Φεβρουαριανά
Ως
Φεβρουαριανά φέρονται στη νεότερη ελληνική ιστορία τα σοβαρά επεισόδια και η
στάση που σημειώθηκε στην Αθήνα από τις 8 μέχρι τις 11 Φεβρουαρίου του 1863, με
αφορμή την παραίτηση υπουργών της προσωρινής κυβέρνησης, κατά τη διάρκεια των
εργασιών της Εθνικής Συνέλευσης που είχε συγκροτηθεί μετά την λεγόμενη έξωση
του Όθωνα. Τα έκτροπα έλαβαν χώρα υπό τον στρατηγό Δ. Γρίβα, κατά του Δ.
Βούλγαρη -ο τελευταίος ήταν μέλος της επιτροπής της μεσοβασιλείας η οποία είχε
αποστολή να διοικεί την Ελλάδα μετά την έξωση του Όθωνα και μέχρι την άφιξη νέου
βασιλιά.
Στην στάση
αυτή σκοτώθηκαν τρεις στρατιώτες (κατά άλλες πηγές μόνον ένας κι αυτός κατά
λάθος), αλλά πάντως δεν έγινε ο εμφύλιος που πολλοί τότε φοβούνταν και το
αποτέλεσμα ήταν να καταργηθεί η επιτροπή της μεσοβασιλείας και να σχηματισθεί
κυβέρνηση υπό τον Ζηνόβιο Βάλβη.
Το χρονικό
Η στάση
εκδηλώθηκε μετά την έξωση του Όθωνα το 1862, όταν προσωρινά η κυβέρνηση της
Ελλάδας πέρασε σε μια τριμελή επιτροπή μεσοβασιλείας. Στις εκλογές που
ακολούθησαν το Νοέμβριο του 1862, η χώρα διχάστηκε μεταξύ των λεγόμενων Ορεινών
(κατά απομίμηση της γαλλικής εθνοσυνέλευσης) επικεφαλής των οποίων ήταν ο
Κωνσταντίνος Κανάρης και των Πεδινών, επικεφαλής των οποίων ήταν ο Δ.
Βούλγαρης. Οι διαξιφισμοί δεν αφορούσαν στην επιλογή του επόμενου βασιλιά, γιατί
οι Έλληνες γνώριζαν ότι αυτό θα καθοριζόταν από τις Μεγάλες Δυνάμεις. Η πόλωση
οφειλόταν σε θέματα εσωτερικής πολιτικής και επιλογών. Επιχείρημα του Κανάρη
ήταν πως ο Βούλγαρης προσπαθούσε να επιβάλει δικτατορία και να επαναφέρει τον
Όθωνα, ενώ επιχείρημα του Βούλγαρη ήταν η απειθαρχία και η έλλειψη πολιτικής
παιδείας όλων των στρατιωτικών και Ορεινών
Οι
συγκρούσεις στην τριανδρία της Μεσοβασιλείας (δηλαδή μεταξύ των Δημήτρη
Βούλγαρη, Κωνσταντίνου Κανάρη και Μπενιζέλου Ρούφου) κατέληξε στα μέσα Δεκεμβρίου
στην παραίτηση του Κανάρη και τα πνεύματα οξύνθηκαν ακόμα περισσότερο στη
θυελλώδη εθνοσυνέλευση της 7ης Φεβρουαρίου. Τότε οι Ορεινοί (και ο στρατηγός
Δημήτριος Γρίβας μαζί τους) συγκρούσθηκαν με τους Πεδινούς έντονα και
χωρίστηκαν κυριολεκτικά σε δύο στρατόπεδα, καθένα από τα οποία κατέλαβε καίρια
σημεία της πόλης με στρατιωτικά σώματα, με αποτέλεσμα να απειληθεί εμφύλιος. Οι
περισσότεροι στρατιωτικοί ήταν με την πλευρά των Ορεινών, ενώ στην πλευρά του
Βούλγαρη ή τω Πεδινών, ήταν μόνον ο Π. Λεωτσάκος - πλην όμως ηγείτο της
Χωροφυλακής και είχε κατά συνέπεια μεγάλη στρατιωτική δύναμη στη διάθεσή του.
Στη διάρκεια της νύχτας σκοτώθηκαν τρεις στρατιώτες και κάποιοι προσπάθησαν να
απαγάγουν τον Δημήτρη Βούλγαρη από το σπίτι του, αλλά δεν τα κατάφεραν. Οι
περισσότεροι πολίτες κυκλοφορούσαν ένοπλοι στους δρόμους ή όσοι ήταν ουδέτεροι,
έμεναν φοβισμένοι στα σπίτια τους, βέβαιοι ότι την επομένη θα ξεσπούσε πόλεμος
και αιματοχυσία.
Παρενέβησαν
τότε πυροσβεστικά οι Αλέξανδρος Κουμουνδούρος, Θ. Ζαΐμης, Γ. Πετιμεζάς, Σπ.
Αντωνόπουλος και Π. Μαυρομάτης. Έπεισαν τα δύο στρατόπεδα να αναμείνουν τη
σύγκλιση της εθνοσυνέλευσης της 9ης Φεβρουαρίου. Στην τετράωρη έντονη
συνεδρίασή της κατίσχυσαν οι πιο ψύχραιμοι και πρώτος παραιτήθηκε ο Μπενιζέλος
Ρούφος λίγο δε αργότερα παραιτήθηκε και ο Βούλγαρης. Αποφασίστηκε να ανατεθεί
σχηματισμός προσωρινής κυβέρνησης σε ένα πρόσωπο γενικής αποδοχής. Ορίστηκε
πρωθυπουργός άνευ χαρτοφυλακίου ο Ζηνόβιος Βάλβης, που ήταν και πρόεδρος της
Εθνοσυνέλευσης. Αυτός σχημάτισε κυβέρνηση στις 13 Φεβρουαρίου.
Πλατεία Ομονοίας
Επειδή μετά
την 4ωρη συνεδρίαση αποφασίστηκε να βρεθεί η "μέση λύση" και
αποτράπηκε ο εμφύλιος, εκπρόσωποι του στρατού ορκίστηκαν πίστη στην
εθνοσυνέλευση και αδελφωμένοι οι ένοπλοι οπαδοί όλων των μερίδων συγκεντρώθηκαν
στην πλατεία Όθωνος "για να σταματήσει η διχόνοια". Από τότε η
πλατεία αυτή ονομάστηκε πλατεία Ομονοίας. Εντούτοις η ομόνοια θα κρατούσε μόνον
μέχρι τον Ιούνιο, οπότε στα λεγόμενα "Ιουνιανά" σκοτώθηκαν πάνω από
200 Έλληνες.
De
Siris