Лев Троцкий
O Λεφ Νταβίντοβιτς Μπρόνσταϊν, ή Λέων Τρότσκι γεννήθηκε στις 7 Νοεμβρίου 1879 και πέθανε στις 21 Αυγούστου 1940, ήταν Μπολσεβίκος επαναστάτης και θεωρητικός του Μαρξισμού. Ήταν πολιτικός του οποίου λαμβανόταν σοβαρά η άποψη στα πρώτα χρόνια της Σοβιετικής Ένωσης και γι' αυτό το λόγο διετέλεσε Κομισσάριος (υπουργός) Εξωτερικών αμέσως μετά την επανάσταση και στη συνέχεια, στα χρόνια της Αντεπανάστασης, ίδρυσε τον Κόκκινο Στρατό και επιτέλεσε Κομισσάριος Πολέμου.
Μετά το θάνατο του Βλαντιμίρ Λένιν διαγράφηκε από το Κομμουνιστικό Κόμμα, λόγω της ισχυρής διαφωνίας του στην πολιτική που εφάρμοζε ο Ιωσήφ Στάλιν. Για τον ίδιο λόγο, εξορίστηκε από την Σοβιετική Ένωση και τελικά δολοφονήθηκε στο Μεξικό από τον Σοβιετικό πράκτορα Ραμόν Μερσάντερ. Οι ιδέες του Τρότσκι αποτελούν την βάση του Τροτσκισμού, αριστερού ρεύματος το οποίου αντιτίθεται στον Σταλινισμό και τον Μαοϊσμό.
Πριν την επανάσταση του 1917
Παιδικά χρόνια
Ο Τρότσκι γεννήθηκε στο μικρό χωριό Γιάνοφκα της Ουκρανίας, στις 7 Νοεμβρίου 1879. Ήταν το πέμπτο παιδί του εύπορου, αλλά αμόρφωτου, Εβραίου αγρότη Νταβίντ Λεοντίγεβιτς Μπρόνσταϊν και της συζύγου του Άννας Μπρόνσταϊν. Ονομάστηκε Λεβ Νταβίντοβιτς Μπρόνσταϊν από ένα θείο του ο οποίος αργότερα τον ίδιο μήνα προσπάθησε να ανατινάξει αμαξοστοιχία του Βασιλικού Σιδηροδρόμου. Αν και η οικογένεια του ήταν Εβραϊκής καταγωγής, δεν ήταν θρησκευόμενη, γι' αυτό δεν μιλούσαν τη γλώσσα Γίντις στο σπίτι αλλά Ρωσικά και Ουκρανικά. Η Όλγα, αδελφή του Τρότσκι, παντρεύτηκε το ισχυρό στέλεχος των Μπολσεβίκων, Λεβ Κάμενεφ.
Στην ηλικία των 9 ετών, ο Μπρόνσταϊν (Τρότσκι) στάλθηκε στην Οδησσό από τον πατέρα του για να μορφωθεί. Αν και καλός μαθητής, ο Μπρόνσταϊν έδειξε τις επαναστατικές του τάσεις από μικρός και οργάνωσε παράσταση διαμαρτυρίας εναντίον κάποιου όχι και τόσο δημοφιλούς καθηγητή της 2ας τάξης. Εντούτοις, η πρώτη φορά που συμμετείχε ενεργά στην πολιτική ήταν όταν μετακόμισε στο Νικολάγιεβ το 1896, για να τελειώσει τις σπουδές του.
Πολιτική δραστηριότητα και εξορία
Μόλις μετακόμισε στο Νικολάγιεβ, επηρεάστηκε από το κίνημα των Ναρόντνικων αλλά στη συνέχεια γνώρισε τον Μαρξισμό, τον οποίο και ασπάστηκε. Τον απασχολούσε περισσότερο το δίκαιο του απλού εργάτη παρά να αποφοιτήσει από τη σχολή μαθηματικών στην οποία σπούδαζε. Βοήθησε στην ίδρυση της Εργατικής Ένωσης Νότιων Ρώσσων στο Νικολάγιεβ, το 1897. Χρησιμοποιώντας το ψευδώνυμο "Λβοφ" έγραφε και τύπωνε επαναστατικές μπροσούρες και προκηρύξεις τις οποίες μοίραζε σε βιομηχανικούς εργάτες και φοιτητές.
