Όντρεϊ Χέπμπορν
Η Όντρεϊ Χέπμπορν γεννήθηκε στις 4 Μαΐου 1929 και πέθανε στις 20 Ιανουαρίου 1993. Ήταν ηθοποιός αγγλικής και ολλανδικής καταγωγής, μια από τις πλέον φημισμένες παγκοσμίως τον 20ό αιώνα.
Βραβευμένη με Όσκαρ και βραβείο Τόνυ, εμφανίστηκε σε πολυάριθμες παραγωγές του θεάτρου, του κινηματογράφου και σε παραστάσεις του Μπρόντγουεϊ. Το 1999 κατετάγη στην τρίτη θέση της λίστας των μεγαλύτερων γυναικών σταρ όλων των εποχών από το Αμερικανικό Ινστιτούτο Κινηματογράφου.
Επίσης αποτέλεσε για πολλά χρόνια σύμβολο της μόδας, καθώς το στιλ της ήταν παροιμιώδους κομψότητας, ενώ αφιέρωσε τα τελευταία χρόνια της ζωής της σε ανθρωπιστικά έργα. Από το 1986 μέχρι και το θάνατό της υπηρέτησε ως Πρέσβειρα Καλής Θελήσεως της UNICEF και τιμήθηκε με το Προεδρικό Μετάλλιο της Ελευθερίας για το έργο της.
Τα Πρώτα Χρόνια
Γεννημένη ως Όντρεϊ Καθλήν Ράστον σε έναν δήμο των Βρυξελλών του Βελγίου, ήταν το μοναδικό παιδί του Ιρλανδού τραπεζίτη Τζόζεφ Βίκτορ Άντονι Ράστον από τη δεύτερη σύζυγό του, την πρώην Βαρόνη Έλλα φαν Χέεμστρα, μια Ολλανδέζα αριστοκράτισσα που ήταν κόρη ενός πρώην κυβερνήτη της Ολλανδικής Γουιάνα. Ο πατέρας της αργότερα προσέθεσε το επώνυμο της γιαγιάς του από την πλευρά της μητέρας του, της Καθλήν Χέπμπορν, στο οικογενειακό επώνυμο. Οπότε το επώνυμο της Όντρεϊ έγινε Χέπμπορν – Ράστον. Είχε δύο ετεροθαλείς αδερφούς από τον πρώτο γάμο της μητέρας της με έναν Ολλανδό ευγενή.
Από το 1935 μέχρι το 1938 η Χέπμπορν φοίτησε σε μια ιδιωτική ακαδημία για κορίτσια στο Κεντ. Το 1935 οι γονείς της πήραν διαζύγιο και ο πατέρας της, που προσέκειτο στους Ναζί, άφησε την οικογένεια (και οι δύο γονείς ήταν μέλη της Βρετανικής Φασιστικής Ενώσεως στα μέσα της δεκαετίας του '30 σύμφωνα με τη Γιούνιτι Μίτφορντ, φίλη της Έλλα και οπαδού του Αδόλφου Χίτλερ). Χρόνια μετά η ηθοποιός ανέφερε αυτήν την περίοδο ως την πιο τραυματική της ζωής της. Αργότερα εντόπισε τον πατέρα της στο Δουβλίνο διαμέσου του Ερυθρού Σταυρού. Διατήρησε επαφή μαζί του και τον υποστήριζε οικονομικά μέχρι και το θάνατό του.
Το 1939 η μητέρα της πήρε την απόφαση να μετακομίσει μαζί με τα παιδιά της στο σπίτι του παππού τους στο Άρνεμ της Ολλανδίας. Η Έλλα πίστευε πως η Ολλανδία ήταν ασφαλής από γερμανική εισβολή. Η Χέπμπορν φοίτησε στο Ωδείο του Άρνεμ από το 1939 μέχρι και το 1945 όπου και μυήθηκε στο μπαλέτο μαζί με τα καθημερινά της μαθήματα.
