Τετάρτη 31 Οκτωβρίου 2012

Ιωάννης Η΄ Παλαιολόγος


Ιωάννης Η΄ Παλαιολόγος

Ο Ιωάννης Η΄ Παλαιολόγος ήταν Βυζαντινός αυτοκράτορας που βασίλεψε από το 1425 μέχρι το θάνατό του στις 31 Οκτωβρίου 1448 αν και συμμετείχε ενεργά στη διακυβέρνηση από το 1422, μετά από την επιδείνωση της υγείας του πατέρα του Μανουήλ Β΄.

Βιογραφία

Ο Ιωάννης πραγματοποίησε από το 1424 διπλωματικές εκστρατείες στην Ουγγαρία και τη Βενετία, χωρίς κανένα ουσιαστικό αποτέλεσμα. Το 1425 παρέδωσε οικειοθελώς τη Θεσσαλονίκη στους Βενετούς, ελπίζοντας ότι έτσι θα προστατεύσει την πόλη από τον επερχόμενο κίνδυνο. Την ύστατη ώρα οι Βενετοί την εγκατέλειψαν και ο Μουράτ Β΄ την κατέλαβε το 1430, με επακόλουθο σφαγές και λεηλασίες.

Ο Ιωάννης δεν σταμάτησε ποτέ να αγωνίζεται για τη διοργάνωση νέας Σταυροφορίας, ενώ συνέχισε και τη σταθερή Παλαιολόγεια πολιτική ενίσχυσης του Μυστρά. Ο Ιωάννης κατάφερε να πείσει τη Ρωμαϊκή Εκκλησία για τη σύγκληση ενός συμβουλίου για την ένωση των Εκκλησιών. Το Συμβούλιο πράγματι ξεκίνησε το 1438 στη Φερράρα, για να συνεχίσει από το 1439 τις εργασίες του στη Φλωρεντία, στην Ιταλία. Πλήθος απεσταλμένων έφτασαν από την Ανατολική Εκκλησία με επικεφαλής τον Οικουμενικό Πατριάρχη Ιωσήφ Β΄. Ανάμεσά τους ο επίσκοπος Εφέσου Μάρκος Ευγενικός, ο Γεώργιος Πλήθων Γεμιστός, ο Γεώργιος (αργότερα Γεννάδιος) Σχολάριος, ο επίσκοπος Νικαίας Βησσαρίων και ο επίσκοπος Κιέβου Ισίδωρος, καθώς και οι πατριάρχες Αντιοχείας, Αλεξανδρείας και Ιεροσολύμων.

Μετά από μακρές και βασανιστικές διαβουλεύσεις, επιδημίες αλλά και διαμαρτυρίες των Ορθοδόξων για περιφρόνηση και κάκιστες συνθήκες σίτισης και διαβίωσης, το συμβούλιο έληξε με τη διακήρυξη του Latenteur Coeli («Ας αγαλλιάσουν οι ουρανοί»). Οι αποφάσεις του συμβουλίου της Φερράρας-Φλωρεντίας ήταν ουσιαστικά οι θέσεις της Ρωμαιοκαθολικής Εκκλησίας, παρουσιασμένες σε ένα ενωτικό πλαίσιο υποταγής της Ανατολικής Εκκλησίας. Όπως θα ήταν αναμενόμενο, βάσει της προηγούμενης εμπειρίας από τέτοιες συμφωνίες σε υψηλό επίπεδο, ο λαός και ο ευρύτερος κλήρος δεν έκαναν ποτέ αποδεκτή τη συμφωνία, παρά την επίσημη υιοθέτησή της από τον Αυτοκράτορα. Συντετριμμένος ο Ιωάννης γρήγορα κατάλαβε ότι οι προσπάθειές του για ένωση ήταν μάταιες.

Παράλληλα, οι σταυροφορικές εκστρατείες που οργανώθηκαν από τον πάπα με επικεφαλής τους Ούγγρους Λαδισλάο και Ουνιάδη, καθώς και το Σέρβο Μπράνκοβιτς, μετά από κάποιες αρχικές επιτυχίες κατά των Τούρκων, κατέληξαν σε διαδοχικές τραγικές ήττες στη Βάρνα (1444) και στο Κόσοβο (1448). Ο Ιωάννης βαθιά απογοητευμένος από την ύστατη ελπίδα του, πέθανε το 1448.

Ο Ιωάννης δεν είχε ίσως την εμβέλεια ή την προσωπικότητα του πατέρα του, έκανε όμως κάθε ειλικρινή προσπάθεια. Υπό τις συνθήκες στις οποίες βρέθηκε, λίγα ήταν δυνατά. Το συμβούλιο της Φερράρας-Φλωρεντίας ήταν η μεγαλύτερη ελπίδα του, όμως ο Ελληνικός λαός ήταν αποφασισμένος να μην υποκύψει στον πάπα, ακόμα και αν το τίμημα ήταν η διαφαινόμενη τουρκική κατοχή.

De Siris

Θανάσης Γιαννούσης


Θανάσης Γιαννούσης

O Θανάσης Γιαννούσης γεννήθηκε στις 6 Δεκεμβρίου του 1917 στο Περιβόλι Γρεβενών και πέθανε στη Θεσσαλονίκη στις 31 Οκτωβρίου 2005. Τα νεανικά του χρόνια τα πέρασε στο Περιβόλι και τα Γρεβενά.

Στη Θεσσαλονίκη μετά από διωγμό ήρθε το 1937. Σπούδασε Νομικές και Οικονομικές Επιστήμες στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης και παράλληλα δούλευε.

Δικηγόρος στον 'ρειο Πάγο, επιδόθηκε στο Εργατικό Δίκαιο και συμπαραστάθηκε σε μεγάλες εργατικές οργανώσεις, μέχρι το Μάιο του 2004, οπότε συνταξιοδοτήθηκε

Κατά την μεταξική δικτατορία διώχτηκε, συνελήφθη και βασανίστηκε πολλές φορές. Για τις ιδέες του καταδικάστηκε σε φυλάκιση δυο φορές Στον Ελληνοϊταλικό Πόλεμο με πέντε άλλους συντρόφους του, ζήτησε και εστάλη εθελοντικά στην πρώτη γραμμή του μετώπου για να πολεμήσει το φασισμό. Ελαβε δραστήρια μέλος στην Εθνική Αντίσταση και υπήρξε μεταξύ αυτών που συγκρότησε την πρώτη αντάρτικη ομάδα στα Γρεβενά.

Διατέλεσε, μέλος της Ο.Κ.Ν.Ε. και του Κ.Κ.Ε. από το 1936 και υπήρξε από τα στελέχη του ΕΑΜ στο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης Μετά τη συμφωνία της Βάρκιζας καταδιώχθηκε, συνελήφθη και βασανίστηκε πολλές φορές. Από το 1947 έως το 1949 συνελήφθη και εστάλη εξόριστος στη Μακρόνησο, όπου υπέστη σκληρά βασανιστήρια. Κατά τη δικτατορία των Συνταγματαρχών βρισκόταν σε συνεχή διωγμό.

Υπήρξε τρεις φορές υποψήφιος βουλευτής του Κ.Κ.Ε. στην Α' Περιφέρεια Θεσσαλονίκης και δυο φορές υποψήφιος δήμαρχος Θεσσαλονίκης. Από τον Ιανουάριο του 1979 έως το Φεβρουάριο του 1982 υπήρξε πρόεδρος του Δημοτικού Συμβουλίου Θεσσαλονίκης. Από τον Φεβρουάριο μέχρι τον Δεκέμβριο 1982 διατέλεσε δήμαρχος Θεσσαλονίκης. Από το 1982 έως το 1989 υπήρξε Αντιπρόεδρος της Τοπικής Ένωσης Δήμων και Κοινοτήτων (Τ.Ε.Δ.Κ.) Νομού Θεσσαλονίκης. Επί δυο χρόνια υπήρξε μέλος του Περιφερειακού Συμβουλίου της Κεντρικής Μακεδονίας. Ιδρυσε τον Σύνδεσμο Δήμων Δυτικής Θεσσαλονίκης και διατέλεσε πρόεδρος του για 4 χρόνια.

Μαζί με τον Μπάμπη Μπαρμπουνάκη το 1982 δημιούργησε το θεσμό της Έκθεσης Βιβλίου Θεσσαλονίκης που έκτοτε λειτουργεί μέχρι σήμερα. Υπήρξε μέλος του ΔΣ της Διεθνούς Έκθεσης Θεσσαλονίκης και μέλος του Συμβουλίου Αντικαρκινικού Αγώνα.

De Siris

Ανδρέας Κέδρος

Ανδρέας Κέδρος

Ο Ανδρέας Κέδρος γεννήθηκε στην Κέρκυρα το 1917 και πέθανε στις 31 Οκτωβρίου 1999. Κατά τη διάρκεια της Κατοχής, πήρε μέρος από την πρώτη στιγμή στην αντίσταση εναντίον των κατακτητών. Στα τέλη του 1946 κατέφυγε στη Γαλλία, με τη βοήθεια του Οκτάβιου Μερλιέ, ως υπότροφος της γαλλικής κυβέρνησης.