Τον Ιανουάριο του 1898 ,πάνω από 200 μέλη της Ένωσης, συμπεριλαμβανομένου και του Μπρόνσταϊν, συνελήφθησαν και ο Μπρόνσταϊν πέρασε 2 χρόνια στη φυλακή περιμένοντας τη δίκη του. Δύο μήνες μετά τη σύλληψη του Μπρόνσταϊν, έγινε το πρώτο συνέδριο του Ρωσικού Εργατικού Σοσιαλιστικού Δημοκρατικού Κόμματος (RSDLP). Από εκείνο το σημείο, ο Μπρόνσταϊν θεωρούσε τον εαυτό του μέλος του κόμματος. Στη φυλακή παντρεύτηκε τη μαρξίστρια Αλεξάντρα Σοκολόφσκαγια και μελέτησε φιλοσοφία. Το 1900, του επιβλήθηκε ποινή εξορίας 4 χρόνων στο Ιρκούτσκ της Σιβηρίας, όπου πήγε μαζί με την Αλεξάντρα η οποία γέννησε τις πρώτες του δύο κόρες, τις Νίνα Νέβελσον και Ζινάιντα Βόλκοβα.
Στη Σιβηρία ο Μπρόνσταϊν αντιλήφθηκε τις διαφορές που υπήρχαν μέσα στο κόμμα. Μερικοί σοσιαλδημοκράτες, γνωστοί ως "οικονομιστές", υποστήριζαν ότι το κόμμα πρέπει να εστιάσει την προσοχή του στη βελτίωση της οικονομικής κατάστασης του εργάτη. Οι υπόλοιποι -επηρεαζόμενοι από την εφημερίδα Ίσκρα που τυπωνόταν στο Λονδίνο- υποστήριζαν ότι πρέπει να καταργηθεί η μοναρχία και, για να γίνει αυτό, χρειαζόταν ένα καλά οργανωμένο, πειθαρχημένο, επαναστατικό κόμμα. Ο Μπρόνσταϊν πίστευε ότι η θέση της Ίσκρα ήταν και η σωστή.
Πρώτη μετανάστευση και δεύτερος γάμος(1902-1903)
Το 1902, πλαστογραφώντας ένα διαβατήριο με το όνομα Λέων Τρότσκι (όνομα που δημιούργησε ο ίδιος και το οποίο καθιερώθηκε ως το επαναστατικό του ψευδώνυμο), δραπέτευσε από τη Σιβηρία και κατέληξε στο Λονδίνο. Εκεί συνάντησε τους Γκεόρκι Πλεχάνωφ, Βλαντιμίρ Λένιν, Τζούλιους Μαρτώφ και άλλους συντάκτες της Ίσκρα. Με το ψευδώνυμο Pero (πένα) έγινε ένας από τους κορυφαίους συντάκτες της Ίσκρα.
Οι έξι εκδότες της Ίσκρα, εκτός του Τρότσκι (ο οποίος δεν το γνώριζε καν), ήταν χωρισμένοι στην "παλιά φρουρά" του Πλεχάνωφ και στην "νέα φρουρά" του Λένιν και του Μαρτώφ. Οι υποστηρικτές του Πλεχάνωφ ήταν 40-50 χρονών και είχαν κλείσει ήδη 20 χρόνια εξορίας μαζί, ενώ η νέα φρουρά αποτελείτο από 30ρηδες που μόλις ήρθαν από τη Ρωσσία. Ο Λένιν, που προσπαθούσε να εγκαθιδρύσει μια μόνιμη πλειοψηφία απέναντι στις θέσεις Πλεχάνωφ, μέσα στην Ίσκρα, περίμενε τον 23χρονο Τρότσκι να ενταχθεί στη "νέα φρουρά", γι' αυτό το Μάρτη του 1903 έγραψε:
Προτείνω σε όλα τα μέλη της συντακτικής επιτροπής να ψηφίσουν για την εισαγωγή του Pero ως κανονικού μέλους της επιτροπής.[...] Χρειαζόμαστε πάρα πολύ ένα έβδομο μέλος όχι μόνο για θέματα ψηφοφορίας (το έξι είναι ζυγός αριθμός) αλλά και για ενίσχυση των δυνάμεών μας. Ο Pero συνεισφέρει σε όλα τα θέματα για αρκετούς μήνες τώρα, δουλεύει με πολύ ζήλο για την Ίσκρα και κάνει και αρκετές διαλέξεις (στις οποίες είναι πολύ καλός). Στον τομέα των άρθρων και σημειώσεων της ημέρας, δεν θα είναι απλά χρήσιμος μα απολύτως απαραίτητος. Αναμφισβήτητα είναι άνθρωπος με σπάνιες ικανότητες, έχει πεποιθήσεις και ενεργητικότητα και θα πάει πολύ μπροστά.