Το 1940 οι Γερμανοί εισέβαλαν στην Ολλανδία. Κατά τη διάρκεια του πολέμου η Χέπμπορν υιοθέτησε το ψεύτικο όνομα Ίντα φαν Χέεμστρα, αλλάζοντας τα έγγραφα της μητέρας της γιατί ένα όνομα που ακουγόταν έντονα αγγλικό θεωρήθηκε επικίνδυνο. Αυτό δεν ήταν ποτέ επίσημο νομικά όνομά της. Πρόκειται για απλή παράφραση του ονόματος της μητέρας της.
Μέχρι το 1944 η Χέπμπορν είχε εξελιχθεί σε πολύ καλή μπαλαρίνα. Μυστικά χόρευε σε συγκεντρώσεις για να μαζέψει χρήματα για την ολλανδική αντίσταση.
Αργότερα δήλωσε πως «το καλύτερο κοινό που είχα ποτέ δεν έκανε τον παραμικρό ήχο στο τέλος της παράστασής μου».
Όταν η χώρα ελευθερώθηκε από τις Συμμαχικές Δυνάμεις ακολούθησαν τα καμιόνια της Διαχείρισης Ανακούφισης και Αναμόρφωσης των Ηνωμένων Εθνών. Η Χέπμπορν είπε σε μια σε μια συνέντευξη πως ήπιε ένα ολόκληρο τενεκεδάκι συμπυκνωμένου γάλατος και κατόπιν αρρώστησε από τα πρώτα της γεύματα γιατί έβαλε στο πιάτο της υπερβολικά πολλή ζάχαρη. Αυτές οι εμπειρίες την οδήγησαν στο να συμμετέχει στο έργο της UNICEF αργότερα στη ζωή της.
Η Αρχή της Καριέρας της
Το 1945 μετά τον πόλεμο η Χέπμπορν άφησε το Κονσερβατόριο του Άρνεμ και μετακόμισε στο Άμστερνταμ όπου παρακολούθησε μαθήματα μπαλέτου με τη Σόνια Γκάσκελ. Το 1948 η Χέπμπορν πήγε στο Λονδίνο και παρακολούθησε μαθήματα με την αναγνωρισμένη Μαρί Ράμπερτ.
Η καριέρα της ως ηθοποιού ξεκίνησε με την εκπαιδευτική ταινία: «Dutch in Seven Lessons» (Ολλανδικά σε επτά μαθήματα). Έπειτα εμφανίστηκε σε μουσικές παραστάσεις όπως το «High Button Shoes» και «Sauce Piquante». Ο πρώτος της ρόλος στον κινηματογράφο ήταν στη βρετανική ταινία «One Wild Oat» όπου και υποδύθηκε μια ρεσεψιονίστ. Έπαιξε αρκετούς μικρούς ρόλους σε διάφορες ταινίες. Κατά τη διάρκεια των γυρισμάτων του «Monte Carlo Baby» η Χέπμπορν επιλέχτηκε να παίξει πρωταγωνιστικό ρόλο στο έργο του Μπρόντγουεϊ με τίτλο «Gigi» που έκανε πρεμιέρα στις 24 Νοεμβρίου 1951 στο Θέατρο Φούλτον και διήρκεσε για 219 παραστάσεις. Η συγγραφέας Σιντονί – Γκαμπριέλ Κολέτ την πρώτη στιγμή που την είδε αναφώνησε: «voilà! Να η Gigi μας!». Κέρδισε ένα Βραβείο Theatre World για το ντεμπούτο της που παιζόταν με επιτυχία για έξι μήνες.
Η πρώτη αξιοπρόσεκτη εμφάνισή τη στον κινηματογράφο ήταν το 1952 στην ταινία «Secret People» όπου και υποδύθηκε μια σπουδαία μπαλαρίνα. Όπως ήταν φυσικό η Χέπμπορν έκανε η ίδια όλα τα χορευτικά που απαιτούνταν. Ο πρώτος της πρωταγωνιστικός ρόλος και μάλιστα σε Αμερικανική ταινία ήταν μαζί με τον Γκρέγκορι Πεκ στην ταινία «Διακοπές στη Ρώμη» (Roman Holiday).
