Τα τσιφλικόσπιτα του νομού Καρδίτσας
Τέσσερα είναι τα πλέον σημαντικά κονάκια (τσιφλικόσπιτα) στο νομό Καρδίτσας, τα οποία διακρίνονται για τη μοναδική αρχιτεκτονική τους. Σε ειδική έκδοση της Νομαρχιακής Αυτοδιοίκησης Καρδίτσας, με τίτλο "Οδοιπορικό στα μνημεία του νομού Καρδίτσας", παρουσιάζονται τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά που διακρίνουν το κάθε κονάκι, με στοιχεία του αρχιτέκτονα-μηχανικού, Δημήτρη Παλιούρα.
Κονάκι Αγναντερού
Το κονάκι Αγναντερού είναι χτισμένο σ' ένα μεγάλο οικόπεδο στα ανατολικά όρια του οικισμού. Πρόκειται για μεγάλων διαστάσεων τσιφλικόσπιτο, διώροφο, λιθόκτιστο και στεγασμένο με ξύλινη τετράκλινη στέγη, καλυμμένη με κοίλα κεραμίδια βυζαντινού τύπου.
Στη νοτιοδυτική του γωνία προβάλλει ο αμυντικός πυργίσκος, ενώ μαρτυρείται η ύπαρξη ενός δεύτερου, ο οποίος κατεδαφίστηκε γύρω στα 1940.
Κτίστηκε την τελευταία περίοδο της τουρκοκρατίας και αποτελεί χαρακτηριστικό παράδειγμα οχυρής κατοικίας, όπως αυτή διαμορφώθηκε στο δεύτερο μισό του 19ου αιώνα, στην περιοχή της πεδινής Θεσσαλίας.
Στην αρχική του μορφή είχε αμυντική οργάνωση, με ελάχιστα μικρά παράθυρα στο ισόγειο, που πληθαίνουν εντυπωσιακά στον πάνω όροφο, πολλές πολεμίστρες περιμετρικά του κτιρίου, ενισχυμένη εξώπορτα με μεταλλικό έλασμα και αμυντικούς πυργίσκους διάτρητους από πολεμίστρες, που συμπλήρωναν την αμυντική του θωράκιση.
Η κύρια είσοδός του βρίσκεται στο κέντρο της δυτικής όψης και έχει τοξωτή διαμόρφωση, με καλοδουλεμένο λίθινο περιθύρωμα, το οποίο φέρει λιθαναάλυφο διάκοσμο από ροζέτες, πεντάλφες κ.ά..
Το κονάκι αυτό αγοράστηκε από τον Εφέντη Χρηστάκη Ζωγράφο, πλούσιο Βορειοηπειρώτη και Εθνικό Ευεργέτη, μαζί με το τσιφλίκι της περιοχής, προφανώς λίγο πριν από την απελευθέρωση της Θεσσαλίας στα 1881, όταν πολλοί Τούρκοι εκποιούσαν τις περιουσίες τους και μετακόμιζαν σε άλλες, ασφαλέστερες γι' αυτούς, περιοχές της οθωμανικής αυτοκρατορίας.
Στο κονάκι αυτό διέμεινε από την άνοιξη του 1879 έως το 1889 και ο συγγραφέας Χρήστος Χρηστοβασίλης, όταν εξορίστηκε από την Ήπειρο και εργάστηκε ως γραμματέας πλάι στο θείο του Σπυράκη Βασιλείου, που ήταν επιστάτης στα κτήματα του Χρηστάκη Ζωγράφου.
Κονάκι Προδρόμου
Το κονάκι του Προδρόμου είναι χτισμένο στα ανατολικά όρια του οικισμού, πάνω στο λόφο του Αγίου Ιωάννη και αποτελεί ένα από τα αξιολογότερα και αντιπροσωπευτικότερα δείγματα τσιφλικόσπιτου του κάμπου της δυτικής Θεσσαλίας. Χτίστηκε πριν από την απελευθέρωση της Θεσσαλίας από τους Τούρκους στα 1881 και ήταν ιδιοκτησία του Εκρέμ Mπέη.
