Παρασκευή 13 Αυγούστου 2010

Νίκος Πλουμπίδης.


Νίκος Πλουμπίδης.

Τα ξημερώματα της 14ης Αυγούστου 1954 έπεφτε νεκρός από τα πυρά του εκτελεστικού αποσπάσματος ο Νίκος Πλουμπίδης. Δεν ήταν ο πρώτος κομμουνιστής που εκτελούσε το μετεμφυλιακό κράτος. Μερικούς μήνες πριν, την ίδια τύχη είχε και ο φίλος και συναγωνιστής του Νίκος Μπελογιάννης. Ωστόσο η περίπτωση του Πλουμπίδη ήταν ιδιόμορφη καθώς βάδισε το δρόμο της θυσίας ζητωκραυγάζοντας το κόμμα του, το ΚΚΕ, το οποίο, με τα παραπλανητικά στοιχεία που διέθετε εκείνη τη στιγμή, τον κατήγγειλε ως χαφιέ και προδότη.

Ποιος ήταν.

Ο Νίκος Πλουμπίδης γεννήθηκε στα Λαγκάδια Αρκαδίας στις 31 Δεκεμβρίου 1901. Μεγάλωσε μέσα στη φτώχεια και τις στερήσεις μιας φτωχής αγροτικής οικογένειας. Έγινε δάσκαλος και ανέπτυξε συνδικαλιστική και πολιτική δράση. Το 1926 έγινε μέλος του ΚΚΕ και πολύ σύντομα άρχισε να ανεβαίνει στην κομματική ιεραρχία. Το 1929, όταν συνελήφθη, οι γιατροί διαπίστωσαν πως έπασχε από φυματίωση και του έδωσαν έξι μήνες ζωή. «Αφού πρόκειται να πεθάνω σε έξι μήνες, ας τους ζήσω όσο μπορώ πιο έντονα, πιο αγωνιστικά», ήταν η απάντηση του. Το 1931 απολύθηκε από δάσκαλος επειδή αρνήθηκε να υπογράψει τη δήλωση νομιμοφροσύνης που ζητούσαν από τους δημόσιους υπαλλήλους για να τους διατηρήσουν στη θέση τους. Από τότε αφιερώθηκε ολοκληρωτικά στην κομματική δουλειά.

Εκλέχθηκε μέλος της Εκτελεστικής Επιτροπής της Συνομοσπονδίας των Δημοσίων Υπαλλήλων και μέλος της Γραμματείας της Ενωτικής ΓΣΕΕ. Τον Αύγουστο του 1935 πήρε μέρος στο 7ο Συνέδριο της Κομμουνιστικής Διεθνούς. Στο 6ο Συνέδριο του ΚΚΕ εκλέχθηκε αναπληρωματικό μέλος της ΚΕ και το 1938 μέλος του ΠΓ. Το Μάη του '39 ο Μπάρμπας, (όπως ήταν το ψευδώνυμο της παρανομίας) πιάστηκε και εξορίστηκε. Δραπέτευσε, με εντολή του ΚΚΕ, και πήρε ενεργό μέρος στην Εθνική Αντίσταση. Ως μέλος του ΠΓ καθοδηγούσε την Κομματική Οργάνωση Αθήνας (ΚΟΑ) του ΚΚΕ και οργάνωσε την εξέγερση του αθηναϊκού λαού στις 5 Μάρτη 1943, με γενική πολιτική απεργία και παλλαϊκή διαδήλωση που ματαίωσε τα σχέδια των Γερμανών και των κουίσλινγκς να στείλουν Έλληνες εργάτες στα γερμανικά εργοστάσια. Στη διάρκεια του εμφυλίου δούλεψε στην Αθήνα, παράνομα.

Μετά την ήττα του ΔΣΕ παρέμεινε στην Αθήνα ως επικεφαλής του μεγαλύτερου παράνομου μηχανισμού του ΚΚΕ. Υπήρχε κι ένας δεύτερος με επικεφαλής τον Σταύρο Κασιμάτη ανώτατο στέλεχος της ΕΠΟΝ (γνωστό με τα ψευδώνυμα «Ορέστης» και «Λευτέρης Σταθάς») και τον Κώστα Φιλίνη. Και οι δυο μηχανισμοί δέχονται πολλαπλά χτυπήματα από την Ασφάλεια. Αυτό το γεγονός, σε συνδυασμό με την πρακτοροφοβία που συνοδεύει τους παράνομους, δημιουργεί υπόνοιες πως υπάρχουν πράκτορες του εχθρού μέσα σε έναν ή και τους δυο μηχανισμούς.