Η ερμηνεία της Χέπμπορν δέχτηκε πολύ καλές κριτικές. Η Χέπμπορν αργότερα δήλωσε πως το «Roman Holiday» υπήρξε η αγαπημένη της ταινία, γιατί ήταν αυτή που την έκανε σταρ.
Μετά από γυρίσματα τεσσάρων μηνών για την ταινία αυτή, η Χέπμπορν επέστρεψε στη Νέα Υόρκη και για οχτώ μήνες έδινε παραστάσεις με το «Gigi». Το έργο ανέβηκε στο Λος Άντζελες και το Σαν Φρανσίσκο τον τελευταίο του μήνα. Στη Χέπμπορν δόθηκε ένα συμβόλαιο για επτά ταινίες με την Paramount με δώδεκα μήνες ανάμεσα στα γυρίσματα για τη δουλειά της στο σανίδι.
Τα Χρόνια της Δόξας
Στα μέσα της δεκαετίας του ’50, η Χέπμπορν δεν ήταν απλά μια από τις μεγαλύτερες σταρ του κινηματογράφου, αλλά και πρότυπο κομψότητας. Η αίσθηση του σικ που διέθετε θαυμάστηκε και αποτέλεσε αντικείμενο μίμησης ευρέως. Το 1955, βραβεύτηκε με τη Χρυσή Σφαίρα – World Film Favorite Female.
Αποτελώντας πλέον μια από τις δημοφιλέστερες ηθοποιούς, η Όντρει Χέπμπορν συμπρωταγωνίστησε με πολλούς μεγάλους άνδρες ηθοποιούς όπως ο Χάμφρεϊ Μπόγκαρτ στη «Σαμπρίνα», ο Φρεντ Αστέρ στο «Αστείο Μουτράκι» (Funny Face), ο Μωρίς Σεβαλιέ και ο Γκάρι Κούπερ στο «Αριάν» (Love in the Afternoon), ο Τζορτζ Πέπαρντ στο «Πρόγευμα στου Τίφαννυς» (Breakfast at Tiffany’s), ο Κάρι Γκραντ στο «Ραντεβού στο Παρίσι» (Charade), ο Ρεξ Χάρισον στο «Ωραία μου Κυρία» (My Fair Lady), ο Πίτερ Ο’ Τουλ στο «Πώς Να Κλέψετε Ένα Εκατομμύριο Δολλάρια» (How to Steal a Million), ο Άλμπερτ Φίνεϊ στο «Δυο για το δρόμο» (Two for the Road) και ο Σον Κόνερι στο «Το Ρόδο και το Βέλος» (Robin and Marian)..
Το «Αστείο Μουτράκι» (Funny Face) του 1957 ήταν μια από τις διασκεδαστικότερες ταινίες για τη Χέπμπορν γιατί χόρεψε μαζί με τον Φρεντ Αστέρ. Από την άλλη η ταινία του 1959 «Η Ιστορία μιας Μοναχής» (The Nun’s Story) ήταν μια από τις μεγαλύτερες προκλήσεις για εκείνη. Η Χόλλυ Γκολάιτλι της Χέπμπορν στην ταινία του 1961 «Πρόγευμα στου Τίφαννυς» (Breakfast at Tiffany’s) έγινε ένα χαρακτήρας σύμβολο του Αμερικανικού Σινεμά για τον 20ο αιώνα.
