτσέντζο Κορνάρο, που γεννήθηκε στις 26 Μαρτίου του 1553 στην Τραπεζόντα της Σητείας, γιος του Ιάκωβου Κορνάρου καί της Ζαμπέτας Ντεμέτζο. Ήταν γόνος εξελληνισμένης και αρχοντικής βενετσιάνικης οικογένειας, πιθανότατα με μεγάλη περιουσία. Ο αδερφός του, Ανδρέας Κορνάρος, είχε γράψει μια Ιστορία της Κρήτης που δεν εκδόθηκε ποτέ. Έζησε στη Σητεία περίπου μέχρι το 1580 ενώ αργότερα εγκαταστάθηκε στον Χάνδακα (σημερινό Ηράκλειο). Εκεί έλαβε χώρα ο γάμος του με την Μαριέτα Ζένο, με την οποία απέκτησε και δύο κόρες, την Ελένη και την Κατερίνα.

Από το 1591 ανέλαβε διοικητικά αξιώματα, ενώ κατά την διάρκεια της πανούκλας (1591 -1593) ανέλαβε καθήκοντα υγειονομικού επόπτη. Υπήρξε επίσης μέλος ενός λογοτεχνικού συλλόγου, της Ακαδημίας των Παράξενων, που είχε ιδρύσει ο αδελφός του Ανδρέας, επίσης συγγραφέας. Πέθανε στον Χάνδακα το 1613 ή το 1614 από άγνωστη αιτία και θάφτηκε στο μοναστήρι του Αγίου Φραγκίσκου. Αυτή η άποψη έχει γίνει αποδεκτή από τους περισσότερους μελετητές.

Την ταύτιση του ποιητή του Ερωτόκριτου με αυτόν τον Κορνάρο δεν αποδέχεται μέχρι σήμερα ο Σπ. Ευαγγελάτος, ο οποίος υποστηρίζει ότι το έργο είναι μεταγενέστερο.

Έργογραφία

Ερωτόκριτος, έμμετρη μυθιστορία
Η Θυσία του Αβραάμ, θρησκευτικό αφηγηματικό δράμα (παραδίδεται ανώνυμο αλλά θεωρείται πιθανόν έργο του Κορνάρου)

De Siris

Βαγγέλης Παπαθανασίου


Βαγγέλης Παπαθανασίου

Ο Βαγγέλης Παπαθανασίου, γνωστός και απλά σαν Vangelis, είναι μουσικός διεθνούς φήμης. Γεννήθηκε στο Βόλο στις 29 Μαρτίου 1943 και άρχισε να συνθέτει από πολύ νέος (4 ετών). Κατά βάση είναι αυτοδίδακτος, καθώς αρνήθηκε να πάρει μαθήματα κλασσικού πιάνου. Σπούδασε κλασική μουσική, ζωγραφική και σκηνοθεσία στην Ακαδημία Καλών Τεχνών στην Αθήνα.

Στις αρχές του 60' σχημάτισε το συγκρότημα Forminx που ήταν αρκετά δημοφιλές στην Ελλάδα. Το 1968 μετακόμισε στο Παρίσι εκεί σχημάτισε τους Aphrodite's Child μαζί με τον Ντέμη Ρούσο.

Το 1982 τιμήθηκε με Όσκαρ για το ομώνυμο τραγούδι της ταινίας Οι Δρόμοι της Φωτιάς. Το 2001 το έργο του Μυθωδία επελέγη από τη NASA ως η επίσημη μουσική για την αποστολή της:'2001 Οδύσσεια στον Άρη'. Σημάδεψε την ελληνική ποπ κουλτούρα της δεκαετίας του 1960 με το συγκρότημα Forminx. Από το 1975 ζει στο Λονδίνο . Η μουσική του είναι βασισμένη στους ηλεκτρονικούς υπολογιστές.

Συνεργάστηκε με την Ειρήνη Παππά στους δίσκους Ωδές (1979) και Ραψωδίες (1986), που περιέχουν διασκευές δημοτικών τραγουδιών και βυζαντινούς ύμνους, με τον Γιον Άντερσον του συγκροτήματος Υes στους δίσκους Shοrt Stοries (1979) και Τhe Friends οf Μr Cairο (1981), καθώς και με την ιταλίδα τραγουδίστρια Μίλβα στο L.Ρ. Τra du sοgni. Συνέθεσε τη μουσική και για άλλες ταινίες , όπως ΒladeRunner (1981), Αntarctica (1983), 1492, Τhe Cοnquest οf Ρaradise (1992), Αλεξανδρος,Ελ Γκρέκο (2007). Επίσης, συνέθεσε το ηχητικό σήμα των ειδήσεων της ΕΡΤ το 1982, το οποίο συνεχίζει να ακούγεται στα δελτία ειδήσεων των κρατικών καναλιών μέχρι σήμερα.