Επειδή ο Πλεχάνωφ εναντιωνόταν σε αυτή την πρόταση, ο Τρότσκι δεν έγινε κανονικό μέλος της συντακτικής επιτροπής μα από εκείνο το σημείο και μετά συμμετείχε στις συζητήσεις με συμβουλευτικό χαρακτήρα. Έτσι κέρδισε την έχθρα του Πλεχάνωφ.
Στα τέλη του 1902 ο Τρότσκι γνώρισε τη Ναταλία Σέντοβα η οποία το 1903 έγινε η δεύτερη γυναίκα του. Μ' αυτήν απόκτησε δύο παιδιά, τον Λέων Σέντωφ και τον Σεργκέι Σέντωφ. Με την πρώτη του γυναίκα ο Τρότσκι διατήρησε μια φιλική σχέση μέχρι το 1935, όταν η Αλεξάντρα εξαφανίστηκε κατά την διάρκεια των "Μεγάλων Εκκαθαρίσεων".
Ρήξη με τον Λένιν (1903-1904)
Εν τω μεταξύ, η Ίσκρα, μετά από μια περίοδο καταπίεσης από τη μυστική αστυνομία, αλλά και ενδοκομματικής σύγχυσης που ακολούθησε το πρώτο συνέδριο, κατάφερε να συγκαλέσει το δεύτερο συνέδριο του κόμματος, στο Λονδίνο, τον Αύγουστο του 1903. Στο συνέδριο ήταν παρών και ο Τρότσκι, μαζί με τους άλλους εκδότες της Ίσκρα. Δεν υπήρχε κανένα πρόβλημα στο να καταψηφίσουν την θέση των "οικονομιστών", όπως και έγινε.
Λίγο καιρό μετά το συνέδριο οι υποστηρικτές της θέσης της Ίσκρα απροσδόκητα χωρίστηκαν σε δύο φράξιες (ομάδες). Οι υποστηρικτές του Λένιν ονομάστηκαν Μπολσεβίκοι και υποστήριζαν την δημιουργία ενός κόμματος μικρού αλλά πολύ καλά οργανωμένου. Ενώ αντίθετα οι Μενσεβίκοι, υποστηρικτές του Μαρτώφ, υποστήριζαν τη δημιουργία ενός κόμματος μεγαλύτερου και πιο λίγο πειθαρχημένου. Ο Τρότσκι όπως και οι περισσότεροι εκδότες της Ίσκρα τάχτηκαν υπέρ των Μενσεβίκων και του Μαρτώφ, ενώ ο Πλεχάνωφ υποστήριξε το Λένιν και τους Μπολσεβίκους.
Οι δυο φράξιες βρίσκονταν σε ρευστή κατάσταση κατά το 1903-1904, αφού αρκετοί άλλαζαν άποψη και, ταυτόχρονα, και φράξια. O Πλεχάνωφ εγκατέλειψε τους Μπολσεβίκους, και ο Τρότσκι εγκατέλειψε τους Μενσεβίκους το 1904 αφού ήθελαν να συνεργαστούν με τους Φιλελεύθερους και ταυτόχρονα αρνούνταν την συνεργασία με τους Μπολσεβίκους. Από τότε μέχρι το 1917 ο Τρότσκι αυτοαποκαλείται "μη-ενεργός σοσιαλιστής δημοκράτης".
