Δευτέρα 23 Νοεμβρίου 2009

Γιατί χρειαζόμαστε τον Αντώνη Σαμαρά;


Γράμμα στην ιστορία των ανιστόρητων...

Η ιστορία δεν παραγράφεται, ούτε όμως πρέπει να ξεχνιέται. Τα δέκα χρόνια περάσανε κι όμως κανείς δεν ξέχασε το ζήτημα της ονομασίας των Σκοπίων. Ακόμα παραμένει «καυτή πατάτα» (sic αγγλοσαξονική έκφραση).

Όμως ιστορία είναι το σύνολο των γεγονότων που έχουν καταγραφεί και δεν πρέπει να κρύβουμε σημαντικά γεγονότα, προς όφελος προσωπικών επιδιώξεων. Όπως τεχνηέντως αναπαράγει η «Αγία Οικογένεια» από 1993 μέχρι σήμερα.

Η εκλογική ήττα της Νέας Δημοκρατίας από το ΠΑΣΟΚ με τόσο μεγάλη διαφορά, προκάλεσε αλυσιδωτές αντιδράσεις στην συντηρητική παράταξη. Το σαββατοκύριακο που πέρασε είδαμε τους τρεις εν δυνάμει αρχηγούς της αντιπολίτευσης να καταθέτουν ο καθένας, ότι είχε, προς ένα ακροατήριο που μάλλον για άλλα είχε πάει εκεί κι άλλα συνάντησε. Όμως αυτό είναι ζήτημα που αφορά την παράταξη της Νέας Δημοκρατίας και όχι τους υπόλοιπους θα μου πείτε.

Κι όμως δεν αφορά μόνο όσους ψηφίζουν ή συμπαθούν την συντηρητική παράταξη. Όπως και η εκλογή του Γιώργου Παπανδρέου στην ηγεσία του ΠΑΣΟΚ το 2007, δεν αφορούσε μόνο τους κομματικούς, αλλά όλους μας, ενταγμένους και ανένταχτους. Σήμερα αυτόν που επέλεξαν τότε, οι πολίτες για αρχηγό του ΠΑΣΟΚ τον εξέλεξαν και Πρωθυπουργό της Ελλάδας.

Οπότε σαφώς μας αφορά και μας ενδιαφέρει ποιος θα είναι ο επόμενος αρχηγός της Νέας Δημοκρατίας. Γιατί η δικιά του ικανότητα, η διορατικότητα και το όραμα του, είτε ως αντιπολίτευση, είτε ως κυβέρνηση, θα έχει άμεσο αντίκτυπο στην καθημερινότητα μας. Συμπέρασμα, ουχί αυθαίρετο, είναι ότι μας αφορά και πρέπει να συμμετάσχουν όλοι που θεωρούν την Νέα Δημοκρατία, χώρο πολιτικής τους έκφρασης.

Με την ευκαιρία αυτή, θα ήθελα να αναφερθώ στον Αντώνη Σαμαρά και την Πολιτική Άνοιξη. Ας μην βιαστούν κάποιοι να με κατηγορήσουν ως διασπαστή ή ιστοριολάγνο. Όμως πρέπει να μάθουν όλοι και περισσότερο, να θυμηθούν, αυτοί που κρατήθηκαν στο Σκοπιανό και απαξίωσαν μια επιβεβλημένη εκείνη την περίοδο κίνηση, που θα είχε βάλει την Ελλάδα σε τροχιά ανάπτυξης και θα ήμασταν ένα κράτος πραγματικά, αξιοκρατικό, δημοκρατικό με στόχο και σκοπό τον Άνθρωπο, τον Έλληνα.

Ήμουν από εκείνους που συμπορεύτηκαν με τον Αντώνη Σαμαρά, ευθύς αμέσως με την αποχώρησή του από την Νέα Δημοκρατία το 1993. Πολλοί είναι εκείνοι που (χωρίς να γνωρίζουν, από πρώτο χέρι, τα πραγματικά γεγονότα) κατηγορούν τον Αντώνη Σαμαρά, για το αδιέξοδο στην επίλυση του ζητήματος της ονομασίας των Σκοπίων. Επιπρόσθετα, του χρεώνουν την κατάρρευση της Κυβέρνησης Μητσοτάκη, η οποία ήταν η χειρότερη περίοδος διακυβέρνησης της χώρας από την Μεταπολίτευση! Αν και είναι και από τον Μητσοτάκη επιβεβαιωμένο ότι είχε την δυνατότητα να ολοκληρώσει την θητεία της κυβέρνησης του με 150 βουλευτές.