Στο Παρίσι εργάστηκε στο Κέντρο Ψυχοτεχνκών Ερευνών, ως ένας από τους συνεργάτες του καθηγητή Ανρί Βαλόν. Δημοσίευσε στα γαλλικά οκτώ μυθιστορήματα, θεατρικά έργα, καθώς και το ιστορικό έργο "Η Ελληνική αντίσταση 1940-1944" ("La resistance grecque 1940-1944", Robert Laffont, 1966), που μεταφράστηκε στα ελληνικά μετά την πτώση της χούντας. Έβαλε τέλος στη ζωή του στο Παρίσι, στις 31 Οκτωβρίου 1999, σε ηλικία 83 ετών.

Εργογραφία

Η παγίδα, Κέδρος (1989)
Το νησί με τα ζωντανά απολιθώματα, Κέδρος (1989)
Η φωτιά κάτω απ' τη θάλασσα, Εκδόσεις Καστανιώτη (1986)
Η ελληνική αντίσταση 1940-1944, Θεμέλιο (1983)
Η ελληνική αντίσταση 1940-1944, Θεμέλιο (1983)
Μεταδεκεμβριανά διηγήματα, Εκδόσεις Καστανιώτη (1981)
Ωδείο, Εκδόσεις Καστανιώτη (1979)

Συμμετοχή σε συλλογικά έργα

57 κείμενα για τη Νίκη Καραγάτση, Άγρα (2002)

De Siris

Τρίτη 30 Οκτωβρίου 2012

Στυλιανός Μαυρομιχάλης


Στυλιανός Μαυρομιχάλης

Ο Στυλιανός Μαυρομιχάλης γεννήθηκε το 1902 και πέθανε στις 30 Οκτωβρίου 1981, ήταν δικαστικός και πρωθυπουργός της Ελλάδας.

Βιογραφία

Γεννήθηκε στη Μάνη και καταγόταν από τη σπουδαία Μανιάτικη οικογένεια των Μαυρομιχαλαίων. Ήταν ανεψιός του Κυριακούλη Μαυρομιχάλη, ο οποίος είχε επίσης υπηρετήσει ως πρωθυπουργός. Στις 28 Σεπτεμβρίου του 1963 σχημάτισε κυβέρνηση, η οποία παρέμεινε μέχρι τις 8 Νοεμβρίου, με σκοπό να οδηγήσει την χώρα στις εκλογές.

Επίσης είχε διατελέσει πρόεδρος του Αρείου Πάγου την περίοδο 1963-1968 και επανήλθε τιμητικά στο αξίωμα το 1974. Έγραψε πολλές νομικές μελέτες όπως: «Η υπό αίρεσιν καταγγελία της συμβάσεως», «Αποζημίωσις λόγω καταγγελίας της συμβάσεως», «Η ρήτρα πληρωμής είδος», «Το Άρθρο 63 του αστικού κώδικα» κ.ά.

Απεβίωσε στις 30 Οκτωβρίου του 1981.

De Siris

Λεωνίδας Καβάκος


Λεωνίδας Καβάκος

Ο Λεωνίδας Καβάκος γεννήθηκε στις 30 Οκτωβρίου 1967 από μουσική οικογένεια. Σε ηλικία πέντε ετών ξεκίνησε μαθήματα βιολιού με τον πατέρα του και συνέχισε στο Ελληνικό Ωδείο με καθηγητή τον Στέλιο Καφαντάρη. Έκανε μεταπτυχιακές σπουδές στο Πανεπιστήμιο της Ιντιάνα με υποτροφία του Ιδρύματος Ωνάση. Το 1984 έκανε την πρώτη του εμφάνιση ως σολίστ στο Φεστιβάλ Αθηνών.

Η πρώτη θέση που κατέλαβε στους διεθνείς διαγωνισμούς βιολιού "Sibelius" στο Ελσίνκι το 1985 και "Paganini" το 1988, στάθηκαν το εφαλτήριο για τη μεγάλη καριέρα που ακολούθησε και συνεχίζεται.

Ο Λεωνίδας Καβάκος έχει συνεργαστεί με τις σημαντικότερες ορχήστρες και τους πιο διακεκριμένους καλλιτέχνες και αρχιμουσικούς σε όλο τον κόσμο. Έχει παρουσία στη δισκογραφία και το 1991 βραβεύτηκε με το βραβείο GRAMMOPHONE για την πρώτη στα χρονικά ηχογράφηση του «Κοντσέρτου για βιολί σε D μινόρε» του Jean Sibelius.

Ασχολείται επίσης με τη μουσική δωματίου και τη διεύθυνση ορχήστρας. Είναι ο πρώτος καλλιτέχνης που από το 2001 ορίστηκε ως "Κύριος Φιλοξενούμενος Καλλιτέχνης" της Ορχήστρας Camerata Salzburg, με την οποία εμφανίζεται ταυτόχρονα ως σολίστ και μα-έστρος ενώ από το 2006 ανέλαβε ως καλλιτεχνικός διευθυντής της.

Ο Λεωνίδας Καβάκος παίζει με βιολί "Falmouth" Stradivarius του 1692.

De Siris

Κατερίνα Βόγγολη

Κατερίνα Βόγγολη

Η Κατερίνα Βόγγολη γεννήθηκε στην Λάρισα στις 30 Οκτωβρίου 1970 και ήταν μία από τη τριάδα των Ελλήνων δισκοβόλων που σταθερά βρισκόταν σε τελικούς μεγάλων διοργανώσεων από το 1998 μέχρι το 2004. Ανήκε στον Ολυμπιακό και προπονούνταν με το Μιχάλη Ζησόπουλο.

Η πρώτη επιτυχία ήρθε σε ηλικία 23 ετών όταν ήταν 2η μεσογειονίκης. Ωστόσο, η καταξίωση ξεκίνησε το 1998 όταν στο Ευρωπαϊκό Πρωτάθλημα Στίβου 1998 στη Βουδαπέστη κατέλαβε την 5η θέση στον τελικό με βολή στα 63,56μ.

Την επόμενη χρονιά προκρίθηκε στον τελικό του Παγκοσμίου Πρωταθλήματος Στίβου 1999 στη Σεβίλλη όπου τελικά κατέλαβε την 11η θέση, ενώ κατέλαβε την 9η θέση στον τελικό των Ολυμπιακών Αγώνων 2000 στο Σίδνεϊ.

Το 2001 δεν κατάφερε να προκριθεί στον τελικό του Παγκοσμίου Πρωταθλήματος Στίβου 2001 στο Έντμοντον, αλλά το 2002 ήταν η χρονιά της. Έχοντας προκριθεί με βολή στα 61,94μ. ως 1η στον τελικό του Ευρωπαϊκού Πρωταθλήματος Στίβου 2002 στο Μόναχο, με βολή στα 64,31μ. ανακηρύχθηκε πρωταθλήτρια Ευρώπης, σημειώνοντας τη μεγαλύτερη επιτυχία στην καριέρα της. Στο ίδιο βάθρο στην 3η θέση βρέθηκε η Τασούλα Κελεσίδου με βολή στα 63,92μ. Μάλιστα την ίδια χρονιά ως μέλος της μικτής Ευρώπης κατέλαβε τη 2η θέση στο Παγκόσμιο Κύπελλο στη Μαδρίτη με 61,77μ.

Η παγκόσμια καταξίωση ήρθε το 2003, όταν στο Παγκόσμιο Πρωτάθλημα Στίβου 2003 στο Παρίσι μετά από μία μεγάλη μάχη κατέλαβε την 3η θέση και το χάλκινο μετάλλιο σημειώνοντας ατομικό ρεκόρ με 66,73μ., ενώ στον ίδιο τελικό 2η ήταν η Τασούλα Κελεσίδου με 67,14μ. Αυτή ήταν η δεύτερη φορά μετά το 1999 και τις Παρασκευή Τσιαμήτα και Όλγα Βασδέκη στο βάθρο του τριπλούν, που δύο Ελληνίδες αθλήτριες βρέθηκαν σε βάθρο Παγκοσμίου Πρωταθλήματος στο ίδιο αγώνισμα.

Το 2004, ενόψει της προετοιμασίας για τους Ολυμπιακούς Αγώνες της Αθήνας σημείωσε πανελλήνιο ρεκόρ με 67,72μ., επίδοση κατά δύο εκατοστά μεγαλύτερη από αυτή της Τασούλας Κελεσίδου. Προκρίθηκε άνετα ως 6η στον τελικό με βολή τα 63,39μ. αλλά στον τελικό το άγχος τη νίκησε και έτσι περιορίστηκε στην 8η θέση με βολή στα 62,37μ., χάνοντας την ευκαιρία να προσθέσει το Ολυμπιακό μετάλλιο στη συλλογή της. Την ίδια χρονιά ήταν επίσης 8η στον τελικό του Γκραν Πρι στο Μόντε Κάρλο. Μετά τους Ολυμπιακούς Αγώνες έβαλε τέλος στη σπουδαία καριέρα της.