Παρεμβαίνοντας στους Μπολσεβίκους, προσπαθούσε να δημιουργήσει φράξια μέσα στο κόμμα και αυτό τον οδήγησε σε προσωπικές συγκρούσεις με τον Λένιν και άλλα στελέχη του κόμματος. Αργότερα ο Τρότσκι παραδέχτηκε ότι έκανε λάθος που διαφωνούσε με τον Λένιν για τις θέσεις του κόμματος. Σε αυτό το χρονικό διάστημα άρχισε να αναπτύσσει τη θεωρία του της Διαρκούς Επανάστασης, η οποία τον οδήγησε σε στενή συνεργασία με τον Αλεξάντερ Πάρβους (1904-1907).
Η επανάσταση του 1905 και η δίκη του 1906
Μετά από τα γεγονότα της "Ματωμένης Κυριακής" (1905), ο Τρότσκι γύρισε μυστικά πίσω στη Ρωσία. Στην αρχή έγραφε προκηρύξεις σε ένα υπόγειο τυπογραφείο στο Κίεβο, αλλά σύντομα μετακινήθηκε στην πρωτεύουσα, την Αγία Πετρούπολη. Εκεί εργαζόταν και με τους Μπολσεβίκους και με τους Μενσεβίκους και κατάφερε να επηρεάσει τους Μενσεβίκους να πάρουν πιο ριζοσπαστικές κατευθύνσεις. Τον Μάιο όμως προδόθηκαν οι Μενσεβίκοι από ένα μυστικό πράκτορα και ο Τρότσκι αναγκάστηκε να πάει στη γειτονική Φινλανδία. Εκεί, μαζί με τον Αλεξάντερ Πάρβους, προσπάθησαν να διατυπώσουν τη θεωρία της Διαρκούς Επανάστασης. Τον Οκτώβρη, μια γενική απεργία σε όλη τη Ρωσία έκανε εφικτή την επιστροφή τους στην Πετρούπολη.
Μόλις επέστρεψαν, ανέλαβαν τη Ρωσική Εφημερίδα και αύξησαν την κυκλοφορία της σε 500.000 φύλλα. Ο Τρότσκι ήταν επίσης συνιδρυτής του Nachalo (το Ξεκίνημα) που στη συνέχεια ήταν πολύ επιτυχημένο.
Ταυτόχρονα, οι Μενσεβίκοι δημιούργησαν μια εκλεγμένη πολυκομματική επαναστατική επιτροπή. Αυτό ήταν το πρώτο σοβιέτ. Με την επιστροφή του Τρότσκι στην Πετρούπολη, το σοβιέτ (επιτροπή) λειτουργούσε κανονικά με τον Κρυστάλιωφ-Νόσαρ να ηγείται και να είναι και πολύ δημοφιλής, παρ' όλη την αρχική εναντίωση των Μπολσεβίκων. Ο Τρότσκι μπήκε αμέσως στο σοβιέτ με το όνομα Γιανόφσκι (από το χωριό του, Γιάνοφκα) και εκλέχθηκε αντιπρόεδρος.
Έκανε πολύ σημαντική δουλειά μέσα σε αυτό και, μετά τη σύλληψη του Κρυστάλιωφ, εκλέχτηκε πρόεδρος. Στις 2 Δεκεμβρίου το σοβιέτ έστειλε προκήρυξη που απευθυνόταν στην Τσαρική κυβέρνηση και τους υποστηρικτές της, και μεταξύ άλλων ανέφερε:
Η απολυταρχία ποτέ δεν υποστηρίχτηκε από τον λαό και ποτέ δεν της δόθηκε κανένα δικαίωμα να κυβερνά. Γι' αυτό αποφασίσαμε να μην επιτρέψουμε την εξόφληση των δανείων που έγιναν από την Τσαρική κυβέρνηση, όταν ανοιχτά ενεπλάκη σε πόλεμο με όλο το λαό.
Την επόμενη μέρα, 3 Δεκεμβρίου το σοβιέτ περικυκλώθηκε από στρατιώτες πιστούς στον Τσάρο και οι εκπρόσωποι του σοβιέτ συνελήφθησαν.
