Θεόδωρος Δερβενιώτης
Ο Θεόδωρος Δερβενιώτης γεννήθηκε στην Ζαγορά Πηλίου στις 20 Ιανουαρίου 1922, γιός του Δημήτρη και της Ιφιγένειας Δερβενιώτη. Από μικρό παιδί δείχνει μεγάλη αγάπη για την μουσική κληρονομώντας πιθανόν το μουσικό ταλέντο του παππού του Θεόδωρου Δ. Δερβενιώτη, ο οποίος υπήρξε παραδοσιακός μουσικός παίζοντας λαούτο σε γάμους και πανηγύρια της εποχής.
Οι επιρροές της μουσικής του παππού του, καθώς και οι εξαιρετικές γνώσεις του μέλους της κομπανίας του παππού του Γιάννη Βισβίκη ενισχύουν την μεγάλη αγάπη του μικρού Θεόδωρου Δερβενιώτη και τελικώς τον βοηθούν να μυηθεί πιο εύκολα στην παραδοσιακή μουσική.
Το πρώτο μουσικό όργανο που έπιασε στα χέρια του ο μικρός Θόδωρας ήταν ένα λαούτο φτιαγμένο από κολοκύθα με τρεις συρμάτινες χορδές. Ο ανερχόμενος μουσικός όλη την μέρα σύμφωνα με μαρτυρίες του ίδιου γρατζουνούσε τις συρμάτινες χορδές της κολοκύθας.
Ο Θεόδωρος Δερβενιώτης παράλληλα δείχνει το ίδιο ζήλο για την ευρωπαϊκή αλλά και για τη βυζαντινή μουσική βρισκόμενος από πέντε ετών στο ψαλτήρι εκκλησίας της συνοικίας του χωριού του.
Σε ηλικία 16 ετών κάνει την πρώτη του επίσημη εμφάνιση ως μέλος παραδοσιακής κομπανίας παίζοντας λαούτο σε τοπικό πανηγύρι της Ζαγοράς. Ένα χρόνο αργότερα διορίζεται ψάλτης στην εκκλησία της Αγίας Κυριακής Ζαγοράς.
Κατά την δεκαετία του 1940 ο Θεόδωρος Δερβενιώτης ως νέος με προβληματισμούς και ανησυχίες δεν λείπει από το κάλεσμα του Ε.Α.Μ. στο οποίο γίνεται μέλος από την αρχή της ίδρυσης του. Στην συνέχεια γίνεται μέλος της Ε.Π.Ο.Ν. και λίγους μήνες αργότερα μέλος του Κ.Κ.Ε.
Στα δύσκολα χρόνια της κατοχής και της αντίστασης η δράση του υπήρξε πρωτοπόρα και έντονη. Μετά τα γεγονότα του εμφύλιου οδηγείται στρατεύσιμος σε 3χρόνη εξορία στα Κύθηρα και την Μακρόνησο.
Ο Θεόδωρος Δερβενιώτης παρά το ακλόνητο των θέσεων του κατά την διάρκεια της εξορίας δεν εγκαταλείπει την μουσική δημιουργία και με το μουσικό ταλέντο που διαθέτει, αναγκάζει τους διώκτες του να του αναθέσουν την διεύθυνση της χορωδίας του Β’ τάγματος.
Στα επόμενα σκληρά χρόνια της δεκαετίας του 1950 ο αγώνας της επιβίωσης συνοδευόμενος από την «ρετσινιά» του αριστερού πεισμώνουν και σφυρηλατούν τον Θεόδωρο Δερβενιώτη. Η εποχή που ακολουθεί συνδέεται με την οικοδόμηση του αστικού κράτους, τις διώξεις, τους αποκλεισμούς, τη φτώχεια και την εγκατάλειψη που κυριαρχεί σε κάθε σημείο της Ελλάδος. Σ’ αυτό το σκηνικό ο Θ. Δερβενιώτης αρχίζει να εργάζεται με μοναδικό ζήλο έχοντας ως ισχυρό όπλο την μουσική του μαεστρία και την αγάπη για την μουσική πλάθοντας μεγάλα τραγούδια που μέλλει να οικοδομήσουν τη επονομαζόμενη «Σχολή του Κοινωνικού Λαϊκού Τραγουδιού».