De Siris

Δευτέρα 29 Οκτωβρίου 2012

Γιώργος Δώνης


Γιώργος Δώνης

Ο Γιώργος Δώνης είναι πρώην διεθνής ποδοσφαιριστής και νυν προπονητής του ΠΑΟΚ. Υπήρξε ο πρώτος Έλληνας ποδοσφαιριστής που αγωνίστηκε στην Πρέμιερ Λιγκ στην Αγγλία.

Βιογραφικό

Γεννήθηκε στις 29 Οκτωβρίου του 1969 στη Φρανκφούρτη της Γερμανίας και έχει καταγωγή από το Νομό Κιλκίς (Καστανερή). Τα πρώτα ποδοσφαιρικά του βήματα έκανε στη Δόξα Νικόπολης και μετά στην ομάδα του Παύλου Μελά Θεσσαλονίκης το 1986-87. Τη χρονιά αυτή χρίστηκε διεθνής με την Εθνική Νέων.

Την επόμενη χρονιά αγωνίστηκε στην ομάδα νέων του Παναθηναϊκού και στη συνέχεια αγωνίστηκε δανεικός ως το 1990 από ένα χρόνο στον Αθηναϊκό και στον Παναργειακό.

Ακολούθησαν δυο χρόνια στον Π.Α.Σ. Γιάννινα, πριν επιστρέψει στον Παναθηναϊκό το 1992. Εκεί καθιερώθηκε ως επιθετικός, επιδεικνύοντας εξαιρετικά προσόντα. Με τον Παναθηναϊκό αγωνίστηκε τέσσερα χρόνια και κατέκτησε δυο συνεχόμενα πρωταθλήματα: 1994-95 και 1995-96 και τρία συνεχόμενα Κύπελλα Ελλάδος: 1993, 1994 και 1995.

Το 1995-96 ήταν βασικό στέλεχος στην πορεία του Παναθηναϊκού ως τα ημιτελικά του Τσάμπιονς Λιγκ, όπου αποκλείστηκε από τον μετέπειτα φιναλίστ, που έχασε το τρόπαιο στα πέναλτι από την Γιουβέντους των Βιάλι, Ραβανέλι και Σοουζα, Άγιαξ. Οι ορμητικές επελάσεις του έμειναν ιστορικές και του έδωσαν το παρατσούκλι «τρένο». Μια από αυτές απέφερε το γκολ του Κριστόφ Βαζέχα, με το οποίο ο Παναθηναϊκός νίκησε μέσα στο Άμστερνταμ τον Άγιαξ, το 1996.

Οι εξαιρετικές ευρωπαϊκές εμφανίσεις του προκάλεσαν το ενδιαφέρον ξένων συλλόγων, με αποτέλεσμα να μεταγραφεί στην πρωταθλήτρια Αγγλίας Μπλάκμπερν Ρόβερς το 1996. Υπέγραψε συμβόλαιο 1,1 δις δραχμών που αποτελούσε ρεκόρ για Έλληνα ποδοσφαιριστή εκείνη την εποχή. Στην Μπλάκμπερν αγωνίστηκε με επιτυχία για μιάμιση περίοδο. Τον Ιανουάριο του 1998 ήρθε στην ΑΕΚ αλλά το καλοκαίρι του ίδιου χρόνου επέστρεψε στην Αγγλία και τα επόμενα δυο χρόνια αγωνίστηκε σε δυο άλλες αγγλικές ομάδες: την Σέφιλντ Γιουνάιτεντ και τη Χάντερσφιλντ Τάουν. Το 2000-01 επέστρεψε στην ΑΕΚ, όπου τέλειωσε την καριέρα του ως ποδοσφαιριστής. Παράλληλα υπήρξε βασικό στέλεχος της Εθνικής ομάδας, με την οποία αγωνίστηκε από το 1993 ως το 1999 σε 24 αγώνες και σημείωσε 5 γκολ.

Στη συνέχεια άρχισε να εργάζεται ως προπονητής με εξαιρετική επιτυχία. Ως παλιός επιθετικός συνηθίζει να εμπνέει με επιθετική νοοτροπία τις ομάδες που προπονεί. Ξεκίνησε το 2002 στον Ηλυσιακό, τον οποίο ανέβασε από τη Δ΄ στη Β΄ Εθνική κατηγορία σε δυο χρόνια. Στη συνέχεια πήγε στην Λάρισα, την οποία ανέβασε στην Α΄ Εθνική, από την οποία απουσίαζε πολλά χρόνια. Το 2006 προκρίθηκε στο Κύπελλο Ιντερτότο, το 2007 κατέκτησε το Κύπελλο Ελλάδος κόντρα στον Παναθηναϊκό και το 2007-08 προκρίθηκε στους ομίλους του Κυπέλλου ΟΥΕΦΑ αποκλείοντας την παλιά του ομάδα Μπλάκμπερν Ρόβερς με 2-0, 1-2.

Στις 24 Απριλίου του 2008 ανακοίνωσε την αποχώρησή του από την τεχνική ηγεσία της Λάρισας και κάνει το μεγάλο άλμα στην καριέρα του αναλαμβάνοντας την ομάδα της ΑΕΚ Η καριέρα του στον σύλλογο θα είναι σύντομη αφού θα αποχωρήσει το Νοέμβριο του 2008. Τον Απρίλιο του 2009 ανέλαβε τον Ατρόμητο με τον οποίο έφτασε στον τελικό Κυπέλλου Ελλάδος της σεζόν 2010/2011, όπου και ηττήθηκε από την πρώην ομάδα του, την ΑΕΚ με σκορ 3-0. Αυτή ήταν και η πιο ιστορική στιγμή στην ιστορία του συλλόγου του Περιστερίου.

Τίτλοι

Ως ποδοσφαιριστής
Πρωταθλήματα Ελλάδος: 2 (1995, 1996)
Κύπελλα Ελλάδος: 3 (1993, 1994, 1995)
Ως προπονητής
Κύπελλο Ελλάδος: 2007 (με Λάρισα)
Φιναλίστ Κυπέλλου Ελλάδος: 2011,2012 (με Ατρόμητο)
Πρωτάθλημα Β΄ Εθνικής: 2005
Πρωτάθλημα Γ΄ Εθνικής: 2004
Πρωτάθλημα Δ΄ Εθνικής: 2003

De Siris

Ελένη Μενεγάκη


Ελένη Μενεγάκη

Η Ελένη Μενεγάκη είναι παρουσιάστρια της ελληνικής τηλεόρασης. Έγινε περισσότερο γνωστή από την παρουσίαση πρωινών τηλεοπτικών εκπομπών στην ιδιωτική τηλεόραση.

Βιογραφία

Γεννήθηκε στις 29 Οκτωβρίου 1969. Η παρθενική της εμφάνιση έγινε στο videoclip του Μιχάλη Ρακιντζή το 1990 στο τραγούδι "Προκαλείς". Ξεκίνησε την καριέρα της στο Mega Channel σαν συμπαρουσιάστρια με την εκπομπή Κοκτέιλ δίπλα στον Ιάσωνα Τριανταφυλλίδη και τον Νίκο Διαμανταρίδη και έπειτα, επίσης σαν συμπαρουσιάστρια, στο τηλεπαιχνίδι Mega Banca στο ίδιο κανάλι στο πλευρό του Γιώργου Πολυχρονίου. Από το 1995, παρουσίαζε για 10 χρόνια τον Πρωινό Καφέ στον ΑΝΤ1, αφού είχε αποχωρήσει από την παρουσίαση της εκπομπής η Πόπη Χατζηδημητρίου, με επιτυχία την ίδια εκπομπή, ενώ την ίδια χρονιά πρωταγωνίστησε στην κωμική τηλεοπτική σειρά Πάτερ ημών στο ίδιο κανάλι. Από τον Σεπτέμβριο του 2005 παρουσιάζει πρωινό μαγκαζίνο στον Alpha με τίτλο Καφές με την Ελένη. Μετά από 16 χρόνια παρουσίασης στην πρωινή ζώνη, τον Σεπτέμβριο του 2011, ο Alpha ανακοίνωσε την μετακίνηση της εκπομπής της στην μεσημεριανή ζώνη.

Το 2001 παντρεύτηκε τον Γιάννη Λάτσιο και έχουν αποκτήσει μαζί 3 παιδιά. Στις 29 Ιανουαρίου 2010 ανακοίνωσαν από κοινού το διαζύγιό τους.

Εκπομπές

Πρωινό Κοκτέιλ (1991 - 1992) Mega
Mega Banca (1992 - 1994) Mega
Πρωινός καφές (1995 - 2005) ANT1
Καφές με την Ελένη (2005 - 2011) Alpha
Ελένη (2011 -) Alpha

Σειρές

Αχ! Ελένη (1992)
Πάτερ ημών (1994) - (1996)
Νταντά για όλες τις δουλειές (1998)

De Siris

Γιώργος Φωτάκης

Γιώργος Φωτάκης

Ο Γιώργος Φωτάκης είναι Έλληνας διεθνής ποδοσφαιριστής, γεννημένος στις 29 Οκτωβρίου 1981, ο οποίος αγωνίζεται στη μεσαία γραμμή.