Ο Τρότσκι και άλλοι σοβιετικοί ηγέτες οδηγήθηκαν σε δίκη και κατηγορήθηκαν ότι υποστήριζαν ένοπλη επανάσταση. Στην δίκη ο Τρότσκι έκανε μια από τις καλύτερες του ομιλίες και επιβεβαίωσε τη φήμη που είχε ως πολύ καλός ρήτορας. Καταδικάστηκε και πάλι σε εξορία.
Δεύτερη μετανάστευση (1907-1914)
Τον Ιανουάριο του 1907 στο δρόμο προς τη Σιβηρία ο Τρότσκι κατάφερε να δραπετεύσει και να επιστρέψει στο Λονδίνο όπου γινόταν το 5ο συνέδριο του Ρωσικού Σοσιαλιστικού Δημοκρατικού Κόμματος των Εργαζομένων (ΡΣΔΚΕ). Στη συνέχεια, τον Οκτώβρη, μετακινήθηκε στη Βιέννη, όπου και εκεί παρενέβαινε στο Αυστριακό Σοσιαλιστικό Δημοκρατικό Κόμμα, καθώς και στο Γερμανικό, για τα επόμενα 7 χρόνια.
Ήταν στη Βιέννη που ο Τρότσκι γνώρισε τον Αδόλφο Αμπράμοβιτς Γιόφφε (Adolph Joffe), ο οποίος έγινε πολύ καλός του φίλος για τα επόμενα 20 χρόνια. Ο Γιόφφε ήταν αυτός που εισήγαγε τον Τρότσκι στην ψυχανάλυση. Τον Οκτώβρη του 1908, μαζί με τον Γιόφφφε, τον Matvey Skobelev, και τον Victor Kopp, τύπωσε για πρώτη φορά την δεκαπενθήμερη εφημερίδα "Pravda" (Αλήθεια), η οποία ήταν γραμμένη στα Ρωσικά και απευθυνόταν στους Ρώσους εργάτες. Στην συνέχεια τα αντίτυπα μεταφέρθηκαν λαθραία στη Ρωσσία. Η εφημερίδα έγινε αρκετά δημοφιλής και ένας από τους λόγους ήταν ότι δεν ασχολούνταν με τις φράξιες που είχαν δημιουργηθεί μέσα στο κόμμα. Όταν στο Παρίσι, τον Γενάρη του 1910, κομμάτια από τους Μενσεβίκους και τους Μπολσεβίκους προσπάθησαν για την επανένωση των δύο φραξιών μέσα στο ΡΣΔΚΕ, η Pravda ανακηρύχθηκε σε επίσημο όργανο του κόμματος και άρχισε να χρηματοδοτείται από αυτό. Ο γαμπρός του Τρότσκι, Λεβ Καμένεφ, μπήκε από τους Μπολσεβίκους στην εκδοτική επιτροπή της εφημερίδας. Όταν όμως οι προσπάθειες αυτές δεν απέδωσαν καρπούς, ο Καμένεφ αποχώρησε από εκδότης σε κλίμα αμοιβαίων αλληλοκατηγοριών. Ο Τρότσκι όμως συνέχισε να τυπώνει την εφημερίδα για ακόμα 2 χρόνια, έως ότου έκλεισε οριστικά τον Απρίλη του 1912.
Όταν, στις 22 Απριλίου στην Πετρούπολη, οι Μπολσεβίκοι δημιούργησαν εφημερίδα απευθυνόμενη στο νέο εργάτη, ονόμασαν και αυτή την εφημερίδα Pravda. Η δεύτερη Πράβδα δεν βοήθησε και πολύ στο συγκεκριμένο χρονικό διάστημα και γι' αυτό ο Τρότσκι, σκεπτόμενος το σφετερισμό του ονόματος της παλιάς τους εφημερίδας, έγραψε ένα γράμμα προς τον Μενσεβίκο ηγέτη Νικολάι Κχάιτζε, αποδοκιμάζοντας τον Λένιν και τους Μπολσεβίκους. Αργότερα, το 1924, οι εχθροί του Τρότσκι χρησιμοποίησαν το περιεχόμενο αυτής της επιστολής, ως αποδεικτικό στοιχείο ότι ο Τρότσκι ήταν εχθρός του Λένιν.