Σ’ αυτή την περίοδο σύμφωνα με μαρτυρίες του ίδιου κάποιος τον συμβούλεψε να αφήσει το λαούτο και να μάθει μπουζούκι. Τον άκουσε κι έτσι βρέθηκε στο καφενείο των καλλιτεχνών του λαϊκού τραγουδιού. Στο «μπαράκι του Μάριου», Σωκράτους και Σατωβριάνδου ήρθε σε επαφή με τους συνθέτες του λαϊκού τραγουδιού, οι οποίοι του ζητούσαν να τους γράφει τα τραγούδια τους σε νότες, για να τα στέλνουν στο Υπουργείο Τύπου. Ο Θεόδωρος Δερβενιώτης με το παρατσούκλι «ο χοντρός» ήταν ο μόνος που ήξερε να γράφει και να διαβάζει σε πεντάγραμμο. Εκτός από την εκμάθηση του μπουζουκιού ο Θεόδωρος Δερβενιώτης γρήγορα έπαιξε επίσης μπαγλαμά, μαντολίνο, μπάντζο και μαντόλα.
Για αρκετό διάστημα ο Θεόδωρος Δερβενιώτης ασχολείται με το γράψιμο των τραγουδιών σε πεντάγραμμο και σιγά-σιγά αρχίζει να διορθώνει και να προσθέτει μουσικές στους ρυθμούς που τους σιγοτραγουδούν μεγάλες μορφές του ελληνικού τραγουδιού. Αυτή του η επαφή με την μουσική, του ανοίγει τον δρόμο με την σύνθεση και έτσι το 1952 ο Χαράλαμπος Βασιλειάδης (επονομαζόμενος και ως «Τσάντας») αφού του παραδίδει το πρώτο τραγούδι που στην συνέχεια θα μελοποιήσει ο Θεόδωρος Δερβενιώτης του ζητά να φιλήσει το χέρι του στιχουργού.
Το πρώτο τραγούδι με τίτλο «ΜΟΝΟ ΨΕΜΑ και ΑΠΙΣΤΙΑ» (1953) του συνθέτη πλέον Θεόδωρου Δερβενιώτη είναι γεγονός, ηχογραφείται με την φωνή του τραγουδιστή Γιάννη Τζιβάνη από την φωνογραφική εταιρεία ΚΟΛΟΥΜΠΙΑ και σημειώνει πωλήσεις που φθάνουν τους 1900 δίσκους. Το δεύτερό του τραγούδι που ηχογραφείται φέρει την μεγάλη φωνή της εποχής, τον Πρόδρομο Τσαουσάκη και ακολουθεί μια μουσική «καταιγίδα» με τραγούδια από τις μεγάλες φωνές της εποχής: Καίτη Γκρεύ, Πόλυ Πάνου, Γιώτα Λύδια, Πάνος Γαβαλάς, Στράτος Διονυσίου, Γρηγόρης Μπιθικώτσης, Στέλιος Καζαντζίδης, Μαρινέλλα και άλλοι.
Το 1959 εγκαταλείπει οριστικά το πάλκο (στον «Αστέρα» Κοκκινιάς του Παράσχου Κονδύλη, γιατί δεν ανεχόταν να παίρνει ο μεν Καζαντζίδης 1300 δρχ. μεροκάματο, η δε Μαρινέλλα 600 δρχ, κι αυτός ο συνθέτης και μαέστρος των τραγουδιών τους μόνο 300 δρχ. (!).
Το φθινόπωρο του ’60 ο Δερβενιώτης επιχειρεί ένα άλλο παρότολμο εγχείρημα για την εποχή και ανοίγει τη Σχολή λαϊκού και ελαφρού τραγουδιού στα Σεπόλια, στην οδό Κωνσταντινουπόλεως με συνεργάτη τον Γιάννη Βέλλα. Ο Δερβενιώτης ήταν υπεύθυνος για το λαϊκό τραγούδι και ο Βέλλας για το ελαφρό. Παράλληλα σ’αυτή την σχολή ο Δερβενιώτης διδάσκει κιθάρα και μπουζούκι. Στην συνέχεια η σχολή μεταφέρεται Ακομινάτου και Φαφιέρου ενώ με το τέλος της συνεργασίας του Θεόδωρου Δερβενιώτη με τον Γιάννη Βέλλα λόγω διαγωνίας σχετικά με τον τρόπο λειτουργίας η σχολή του Δερβενιώτη μεταφέρεται στην Βίκτωρος Ουγκώ 27 και αργότερα στην Λ. Αλεξάνδρας κοντα στην καφετέρια Σόνια.