Ξεκίνησε το ποδόσφαιρο στην Ομόνοια Καλαμάτας, επαγγελματίας εγινε στον Π.Α.Ο.Κ. αλλά πρωτόπαιξε στην Καλλιθέα (Β' Εθνική) από όπου το καλοκαίρι του 2000 πήρε μετεγγραφή για το Αιγάλεω.

Με την Αθηναϊκή ομάδα αναδείχθηκε ως ένας από τους καλύτερους μέσους της Α' Εθνικής, ενώ κλήθηκε στην Εθνική Ελπίδων και στην Ολυμπιακή ομάδα, παίρνοντας μέρος στην Ολυμπιάδα της Αθήνας, το 2004.

Τη σεζόν 2004-05 αγωνίσθηκε ως βασικός με το Αιγάλεω στο κύπελλο ΟΥΕΦΑ.

Την περίοδο 2005-06 έπεσε σε δυσμένεια προσπαθώντας να μετεγγραφεί στο εξωτερικό, αλλά η μετακίνησή του στη Σκωτσέζικη Κιλμάρνοκ ακυρώθηκε και τελικά υπέγραψε στη Λάρισα, με την οποία κατέκτησε το κύπελλο του 2007.

Το καλοκαίρι του 2009 επέστρεψε στην ομάδα από όπου ξεκίνησε, τον ΠΑΟΚ.

De Siris

Παρασκευή 26 Οκτωβρίου 2012

Μάξιμος Ε΄


Μάξιμος Ε΄

Ο Μάξιμος Ε΄ ήταν Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως από τις 20 Φεβρουαρίου 1946 ως τις 19 Οκτωβρίου 1948.

Γενικά

Γεννήθηκε στις 26 Οκτωβρίου 1897 στη Σινώπη του Πόντου. Ήταν γιος του Ελευθερίου και της Αικατερίνης Βαπορτζή. Αφού τελείωσε το σχολείο στην πατρίδα του, σπούδασε στη Θεολογική Σχολή της Χάλκης. Χειροτονήθηκε διάκονος το 1918 και ιερέας το 1928. Το 1930 εξελέγη Μητροπολίτης Φιλαδελφείας και το 1932 Μητροπολίτης Χαλκηδόνος. Κατά τη διάρκεια της αρχιεροσύνης του αυτής συνελήφθη από τις τουρκικές Αρχές και εκτοπίστηκε στη Προύσα για "λόγους ασφαλείας". Τον Φεβρουάριο του 1946 εξελέγη,σε ηλικία 50 ετών, χωρίς προβλήματα και παρεμβάσεις, Οικουμενικός Πατριάρχης. Η εκλογή του συνοδεύτηκε με την ελπίδα ότι θα έδινε νέα πνοή στο αξίωμά του, που αντιμετώπιζε ήδη προβλήματα ύπαρξης μέσα στο ασφυκτικό πλαίσιο που είχε επιβάλλει στο Οικουμενικό Πατριαρχείο η Συνθήκη της Λωζάνης.

Σημειώνεται ότι την εποχή εκείνη είχε αρχίσει ελληνοτουρκικός διάλογος ειδικά για τα ζητήματα του Πατριαρχείου που τελικά επέφερε κάποια θετικά αποτελέσματα. Σε έκθεση επιτροπής ιεραρχών του Πατριαρχείου, μετά την ανάρρηση στο θρόνο του Μαξίμου, που συναντήθηκε με Τούρκους επισήμους αναφέρονται μεταξύ άλλων:

"Η επιτροπή τυχούσα ευμενούς υποδοχής, έλαβε την υπόσχεσιν ότι θα χορηγηθώσιν άδειαι προς διενέργειαν κοινοτικών εκλογών, θα απαλλαγώσι της φορολογίας τα φιλανθρωπικά καταστήματα της ελληνορθοδόξου Κοινότητος, η Θεολογική Σχολή της Χάλκης θα μεταγραφεί και πάλιν επ΄ ονόματι του Οικουμενικού Πατριαρχείου, θα αποδοθεί εις αυτό ο προ πολλού κατεχόμενος υπό του διαβοήτου παπά-Ευθύμ ναός του Γαλατά και θα ανεξετασθή το ζήτημα του ναού της Καφατιανής, εβεβαίωσε δε την Επιτροπή, ο πρωθυπουργός, ότι θα αυξηθή η εις τας σχολάς της ελληνικής μειονότητος παρεχομένη κρατική επιχορήγησις".

Ενδεικτικό γεγονός της τότε βελτίωσης της κατάστασης υπήρξε η επίσκεψη του τότε προέδρου της Τουρκικής Δημοκρατίας Ισμέτ Ινονού στη Θεολογική Σχολή της Χάλκης, όπου του επιφυλάχθηκε θερμή υποδοχή, από τον τότε διευθυντή, μητροπολίτη Νεοκαισαρείας και τους μαθητές. Παρά ταύτα η Πατριαρχία του Μαξίμου δεν έμελλε να είναι μακρά.

Στις αρχές του 1947 παρουσίασε συμπτώματα οξείας νευρασθένειας. Τον Μάιο του 1947, για λόγους υγείας, επισκέφτηκε την Ελλάδα όπου και έγινε δεκτός με ιδιαίτερα μεγάλες τιμές και στη συνέχεια μετέβη στην Ελβετία. Ένα χρόνο μετά, τον Οκτώβριο του 1948, συμπληρώνοντας μόλις δύο χρόνια Πατριαρχίας, υπέβαλε την παραίτησή του, αφενός λόγω των υποτροπών της ασθένειάς του, και αφετέρου από εξωγενείς πιέσεις λόγω της προσέγγισης που είχε με τον απεσταλμένο του Πατριάρχη Μόσχας Αλέξιου και τον Ρώσο Πρόξενο, στην απαρχή του Ψυχρού Πολέμου και της υφιστάμενης τότε αντισοβιετικής υστερίας, λαμβάνοντας στη συνέχεια τον τίτλο του «πρώην Κωνσταντινουπόλεως και προέδρου Εφέσου».

Επίσκεψη στην Αθήνα

Τον Μάιο του 1947 ο Οικουμενικός Πατριάρχης Μάξιμος Ε΄ επισκέφθηκε επίσημα την Ελλάδα. Συγκεκριμένα συνοδευόμενος από τρία συνοδικά μέλη, τους Μητροπολίτες: Σάρδεων Μάξιμο, Λαοδικείας Μάξιμο και Χαλδείας Κύριλλο, με σιδηροδρομική αμαξοστοιχία από τον σταθμό Σικερτζή έφθασε στο Πύθιο, παρά τα ελληνοτουρκικά σύνορα, απ΄ όπου με αυτοκινητοπομπή κατευθύνθηκε στην Αλεξανδρούπολη όπου τον υποδέχθηκαν εκπροσωπώντας την Εκκλησία της Ελλάδος οι Μητροπολίτες Φθιώτιδας Αμβρόσιος και Αττικής και Μεγαρίδος Ιάκωβος.


Στη συνέχεια μετά από μια μικρή δέηση στο μητροπολιτικό ναό της πόλης επιβιβάστηκε μετά της ακολουθίας του στο ελληνικό αντιτορπιλικό ΚΡΗΤΗ, που ανέμενε στον λιμένα, με προορισμό τον Πειραιά όπου και κατέπλευσε στις 01:30 της 21ης Μαΐου του 1947, ημέρα Τετάρτη, ανήμερα της εορτής των Αγίων Κωνσταντίνου και Ελένης, μέσα σε μια φρενίτιδα σημαιοστολισμών, συριγμών ελλιμενισμένων πλοίων, χαρμόσυνων κωδωνοκρουσιών και επευφημιών του πειραϊκού λαού που είχε προσέλθει γύρω από τον λιμένα.
  
Μετά την ολοκλήρωση της πρόσδεσης, στο πλοίο ανήλθαν ο στρατάρχης Α. Παπάγος, ως εκπρόσωπος του Βασιλέως, ο Αρχιεπίσκοπος Δαμασκηνός και μέλη της Ιεράς Συνόδου, ο Πρόεδρος του Υπουργικού Συμβουλίου με τους δύο αντιπροέδρους, ο υπουργός Θρησκευμάτων και Εθνικής Παιδείας και άλλοι επίσημοι που υπέβαλαν χαιρετιστήριες προσρήσεις. Τον Πατριάρχη προσφώνησε ο υπουργός Παιδείας ως εκπρόσωπος της ελληνικής κυβέρνησης λέγοντας:

"Η Ελληνική κυβέρνησις μετ΄ εξαιρετικής συγκινήσεως και υψίστης ευλαβείας υποδέχεται και χαιρετίζει σήμερον την τιμώσα το πάτριον έδαφος...".

