Απελευθέρωση
Δράμας
Η
απελευθέρωση της Δράμας ανήκει ιστορικά στο πλαίσιο των πολεμικών επιχειρήσεων,
που έλαβαν χώρα στη διάρκεια των Βαλκανικών Πολέμων.
Η έναρξη του
πρώτου Βαλκανικού Πολέμου, το Σεπτέμβριο του 1912, βρίσκει την Ελλάδα σύμμαχο
της Σερβίας, της Βουλγαρίας και του Μαυροβουνίου, ενώ η Δράμα, όπως και όλη η
Βόρεια Ελλάδα, βρίσκεται υπό την κατοχή της Τουρκίας. Η τελευταία, «σκιά» πια
της άλλοτε κραταιής Οθωμανικής Αυτοκρατορίας κλονίζεται ήδη ισχυρά, υπό το
βάρος της επικείμενης επίθεσης των συνασπισμένων λαών της Βαλκανικής, που
αγωνίζονται να απελευθερώσουν τα εθνικά τους εδάφη.
Η πορεία των
επιχειρήσεων φέρνει τελικά την Ελλάδα στη Θεσσαλονίκη, ενώ η Βουλγαρία
καταλαμβάνει, το Νοέμβριο του 1912, την περιοχή της Ανατολικής Μακεδονίας και,
φυσικά, τη Δράμα. Έκτοτε κι επί οχτώ μήνες, η Δράμα παραμένει στα χέρια των
Βουλγάρων. Είναι η περίοδος της πρώτης βουλγαρικής κατοχής.
Με την έναρξη
του δεύτερου Βαλκανικού Πολέμου, στις 17 Ιουνίου 1913, οι Βούλγαρου βρίσκονται
αντιμέτωποι με τους τέως συμμάχους τους, τους Έλληνες και τους Σέρβους. Η
απληστία και η υπεροψία τους τούς εμποδίζει να αντιληφθούν ότι μειονεκτούν
έναντι των αντιπάλων τους. Έτσι, η μία μετά την άλλη, οι ελληνικές πόλεις
απελευθερώνονται.
«Πήραμε την
Θεσσαλονίκη μας, τας Σέρρας τας ωραίας και την Δράμα», τραγουδούσαν, σε
εμβατηριακούς ρυθμούς, οι Έλληνες της εποχής.
Πώς όμως ο
ελληνικός στρατός έφτασε στη μεγάλη αυτή νίκη; Σύμφωνα με στοιχεία από τα
αρχεία του Γενικού Επιτελείου/Διεύθυνση Ιστορίας, η προέλαση του Ελληνικού
Στρατού προς τους νέους αντικειμενικούς σκοπούς, όπως αυτοί καθορίστηκαν με
διαταγή του Γενικού Στρατηγείου, άρχισε σταδιακά και αφού προηγουμένως οι
μονάδες συμπλήρωσαν τις απαραίτητες προετοιμασίες τους.
Η VII
Μεραρχία, αφού ενισχύθηκε με το 15ο Σύνταγμα Πεζικού της VIII Μεραρχίας, που
έφτασε στις Σέρρες μέσω Θεσσαλονίκης από την Κορυτσά, έστειλε στις 30 Ιουνίου
το 21ο Σύνταγμα Πεζικού και μία μοίρα Πυροβολικού προς τη Δράμα και με την
υπόλοιπη δύναμή της προέλασε από το πρωί της 1ης Ιουλίου προς το Νευροκόπι.
Το Απόσπασμα
του 21ου Συντάγματος (Απόσπασμα Δράμας) έφτασε το βράδυ της 30ής Ιουνίου στο
χωριό Αγγίστα και την επομένη, ύστερα από σύντομο αγώνα, εισήλθε στη Δράμα, που
πρόλαβε να σώσει από βέβαιο εμπρησμό. Οι κάτοικοι της πόλεως επιφύλαξαν θερμή
υποδοχή στα ελληνικά τμήματα.
Στην κωμόπολη
του Δοξάτου, όμως, στα νοτιοανατολικά της Δράμας, οι Βούλγαροι κατά την
υποχώρησή τους, στις 30 Ιουνίου, διέπραξαν μεγάλης εκτάσεως βανδαλισμούς, την
πυρπόλησαν και έσφαξαν περισσότερους από 3.000 κατοίκους της, μεταξύ των οποίων
πολλούς ιερείς, γυναίκες και παιδιά.
Η υπόλοιπη
δύναμη της VII Μεραρχίας, προελαύνοντας προς το Κάτω Νευροκόπι, κατέλαβε, στις
2 Ιουλίου, ύστερα από μεγάλο αγώνα, τα υψώματα Μπαμπίνας και προωθήθηκε στα
νότια του χωριού Κάτω Βροντού.
Χαρακτηριστικό
ήταν και το τηλεγράφημα που απέστειλε στο τότε Υπουργείο Στρατιωτικών ο
Στρατηγός Δούσμανης, ο οποίος αναφέρει- μεταξύ άλλων- για την απελευθέρωση της
Δράμας: «…Σήμερον εις το αριστερόν και το κέντρον του μετώπου μας ο στρατός
προήλασε χωρίς να συναντήση τον εχθρόν. Εις το άκρον δεξιόν ημών ημέτεραι
δυνάμεις μετά πείσμονα μάχην διηρκέσασαν από 9ης πρωίας μέχρι 4.30′ εσπερινής
ώρας παρά την Αλιστράτην και Κρίτσαβαν έτρεψαν τον εχθρόν εις φυγήν και
κατέλαβον την Δράμαν. Ο Μητροπολίτης Δράμας και πάντες οι κάτοικοι μη εξαιρουμένων
ουδέ των Τούρκων και Ισραηλιτών μετά δακρύων χαράς εδέχθησαν ως σωτήρα τον
Ελληνικόν Στρατόν, σώσαντα αυτούς ως έλεγον εκ βεβαίας καταστροφής…».
De Siris