Κατά την δεκαετία του 1960 το έργο του Δερβενιώτη εμπλουτίζεται συνεχώς και γρήγορα καταξιώνεται ως ένας από τους μεγαλύτερους λαϊκούς συνθέτες της εποχής. Στην ίδια δεκαετία η σύνδεση του με τον μεγάλο λαϊκό τραγουδιστή Στέλιο Καζαντζίδη, κύριο εκφραστή των λαϊκών συναισθημάτων της εποχής αφήνει ως παρακαταθήκη 95 μοναδικά λαϊκά τραγούδια που έγραψαν ιστορία. Επίσης είχε την τύχη να συνεργαστεί με τους κορυφαίους στιχουργούς του
λαϊκού τραγουδιού όπως η Ευτυχία Παπαγιαννοπούλου, ο Κώστας Βίρβος, ο Χαράλαμπος Βασιλειάδης, ο Κώστας Μάνεσης και ο Χρήστος Κολοκοτρώνης. Το 1963 συνεργάζεται με την δισκογραφική εταιρεία «COLUMBIA» και μετέπειτα στις εταιρείες «ODEON», «PARLOPHONE» που αργότερα έγινε «ΜΙΝΟΣ».
Στην δεκαετία του 1970 ο Θεόδωρος Δερβενιώτης εξακολουθεί να δημιουργεί μεγάλα τραγούδια και να συνεργάζεται με τους μεγαλύτερους καλλιτέχνες της εποχής: Λάκης Χαλκιάς, Σπύρος Ζαγοραίος, Βαγγέλης Περπινιάδης, Πέτρος Αναγνωστάκης, Τόλης Βοσκόπουλος, Μάνος Παπαδάκης, Γιώργος Νταλάρας και άλλοι.
Η επιτυχία του Θεόδωρου Δερβενιώτη στο λαϊκό τραγούδι δεν αποτυπώνεται μόνο από τις μεγάλες συνεργασίες αλλά και από τις μεγάλες πωλήσεις στις δουλειές που υπογράφει συνθετικά. Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι ο δίσκος που περιείχε τα τραγούδια «Ψύλλοι στ' αυτιά μου μπήκανε» και «Σε ικετεύω» με τον Τόλη Βοσκόπουλο που σημειώνει πωλήσεις που φθάνουν τα 150.000 αντίτυπα, ενώ το τραγούδι «Ένα πιάτο άδειο στο τραπέζι» με τον Στέλιο Καζαντζίδη σημειώνει πωλήσεις που φθάνουν τα 100.000 αντίτυπα.
Η δεκαετία του 1980 βρίσκει τον Θεόδωρο Δερβενιώτη προς το τέλος της μεγάλης του πορείας με επισφράγισμα τη συνεργασία του με τον Μανώλη Μητσιά, στο δίσκο «Εξ Αδιαιρέτου», με τον Πασχάλη Τερζή στο δίσκο «Εθνική Θεσσαλονίκης» και σε άλλους δίσκους με συμμετοχές.
Ο Θ. Δερβενιώτης ανέπτυξε επίσης έντονη συνδικαλιστική δράση στο χώρο του τραγουδιού όπου και διατέλεσε ιδρυτικό μέλος, πρόεδρος της ΕΜΣΕ (Ένωση Μουσικοσυνθετών Ελλάδας) και μέλος Δ.Σ. για είκοσι έτη. Επίσης υπήρξε πρόεδρος σε αρκετά Δ.Σ. του Συλλόγου Ζαγοριανών Αθήνας.