Σκευωρίες

Και όμως πίσω από τις παραπάνω θαυμαστές εκείνες πλην όμως καθ΄ όλα φαινομενικές τελετές, προσφωνήσεις – δηλώσεις και δεξιώσεις που ακολούθησαν, η ελληνική κυβέρνηση του Α. Παπάγου, πειθήνια εντολοδόχος των ΗΠΑ, είχε ήδη αρχίσει να δρομολογεί την αντικατάσταση του πατριάρχη με το πρόσχημα βέβαια της ασθενείας του, ενώ οι λόγοι ήταν ουσιαστικά πολιτικοί, στους οποίους και η τουρκική κυβέρνηση δεν είχε ιδιαίτερη αξίωση να μη συναινέσει.

Στο σημείο αυτό ο επί 20 χρόνια διευθυντής σύνταξης της εφημερίδας «Εμπρός» (Κωνσταντινούπολης), αρχισυντάκτης - δημοσιογράφος Αλέκος Παπαδόπουλος είναι ιδιαίτερα αποκαλυπτικός:

«Έχω την εντύπωση πως οι λόγοι παραιτήσεως και διαδοχής του Μαξίμου του Ε΄ ήταν καθαρώς πολιτικοί. Ο Μάξιμος είχε αρχίσει να καλλιεργεί σχέσεις στενές με τον Ρώσο πρόξενο στη Κωνσταντινούπολη και κατ΄ επέκταση με τη Μόσχα. ….Η επικρατούσα γνώμη και φυσικά η λογική απέκλειε το ενδεχόμενο οι σχέσεις να είχαν κίνητρα θρησκευτικά. Η εμφάνιση μάλιστα του Πατριάρχου Μαξίμου αγκαζέ με τον Ρώσο διπλωμάτη στον κήπο του πατριαρχικού μεγάρου, αποτέλεσε τη χαριστική βολή και κατά πάσα πιθανότητα προκάλεσε αναζωπύρωση του αμερικανικού και δυτικού ενδιαφέροντος για τον παραμερισμό του στον Οικουμενικό θρόνο».

Έτσι μεταξύ άλλων άρχισε να διαδίδεται ότι ο Μάξιμος Ε΄ είναι ρωσόφιλος και διέπεται από «αριστερισμό». Στο χορό της λοιδορίας εκείνης ενεπλάκησαν δυστυχώς και μητροπολίτες της Εκκλησίας της Ελλάδος προβάλλοντας κινδύνους σλαβισμού με στόχο την αναγνώριση σε περίοπτη θέση του πατριάρχη Μόσχας Αλέξιου. Χαρακτηριστικό ήταν το "άρθρο γραμμής" του τότε μητροπολίτη Ζακύνθου Χρυσόστομου όπου αφού έκανε αναφορά στον Παπισμό και στο Σλαβισμό κατέληγε:;

"..υπό το σημερινό κομμουνιστικόν καθεστώς διατελούσας σλαυικάς Ορθοδόξους Εκκλησίας υπό την αιγίδα του Ρώσου Πατριάρχου, κινουμένας ίνα αμαυρώσωσι την αίγλην του Οικουμενικού Πατριαρχείου και αναδείξωσιν εις την περίοπτον θέσιν, ην από αιώνων τούτο κέκτηται κατόπιν αποφάσεων Οικουμενικών Συνόδων, τον Πατριάρχην της Ρωσίας Αλέξιον".

Και όμως κατά πόσο θα μπορούσαν να ευσταθούν οι χαρακτηρισμοί περί "ρωσοφιλίας" και "αριστερισμού", κατά του Πατριάρχη, όταν:

Πρώτον, τον Νοέμβριο του 1946 διέρρευσε στον εκκλησιαστικό τύπο της Κωνσταντινούπολης και της Αθήνας επιστολή του Μαξίμου Ε΄ προς τον τότε Αρχιεπίσκοπο Αμερικής Αθηναγόρα προκειμένου να ενεργήσει ώστε να μην επιτραπεί η μετάβαση του ΕΑΜίτη επισκόπου Ιωακείμ, (πρώην Κοζάνης), στις ΗΠΑ λόγω της σκανδαλώδους πολιτείας του;

Δεύτερον: όταν αρνήθηκε συμμετοχή σε Διορθόδοξη Διάσκεψη που προσπάθησε να οργανώσει στη Μόσχα ο Αλέξιος το 1947;

Τρίτον: όταν ερχόμενος ο Μάξιμος Ε΄, στην Αθήνα δεν παρέλειψε να εκφράσει την υποστήριξή του στην ελληνική κυβέρνηση (της Αθήνας) και να καλέσει τους αντάρτες να καταθέσουν τα όπλα;

Συνεπώς μετά τα παραπάνω καθίσταται σαφής η σκευωρία που υπέστη ο Πατριάρχης Μάξιμος Ε΄ και μάλιστα όχι από αλλόθρησκους, αλλά από την ίδια την ομόθρησκη ελληνική κυβέρνηση, που αν δεν την παρασκεύασε τουλάχιστον την υιοθέτησε.

Προκάλυψη η ασθένεια

Χαρακτηριστικές είναι και οι αναφορές των τότε Ελλήνων διπλωματών που υπηρετούσαν στην Τουρκία κάποια αποσπάσματα των οποίων αξίζει ν΄ αναφερθούν ενδεικτικά για το κλίμα που ίσχυε τότε με προκάλυψη την ασθένεια του πατριάρχη.

Αρχικά λίγους μήνες μετά την εκλογή του Μάξιμου το 1946 το ελληνικό υπουργείο Εξωτερικών ενημερώνεται επίσημα από τον πρέσβη της Άγκυρας Περικλή Σκέφερη ότι "ο Πατριάρχης πάσχει από σοβαρή νευρασθένεια και θέλει να παραιτηθεί". Η πρώτη ελληνική αντίδραση ως απάντηση ήταν μάλλον επιφυλακτική: "Ας περιμένουμε την εξέλιξη της υγείας του και βλέπουμε…".

Τον Αύγουστο του 1947 ο τότε Έλληνας υποπρόξενος στην Κωνσταντινούπολη ¨Άγγελος Βλάχος σημειώνει για τον Πατριάρχη:

«ενώ με το στενό του περιβάλλον δεν συγκρατούσε τον εαυτό του και συχνά δεν ήθελε να φορέσει ούτε ράσα, αλλά περιφερόταν με μακριά μάλλινα σώβρακα είτε στο Πατριαρχείο είτε στους μακρείς διαδρόμους της Θεολογικής Σχολής της Χάλκης, όταν δεχόταν τον Μελά και τον Σκέφερη προσπαθούσε να συγκρατεί τον εαυτόν του, αλλά μάταια, γιατί και το πρόσωπό του έδειχνε βαθιά κατάθλιψη και ο ειρμός των όσων έλεγε ήταν ακατάστατος».

Εντυπωσιακή είναι και η εικόνα που σχημάτισε ο Γεώργιος Σεφέρης ένα μήνα πριν κατά τη συνάντηση που είχε με τον Πατριάρχη στην Ελλάδα, στη δεξίωση που έδωσε προς τιμή του ο αρχιεπίσκοπος Αθηνών Δαμασκηνός, στο σπίτι του στο Ψυχικό, στις 19 Ιουλίου του 1947, την οποία και περιγράφει:

" …Θα μπορούσες να την αγγίξεις την πλήξη που βγαίνει απ΄ αυτόν τον άνθρωπο, σαν αχνός. Μέσα σ΄ αυτό το βλέμμα είναι άπειρες σκοτεινιασμένες κάμαρες, στενόχωρα σοκάκια, συμπιεσμένες και μωλωπισμένες ψυχές".

Τον Σεπτέμβριο του 1947 επανέρχεται ο υποπρόξενος Άγγελος Βλάχος με νέο υπόμνημα προς το υπουργείο Εξωτερικών:

"Σήμερον ο Οικουμενικός Πατριάρχης είναι η «σκιά της σκιάς», ουδεμίαν έχων εξουσίαν επί τεσσάρων μητροπόλεων (Δέρκων, Χαλκηδόνος, Πριγκηποννήσων, Ίμβρου και Τενέδου). Η κατάσταση του κλήρου, ιδίως δε των μητροπολιτών είναι κατωτέρα πάσης περιγραφής. Η Ιερά Σύνοδος, αποτελούμενη κατά το πλείστον εξ επωνύμων μητροπολιτών, είναι συγκέντρωσις φαυλοβίων και χρηματιζομένων ανθρώπων, πολλοί των οποίων έχουν φθάσει εις σημείον πωρώσεως (…..). Η Τουρκική κυβέρνησις είναι βέβαιον ότι θα έχει εις την διάθεσίν της αρχείον ολόκληρον της κακής διαγωγής πλείστων εκ των Αρχιερέων. (…) Οι εν Κωνσταντινουπόλει ιεράρχαι, περιφερόμενοι άνευ ράσσου, αναμιγνυόμενοι εις τα κοσμικά, χάνουν σχεδόν εντελώς την εκκλησιαστικήν συνείδησιν, διάγουν βίον κακόν προκαλούντες και επεισόδια καταλήγοντα εις το αστυνομικόν τμήμα».

