Υπαπαντή.
Υπαπαντή σημαίνει προϋπάντηση. Στις 2 Φεβρουαρίου, λοιπόν, γιορτάζουμε τη μέρα που ο Χριστός, προϋπαντήθηκε στο Ναό του Σολομώντα, από τον ιερέα Συμεών, καθώς σύμφωνα με το Μωσαϊκό νόμο, κάθε πρωτότοκο αρσενικό παιδί έπρεπε να αφιερώνεται στο Θεό και σαράντα μέρες μετά τη γέννησή του να προσφέρεται ως θυσία ένα ζεύγος τρυγόνων ή δύο νεοσσοί περιστεριών.
Η παράδοση αναφέρει σχετικά με το γεγονός αυτό, ότι ο δίκαιος Συμεών αρκετά χρόνια πριν από την γέννηση τού Χριστού, επιστρέφοντας στα Ιεροσόλυμα μαζί με άλλους νομοδιδασκάλους από κάποια αποστολή έκαναν συζήτηση πάνω σε κάποια προφητικά κείμενα.
Μεταξύ αυτών συζητήθηκε και αυτό, πού αναφέρεται στον Ησαΐα: "Ιδού η Παρθένος εν γαστρί έξει και τέξεται Υιόν, και καλέσεις το όνομα αυτού Εμμανουήλ" (7, 14). Ο Συμεών, αν και άνθρωπος με πολλή ευλάβεια δυσπίστησε, και πρόβαλλε αντιρρήσεις για το αδύνατο τής γεννήσεως ανθρώπου με παρθενογένεση.
Λέγεται ότι ενώ γίνονταν αυτή η κουβέντα, δέχθηκε από κάποιο αόρατο χέρι ένα ηχηρό ράπισμα, ενώ παράλληλα ακούστηκε μία φωνή, πού τού έλεγε: "Και θα δουν τα μάτια σου και θα αγγίξουν τα χέρια τον Χριστόν Κυρίου". Παρ' όλα αυτά η δυσπιστία δεν τον αποχωρίστηκε και εξακολουθούσε να έχει τούς ενδοιασμούς του. Και ενώ περνούσαν το ποτάμι πού βρίσκονταν, λέγεται, ότι έβγαλε από το χέρι του το δακτυλίδι και πέταξε στο νερό τού ποταμού και είπε: "αν αυτό το δακτυλίδι ξαναβρεθεί στα χέρια μου, τότε πράγματι θα μπορέσουν όλα αυτά να γίνουν πραγματικότητα".
Η πορεία τής επιστροφής στα Ιεροσόλυμα συνεχίζονταν οπότε και έφθασαν σε κάποιο πανδοχείο ζητώντας φαγητό και διαμονή. Ο πανδοχέας τούς πρόσφερε φαγητό από ψάρια. Και ενώ έτρωγαν τα ψάρια, σ' εκείνο τού Συμεών βρέθηκε με τρόπο θαυμαστό το δακτυλίδι, πού πριν είχε πετάξει στα νερά τού ποταμού. Ο Συμεών γεμάτος θαυμασμό, δοξολόγησε το Θεό για το θαυμαστό σημάδι πού τού φανέρωσε, και πεπεισμένος πια στην εκπλήρωση τής προφητείας τού Ησαΐα επιστρέφει στα Ιεροσόλυμα με την απόφαση τής παραμονής, για το υπόλοιπο τής ζωής του, στον ιερό χώρο τού Ναού αναμένοντας να δουν τα μάτια του την εκπλήρωση τής προφητείας.
Στην ηλικία των εκατό δέκα χρόνων αξιώθηκε να κρατήσει στην γηραλέα του αγκαλιά το Βρέφος Ιησού και να ζητήσει μετά την "απόλυσή" του από την ζωή.
Λαογραφία.
Τέτοια μέρα, ο λαός μας συνήθιζε να κάνει προβλέψεις σε σχέση με τον καιρό. Γενικότερα λεγόταν πως ό,τι καιρό κάνει της Υπαπαντής, τέτοιος καιρός θα βαστάξει και για σαράντα μέρες, αν και σε περιοχές της Κρήτης πίστευαν πως αν ο καιρός είναι καλός αυτή τη μέρα, ο χειμώνας θα κρατήσει πολύ ακόμη.
Σε περιοχές της Μακεδονίας, μάλιστα, την παραμονή των Χριστουγέννων Βάζα στο τζάκι μια άσπρη πέτρα για να περάσει η οικογένεια "άσπρη χρονιά". Τούτη την πέτρα, την άφηναν εκεί μέχρι της Υπαπαντής, οπότε και τη μετέφεραν στα χωράφια για να αποτρέψει τη χαλαζόπτωση! Αυτή η μέρα, λοιπόν, ήταν σημαδιακή για τον καιρό που θα ακολουθούσε άρα και για τη σοδειά των αγροτών:
Καλοκαιριά της Παπαντής, μαρτιάτικος χειμώνας.
Παπαντούλα χιονισμένη και τ'αμπάρια γιομισμένα.
Παπαντή καλοβρεμένη, η κοφίνα γεμισμένη.
Σύμφωνα με την καταγραφή του λαογράφου Γ.Α.Μέγα (Ελληνικές γιορτές και έθιμα της λαϊκής λατρείας), "Η Υπαπαντή στη γλώσσα του λαού έγινε Αποπαντή και τέλος Πακουή ή Πακού, δηλαδή η αγία που ακούει, η Παναγιά. Λέγεται και Παναγιά η Μυλιαργούσα, επειδή οι μύλοι αργούν - και να τους βάλεις μπροστά, σταματούν και δεν αλέθουν (Κρήτη)."
Από: www.i-m-attikis.gr και http://firiki.pblogs.gr
De Siris