Ολοκληρώνοντας την πορεία του μεγάλου λαϊκού συνθέτη και δάσκαλου Θεόδωρου Δερβενιώτη θα πρέπει να αναφέρουμε τα πιο γνωστά τραγούδια που υπογράφει ο ίδιος τα περισσότερα σε στίχους του Κώστα Βίρβου: «Αναστενάζει ο μπαγλαμάς», «Παράπονα και κλάματα», «Στο ’πα μια, στο ’πα δυό», «Μίσος κι αγάπη», «Η αμαρτωλή», «Όσες βρω καρδιές θα κάψω», «Οι 10 συμβουλές», «Άλλα μου λεν' τα μάτια σου», «Να καεί το πελεκούδι», «Αφήστε με στον πόνο μου», «Βίρα τις άγκυρες», «Δειλινό σε γνώρισα», «Λογαριασμός δικός μου», «Αφού απόφαση το πήρες», «Τί να πω και τί να κάνω», «Γλυκοχαράζει», «Φύγε κι άσε με», «Χαδιάρα μου», «Η Ντόλτσε βίτα ή Γλυκειά ζωή», «Ένα πικρό παράπονο», «Η νέα ντόλτσε βίτα», «Η πεθερά μου», «Κατεδαφίζεται», «Της νύχτας το μινόρε», «Σού 'χω έτοιμη συγγνώμη, γύρισε ξανά», «Θα φύγω πρώτος για να φταίω μόνο εγώ», «Κλαίνε μαζί μου τα βουνά», «Μια γυφτοπούλα αγάπησα», «Ένας μπαγλαμάς μουρμούρης», «Δέκα νύχτες, δέκα βράδια», «Μια μάνα απόψε χαίρεται», «Στου Θωμά το ταβερνάκι», «Το τελευταίο μας φιλί», «Μέσ’ στης αγάπης μας το τζάκι», «Σκοτεινιασμένε ουρανέ», «Εμείς μαζί θα ζήσουμε», «Μοίρες, μοίρες», «Παλαμάκια, παλαμάκια», «Παραπονιάρα μου», «Σαν σήμερα χωρίσαμε», «Σ' αυτόν τον ψεύτη τον ντουνιά», «Σβήσε το φως», «Τα τελευταία τα σκαλιά», «Ίσως», «Της κοινωνίας ναυαγός», «Τσιγγάνε σπάσε το βιολί», «Φίλα με, φίλα με», «Στις φάμπρικες της ξενιτιάς», «Ένα σφάλμα έκανα», «Γόησσα», «Αγαπώ την Άννα», «Χτύπα με, μοίρα, χτύπα με», «Ρεμπέτικο ιστορικό», κ.λ.π.
Τα προσωπικά L.P. του Θεόδωρου Δερβενιώτη είναι: «Τραγούδια της ξενιτιάς» (1965), «Το ρεμπέτικο περιβόλι» (1974), «Αξέχαστες επιτυχίες 1953-75» (1975), «Αντιλαλούν οι γειτονιές» (1976), «Λαϊκοί καημοί» (1977), «Όλα για σένα» (1978), «Ένα συστημένο γράμμα» (1979), «Έτσι σε θέλω, έτσι μ' αρέσεις» (1980), «Τριαντάφυλλο κι αγκάθι» (1981), «Τα λαϊκά του Θοδωρή Δερβενιώτη» (1982), «30 χρόνια Νο 1» (1984), «Τα καινούργια» (1985), «Μια αγάπη όταν ξαναρχίζει» (1986), «Δερβενιώτης:30 χρόνια Νο 2» (1987), «Ξυπνήσαν οι αναμνήσεις» (1993), κ.λ.π. Μετέχει επίσης «κατά το ήμισυ» στους δίσκους: «Αγάπη και φιλότιμο» (1975), «Ρεμπέτικα και θαλασσινά» (1978), «Εξ' αδιαιρέτου» (1984), «Όλα μου τα παράπονα» (1985), «Εθνική Θεσ/νίκης» (1986), «Τα μάγκικα του Βίρβου» (1988).
Ο Θεόδωρος Δερβενιώτης έφυγε στα 82 του χρόνια την Κυριακή 4 Δεκεμβρίου 2004 αφήνοντας πίσω του μια λαμπρή πορεία, που ξεκινά από τα πρώτα χρόνια της δεκαετίας του ΄50, μέχρι και τις ημέρες μας. Με τα τραγούδια του στήριξε την καριέρα πολλών μεγάλων ερμηνευτών: Στέλιου Καζαντζίδη, Βαγγέλη Περπινιάδη, Πόλυς Πάνου, Μανώλη Αγγελόπουλου, Πάνου Γαβαλά, Γρηγόρη Μπιθικώτση, Καίτης Γκρέυ, Μπάμπη Τσετίνη, Γιώτα Λύδια, Στράτο Διονυσίου, Σπύρο Ζαγοραίου, Μάνο Παπαδάκη, Πέτρο Αναγνωστάκη, Τόλη Βοσκόπουλου, Μανώλη Μητσιά κ.α., υπογράφοντας αθάνατες επιτυχίες.
De Siris