Τρίτη 30 Αυγούστου 2011

Δημήτρης Σγούρος


Δημήτρης Σγούρος

O Δημήτρης Σγούρος γεννήθηκε στην Αθήνα στις 30 Αυγούστου 1969. Το παγκόσμιο πιανιστικό φαινόμενο που ονομάζεται Δημήτρης Σγούρος, άρχισε να παίζει πιάνο σε ηλικία 6 ετών. Ένα χρόνο αργότερα, έδωσε κατατακτήριες εξετάσεις στο Ωδείο Αθηνών, μπαίνοντας στο 6ο ωδειακό έτος (τάξη Μαρίας Χαιρογιώργου-Σιγάρα). Τέλειωσε τις σπουδές του σε ηλικία 12 ετών (1981) αποσπώντας όλες τις διακρίσεις.

Είχε ήδη αρχίσει διεθνή καριέρα και είχε ήδη κερδίσει 4 Α' βραβεία σε διαγωνισμούς πιάνου (σε ηλικία 9 ετών κέρδισε και το Α΄ βραβείο στον Διαγωνισμό Καίτης Παπαϊωάννου). Όλα αυτά μας οδηγούν στο προφανές συμπέρασμα ότι, ως προς τη Μουσική, ο Δ. Σγούρος ξεπετάχτηκε πάνοπλος από το πουθενά (όπως ακριβώς η Αθηνά από το κεφάλι του Δία!). Έχοντας εκ φύσεως λυμένα όλα τα τεχνικά προβλήματα του πιάνου, δεν υπήρξε ποτέ παιδί-θαύμα (όπως συχνά γράφεται) αλλά ολοκληρωμένος καλλιτέχνης ήδη από παιδί! Στη συνέχεια, φοίτησε στο Πανεπιστήμιο του Μαίρυλαντ των ΗΠΑ (δίπλα στον Στιούαρτ Γκόρντον) και στη Βασιλική Ακαδημία του Λονδίνου (δίπλα στους Γκάι Τζόνσον και Τίμοθυ Μπάξτερ). Απεφοίτησε το 1984 με τον μεγαλύτερο βαθμό που δόθηκε ποτέ (98/100!).

Το 1982, κάνει την πρώτη του εμφάνιση στο Kάρνεγκυ Χωλ της Ν. Υόρκης, ερμηνεύοντας το "3ο Κοντσέρτο για πιάνο και ορχήστρα" του Ραχμάνινοφ (με την Εθνική ΣΟ της Ουάσιγκτον και μαέστρο τον Μ. Ροστρόποβιτς). H New York Post έγραψε τότε: "Κε Μότσαρτ, κε Λίστ, υποδεχθείτε τον κο Σγούρο!...". Προηγουμένως και σε ηλικία 12 είχε δισκογραφήσει με τον φον Κάραγιαν. Έκτοτε έδωσε συναυλίες στις μεγαλύτερες πόλεις όλων των Hπείρων, με τις γνωστότερες ορχηστρες και μαέστρους, στις σημαντικότερες αίθουσες και χώρους συναυλιών (Κάρνεγκυ Χωλ, Σαλ Πλεγιέλ του Παρισιού, Ηρώδειο, Φιλαρμονική του Βερολίνου, Βασιλικό Χωλ και Μπάρμπικαν Χωλ του Λονδίνου, Καπιτώλιο της Ρώμης, Τόκιο Σύμφωνυ Χωλ, Σίδνεϋ Όπερα Χάουζ, Καλλιτεχνικό Κέντρο Μελβούρνης, Μουζίρτγκεμπάου του Άμστερνταμ, Φεστιβάλ του Ζάλτσμπουργκ, κ.λπ.).