Ο αστεροειδής της Κύριας Ζώνης 6354 Vangelis έχει πάρει το όνομά του προς τιμήν του Βαγγέλη Παπαθανασίου

De Siris

Δευτέρα 28 Μαρτίου 2011

Νικόλαος Πλάτων

Νικόλαος Πλάτων

Ο Νικόλαος Πλάτων γεννήθηκε στις 8 Ιανουαρίου 1909 στην Κεφαλονιά –και πέθανε στις 28 Μαρτίου 1992 στην Αθήνα. Ήταν Έλληνας αρχαιολόγος στον τομέα της προϊστορικής αρχαιολογίας. Διενήργησε ανασκαφές στον κάτω Ζάκρο της Κρήτης, όπου ανακάλυψε μινωικό ανάκτορο.

Βιογραφία

Γεννήθηκε το 1909 στην Κεφαλονιά, αλλά η οικογένειά του είχε κρητική καταγωγή. Σπούδασε Φιλολογία και Αρχαιολογία στο Εθνικό Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών και τελείωσε το διδακτορικό του στο Παρίσι (École pratique des hautes études). Ξεκίνησε το 1930 την αρχαιολογική του σταδιοδρομία ως βοηθός στο Μουσείο Ηρακλείου. Το 1937, γύρισε στο Παρίσι για σπουδές και το 1939 επέστρεψε στην Κρήτη, έγινε διευθυντής του Μουσείου Ηρακλείου και της Εφορίας Αρχαιοτήτων Ανατολικής Κρήτης. Διεξήγε ανασκαφές στο ανατολικότερο κέντρο της Κρήτης, στη Ζάκρο.

Το 1945, η ιδιότητά του ως Έφορος επεκτείνεται σε όλη την Κρήτη μέχρι το 1962. Διέσωσε τα εκθέματα του Μουσείου του Ηρακλείου, το κτίριο του οποίου έπαθε μεγάλες ζημιές κατά τη διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου. Από το 1960 ως το 1962, ορίστηκε διευθυντής της Αρχαιολογικής Περιφέρειας Αθηνών και του Μουσείου Ακροπόλεως. Το 1962, βρέθηκε επικεφαλής της αρχαιολογικής περιφέρειας Βοιωτίας και έκανε ανασκαφές στη Θήβα. Το 1965 έγινε καθηγητής Προϊστορικής Αρχαιολογίας στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης και το 1974 στο Πανεπιστήμιο Ρεθύμνου, νεοσυσταθέν τότε.

Πρότεινε στο Συνέδριο Προϊστορικής Αρχαιολογίας του Αμβούργου το 1958 ένα διαφορετικό σύστημα χρονολόγησης του μινωικού πολιτισμού, στηριγμένο κυρίως στις μεταβολές του ανακτορικού συστήματος με την εναλλακτική χρονολογική αλληλουχία: Προανακτορική (ΠM IMM I), Πρωτοανακτορική (MM IMM III), Νεοανακτορική l (MM III–ΥΜ II [ΥΜ IIIa στην Κνωσσό]) και Μεταανακτορική (ΥΜ III). Η ακαδημαϊκή κοινότητα αποδέχθηκε το νέο χρονολογικό σχήμα, χωρίς ωστόσο να απορρίψει το σχήμα που είχε προτείνει ο Άρθουρ Έβανς.

Λίγο πριν το θάνατό του, τιμήθηκε από την Ακαδημία Αθηνών, από ανώτατα πνευματικά ιδρύματα της Ελλάδας και του εξωτερικού και από το ιταλικό κράτος.