Η υπόθεση Μπελογιάννη.

Το 1950 η ΚΕ του ΚΚΕ αποφασίζει να στείλει το Νίκο Μπελογιάννη στην Ελλάδα με εντολή να ανασυγκροτήσει, σε συνεργασία με τον Πλουμπίδη, τον παράνομο μηχανισμό. Όμως, λίγους μήνες αργότερα, ο Μπελογιάννης συλλαμβάνεται τυχαία. Όταν οι αρχές ανακαλύπτουν ποιον έχουν στα χέρια τους τον δικάζουν ως επικεφαλής του παράνομου κομμουνιστικού μηχανισμού. 
Για να μπορέσουν όμως να τον εκτελέσουν του φορτώνουν την κατηγορία της κατασκοπίας (παράβαση του μεταξικού Αναγκαστικού Νόμου 375 περί κατασκοπίας). Με βάση το ψυχροπολεμικό κλίμα της εποχής, ο Μπελογιάννης είναι καταδικασμένος σε θάνατο παρά τις διεθνείς εκκλήσεις χάριτος. Εκείνη τη στιγμή εμφανίζεται ως από μηχανής θεός ο «Μπάρμπας». 

Ο Πλουμπίδης στέλνει ιδιόχειρη επιστολή στην Ασφάλεια δηλώνοντας πως αρχηγός του παράνομου μηχανισμού του ΚΚΕ (άρα και «υπεύθυνος» για τις κατηγορίες της «κατασκοπίας») είναι ο ίδιος κι όχι ο Μπελογιάννης. Προσφέρεται να παραδοθεί και να (κατα)δικαστεί μόλις μετατραπεί η θανατική ποινή του Μπελογιάννη. Οι σκοποί του Πλουμπίδη είναι ξεκάθαροι: θέλει να γλυτώσει το Μπελογιάννη που είναι νέος και υγιής (ήταν μόνο 33 ετών) και στη θέση του να πεθάνει εκείνος που, έτσι ή αλλιώς, βρίσκεται μεταξύ ζωής και θανάτου από τη φυματίωση. 

Δυστυχώς, οι συνθήκες παρανομίας δεν του δίνουν τη δυνατότητα να ενημερώσει την ηγεσία του ΚΚΕ η οποία ξαφνιάζεται. Μέσα στην αμηχανία των στιγμών, ο ραδιοσταθμός «Ελεύθερη Ελλάδα» χαρακτηρίζει αρχικά την επιστολή Πλουμπίδη ως «χαφιέδικο κατασκεύασμα» προσθέτοντας πως ο Πλουμπίδης βρίσκεται στο εξωτερικό. Όταν αποδεικνύεται η γνησιότητα της, χαρακτηρίζει τον Πλουμπίδη πράκτορα της Ασφάλειας που δρούσε μέσα στις γραμμές του κόμματος. Στηρίζεται σε εκθέσεις του Κασιμάτη (ο οποίος χρόνια αργότερα θα ισχυριστεί πως «αναγκάστηκε» να τις γράψει σε μια προσπάθεια να αποσείσει από πάνω του τις ευθύνες). 

Είναι χαρακτηριστικό πως ο Ν. Ζαχαριάδης ακόμα και στις τελευταίες του στιγμές, ενώ αναγνωρίζει πολλές κινήσεις του ως λαθεμένες, εμμένει στην πεποίθηση πως ο Πλουμπίδης ήταν πράκτορας (τόσο πειστικά πρέπει να ήταν τα «στοιχεία» που του παρουσιάστηκαν). Τελικά, ο Μπελογιάννης εκτελείται.

Οι μεθοδεύσεις της Ασφάλειας.