Αυτή ήταν περίοδος ισχυρής έντασης μέσα στο κόμμα και οδήγησε τον Τρότσκι και τους Μενσεβίκους, Μπολσεβίκους σε έντονες διαμάχες. Η πιο σημαντική διαφωνία που είχαν Τρότσκι και Μενσεβίκοι απέναντι στον Λένιν ήταν το θέμα των ένοπλων ληστειών διάφορων τράπεζων και εταιριών, τις οποίες έκαναν οι Μπολσεβίκοι προς όφελος του κόμματος. Παρόλο που αυτό απαγορεύτηκε στο 5ο συνέδριο, οι Μπολσεβίκοι δεν σταμάτησαν τη δράση τους.
Το Γενάρη του 1912 η πλειοψηφία της φράξιας των Μπολσεβίκων, οδηγούμενη από τον Λένιν και μερικούς Μενσεβίκους, διοργάνωσε συνέδριο στην Πράγα και διέγραψε τους αντιπάλους της από το κόμμα. Απαντώντας σ' αυτό ο Τρότσκι διοργάνωσε ένα "συνασπιστικό συνέδριο" για όλες τις φράξιες του ΡΣΔΚΕ στη Βιέννη, τον Αύγουστο του 1912. Η προσπάθεια του κατέληξε σε αποτυχία.
Ταυτόχρονα στη Βιέννη ο Τρότσκι συνέχιζε να γράφει άρθρα σε ριζοσπαστικές ουκρανικές και ρωσικές εφημερίδες όπως την Kievskaya Mysl χρησιμοποιώντας πολλά ψευδώνυμα, αλλά κυρίως το Antid Oto. Τον Σεπτέμβρη του 1912 στάλθηκε από την Kievskaya Mysl στα Βαλκάνια, ως πολεμικός ανταποκριτής της εφημερίδας, για τους Βαλκανικούς πολέμους. Εκεί έγινε καλός φίλος με τον Christian Rakovsky, αργότερα ηγετικό πολιτικό στέλεχος της Σοβιετικής Ρωσίας, αλλά και σύμμαχο του Τρότσκι στο Σοβιετικό Κομμουνιστικό κόμμα.
Τον Αύγουστο του 1914, στα πρόθυρα του Α' Παγκοσμίου Πολέμου, ο Τρότσκι αναγκάζεται να φύγει από τη Βιέννη και να κατευθυνθεί προς την ουδέτερη Ελβετία γιατί οι Αυστροούγγροι κήρυξαν πόλεμο στη Ρωσική αυτοκρατορία και αν έμενε εκεί κινδύνευε να συλληφθεί.
Πρώτος Παγκόσμιος Πόλεμος (1914-1917)
To ξέσπασμα του 1ου ΠΠ έφερε μια ξαφνική ευθυγράμμιση στις θέσεις μέσα στο ΡΣΔΚΕ καθώς και σε άλλα ευρωπαϊκά σοσιαλιστικά δημοκρατικά κόμματα, όσον αφορά τον πόλεμο, την επανάσταση, τον πασιφισμό και το διεθνισμό. Στο ΡΣΔΚΕ, ο Λένιν, ο Τρότσκι και ο Μαρτώφ υποστήριζαν αρκετές διεθνιστικές αντιπολεμικές θέσεις, ενώ ο Πλεχάνωφ και άλλοι Σοσιαλδημοκράτες (Μενσεβίκοι καθώς και Μπολσεβίκοι) υποστήριζαν τη Ρωσική κυβέρνηση, ως ένα βαθμό.
Ενώ βρισκόταν στην Ελβετία, ο Τρότσκι, ως συνήθως, παρενέβαινε στο Ελβετικό Σοσιαλιστικό Κόμμα παρακινώντας το να δεχτεί τη διεθνιστική τάση και ταυτόχρονα έγραφε ένα αντιπολεμικό βιβλίο, το "Ο πόλεμος και η Διεθνής". Ουσιαστικά στο βιβλίο αυτό διατύπωνε την ένστασή του στις προπολεμικές θέσεις των ευρωπαϊκών σοσιαλιστικών κομμάτων, και κυρίως του γερμανικού.