Οι συναυλίες του έχουν μεταδοθεί από άπειρα ραδιοφωνικά και τηλεοπτικά δίκτυα. Κυκλοφορούν επίσης διεθνώς, πλήθος «ντοκυμανταίρ» γύρω από τη ζωή του. Αλλά και στον τομέα της δισκογραφίας, ώς σήμερα έχει εγγράψει (έχοντας σημειώσει μεγάλες κυκλοφοριακές επιτυχίες) έργα Σούμαν, Μπραμς, Μπετόβεν, Ραχμάνινοφ, Τσαϊκόφσκυ, Λιστ, Μότσαρτ, Σοπέν για σόλο πιάνο, το 3ο Κοντσέρτο του Ραχμάνινωφ (με τη Φιλαρμονική του Βερολίνου), το 1ο Κοντσέρτο και το σπάνια παιζόμενο Κοντσέρτο-Φαντασία του Τσαϊκόφσκυ (με τη Φιλαρμονική Ορχ. του Λονδίνου) και το 1ο κοντσέρτο του Λιστ (με τη Φιλαρμονική Ορχ. της Σλοβενίας, σε ζωντανή εκτέλεση με σόλο προσθήκες). Επίσης, το 2ο Κοντσέρτο του Ραχμάνινωφ (με την Εθνική ΣΟ της πρώην Σοβιετικής Ένωσης υπό τον Β. Σβετλάνωφ, σε εγγραφές από ζωντανές εκτελέσεις στην Αυστραλία), τα 2 Κοντσέρτα του Μπραμς (με τη Φιλαρμονική της Σόφιας υπό τον Εμίλ Ταμπάκοφ) και λοιπή δισκογραφία. Ο Δ. Σγούρος έχει να παρουσιάσει και διδακτικό έργο.

Έχει προσκληθεί και έχει δώσει Σεμινάρια και Διαλέξεις στα Παν/μια: των Αθηνών, στο Τόγκυ Χάγκσεν της Ιαπωνίας, σ’ εκείνο των Μεθοδιστών του Ντάλας (Τέξας) καθώς και στο Νέο Ωδείο Θεσ/νίκης και την Μποσβίλ της Ελβετίας. Διεθνή Φεστιβάλ με το όνομά του διεξάγονται στη Λουμπλιάνα της Σλοβενίας (από το Μάρτιο του 1988), στο Αμβούργο και τη Σιγκαπούρη, ενώ από το 1987 έχει θεσπιστεί υποτροφία-βραβείο "Σγούρος" στο Νέο Ωδείο Θεσ/νίκης, με οικονομική προσφορά του. Για τη μεγάλη καλλιτεχνική και πολιτισμική διεθνή του σταδιοδρομία σε τόσο νεαρή ηλικία έχει τιμηθεί: από τον δήμαρχο του Λος Άντζελες Τομ Μπράντλεϋ (για τη συμμετοχή του στην έναρξη των εκεί Ολυμπιακών Αγώνων του 1984).

Έχει επίσης τιμηθεί από την Ακαδημία Αθηνών (βραβείο "Μοτσενίγου" 1982) καθώς και από πόλεις της Ελλάδας και του εξωτερικού, που του απένειμαν τις μεγαλύτερες διακρίσεις τους. Το 1983 τιμήθηκε και με το βραβείο "Λεονάρντο ντα Βίντσι". Παράλληλα, είναι απόφοιτος της Μαθηματικής Σχολής του Παν/μίου Αθηνών και μιλάει 6 γλώσσες.

Το ότι ο υπέργηρος Αρθούρος Ρουμπινστάιν του χάρισε το ρολόι του (δηλώνοντας: "Ευχαριστώ το Θεό που με κράτησε ζωντανό, ώστε να μπορέσω να ακούσω με τα αφτιά μου τον Δημήτρη Σγούρο να παίζει. Είναι ο καλύτερος πιανίστας που άκουσα ποτέ μου, συμπεριλαμβανομένου και του εαυτού μου"...) δεν αποτελεί έκπληξη για τους πραγματικά γνωρίζοντες και μη κωλυoμένους (είτε από δικαιολογημένη ζηλοφθονία είτε από συμπλεγματική κριτική αυτοακύρωση) να ταυτιστούν με τη διαπίστωση κορυφαίων ξένων «επαϊόντων». Όντως ο Δ. Σγούρος, άσχετα με τις όποιες επιλογές και επιδιώξεις του, βρίσκεται στην κορυφή του σύγχρονου πιανιστικού Πανθέου.

De Siris