Να σημειωθεί ότι οι ιεράρχες έφεραν πολιτική περιβολή επειδή είχε επιβληθεί δια νόμου της τουρκικής κυβέρνησης από το 1934.

Η "παραίτηση"

Μετά τα παραπάνω τέσσερις κυβερνήσεις[15] του Λονδίνου, της Ουάσιγκτον, της Αθήνας, (η μόνη που έκανε μνεία για ασθένεια), και της Άγκυρας άρχισαν ν΄ ανησυχούν για τη διαδιδόμενη «ρωσοφιλία» του Οικουμενικού Πατριαρχείου, πίσω από την οποία εκτιμούσαν ότι κρύβεται επιδίωξη της σοβιετικής κυβέρνησης ν΄ αυξήσει την επιρροή της στο χώρο της Μέσης Ανατολής. Μάλιστα κάποιοι υπενθύμιζαν την προ δύο αιώνων συναφθείσα επί Τσάρων Συνθήκη Κιουτσούκ-Καϊναρτζή (του 1774).

Έτσι με συνεννοήσεις μέσω πρεσβειών άρχισε η αναζήτηση νέας «ισχυράς προσωπικότητας» με σαφή «αντιρωσικό» προσανατολισμό, που να μπορέσει να μεταβάλλει το Πατριαρχείο σε «αντικομουνιστικό προπύργιο». Αρχικά κατά τις ελληνο-αμερικανο-τουρκικές συνεννοήσεις η Τουρκία φέρονταν να αποδέχθηκε εκλογή πατριάρχη έξω από τον στενό κύκλο των συνοδικών επισκόπων, όπου τότε και προτάθηκε ο πρώην Αθηνών αρχιεπίσκοπος Χρύσανθος. Η πρόταση όμως αυτή απορρίφθηκε εκ μέρους της Τουρκίας θεωρώντας τον persona non grata, λόγω παλαιότερης δράσης του ως μητροπολίτης Τραπεζούντας, την περίοδο 1916-1922. Τότε ακολούθησε η πρόταση των ΗΠΑ για τον Αρχιεπίσκοπο Αμερικής Αθηναγόρα, τον οποίο ουσιαστικά και επέβαλε μετά από πιέσεις σε Τούρκους ιθύνοντες για προώθηση προσώπου αποδεδειγμένα πιστού στις «αρχές του δυτικού συνασπισμού». Έτσι η Άγκυρα και ο τουρκικός τύπος στήριξαν την πρόταση για τον Αθηναγόρα χαρακτηρίζοντάς τον μάλιστα «πιστό φίλο της Τουρκίας».

Αντίθετα η Αθήνα αρχικά εξέφρασε κάποιες επιφυλάξεις που όμως προ της τότε υστερίας του αντικομουνισμού γρήγορα ξεπεράστηκαν και το υπουργείο Εξωτερικών έδωσε εντολή στον πρέσβη της Άγκυρας να χειριστεί το θέμα «εν λευκώ». Τελείως όμως απρόσμενη ήταν και η αντίδραση του Αρχιεπισκόπου Αθηνών Δαμασκηνού για καθαρά όμως εκκλησιαστικούς λόγους, όπου με παρέμβαση του υπουργείου Εξωτερικών κλήθηκε να πάψει ν΄ αντιδρά τουλάχιστον δημόσια.

Ιδιαίτερα όμως έντονες και δικαιολογημένα ήταν οι αντιδράσεις στο Φανάρι, όταν άρχισαν να γίνονται γνωστές οι κινήσεις των παραπάνω κυβερνήσεων. Επικεφαλής των αντιδρώντων ιεραρχών που διέβλεπαν την έξωθι χειραγώγηση του Πατριαρχείου ήταν ο μητροπολίτης Δέρκων Ιωακείμ, ο Λαοδικείας Μάξιμος, ο Νεοκαισαρείας Χρυσόστομος, ο Περγάμου Αδαμάντιος, ο Σάρδεων Μάξιμος και ο Χαλδείας Κύριλλος, οι οποίοι στις επισημάνσεις των εκπροσώπων της Αθήνας για την ανάγκη της αντικατάστασης του Πατριάρχη, λόγω ασθενείας, υπερασπιζόμενοι την ανεξαρτησία του Πατριαρχείου απαντούσαν ότι πολλές φορές το Πατριαρχείο αντιμετώπισε στη μακρά ιστορία του παρόμοιες καταστάσεις τις οποίες μόνο του κατάφερε να τις ξεπεράσει, συνεπώς δεν είχαν χρεία εξωγενών παραγόντων για εσωτερικές διευθετήσεις.

Τελικά ο Οκτώβριος του 1948 ήταν ο μήνας των αφόρητων πιέσεων. Στη Κωνσταντινούπολη είχαν φθάσει και κάποιοι Αμερικανοί «διαπραγματευτές». Λέγεται ότι τότε οι συνοδικοί έκρυβαν τον Πατριάρχη στη Σχολή της Χάλκης για να μη δέχεται επισκέψεις ξένων εντεταλμένων. Οι κυβερνήσεις της Αθήνας και της Άγκυρας άρχισαν τότε ένα συντονισμένο αγώνα κάμψης των αντιδράσεων Ο πρέσβης Π. Σκέφερης, ο πρόξενος στη Κωνσταντινούπολη Π. Μελάς και Αμερικανοί υπόσχονται άφθονη οικονομική βοήθεια, ενώ παράλληλα δίδονται και προειδοποιήσεις για τυχόν αποκαλύψεις σκανδάλων για όσους βάραιναν.

Τελικά στις 18 Οκτωβρίου του 1948, κάτω από το καθεστώς εκείνο των υποσχέσεων και των εκβιασμών. όπως αυτό είχε διαμορφωθεί, ο Πρέσβης Π. Σκέφερης συνοδευόμενος από τον πρόξενο Π. Μελά μετέβησαν στη Χάλκη και παρέλαβαν το ιδιόχειρο έγγραφο της παραίτησης του Μαξίμου Ε΄. Ο δρόμος πλέον για την εκλογή νέου πατριάρχη είχε ανοίξει.

Το τέλος

Στο τέλος του 1971 προσβλήθηκε από οξεία βρογχοπνευμονία και πέθανε πάμπτωχος την Πρωτοχρονιά του 1972 στην Ελβετία. Η σορός του μεταφέρθηκε στη Κωνσταντινούπολη όπου και ετάφη με τιμές στο προαύλιο της πατριαρχικής Μονής Ζωοδόχου Πηγής Μπαλουκλή.

De Siris

Δημήτρης Θ. Γκότσης


Δημήτρης Θ. Γκότσης

O Δημήτρης Θ. Γκότσης γεννήθηκε στη Θεσσαλονίκη στις 26 Οκτωβρίου 1945 από γονείς μουσικούς, από τους οποίους και πήρε πλήρη μόρφωση στη φωνητική Μουσική. Σπούδασε Ιατρική στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο της γενέτειράς του. Μετεκπαιδεύτηκε κι εργάστηκε για πολλά χρόνια στην -τότε Δυτική- Γερμανία. 

Πρωτοεμφανίστηκε στα γράμματα στην ώριμη ηλικία των 44 χρόνων. Το 1986 εγκαταστάθηκε στην Πάφο της Κύπρου κι εργάστηκε σαν γιατρός μέχρι το 1999. Από τότε ζει σαν ελεύθερος συγγραφέας και μεταφραστής. Διετέλεσε εξωτερικός συνεργάτης του Κέντρου Χορωδιακής Πράξης  του Υπουργείου Πολιτισμού της Ελλάδας σε θέματα μετάφρασης λιμπρέττων, ποιητικής και αισθητικής της φωνητικής Μουσικής (ειδικά Ορατορίου και Λήντερ).

Ανήκει στα ιδρυτικά μέλη της Εταιρείας Λογοτεχνών Πάφου, ενώ είναι επίσης και μέλος της Ένωσης Λογοτεχνών Κύπρου, του Pen Club Κύπρου καθώς και της Διεθνούς Ένωσης Κριτικών Λογοτεχνίας.

Ποιήματά του έχουν ανθολογηθεί στα Γαλλικά, Αγγλικά, Ισπανικά, Γερμανικά και Φινλανδικά. Επίσης πρωτότυπα γερμανικά του ποιήματα έχουν συμπεριληφθεί σε γερμανικές ποιητικές ανθολογίες, εκδομένες στο Μόναχο και στο Κίελο.