Στη συνέχεια, σαν πολεμικός ανταποκριτής της Kievskaya Mysl, μετακινήθηκε στη Γαλλία, τον Νοέμβρη του 1914. Το Γενάρη του 1915 άρχισε να τυπώνει στο Παρίσι (στην αρχή μαζί με τον Μαρτώφ, που στη συνέχεια αποχώρησε όταν η εφημερίδα κινήθηκε προς τα αριστερά) τη σοσιαλιστική διεθνιστική εφημερίδα Nashe Slovo (Ο κόσμος μας). Υιοθέτησε το τσιτάτο "Ειρήνη χωρίς αποζημιώσεις ή κατακτήσεις, ειρήνη χωρίς κατακτητές ή κατακτημένους" που δεν πήγαινε όσο μακριά πήγαινε ο Λένιν που επιθυμούσε την ήττα της Ρωσσίας στον πόλεμο και την οριστική απόσχιση από τη 2η Διεθνή.
Ο Τρότσκι συμμετείχε στο αντιπολεμικό συνέδριο του Zimmerwald, που διοργάνωσαν σοσιαλιστές το Σεπτέμβρη του 1915, και πρότεινε μια μέση λύση ανάμεσα σ' αυτούς που όπως ο Μαρτώφ ήθελαν να μείνουν στην 2η Διεθνή και δεν δέχονταν κουβέντα γι' αυτό, αλλά και σ' αυτούς, όπως ο Λένιν, που ήθελαν να διασπαστούν από τη 2η και να δημιουργήσουν μια 3η Διεθνή. Στο συνέδριο τελικά αποφασίστηκε η μέση λύση που πρότεινε ο Τρότσκι. Ο Λένιν, αν και στην αρχή ήταν αντίθετος με αυτή την πρόταση, στην συνέχεια την ψήφισε για να αποφευχθεί η διάσπαση των "αντιπολεμικών" σοσιαλιστών.
Το Σεπτέμβριο του 1916 ο Τρότσκι απελάθηκε από την Γαλλία στην Ισπανία, εξαιτίας τον αντιπολεμικών του δραστηριοτήτων. Ούτε οι ισπανικές αρχές τον δέχτηκαν και τον απέλασαν και αυτές με την σειρά τους στις ΗΠΑ, στις 25 Δεκεμβρίου 1916. Κατέφθασε στη Νέα Υόρκη τις 13 του Γενάρη του 1917, όπου άρχισε να γράφει άρθρα στην τοπική ρωσόφωνη σοσιαλιστική εφημερίδα Novy Mir και να δίνει ομιλίες σε Ρώσσους μετανάστες.
Ρωσική Επανάσταση
Ο Τρότσκι ζούσε στη Νέα Υόρκη όταν ξέσπασε η επανάσταση του Φεβρουαρίου του 1917 που ανέτρεψε τον Τσάρο Νικόλαο Β'. Εγκατέλειψε τη Νέα Υόρκη στις 27 Μαρτίου, αλλά τελικά έφτασε στη Ρωσία στις 4 Μαΐου 1917, επειδή το καράβι στο οποίο ήταν επιβάτης ανασχέθηκε από Βρεττανούς και έμεινε στη Νέα Σκωτία μέχρι τις 29 Απριλίου.
Όταν επέστρεψε κατανόησε ότι συμφωνούσε ουσιαστικά με τους Μπολσεβίκους.