Η Ασφάλεια πανηγυρίζει με την τροπή της υπόθεσης Πλουμπίδη. Αρχικά, διοχετεύει «πληροφορίες» που μεγαλώνουν τη καχυποψία του ΚΚΕ εναντίον του Μπάρμπα. Στις 16 Μαρτίου του 1952, οι εφημερίδες δημοσίευσαν την επιστολή που έστειλε στην Ασφάλεια. Μια βδομάδα μετά, στις 22 Μαρτίου 1952, ο αστυνομικός διευθυντής στο υπουργείο Εσωτερικών Ι. Πανόπουλος με δηλώσεις προς τον Τύπο, υποστήριξε πως η επιστολή ήταν γνήσια και εκθείασε, προβοκατόρικα, τον Πλουμπίδη για την πράξη του. Τον εμφάνισε ως μεγάλο εσωκομματικό αντίπαλο του Ν. Ζαχαριάδη, με μεγάλη, τάχα, επιρροή, υπογραμμίζοντας με έμφαση: «Το αληθές και βαθύτερον, λοιπόν, νόημα της χειρονομίας του Πλουμπίδη είναι η επίθεσις κατά του Ζαχαριάδη». Τέλος, ισχυρίστηκε ότι ο Ζαχαριάδης θα επιχειρούσε να εξοντώσει με συκοφαντίες τον Πλουμπίδη ή θα τον πρόδιδε στην Ασφάλεια, γιατί έτσι «θα απηλλάσσετο ενός επικινδύνου εχθρού» του (Ολόκληρες οι δηλώσεις Πανόπουλου στο «ΒΗΜΑ» της 23ης 3/1952). Εκ των υστέρων, φαίνεται πως υπήρχε συγκεκριμένο σχέδιο παρεμβάσεων στα εσωτερικά του ΚΚΕ στο οποίο σκόπιμα ενέταξαν τον Πλουμπίδη, εμφανίζοντας τον ως άνθρωπό τους, για να σπείρουν σύγχυση.

Στις 25 Νοεμβρίου του 1952, ο Πλουμπίδης συλλαμβάνεται στον Κολωνό. Η Ασφάλεια πιστεύει πως ό,τι κι αν γίνει στη δίκη, θα είναι προς όφελος της. Στο βιογραφικό του συλληφθέντος που δίνει στον Τύπο σημειώνει ότι «κατά τη διάρκεια του ελληνο- ιταλικού πολέμου ο Πλουμπίδης έλαβεν την αντίθετον προς τον Ζαχαριάδην θέσιν... Ο Ζαχαριάδης κατά το 7ον συνέδριον του ΚΚΕ, το 1945, του έκαμε δριμυτάτην κριτικήν, παρά ταύτα όμως (ο Πλουμπίδης) εξελέγη εκ νέου μέλος της ΚΕ του ΚΚΕ» («Προοδευτική Αλλαγή» 26/11/1952). Αφήνει να εννοηθεί ότι στην ουσία έχει στα χέρια της τις «ομολογίες του» κατά του Ν. Ζαχαριάδη. Άλλωστε, καθ' υπόδειξή της, ο Τύπος σχολιάζει τη σύλληψή του ως εξής: «Αι αστυνομικαί αρχαί αναμένουν ότι ο Πλουμπίδης μετά τη σύλληψίν του θα προβή εις ομολογίας εις βάρος του Ζαχαριάδη, αι οποίαι - κατά την αστυνομίαν - θα είναι συντριπτικαί διά τον Ζαχαριάδη και θα κρίνουν την τύχην του τελευταίου ως αρχηγού του ΚΚΕ» (εφημερίδες, της 26ης/11/1952). Στον Τύπο διοχετεύονται έντεχνα ειδήσεις ότι σχεδιάζεται η δημιουργία ενός νέου ΚΚΕ, απαλλαγμένου από τον Ν. Ζαχαριάδη και την ηγετική ομάδα γύρω από αυτόν.

Λίγο πριν αρχίσει η δίκη του Πλουμπίδη, τα δημοσιεύματα τον εμφανίζουν ως τον υπ' αριθμόν 2 στο ΚΚΕ, που ανταγωνίζεται τον υπ' αριθμόν 1, Ν. Ζαχαριάδη. «Υπ' αριθ. 2 θεό των εντοπίων κομμουνιστών», τον χαρακτηρίζει η «Αθηναϊκή», (25/7/1953). Αλλά δεν είναι μόνο αυτό. Είκοσι μέρες πριν τη δίκη του, δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα «Προοδευτική Αλλαγή» (4/7/1953) ότι οι αρχές είχαν πληροφορίες πως η ηγεσία του ΚΚΕ θα επιχειρούσε να δολοφονήσει τον Ν. Πλουμπίδη: «...το Κομμουνιστικόν κόμμα έχει ζωτικόν συμφέρον να ματαιώση διά δολοφονίας, την εμφάνισιν του Πλουμπίδη εις το ακροατήριον του στρατοδικείου». Στο ίδιο δημοσίευμα, ο Πλουμπίδης φέρεται να έχει κάνει δηλώσεις κατά της ηγεσίας του ΚΚΕ σε εκπρόσωπο της στρατιωτικής δικαιοσύνης.