Πρόκειται για διώροφο λιθόκτιστο και κεραμοσκεπές κτίριο, με προεξέχοντα τριώροφο πύργο, ο οποίος χρησίμευε και ως παρατηρητήριο των γειτονικών εκτάσεων που ανήκαν στο τσιφλίκι.
Η κάτοψή του έχει σχήμα πεπλατυσμένου σταυρού και διαθέτει δύο εισόδους. Η μία βρίσκεται στον πύργο του κτιρίου, όπου ήταν χωροθετημένο και το κλιμακοστάσιο για την κάθετη επικοινωνία των ορόφων και η δεύτερη, η βοηθητική, στην ανατολική κεραία του σταυρού, όπου υπήρχε η κουζίνα του σπιτιού.
Οι όψεις του ήταν λιτές και στην αρχική τους μορφή διαμορφώνονταν από τα ορατά υλικά δομής τους, ενώ προοριζόταν να επιχριστεί ολόκληρο. Πιθανώς, όμως, να μην ολοκληρώθηκε ποτέ η κατασκευή του, λόγω των πολεμικών γεγονότων της εποχής.
Το κτίριο αυτό ήταν υπερσύγχρονο για την εποχή του, με τουαλέτα στο εσωτερικό του και ειδικό σύστημα καθαρισμού της, κουζίνα και δεξαμενή νερού με ειδικό σύστημα περισυλλογής του νερού της βροχής.
Κονάκι Αστρίτσας
Η Αστρίτσα είναι Δημοτικό Διαμέρισμα του Δήμου Φύλλου, έχει περί τους 200 μόνιμους κατοίκους και απέχει από την πόλη της Καρδίτσας περίπου 23 χλμ.. Αποτελεί ένα τυπικό χωριό του θεσσαλικού κάμπου, χωρίς κανένα ιδιαίτερο αρχιτεκτονικό ή πολεοδομικό ενδιαφέρον, αφού όλα σχεδόν τα κτίσματά του έχουν ανανεωθεί μετά το 1950.
Το μόνο παλιό και αξιόλογο κτίσμα που σώζεται στο χωριό είναι το κονάκι "Κοέν", χαρακτηριστικό τσιφλικόσπιτο του κάμπου, το οποίο σήμερα βρίσκεται στην ιδιοκτησία της οικογένειας Καραγιώτα. Είναι κτισμένο στο κέντρο του χωριού, στη μέση ενός μεγάλου οικοπέδου, ελεύθερο από άλλα κτίσματα γύρω του. Είναι ογκώδες σε σχέση με τα υπόλοιπα κτίσματα του χωριού και δεσπόζει σ' αυτό, δηλώνοντας έτσι την αίγλη και την υπεροχή του τσιφλικά έναντι των υποτελών κολίγων. Πρόκειται για μία πλούσια κατασκευή, καθώς είναι εξ ολοκλήρου φτιαγμένη από καλοδουλεμένους λίθους, υλικό δυσεύρετο και ακριβό εκείνη την εποχή στον κάμπο. Κατασκευάστηκε τις τελευταίες δεκαετίες του 19ου αιώνα, ενδεχομένως από Τούρκους τσιφλικάδες της περιοχής, οι οποίοι, φεύγοντας το 1881 με την απελευθέρωση της Θεσσαλίας, πούλησαν το τσιφλίκι τους στον Εβραίο Ηλία Κοέν. Στη συνέχεια, το 1920, λίγο πριν από τις απαλλοτριώσεις των μεγάλων τσιφλικιών της Θεσσαλίας, αγοράστηκε από την οικογένεια Καραγιώτα, στην ιδιοκτησία της οποίας βρίσκεται μέχρι σήμερα.
Πρόκειται για διώροφη, λιθόκτιστη οικοδομή που στην αρχική της μορφή ήταν στεγασμένη με ξύλινη τετράκλινη στέγη, καλυμμένη με χειροποίητα κεραμίδια βυζαντινού τύπου, η οποία σήμερα έχει καταστραφεί.