Μετεπαναστατική περίοδος
Εξορία και δολοφονία
Ο Τρότσκι και οι κύριοι συνεργάτες του εξορίστηκαν, τον Ιανουάριο του 1928, σε απομακρυσμένες περιοχές της Σοβιετικής Ένωσης. Ο ίδιος μεταφέρθηκε στην Άλμα-Ατα (τώρα Αλμάτι στο Καζακστάν) και τον Ιανουάριο του 1929 εκδιώχθηκε οριστικά από τη χώρα. Αρχικά έγινε δεκτός από την τουρκική κυβέρνηση, η οποία τον εγκατέστησε στο νησί της Πριγκήπου. Εκεί ο Τρότσκι ασχολήθηκε εντατικά με τη συγγραφή, ολοκληρώνοντας τα βιβλία με την αυτοβιογραφία του και την εξιστόρηση της Ρωσικής Επανάστασης. Το 1933, εξασφάλισε άδεια διαμονής στη Γαλλία. Με την επικράτηση του Χίτλερ στη Γερμανία, ο Τρότσκι εγκατέλειψε την ιδέα της αναμόρφωσης της Κομμουνιστικής Διεθνούς (Κομιντέρν) και έκανε έκκληση για τη συγκρότηση της Δ' Κομμουνιστικής Διεθνούς, η οποία θα αποτελούνταν από επαναστατικά κόμματα που θα ίδρυαν οι οπαδοί του. Τελικά η Δ' Διεθνής απέτυχε να γίνει κάτι περισσότερο από μια σκιώδη οργάνωση, αν και το 1938, στη Γαλλία, συγκλήθηκε ένα μικρό ιδρυτικό συνέδριο.
Το 1935, ο Τρότσκι υποχρεώθηκε να εγκατασταθεί στη Νορβηγία. Το 1936, κάτω από τη σοβιετική πίεση, αναγκάστηκε να φύγει και πάλι, αυτή τη φορά στο Coyoacán του Μεξικού. Στις μεγάλες δίκες της Μόσχας το 1936-1938, όπου δικάστηκαν για προδοσία σημαντικά στελέχη της Ρωσικής Επανάστασης, ο Τρότσκι καταδικάστηκε (ερήμην) ως ο κύριος συνωμότης, κατηγορία που αποδείχτηκε αργότερα ψευδής.
Ο Τρότσκι έγινε στόχος δύο αποπειρών δολοφονίας, πιθανά από πράκτορες του Ιωσήφ Στάλιν. Η πρώτη έγινε με πολυβολισμό του σπιτιού του και ήταν ανεπιτυχής. Η δεύτερη απόπειρα, στις 20 Αυγούστου 1940, έγινε με τσεκούρι και ήταν επιτυχής. Δράστης ήταν ο Ραμόν Μερκάντερ, Ισπανός κομμουνιστής ο οποίος είχε καταφέρει να κερδίσει την εμπιστοσύνη του οικιακού προσωπικού του Τρότσκι. Η Σοβιετική Ένωση αρνήθηκε οποιαδήποτε ευθύνη για τη δολοφονία και ο δράστης καταδικάστηκε σε 20ετή κάθειρξη.
Ο Τρότσκι στην τέχνη
Ο μεγάλος Μεξικανός ζωγράφος Ντιέγκο Ριβέρα, σύζυγος της Φρίντα Κάλο, ήταν μεγάλος θαυμαστής του Τρότσκι. Ζωγράφισε δύο φορές το πορτραίτο του, στο Επιτροπή Κομμουνιστικής Ενότητας (1933) και Άνθρωπος σε σταυροδρόμια (1933), τοιχογραφία στο κτήριο Ροκφέλερ της Νέας Υόρκης, η οποία όμως καταστράφηκε καθ' υπόδειξη του ίδιου του Νέλσον Ροκφέλερ. Το 1972, ο Ρίτσαρντ Μπάρτον υποδύθηκε τον Τρότσκι στην ταινία Η δολοφονία του Τρότσκι, σε σκηνοθεσία Τζόζεφ Λόουζι. Η δολοφονία του ήταν επίσης το θέμα ενός σύντομου θεατρικού έργου με τίτλο "Παραλλαγές πάνω στο θάνατο του Τρότσκι", του συγγραφέα Ντέιβιντ Ιβς. Το 2002, στην ταινία Φρίντα, τον Τρότσκι υποδύθηκε ο ηθοποιός Τζέφρι Ρας. Τέλος, ο Τρότσκι ενέπνευσε το χαρακτήρα του Σνόουμπολ στη νουβέλα Η φάρμα των ζώων του Τζωρτζ Όργουελ.
De Siris