Η δίκη.

Μέσα σ’ αυτό το κλίμα, ο Μπάρμπας ακροβατεί σε λεπτές ισορροπίες. Από τη μια να υπερασπιστεί το κόμμα του κι από την άλλη τον εαυτό του. Σε συντρόφους του γράφει: «Τιμή μου εγώ, πάνω απ' όλα έχω την τιμή του Κόμματος (...) Εγώ, εκείνα που δίδασκα τα εφαρμόζω πρώτος εγώ. Ήμουν πιστός στο Κόμμα τότε που με περιέβαλε με στοργή και με ανέβαζε στα ανώτερα αξιώματά του, είμαι πιστός και τώρα που -καλά ή κακά, δίκαια ή άδικα- με κατηγορεί και με στιγματίζει. Θα παραμείνω για πάντα πιστός και θα πεθάνω κομμουνιστής. Ο εχθρός δουλεύει και δουλεύει με πολλά μέσα για να διαλύσει το Κόμμα, να σπείρει σύγχυση στις μάζες και να στρέψει τα στελέχη του Κόμματος ενάντια στην ηγεσία. Κρατιέμαι με τα δόντια στη ζωή για να δώσω ακόμα δύο μάχες. Τη μάχη της δίκης και τη μάχη του εκτελεστικού αποσπάσματος. Θα προφθάσω; Θα μ' αφήσουν;».

Την πρώτη μέρα της δίκης του, με ιδιόχειρη επιστολή προς τον Τύπο, απάντησε στο προβοκατόρικο δημοσίευμα: «Το δημοσίευμα δεν είναι έργον συντάκτου, αλλά επιτελικά οργανωμένο σχέδιο των σκοτεινών κύκλων που ενδιαφέρονται να πλήξουν το λαό και να παρουσιάσουν εμένα σαν προδότη, τη δε ηγεσία του κόμματός μου σαν δολοφόνους και ν' αποδώσουν σ' αυτή ό,τι τυχόν μέλλει να μου συμβή (...) Το δημοσίευμα έχει σκοπό να μειώση το κόμμα που έχει βαθιές ρίζες στο λαό. Δεν έκανα σε κανένα τις συκοφαντικές δηλώσεις που βάζουν στο στόμα μου. Εις απάντησιν δηλώνω τα ακόλουθα: 1) Το ΚΚΕ είναι τόσο ισχυρό, ώστε δεν μπορεί να το διασπάσει κανείς. 2) Δε φοβάται τις αποκαλύψεις κανενός είδους προδότη, γιατί οι σκοποί και οι επιδιώξεις του είναι καθαρές σαν κρύσταλλο. 3) Δε με χωρίζει καμιά διαφορά με την ηγεσία του κόμματός μου. Η ανακοίνωσι του κόμματος περί αποκηρύξεώς μου είχε σκοπό να προφυλάξη το κόμμα από έναν υποτιθέμενο εχθρό και οφείλεται σε σφαλερές ενδείξεις και υποβολιμαίες πληροφορίες. Πάντως, πιστεύω ότι το κόμμα θα επανεξετάση εν καιρώ το ζήτημα. Η απόφασι του κόμματος, οποιαδήποτε κι αν είναι, θα είναι για μένα σεβαστή. 5) Δεν είμαι προδότης, αλλά ήμουν, είμαι και θα είμαι πιστός στο κόμμα» («Προοδευτική Αλλαγή» 25/7/1954).

Σ' όλη τη διάρκεια της δίκης, ο Ν. Πλουμπίδης δίνει τη μάχη του ως στέλεχος του ΚΚΕ. Απαντώντας στους ασφαλίτικους ισχυρισμούς ότι συνελήφθη γιατί τον πρόδωσε το ΚΚΕ, τονίζει: «Γνωρίζω ποιος με πρόδωσε, αλλά δε χρειάζεται να το αποκαλύψω. Πάντως, δεν είναι το Κόμμα. Γιατί το Κόμμα δεν προδίδει ποτέ, ακόμη κι αυτούς τους προδότες του. Τους αφήνει στη λάσπη της ιστορίας περιφρονημένους». Προσθέτει: «Σήμερα, κύριοι, δε δικάζετε άτομα. Δικάζετε το ΚΚΕ. Και επ' αυτού δηλώνω, παρόλο ότι σήμερα όχι μόνο δεν έχω την τιμή να εκπροσωπώ το Κόμμα μου, αλλά έχω και πολεμική εναντίον μου, δηλώνω, ότι αναλαμβάνω πλήρως τις ευθύνες για την πολιτική του Κόμματός μου». «Ματαιοπονείτε, αν πιστεύετε ότι θα με κάνετε να στραφώ ενάντια στο Κόμμα μου», απάντησε στον πρόεδρο του δικαστηρίου με σταθερή φωνή, όταν αυτός προσπαθούσε να τον φέρει σε αντιπαράθεση με το ΚΚΕ. Κι όταν τον ειρωνεύτηκε ο βασιλικος επίτροπος «Τι αγωνίζεσαι Πλουμπίδη; Χαφιέ σε λέει ο Ζαχαριάδης» κείνος απάντησε: 