Όμως δεν θα μείνω σ’ αυτό. Θα πάω παρακάτω σε πράγματα που πολύ θέλουν να ξεχάσουν.

Η Πολιτική Άνοιξη, δεν ιδρύθηκε για να αποτελέσει την προμετωπίδα ενός νέου «μακεδονικού αγώνα» όπως συχνά-πυκνά η δεξιά και η αριστερά μας κατηγορούσε. Η αλήθεια είναι πως «εκμεταλλευτήκαμε» την ρευστή πολιτική κατάσταση στην οποία είχε περιέλθει η χώρα μας, για να παρέμβουμε αποφασιστικά με τον λόγο μας, την σκέψη μας, τις απόψεις μας, τις προτάσεις μας και τις πράξεις μας, στην συνολική και δια παντός αλλαγή του νοσηρού πολιτικού κλίματος της εποχής, το οποίο - πιστέψτε με - δεν διαφέρει και πάρα πολύ από την πολιτική και κοινωνική κατάσταση των ημερών μας!

Ακόμη περισσότερο, η Πολιτική Άνοιξη ήταν το πρώτο ελληνικό κόμμα μετά το ΠΑΣΟΚ της δεκαετίας του ‘80 και ο Αντώνης Σαμαράς ο πρώτος Έλληνας πολιτικός μετά τον Ανδρέα Παπανδρέου, που μίλησε για κοινωνική δικαιοσύνη, ανανέωση των θεσμών, για αξιοκρατία, για διαφάνεια, για σεβασμό στον πολίτη και τις ανάγκες του, για μια Ελλάδα σοβαρή, υπεύθυνη και συμμέτοχη που θα είχε κάτι να προσφέρει και ενάντια στην Ελλάδα της μιζέριας, του ωχαδερφισμού και της αρπαχτής…

Οπωσδήποτε, δεν προσπαθώ να επιχειρήσω κανενός είδους σύγκριση. Κάτι τέτοιο θα ήταν τουλάχιστον άτοπο. Όμως φανταστείτε πως ταράχθηκαν τα λιμνάζοντα νερά του πολιτικού κατεστημένου της χώρας, όπως ακριβώς συνέβη με το ΠΑΣΟΚ του Ανδρέα Παπανδρέου το 1981, τη στιγμή που η αριστερά περιχαρακωνόταν στα ιδεολογικά της διλήμματα και η Νέα Δημοκρατία, αντί να αγωνίζεται να φέρει την πρόοδο και την ανάπτυξη στην ελληνική κοινωνία, νοιαζόταν μόνο να αναλάβει και πάλι την εξουσία για ν’ αρπάξει ό,τι μπορεί και να «τιμωρήσει» ακόμη περισσότερους!

Εμείς, ακολουθήσαμε άλλον δρόμο. Θελήσαμε μια Ελλάδα που θα έλεγε την αλήθεια και που δεν θα «τιμωρούσε» τους πολίτες! Οραματιστήκαμε μια Ελλάδα με αυτοπεποίθηση. Με πίστη στις δημιουργικές δυνάμεις του τόπου!

Όπως χαρακτηριστικά είχε επισημάνει ο ίδιος ο Αντώνης Σαμαράς:

«Το Αύριο δεν περιμένει. Δεν ανέχεται ούτε καθυστερήσεις, ούτε την μόνιμη ασθένεια της αναβολής και της προσωρινότητας. Γιατί αιτία της ελληνικής κρίσης, είναι ο άγραφος νόμος της ελληνικής προσωρινότητας. Συνηθίσαμε να τα βλέπουμε όλα και να αντιμετωπίζουμε τα πάντα στο πόδι. Ακόμη και τα εθνικά μας θέματα. Μια προσωρινότητα που μας οδήγησε στην απάθεια και στην αποκλειστική προβολή του προσωπικού μικροσυμφέροντος. Και όταν στο μικροσυμφέρον της κρατικο-πολιτικής ηγεσίας προστεθεί και το ευρύτερο σημερινό κενό αξιών της κοινωνίας μας, τότε απονευρώνεται το σύνολο του τόπου, εξατμίζονται και οι τελευταίες δυνάμεις που συγκρατούν την εθνική μας αυτοπεποίθηση και εξαφανίζεται η ευαισθησία της πολιτείας και των πολιτικών φορέων απέναντι στα προβλήματα των λιγότερο ισχυρών Ελλήνων.