Είναι λιτό στη μορφολογία του, χωρίς πρόσθετα διακοσμητικά στοιχεία και η πρόσοψή του διαμορφώνεται από την καλά αρμολογημένη λιθοδομή, τις καλοδουλεμένες κατασκευαστικές λεπτομέρειες και από τα ανοίγματα που είναι συμμετρικά τοποθετημένα στον κατακόρυφο άξονα συμμετρίας. Στο κέντρο του ισογείου υπάρχει η μοναδική είσοδος του σπιτιού. Πάνω από την είσοδο του κτιρίου, στην αρχική του μορφή, υπήρχε μικρό ξύλινο μπαλκόνι, το οποίο σήμερα έχει καταστραφεί.
Κονάκι Λαζαρίνας
Στη μέση ενός μεγάλου και κατάφυτου από αιωνόβια δένδρα οικοπέδου, στη Λαζαρίνα της Καρδίτσας, βρίσκεται το κονάκι του μεγαλοκτηματία Ζωγράφου, το οποίο αποτελείται από την κυρίως κατοικία και τα βοηθητικά του προκτίσματα, τις αποθήκες, το εργοστάσιο επεξεργασίας ρυζιού κ.ά., στα οποία σήμερα στεγάζεται η επιχείρηση της "ΙΠΠΟ-ΤΟΥΡ".
Η ακριβής χρονολογία κατασκευής του δεν μας είναι γνωστή. Μπορούμε, όμως, να το τοποθετήσουμε χρονολογικά, αμέσως μετά την απελευθέρωση της Θεσσαλίας και την απόκτηση της γης από την οικογένεια Ζωγράφου.
Το κτίριο αυτό υπήρξε κατοικία του Γεωργίου Ζωγράφου, ο οποίος έφερε στη Λαζαρίνα την επιστημονική καλλιέργεια της γης, της δενδροκομίας και της κτηνοτροφίας και ίδρυσε τα Ζωγράφεια εργοστάσια σακχάρεως, ορύζης και βάμβακος.
Υπήρξε διδάκτωρ του Δικαίου του Πανεπιστημίου του Μονάχου και επί σειρά ετών Βουλευτής Καρδίτσας και Αθηνών, υπουργός Εξωτερικών, Γενικός Διοικητής του Βορειοηπειρωτικού Αγώνα και Συνδιοικητής της Εθνικής Τράπεζας της Ελλάδος στις πρώτες δεκαετίες του αιώνα μας.
Το κτίριο του κονακιού είναι μεγάλων διαστάσεων, διώροφο, με σοφίτες και ενισχυμένο στη νοτιοδυτική γωνία του με πολυγωνικό πύργο, διάτρητο από πολεμίστρες για την αμυντική του θωράκιση.
Ο όγκος του διασπάται σε επιμέρους τμήματα, ισόγεια, διώροφα και τριώροφα, σε εσοχή και προεξοχή, δημιουργώντας μια έντεχνη πλαστικότητα στη διάρθρωση των όγκων του και ένα παιχνίδισμα γραμμών και σχημάτων, τα οποία εναρμονίζονται απόλυτα με το πλούσιο φυσικό περιβάλλον της περιοχής. Στο ισόγειο είναι χωροθετημένα τα δωμάτια των επισκεπτών, το γραφείο του ιδιοκτήτη, η κουζίνα, οι χώροι υποδοχής και άλλοι βοηθητικοί χώροι. Ο όροφος αποτελούσε τον κύριο χώρο διαμονής των ιδιοκτητών, ενώ στη σοφίτα διέμενε το υπηρετικό προσωπικό.
Στο κτίριο αυτό, κατά την περίοδο της Εθνικής Αντίστασης στεγάστηκε το στρατηγείο των Εγγλέζων στην περιοχή και μία πτέρυγά του διαμορφώθηκε σε νοσοκομείο.
Από το κτίριο αυτό πέρασε και ο Άρης Βελουχιώτης με τους Ιταλούς αιχμαλώτους, τους οποίους έκλεισε στους στάβλους και στο περιβόλι του κονακιού.