Εργογραφικό

Ποίηση

Έστωρ, Λευκωσία, 1989.
Ιμάτια, Λευκωσία, 1990.
Τού Έστεν τα τραγούδια, Παιδική ποίηση, πάνω σε μουσική του Theodore Oesten, Λευκωσία, 1991.
...και Ορεινός ο Κήπος, Λευκωσία, 1992.
Αυλή του Πάσχα, Άσματα για τα Φυλακισμένα Μνήματα, ΄πρόλογος: Τάκη Βαρβιτσιώτη, Λευκωσία, 1994. (Κρατικό Βραβείο Κυπριακής Δημοκρατίας 1995)
Ταξιδίου Τέρματα, Λευκωσία, 1998.
Της Ευφρόνης, Λευκωσία, 2001.
Ομόκεντρον σε Τρία Πρόσωπα, Λευκωσία, 2003.
Ταξιδεύοντας με τον Μάλτε, εκδόσεις Αρμός, Αθήνα 2006.

Δοκίμια

Δοκίμια και κριτικές δημοσιευμένα σε βιβλία, έγκριτα λογοτεχνικά περιοδικά κι εφημερίδες Κύπρου και Ελλάδας. Ειδικότερα, ο Γκότσης προσέγγισε δοκιμιακά το έργο μεγάλων μορφών της πνευματικής παραγωγής του Νεώτερου Ελληνισμού όπως οι Διονύσιος Σολωμός, Ανδρέας Κάλβος, Κωνσταντίνος Καβάφης, Γιώργος Σεφέρης, Δημήτρης Π. Παπαδίτσας, Χρήστος Μαλεβίτσης, Νικηφόρος Βρεττάκος, Τάκης Βαρβιτσιώτης κ.ά.

Θέατρο

Μακεδόνισσες, μίμηση αρχαίου δράματος, 1991, ανεβασμένο σε ραδιοφωνική παραγωγή του Ραδιοφωνικού Ιδρύματος Κύπρου.

Μεταφράσεις

Ράινερ Μαρία Ρίλκε, Τα Σονέττα του Ορφέα -σε συνεργασία με τον Ανδρέα Πετρίδη, έκδοση της Εταιρείας Λογοτεχνών Πάφου σε συνεργασία με την Πρεσβεία της Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γερμανίας, Λευκωσία 1995.


Ράινερ Μαρία Ρίλκε, Οι Ελεγείες του Ντουίνο, εκδόσεις Αρμός, Αθήνα 2000.

Φρήντριχ Χαίλντερλιν: Ποιήματα, Μεγάλη Εκλογή σε Τρία Μέρη, εκδόσεις Αρμός 2002.

Ο Γκότσης έχει επίσης μεταφράσει ποιήματα των ακόλουθων Γερμανών και Αυστριακών ποιητών: Γιοχάννες Μπομπρόφσκι, Νέλλυ Ζάξ, Πέτερ Χούχελ, Γιοακίμ Ρίνγκελνατς, Ζάρα Κίρς, Ίνγκεμποργκ Μπάχμαν, Ίλζε Άιχινγκερ, Γκέοργκ Τράκλ, Στέφαν Γκεόργκε.

Μουσική

Ξένα Χορωδιακά Έργα με ελληνικό κείμενο, πρόλογος: Αντώνης Κοντογεωργίου, Υπουργείο Πολιτισμού, Κέντρο Χορωδιακής Πράξης, εκδόσεις Παπαγρηγορίου-Νάκας, Αθήνα, 1999.

De Siris

Βασίλης Χατζηπαναγής


Βασίλης Χατζηπαναγής

Ο Βασίλης Χατζηπαναγής είναι παλαίμαχος Έλληνας μεσοεπιθετικός ποδοσφαιριστής. Γεννήθηκε στην Τασκένδη της τότε Σοβιετικής Ένωσης (σημερινό Ουζμπεκιστάν), στις 26 Οκτωβρίου 1954. Οι γονείς του ήταν Έλληνες πρόσφυγες.

Βιογραφικό

Με καταγωγή Κυπριακή (από την Άχνα της Αμμοχώστου), ξεκίνησε το ποδόσφαιρο απο τη Δυναμό Τασκένδης και το 1972 πήγε στην Παχτακόρ μέχρι το 1975 που ήρθε στην Ελλάδα για τον Ηρακλή Θεσσαλονίκης. Στον Ηρακλή έκανε μεγάλη καριέρα και ήταν σπεσιαλίστας στα γκολ από κόρνερ. Εντυπωσιακή υπήρξε η συνεισφορά του στην κατάκτηση του Κυπέλλου Ελλάδας από τον Ηρακλή το 1976. Σε έναν από τους πιο εντυπωσιακούς τελικούς στην ιστορία του θεσμού (σκορ: 4-4, 7-6 στα πέναλτι) με τις τρίπλες του εξουδετέρωσε επανειλημμένα την άμυνα του Ολυμπιακού και πέτυχε δύο γκολ.

Επίσης, με τον Ηρακλή το 1984-85 κατέκτησε το Βαλκανικό Κύπελλο, επικρατώντας στο διπλό τελικό της ρουμανικής Αργκές Πιτέστι με 1-3, 4-1. Είχε αποφασιστική συμβολή στην πρόκριση στον τελικό και στην κατάκτηση του κυπέλλου, αφού σημείωσε γκολ σε όλους τους γύρους: στο 5-1 του α΄ γύρου επί της Γαλατασαράι, στο 1-0 του ημιτελικού επί της Ανκαραγιουτσού ενώ στο β΄ τελικό, στη Θεσσαλονίκη, πέτυχε το τρίτο γκολ της ομάδας του με πέναλτι.

Την τελευταία του επίσημη εμφάνιση με τον Ηρακλή έκανε στις 26 Οκτωβρίου 1990, την ημέρα των 36ων γενεθλίων του, στον αγώνα για το Κύπελλο ΟΥΕΦΑ με τη Βαλένθια. Όσο και αν ακούγεται παράξενο αυτή ήταν η μοναδική συμμετοχή του Χατζηπαναγή σε αγώνα ευρωπαϊκής διοργάνωσης.

Το 2003, με την ευκαιρία του εορτασμού των 50 χρόνων από την ίδρυση της ΟΥΕΦΑ, ανακηρύχθηκε κορυφαίος Έλληνας ποδοσφαιριστής των τελευταίων 50 χρόνων από την Ελληνική Ποδοσφαιρική Ομοσπονδία. Είχε καταπληκτική τρίπλα και αποκαλείτο "Νουρέγιεφ της μπάλας".

Στη Μικτή Κόσμου

Το 1984 κλήθηκε και αγωνίστηκε στη Μικτή Κόσμου εναντίον της αμερικανικής ομάδας "Κόσμος Ν. Υόρκης", σε φιλανθρωπικό αγώνα που έγινε στις 22 Ιουλίου 1984 στη Νέα Υερσέη, στο Στάδιο "Τζάιαντς", ενώπιον 40.000 θεατών, από τους οποίους 15.000 Ελληνοαμερικανοί ομογενείς. Συμπαίκτες του ήταν, μεταξύ άλλων, οι: Πίτερ Σίλτον, Ζαν Μαρί Πφαφ, Ρούντι Κρολ, Φέλιξ Μάγκατ, Ούγκο Σάντσεζ, Φιγκουερόα, Φραντς Μπεκενμπάουερ, Κέβιν Κίγκαν, Μάριο Κέμπες, Ντομινίκ Ροστό και ο Θωμάς Μαύρος. Η Μικτή νίκησε 3-1 και ο Χατζηπαναγής μπήκε στο 65΄ στη θέση του Κίγκαν. Με τις ενέργειές του συνάρπασε την κερκίδα δημιουργώντας πολλές ευκαιρίες. Μια από τις στιγμές που ξεσήκωσε τους φιλάθλους συνέβη στο 86΄, όταν με χτύπημα κόρνερ ο Χατζηπαναγής βρήκε το Μαύρο, η γυριστή κεφαλιά του οποίου χτύπησε στο δοκάρι.

Στην Εθνική Ελλάδος

Πριν έρθει στην Ελλάδα είχε συμμετοχές στις σοβιετικές εθνικές ομάδες ελπίδων και εφήβων καθώς και στην Ολυμπιακή ομάδα της Σοβιετικής Ένωσης.

Το 1976 κλήθηκε στην Εθνική Ελπίδων Ελλάδος, με την οποία αγωνίστηκε στις 3 Μαρτίου 1976 σε φιλικό αγώνα με τη Βουλγαρία στο Βόλο (σκορ 3-2), όταν μπήκε ως αλλαγή στο 57΄, είχε σουτ στο δοκάρι στο 60΄ και στο 77΄, αφού τρίπλαρε όλη την άμυνα, έκανε σέντρα στο Λιβαθηνό που σημείωσε το τρίτο γκολ.

Τον Ιούνιο του ίδιου έτους μετείχε στο Βαλκανικό Κύπελλο Ελπίδων που διεξήχθη στη Θεσσαλονίκη. Έπαιξε και στα τρία ματς της εθνικής με Βουλγαρία (0-0), Ρουμανία (2-1) και στον τελικό με την Γιουγκοσλαβία (0-1) και ήταν από τους διακριθέντες.