Έργα

Πλάτων, N. (1974, Ζάκρος, Το Νέον Μινωϊκόν Ανάκτορον. Η εν Αθήναις Αρχαιολογική Εταιρεία, Αθήνα.
Platon, Nicolas, Crete (μτφρ από τα Ελλην), Archaeologia Mundi series, Frederick Muller Limited, London, 1966

De Siris

Ελένη Χαλκούση


Ελένη Χαλκούση

Η Ελένη Χαλκούση του Νικολάου, υπήρξε σπουδαία Ελληνίδα ηθοποιός, χρονογράφος και μεταφράστρια θεατρικών έργων. Γεννήθηκε στη Κωνσταντινούπολη το 1901 αν και καταγωγής εκ Χίου. Απόφοιτη του Ζαππείου Παρθεναγωγείου το 1922 ακολούθησε μαθήματα αισθητικής και λογοτεχνίας στη Σχολή Ανατολικών Γλωσσών της Σορβόνης, στο Παρίσι, εις δε το Κονσερβατουάρ μαθήματα θεάτρου.

Εμφανίσθηκε για πρώτη φορά στη θεατρική σκηνή στο Θέατρο Τέχνης του Σπύρου Μελά το 1925. Ένα χρόνο μετά το 1926 διεύθυνε το θίασο "Νέοι" στο Θέατρο Κυβέλης. Από τότε και μέχρι το 1935 επικεφαλής θιάσων περιόδευσε σχεδόν σε όλη την Ελλάδα ανεβάζοντας συνήθως έργα πρωτοποριακά. Από το 1936 μέχρι το 1945 συνεργάσθηκε με τον θίασο της Μαρίκας Κοτοπούλη ως ηθοποιός, βοηθός σκηνοθέτου και καθηγήτρια της Δραματικής Σχολής "Μαρίκα Κοτοπούλη". Ήταν από τις καλλίτερες μαθήτριες της Κυβέλης και της Μαρίκας Κοτοπούλη. Συμμετείχε σε πάμπολλες θεατρικές παραστάσεις με μεγάλη επιτυχία. Επιτυχία όμως είχε και στον κινηματογράφο με τη συμμετοχή της από το 1942 μέχρι το 1969, όπου και μεταπήδησε στη τηλεόραση όπου η τελευταία καλλιτεχνική της παρουσία ήταν στη τηλεοπτική σειρά "Οι έμποροι των Εθνών" το 1973.

Εκτός όμως από ηθοποιός η Ελένη Χαλκούση υπήρξε εξαίρετη μεταφράστρια θεατρικών έργων, καλλιτεχνική χρονογράφος σε πολλές εφημερίδες και περιοδικά αλλά και με πλείστες παρουσιάσεις στη τηλεόραση, συγγραφέας, γνωστότατο το "Σαβουάρ βιβρ" που εξέδωσε, αλλά και συνδικαλίστρια στο χώρο της. Τέλος για πολλά χρόνια ανήκε στα διδακτικά στελέχη της Δραματικής Σχολής του "Εθνικού Ιδρύματος Θεάτρου".

Η Ελένη Χαλκούση, μιλούσε επίσης γαλλικά και τουρκικά και ήταν μόνιμος κάτοικος Αθηνών. Πέθανε σε ηλικία 92 ετών σχεδόν λησμονημένη σε γηροκομείο της Αθήνας στις 28 Μαρτίου του 1993. Κηδεύτηκε στο Νεκροταφείο των Σπάτων εντελώς ξεχασμένη με την παρουσία μόνο του Αρτέμη Μάτσα.

Φιλμογραφία

Το δρομάκι του Παραδείσου (1942)
Ματωμένα Χριστούγεννα (1951)
Διακοπές στην Αίγινα (1958)
Ραντεβού στη Κέρκυρα (1960)
Φτωχαδάκια και λεφτάδες (1961)
Σκάνδαλα στο νησί του έρωτα (1963)
Τα 201 καναρίνια (1964)
Εικοσιτέσσερις ώρες ζωντοχήρα (1969), τελευταία κινηματογραφική παρουσία.

Τηλεόραση

Οι Έμποροι των Εθνών (1973).

De Siris

Σπύρος Κωνσταντόπουλος


Σπύρος Κωνσταντόπουλος

Ο Σπύρος Κωνσταντόπουλος ήταν Έλληνας ηθοποιός του θεάτρου, του κινηματογράφου και της τηλεόρασης.

Γεννήθηκε στην Αθήνα το 1925. Αποφοίτησε από τη σχολή του Θεάτρου Τέχνης. Διακρίθηκε σε όλα τα θεατρικά είδη και συνεργάστηκε σχεδόν με όλους τους μεγάλους ηθοποιούς της εποχής του όπως με την Αλίκη Βουγιουκλάκη, την Τζένη Καρέζη, τον Κώστα Καζάκο, την Μελίνα Μερκούρη, τον Νίκο Κούρκουλο, τον Δημήτρη Χορν, την Έλλη Λαμπέτη, τον Μάνο Κατράκη και πολλούς άλλους. Ήταν παντρεμένος με την επίσης ηθοποιό Μαρία Ζαφειράκη και απέκτησαν ένα γιο.