Και δυστυχώς, έτσι συμβαίνει. Δρούμε συνολικά χωρίς αρχές και πάντα προσωρινά. Με πρωταγωνιστή τον επαναλαμβανόμενο κομματισμό που συστηματικά αναπαράγει την αποτυχία, μια και πάντοτε τιμωρεί ή δήθεν διορθώνει στο όνομα του κόμματος, την δραστηριότητα του προηγούμενου κομματικού μηχανισμού.

Ο φαύλος κύκλος της ελληνικής κρίσης οξύνεται. Τα μεγάλα εθνικά, οικονομικά και κοινωνικά προβλήματα μεγιστοποιούνται και πιέζουν. Μπροστά τους οι ηγεσίες, πολιτικές, πνευματικές και οικονομικές, είτε παραπλανούν, είτε σιωπούν. Ο χορός όμως της κρίσης δεν κάνει διακρίσεις. Μας συμπαρασύρει όλους.

Παρασύρει τον Έλληνα νέο που παγιδεύεται στην ημιμάθεια. Χωρίς επαγγελματικό προσανατολισμό, χωρίς σύνδεση της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης με την αγορά εργασίας, χωρίς ιδανικά που να βασίζονται στην πίστη ότι διαβατήριο ζωής είναι η αξία και η εργατικότητα.

Παρασύρει τον Έλληνα μεσήλικα, που παγιδεύεται στην υποαπασχόληση. Χωρίς παραγωγικούς στόχους, χωρίς συντονισμό, χωρίς την επιβεβλημένη σύνδεση αμοιβής και παραγωγικότητας και χωρίς την ηθική επιβράβευση του πραγματικά άξιου.

Παρασύρει τον Έλληνα ηλικιωμένο που παγιδεύεται σε προκαταλήψεις και στην κρατική αδιαφορία! Χωρίς αναγνώριση της προσφοράς του, χωρίς προγράμματα κοινωνικής πρόνοιας και χωρίς πρόβλεψη ή κίνητρα αξιοποίησης του.

Υπονομεύουν και ανατρέπουν κάθε στρατηγικό σχεδιασμό της εξωτερικής πολιτικής, που δεν είναι επιτέλους δυνατόν, να μην συνειδητοποιεί ότι τα προβλήματα πρέπει να αντιμετωπιστούν συντονισμένα, γιατί και συντονισμένη είναι η επίθεση κατά του ελληνισμού. Η προστασία της Κύπρου, της Μακεδονίας, του Αιγαίου και της Θράκης δεν πρέπει να αντιμετωπίζεται ούτε αποσπασματικά και ούτε θα αποδώσει αποσπασματικά.

Υπονομεύουν και ανατρέπουν κάθε φιλόδοξο σχέδιο ανασυγκρότησης της οικονομίας. Η μόνιμη ασθένεια της κρατικής καχυποψίας απέναντι στον πολίτη και τον επιχειρηματία συντηρεί και την δικαιολογημένη καχυποψία του φορολογούμενου απέναντι στην διοίκηση. Η έλλειψη συνέπειας και συνέχειας που τελικά απαγορεύει το μακροπρόθεσμο σχεδιασμό, η απουσία φαντασίας και τόλμης, η πλάνη ότι το κράτος διαθέτει την αυθεντία και το αλάθητο στη φορολογία και η εμμονή σε μεσαιωνικούς θεσμούς, όπως η προσωποκράτηση, απαγορεύουν την ανάπτυξη.