Το ίδιο έτος κλήθηκε στην Εθνική Ελλάδος, στο φιλικό παιχνίδι κατά της Πολωνίας στις 6 Μαΐου 1976, που έγινε στο γήπεδο Λεωφόρου Αλεξάνδρας (σκορ 1-0). Όμως, επειδή είχε ήδη αγωνιστεί σε επίσημα ματς με τις "μικρές" εθνικές της Σοβιετικής Ένωσης δεν του επιτράπηκε να αγωνιστεί σε άλλο ματς της Εθνικής Ελλάδας. Αγωνίστηκε ξανά, τιμής ένεκεν, στις 14 Δεκεμβρίου 1999 σε ηλικία 45 ετών, στο αποχαιρετιστήριο παιχνίδι που έδωσε προς τιμήν του η Εθνική Ελλάδας με την Γκάνα (σκορ 1-1), στο Καυταντζόγλειο Στάδιο. Στο παιχνίδι αυτό αγωνίστηκε μόνο 21 λεπτά αλλά πρόλαβε να δείξει τη μεγάλη κλάση του, αφού στο 13΄ δημιούργησε το μοναδικό γκολ της εθνικής. Με έξοχη μπαλιά στην πλάτη της άμυνας έβγαλε μόνο του το Βενετίδη απέναντι στον τερματοφύλακα, ο οποίος απέκρουσε το πρώτο σουτ για να σκοράρει στη συνέχεια ο Κυπαρίσσης.

Τίτλοι - Διακρίσεις

Βαλκανικό Κύπελλο: 1985
Kύπελλο Ελλάδος: 1976
Kύπελλο Ελλάδος (φιναλίστ): 1980, 1987
Κορυφαίος ποδοσφαιριστής των τελευταίων 50 ετών από την ΕΠΟ: 2003.

De Siris

Πέμπτη 25 Οκτωβρίου 2012

Παναγιωτάκης Γιατράκος


Παναγιωτάκης Γιατράκος

Ο Παναγιώτης (Παναγιωτάκης) Γιατράκος γεννήθηκε στην Άρνα Λακωνίας το 1790 ή 1791 και πέθανε στην Αθήνα στις 25 Οκτωβρίου 1851, ήταν γιατρός, φιλικός και αγωνιστής του 1821. Υπήρξε ηγετική μορφή της Επανάστασης και διαδραμάτισε σημαντικό ρόλο στα στρατιωτικά και πολιτικά γεγονότα, τόσο κατά τη διάρκεια του Αγώνα, όσο και κατά την πρώτη περίοδο του νέου ελληνικού κράτους.

Ο χρόνος της γέννησής του πρέπει να τοποθετηθεί στο 1790 ή 1791 (και όχι στο 1780, όπως δέχονταν παλαιότερα οι βιογράφοι του), όπως προκύπτει από τον κατάλογο των Φιλικών του Παναγιώτη Σέκερη, κατά τον οποίο ο Γιατράκος, όταν μυήθηκε στη Φιλική Εταιρεία από το Γρηγόριο Δικαίο – Παπαφλέσσα τον Αύγουστο του 1818, ήταν 27 χρονών, καθώς και από έγγραφο του Αρχείου Αγωνιστών της Εθνικής Βιβλιοθήκης (αρ. 21651), σύμφωνα με το οποίο το 1833 ήταν 43 χρονών.

Ο Παναγιώτης Γιατράκος σπούδασε (δεν είναι γνωστό πότε ακριβώς) στην Πάντοβα ιατρική, την οποία ασκούσαν εμπειρικά και άλλα μέλη της οικογένειάς του (στο «αφιερωτικό» της μύησής του στη Φιλική Εταιρεία αναφέρεται ήδη ως «Σπαρτιάτης χειρουργός»). Αργότερα, ίσως το 1817, εγκαταστάθηκε στη Ζάκυνθο και κατατάχτηκε σε αγγλικό στρατιωτικό σώμα. Λίγο πριν από την έναρξη του Αγώνα ίδρυσε στη Σπάρτη «Σχολείον Ιατροχειρουργικής» και εκπαίδευσε στην ιατρική και την επείγουσα χειρουργική όχι μόνο τους αδερφούς του αλλά και πολλούς άλλους που αργότερα πρόσφεραν πολυτιμότατες υπηρεσίες στην Επανάσταση.

Μαρτυρείται ότι ο Γιατράκος εφάρμοζε αντισηπτική και ασηπτική μέθοδο με αλκοόλ (ρακί) σε μια εποχή κατά την οποία η αντισηψία ήταν άγνωστη και ότι αντιμετώπιζε με μεγάλη αυτοπεποίθηση και επιτυχία βαρύτατες χειρουργικές περιπτώσεις. Αμέσως μετά την έναρξη του Αγώνα ο Γιατράκος πήγε από το Μυστρά, όπου τότε βρισκόταν, με ενόπλους στο πρώτο στρατόπεδο της Πελοποννήσου, που ιδρύθηκε στα Βέρβαινα της Κυνουρίας, και στις 8 Απριλίου 1821 με τους Θεόδωρο Κολοκοτρώνη, Έλους Άνθιμο, Βρεσθένης Θεοδώρητο και άλλους, απευθύνθηκε στους Υδραίους ζητώντας από αυτούς ενεργότερη συμμετοχή στην Επανάσταση.

Πήρε μέρος στην πολιορκία της Τριπολιτσάς επικεφαλής στρατιωτικού σώματος Αρκάδων και Μανιατών, καθώς και στις διαπραγματεύσεις με τους Τούρκους για την παράδοση της πόλης. Υπήρξε επίσης μεταξύ των πολιορκητών του Ναυπλίου και του Ακροκορίνθου και συνυπέγραψε με άλλους οπλαρχηγούς τη συμφωνία παράδοσης από τον Κιαμίλ μπέη του σημαντικού αυτού κάστρου. Την άνοιξη του 1822 ο Γιατράκος διακρίθηκε στις επιχειρήσεις της Ηπείρου, όπου εκστράτευσε με τον Αλέξανδρο Μαυροκορδάτο, καθώς και στην αντιμετώπιση της εκστρατείας του Δράμαλη στην Πελοπόννησο το καλοκαίρι του ίδιου χρόνου.

Κατά την εισβολή του Ιμπραήμ στην Πελοπόννησο έσπευσε στο Νεόκαστρο, όπου πολέμησε επικεφαλής 700 ανδρών, και κατά την παράδοση του φρουρίου στον Αιγύπτιο στρατάρχη (11 Μαΐου 1825) κρατήθηκε με το Γεώργιο Μαυρομιχάλη ως όμηρος, για να εκβιαστούν οι  Έλληνες να απελευθερώσουν δυο Τούρκους πασάδες που είχαν συλληφθεί κατά την κατάληψη του Ναυπλίου (30 Νοεμβ. 1822). Απελευθερώθηκε τέσσερις μήνες αργότερα, συνέχισε τον αγώνα εναντίον του Ιμπραήμ και δεν έπαψε να προσφέρει τις υπηρεσίες του ως το τέλος του Αγώνα.

Η ανάμιξη του Γιατράκου στα πολιτικά πράγματα υπήρξε επίσης αξιόλογη. Το Δεκέμβριο του 1821 ήταν μέλος της Πελοποννησιακής Γερουσίας που προήλθε από τη συνέλευση του Άργους (1-27 Δεκ. 1821 ), και στη διάρκεια της Β’ Εθνικής Συνέλευσης στο Άστρος (29 Μαρτ. – 18 Απρ. 1823) ορίστηκε φρούραρχός της. Κατά τη διάρκεια του εμφύλιου πολέμου (1823 – 25) ο Γιατράκος, όπως εξάλλου ολόκληρη η οικογένειά του, τάχθηκε με το μέρος της κυβέρνησης του Γεωργίου Κουντουριώτη, ο οποίος τη χρησιμοποίησε για να επιβληθεί στη μερίδα των στρατιωτικών.

Η δράση του κατά την καποδιστριακή περίοδο υπήρξε περιορισμένη και είναι γνωστό ότι αργότερα υπήρξε αφοσιωμένος στο βασιλιά Όθωνα (που όπως αναφέρεται κατά την κηδεία του Γιατράκου ακολούθησε πεζός τη σορό του).

Το 1834 συντέλεσε στην καταστολή της εξέγερσης που εκδηλώθηκε στη Μεσσηνία εναντίον της βαυαρικής αντιβασιλείας με πρωταγωνιστή το Γιαννάκη Γκρίτζαλη, και ορίστηκε αντιπρόεδρος του Στρατοδικείου που δίκασε τους επαναστάτες το Σεπτέμβριο του 1834. Μετά την επανάσταση της 3ης Σεπτεμβρίου 1843 διορίστηκε γερουσιαστής. Ο Παναγιώτης Γιατράκος, νηφάλιος κατά την άσκηση των πολιτικών και στρατιωτικών του δραστηριοτήτων, θεωρήθηκε ηθικός αυτουργός της δολοφονίας του Παναγιώτη Κρεββατά* το Νοέμβριο του 1822, η ενοχή του όμως δεν αποδείχτηκε. Εξακολούθησε μετά τη δοκιμασία αυτή να προσφέρει στην πατρίδα τις υπηρεσίες του ως το θάνατό του.


De Siris