«Έχει εσφαλμένες πληροφορίες ο αρχηγός του Κόμματος». Ο επίτροπος συνέχισε να προκαλεί: «Σε εξευτέλισαν Πλουμπίδη» για να πάρει την απάντηση: «Τιμή μου είναι η τιμή του Κόμματός μου».

Η απόφαση του δικαστηρίου ήταν η αναμενόμενη. Ο Πλουμπίδης και η υπόλοιπη ηγεσία του ΚΚΕ (Ν. Ζαχαριάδης, Γ. Ιωαννίδης, Β. Μπαρτζιώτας, Μ. Πορφυρογένης, Π. Ρούσος, Λ. Στρίγγος, Δ. Βλαντάς, Γ. Βοντίτσιος - Γούσιας κ.ά.), που δικαζόταν ερήμην, καταδικάζονται δις εις θάνατο. Στις 5.25 το πρωί της 14ης Αυγούστου του 1954 ο Μπάρμπας εκτελείται στο Δαφνί παρουσία δημοσιογράφων. Τα τελευταία του λόγια ήταν: «Υπήρξα τίμιος αγωνιστής, πάλεψα για το καλό του λαού και για το κόμμα μου. Και αφήνω στο γιο μου φεύγοντας ένα τίμιο όνομα. Νάστε πάντα καλά. Βλέπετε, εγώ σε λίγο φεύγω με ψεύτικες και άδικες κατηγορίες. Το κόμμα μου, το ξέρω, θα βρει την αλήθεια και θα με δικαιώσει. Γεια χαρά παιδιά. Ζήτω το ΚΚΕ».
Κι αλήθεια. Η 9η Ολομέλεια της ΚΕ του ΚΚΕ το 1958 τον αποκατάστησε ως αγωνιστή του ΚΚΕ σημειώνοντας πως «δεν υπάρχει κανένα στοιχείο που να στηρίζει την κατηγορία του προβοκάτορα και χαφιέ».

Αντί επιλόγου.

Κάποιοι θέλουν να παρουσιάζουν τον Πλουμπίδη ως τον άνθρωπο που βρέθηκε στο εδώλιο του κατηγορουμένου και μπρος στο εκτελεστικό απόσπασμα, κυνηγημένος από εχθρούς, φίλους και συντρόφους. Και το κάνουν εκείνοι που έχοντας ξεκόψει από το δρόμο του επαναστατικού αγώνα, βρίσκουν στην περίπτωσή του το άλλοθι της υποχώρησής τους. Θέλουν από τον αγωνιστή Πλουμπίδη να θεμελιώσουν την αντίστροφη πορεία τους.

Στην πραγματικότητα, το πώς θα δει κανείς τον Πλουμπίδη εξαρτάται από τις επιλογές ζωής που κάνει και αυτό ισχύει ως το θάνατο. Αυτή την απάντηση έδωσε ο ίδιος ο Πλουμπίδης, με τη στάση του και το παράδειγμα του αγωνιστή, χωρίς να έχει τίποτε το διαφορετικό που να τον κάνει να ξεχωρίζει απ' όλους τους άλλους αγωνιστές. Ο «κόκκινος δάσκαλος» με τη ζωή και το θάνατο του δίδαξε ήθος κάνοντας πράξη όλα όσα κήρυττε. Ο Νίκος Πλουμπίδης έζησε και πέθανε κομμουνιστής βάζοντας πάνω κι από τη ζωή του την τιμή τη δική του και του κόμματος του. Γι' αυτό ακούγεται σαν επιβεβαίωση αυτής της στάσης η φράση του (δήθεν «αντιπάλου» του) Νίκου Ζαχαριάδη πως «την τιμή κανένας δε μπορεί να σου την αφαιρέσει. Την τιμή μπορείς μονάχα να τη χάσεις».


De Siris