Υπονομεύουν και ανατρέπουν κάθε προσπάθεια κοινωνικής δικαιοσύνης και πλήττουν στα θεμέλια της, την έννοια της προσφοράς προς τον πολίτη. Οι ίσες ευκαιρίες και δικαιώματα στην παιδεία, στην υγεία και στην απασχόληση είναι εγγυημένες θεωρητικά από το Σύνταγμα, αλλά ποτέ δεν απέκτησαν και την πρακτική εγγύηση της απαλλαγής από το ρουσφέτι ή τον εξευτελισμό της αντιπαροχής στη σφαίρα του κομματισμού.»

Σας θυμίζουν τίποτα όλα αυτά τα παραπάνω; Αυτά δεν συζητάμε όλα αυτά τα χρόνια στις κατ’ οίκον συζητήσεις μας ή στα καφενεία; Αυτά δεν μας είπε περίπου και ο Γιώργος Παπανδρέου; Έχουν περάσει 15 χρόνια από τότε και είναι σαν να μην πέρασε μια μέρα. Ο «εχθρός» δεν είναι «απροσδιόριστος». Ήταν και είναι γνωστός, και πάντα γνωστός. Ο κακός μας εαυτός, είτε είμαστε δεξιοί, είτε κεντρώοι, είτε αριστεροί.

Ήδη από το 1993, η παρέμβαση του Αντώνη Σαμαρά στην πολιτική σκηνή της χώρας, έδειχνε τον δρόμο που θα έπρεπε να ακολουθηθεί ούτως, ώστε να μην βρεθούμε στην δυσάρεστη θέση (όπως τελικά βρεθήκαμε) να αντιμετωπίζουμε φαινόμενα σήψης και παρακμής σήμερα, με μια χώρα στα όρια της χρεοκοπίας.

Η Πολιτική Άνοιξη ήταν εκείνη που πρότεινε - μεταξύ άλλων - εξαετές πρόγραμμα οικονομικής ανάπτυξης και σταθερό φορολογικό σύστημα.

Συγκρότηση 15μελούς Κυβέρνησης από μη βουλευτές και ανασύνταξη των Υπουργείων.

Θεσμοθέτηση διαρκούς Συμβουλίου Στρατηγικού Σχεδιασμού για τον εξωτερικό και αμυντικό προσανατολισμό της χώρας.

Υλοποίηση 7ετούς προγράμματος για την παιδεία, τον πολιτισμό και τον αθλητισμό.

Εκλογή σταθερών για μια 5ετία διοικήσεων των δημοσίων οργανισμών και των κρατικών τραπεζών.

Νομοθέτηση συστήματος διαφάνειας για τις κρατικές προμήθειες, τα δημόσια έργα και τις αποκρατικοποιήσεις.

Συναίνεση για ένα νέο πλαίσιο δημοκρατικής λειτουργίας των κομμάτων με διαφάνεια και ευθύνη ουσιαστικής προσφοράς στο δημοκρατικό πολίτευμα.

Μήπως κι αυτά σας θυμίζουν κάτι;

Ο σκοπός των παραπάνω προτάσεων είναι εμφανής. Λιγότερο κόμμα, λιγότερη γραφειοκρατία, λιγότεροι «παράγοντες» και «παραγοντίσκοι» και περισσότερη πολιτική ούτως, ώστε να απεγκλωβιστούν οι πολίτες από μια κατάσταση που στην πραγματικότητα δεν εξυπηρετεί το κοινό συμφέρον.

Δυστυχώς, όπως συμβαίνει στην χώρα μας, κάθε αξία, κάθε προσπάθεια, κάθε πρόταση που θα δοκιμάσει να επιφέρει αλλαγές προς όφελος των πολλών, βρίσκει εμπόδια, δημιουργεί εχθρούς …Γιατί έχουμε μάθει να λειτουργούμε ως άλλοι ραγιάδες ενός συστήματος, που εμείς με τις επιλογές μας διαιωνίζουμε.

Η 29 Νοεμβρίου πλησιάζει. Η επιλογή είναι δική μας. Ποιον θέλουμε να είναι ο αρχηγός στην Νέα Δημοκρατία;

Αυτόν που απέδειξε ότι έχει πρόταση, έχει όραμα και την θέληση να υλοποιήσει, βάζοντας πάνω απ’ όλα τον άνθρωπο, συγκρουόμενος με τα συμφέροντα;

Ή αυτόν που επιμένει στο παλιό; Το παλιοκομματικό που μας έφερε σ’ αυτή την κατάσταση;