Πέθανε στις 28 Μαρτίου του 2007. Κηδεύτηκε στις 30 Μαρτίου του 2007 από το νεκροταφείο Αγίας Παρασκευής.

Επιλεγμένη φιλμογραφία

Λύτρωσέ με, αγάπη μου (1960)
Ο μπαμπάς μου κι εγώ (1963) .... Μανώλης
Οι κληρονόμοι (1964)... δικηγόρος, εκτελεστής διαθήκης
Τα δίχτυα της ντροπής (1965) .... Παγουλάτος
Υιέ μου.., υιέ μου (1965)... ξενοδόχος
Ου κλέψεις (1965)
Ο παπατρέχας (1966)...Μικές, κουρέας
Στεφανία (1966) .... Μάρκογλου
Θύελλα στο σπίτι των ανέμων (1967)
Πυρετός της ασφάλτου (1967)
Η λεωφόρος του μίσους (1968)
Το κανόνι και τ' σηδόνι (1968)
Ένας Γερμανός στα Καλάβρυτα (1970)
Ο αρχιψευταράς (1971)... ντεντέκτιβ
Κατάχρηση εξουσίας (1971)... Περεσιάδης
Μπουμ ταρατατζούμ! (1972) .... Κλεισθένης
Λυσιστράτη (1972)... κορυφαίος χορού
Η Μαρία της σιωπής (1973) .... Πέτρος
Η βαλίτσα του παπά (1978) .... Αντόνιο
Ο άνθρωπος με το γαρίφαλο (1980) .... υπουργός (Σοφοκλής Βενιζέλος)
Σ' αγαπάω, στο τιμόνι που κρατάω (1987) .... Χαρίλαος
Μια υπέροχη μέρα (2005)

Τηλεοπτικές δουλειές

Εν Αθήναις (1976) ΕΙΡΤ
Η αναδυομένη (1983) ΥΕΝΕΔ .... Μεϊμάρης
Τα αρραβωνιάσματα (1983) .... Ρουπής
Σιγά η πατρίδα κοιμάται (1987) ΕΤ1
Η θυσία (1990) ΑΝΤ1
Γυναίκες 1992 Μega
Παππούδες εν δράσει (2000-2001) ΕΤ1

De Siris

Κυριακή 27 Μαρτίου 2011

Ανδρέας Αναγνωστάκης


Ανδρέας Αναγνωστάκης

Ο Ανδρέας Αναγνωστάκης ήταν Έλληνας επιστήμονας και καθηγητής πανεπιστημίου του 19ου αιώνα. Στον οφθαλμιατρικό τομέα επινόησε απλό οφθαλμοσκόπιο και συντέλεσε στην διάδοση της διαγνωστικής αυτής μεθόδου.

Βιογραφικά στοιχεία

Γεννήθηκε στην Κρήτη το 1826. Σπούδασε ιατρική πρώτα στην Αθήνα και κατόπιν στη Βιέννη, στο Βερολίνο και στο Παρίσι.

Εξειδικεύτηκε στον οφθαλμιατρικό τομέα με διατριβές στο Παρίσι και Λονδίνο. Εκεί επινόησε οφθαλμοσκόπιο, το οποίο ήταν και το πιο απλό και εύχρηστο της εποχής του, και με αυτή την εφεύρεση, μια από τις σημαντικότερες ιατρικές εφευρέσεις της εποχής του, συντέλεσε στην διάδοση της διαγνωστικής μεθόδου.

Επέστρεψε στην Αθήνα το 1854 και διορίστηκε διευθυντής του Οφθαλμιατρείου και καθηγητής της οφθαλμολογίας στο Πανεπιστήμιο.

Συγγράμματα

Ήταν τακτικός συνεργάτης του περιοδικού «Annales d'oculistique» που εκδίδονταν στις Βρυξέλλες.

Έγραψε επίσης διάφορες επιστημονικές εργασίες στα ελληνικά και γαλλικά.
Από το 1858 ως το 1860 εξέδιδε μαζί με τον Θεόδωρο Αφεντούλη την «ιατρική Εφημερίδα» που δημοσιευόταν στην Αθήνα.

Πέθανε στις 27 Μαρτίου 1897.

De Siris