Μιλτιάδης Μαλακάσης
Ο Μιλτιάδης Μαλακάσης γεννήθηκε στις 3 Μαρτίου 1869 και πέθανε στις 27 Ιανουαρίου 1943, υπήρξε ένας από τους σημαντικότερους ποιητές του νεοελληνικού λυρισμού. Ασχολήθηκε επίσης με την μετάφραση και την πεζογραφία.
Η ζωή του
Γεννήθηκε το 1869 στο Μεσολόγγι, από πλούσια οικογένεια. Αφού τελείωσε το δημοτικό και το Ελληνικό σχολείο στο Μεσολόγγι, χωρίς ιδιαίτερες επιδόσεις στα μαθήματα, το 1885 πήγε στην Αθήνα και μπήκε εσωτερικός στο ιδιωτικό λύκειο Παπαγεωργίου. Στη συνέχεια γράφτηκε στην Νομική Σχολή, κατόπιν πίεσης της οικογένειάς του , την οποία όμως δεν τελείωσε ποτέ.
Η οικονομική άνεση της οικογένειάς του τού έδωσε τη δυνατότητα να αφοσιωθεί στην ποίηση και την λογοτεχνία για ολόκληρη τη ζωή του. Στην Αθήνα έζησε κοσμική ζωή και ήταν μέλος της Αθηναϊκής Λέσχης. Το 1897 γνωρίστηκε με τον ελληνογάλλο ποιητή Ζαν Μωρεάς (Ιωάννη Παπαδιαμαντόπουλο) και η γνωριμία αυτή επηρέασε αποφασιστικά την ποίησή του και την μετέπειτα λογοτεχνική του πορεία του.
Το 1908 παντρεύτηκε την κόρη του Επαμεινώνδα Δεληγιώργη Ελίζα και τον επόμενο χρόνο εγκαταστάθηκε μαζί της στο Παρίσι όπου μπήκε στον κύκλο του Μωρεάς και ήρθε σε επαφή με το γαλλικό πνευματικό κόσμο της εποχής. Επέστρεψε στην Ελλάδα το 1915, αφού προηγουμένως είχε ταξιδέψει στη Γερμανία, στην Κωνσταντινούπολη κ.α. Το 1917 διορίστηκε κοσμήτορας και αργότερα διευθυντής της βιβλιοθήκης της Βουλής. Δεκαοχτώ χρόνια αργότερα παύθηκε από τη θέση αυτή, διορίστηκε όμως ξανά το 1936 για να παραιτηθεί τελικά την επόμενη χρονιά.
Κατά τον Ελληνοϊταλικό πόλεμο του 1940 ο Μιλτιάδης Μαλακάσης μαζί με άλλους Έλληνες λογίους προσυπέγραψε την Έκκληση των Ελλήνων Διανοουμένων προς τους Διανοούμενους ολόκληρου του Κόσμου με την οποία αφενός μεν καυτηριάζονταν η κακόβουλη ιταλική επίθεση, αφετέρου δε, διέγειρε την παγκόσμια κοινή γνώμη σε επανάσταση συνειδήσεων για κοινό νέο πνευματικό Μαραθώνα.
Έζησε τα τελευταία χρόνια της ζωής του αποτραβηγμένος στο σπίτι του στο Ψυχικό και πέθανε στο νοσοκομείο Ευαγγελισμός από καρκίνο στις 27 Ιανουαρίου του 1943.
Το έργο του
Ο Μαλακάσης εμφανίστηκε για πρώτη φορά στην λογοτεχνία από το περιοδικό Εβδομάς το 1885 χρησιμοποιώντας στο πρώτο του δημοσιευμα τα αρχικά Μ.Μ. Πιο συστηματικά άρχισε να δημοσιεύει ποιήματα, πεζά και άρθρα, εφτά χρόνια αργότερα, σε διάφορα περιοδικά κι εφημερίδες (Εστία, Διόνυσος, Τέχνη, Παναθήναια, Άστυ, Ακρόπολις κ.α.). Αρκετά ποιήματά του δημοσίευσε και στον Νουμά. Συνολικά ολοκλήρωσε δέκα ποιητικές συλλογές (από τις οποίες η Κυρά του Πύργου σε θεατρική μορφή).
Το 1904 ίδρυσε μαζί με τον Κωνσταντίνο Χατζόπουλο και τον Λάμπρο Πορφύρα την εταιρία «Εθνική Γλώσσα» για την προβολή και την καθιέρωση της Δημοτικής, το 1924 τιμήθηκε με το Εθνικό Αριστείο Γραμμάτων και το 1932 εκλέχτηκε πρόεδρος της Εταιρίας Ελλήνων Λογοτεχνών.
Συνολικά το ποιητικό του έργο του Μαλακάση χαρακτηρίζεται από απαισιόδοξη διάθεση. Άλλα χαρακτηριστικά της ποίησής του είναι η στιχουργική επιδεξιότητα και η μουσική αίσθηση. Όσο ζούσε, τύπωσε τα ποιητικά βιβλία: Συντρίμματα (1898) (ποιητική συλλογή αφιερωμένη στον Ζαν Μωρεάς), Ώρες (1903), Η Κυρά του Πύργου (1904, έμμετρο παραμυθόδραμα, δημοσιευμένο αρχικά στα Παναθήναια, τόμος Ζ΄, και κατόπιν χωριστά), Πεπρωμένα (1909), Ασφόδελοι (1918), Ο Μπαταριάς - Ο Τάκης Πλούμας – Μπάϋρον (1920), Αντίφωνα (1931), Ερωτικό (1939) και την μετάφραση του έργου Στροφές του Ζαν Μωρεάς (1920).
Μετά το θάνατό του εκδόθηκαν Τα Μεσολογγίτικα (1946), με όλα τα δημοσιευμένα στις προηγούμενες συλλογές μεσολογγίτικα ποιήματά του και το 1964 ο Γ. Βαλέτας συγκέντρωσε σε δύο τόμους το σύνολο του έργου του, με τίτλο Μαλακάσης: Άπαντα. Πρόσφατα, με φιλολογική επιμέλεια του Γιάννη Παπακώστα, έγινε νέα έκδοση των απάντων του σε τρεις τόμους: Ποιήματα(2005) και Πεζά(2006).
Ορισμένοι μελετητές αλλά και ομότεχνοί του τον επέκριναν (ο Καβάφης τον ειρωνευόταν: «Τα τρίκλωνα και ξέκλωνα του Γρυπάρη» ενώ άλλος κριτικός μιλώντας για τον Μαλακάση είχε πει ότι είναι «ο Δροσίνης που πάει να γίνει Γρυπάρης») χαρακτηρίζοντάς τον «τραγουδιστή», με την έννοια ότι εξέφραζε στα ποιήματά του προσωπικά συναισθήματα αδιαφορώντας για τα δεινά του ανθρώπου και της χώρας και ότι ο στίχος του στερείται φιλοσοφικού στοχασμού. Ο Μαλακάσης το δεχόταν, λέγοντας: «Έχω τον τρόμο των ιδεών».
De Siris