Η Χέπμπορν έτσι καθιερώθηκε σαν μια από τις δημοφιλέστερες σταρ του Χόλιγουντ. Η Μέρλιν Μονρόε δεν ήταν η μόνη που τραγούδησε "Happy Birthday, Mr. President" στον Πρόεδρο Τζον Κέννεντυ στα γενέθλιά του. Στα επόμενα (και τελευταία) γενέθλιά του στις 29 Μαΐου 1963, η Χέπμπορν, η αγαπημένη ηθοποιός του Προέδρου, του τραγούδησε "Happy Birthday, dear Jack"
Το 1963 η Χέπμπορν πρωταγωνίστησε στην ταινία «Charade», την πρώτη και τελευταία ταινία της με τον Κάρι Γκραντ, ο οποίος είχε στο παρελθόν αποσυρθεί από τους πρωταγωνιστικούς ρόλους των ταινιών «Διακοπές στη Ρώμη» και «Σαμπρίνα». Το 1964, η Χέπμπορν έπαιξε στην ταινία «Ωραία μου Κυρία» (My Fair Lady) που θεωρήθηκε για την εποχή η περισσότερο αναμενόμενη ταινία μετά το «Όσα παίρνει ο άνεμος». Η Χέπμπορν έλαβε το ρόλο της Ελίζα Ντούλιτλ αντί για την τότε άσημη Τζούλι Άντριους, που είχε υποδυθεί πρώτη το ρόλο στο Μπρόντγουεϊ.
Από το 1967 και μετά, έπειτα από δεκαπέντε ιδιαίτερα επιτυχημένα χρόνια στον κινηματογράφο, η Χέπμπορν έπαιζε μόνο περιστασιακά. Μετά το διαζύγιό της από τον Φέρρερ παντρεύτηκε τον Ιταλό ψυχίατρο Δρ. Αντρέα Ντόττι και απέκτησε ένα δεύτερο γιο μετά από μια δύσκολη εγκυμοσύνη που απαίτησε σχεδόν συνεχή παραμονή στο κρεβάτι. Μετά το χωρισμό της με τον Ντόττι, αποπειράθηκε μια επιστροφή, συμπρωταγωνιστώντας με τον Σων Κόνερρυ στην ταινία εποχής «Το Ρόδο και το Βέλος» (Robin and Marian) το 1976, που είχε σχετική επιτυχία. Ειπώθηκε πως απέρριψε ένα ρόλο κομμένο και ραμμένο στα μέτρα της μιας πρώην μπαλαρίνας στην ταινία Η κρίσιμη καμπή (The Turning Point). Τελικά ο ρόλος δόθηκε στη Σίρλεϋ ΜακΛέιν. Η Χέπμπορν επέστρεψε τελικά στο σινεμά το 1979, πρωταγωνιστώντας στο «Γραμμή Αίματος» (Bloodline) του Σίντνεϋ Σέλντον.
Ο τελευταίος πρωταγωνιστικός ρόλος της Χέπμπορν σε κινηματογραφική ταινία ήταν με τον Μπεν Γκαζάρα στην κωμωδία «They All Laughed», σε σκηνοθεσία Πήτερ Μπογκντάνοβιτς. Η ταινία επισκιάστηκε από τη δολοφονία ενός από τα αστέρια που συμμετείχαν, της φίλης του Μπογκντάνοβιτς, Ντόροθυ Στράττεν. Κυκλοφόρησε μετά το θάνατο της τελευταίας μα σε περιορισμένες προβολές. Το 1987, εμφανίστηκε με τον Ρόμπερτ Βάγκνερ σε μια τηλεταινία, «Love Among Thieves» που δανειζόταν στοιχεία από παλαιότερες ταινίες της ηθοποιού.
Η τελευταία εμφάνιση της Χέπμπορν, ένα καμεό πέρασμα, ήταν ένας άγγελος στην ταινία του Στίβεν Σπίλμπεργκ «Always» το 1988. Τους τελευταίους μήνες της ζωής της, η Χέπμπορν ολοκλήρωσε δύο σχέδια: παρουσίασε ένα ντοκιμαντέρ με τίτλο «Gardens of the World with Audrey Hepburn», που έκανε πρεμιέρα στο κανάλι PBS τη μέρα του θανάτου της, και ηχογράφησε ένα άλμπουμ αφήγησης, το «Audrey Hepburn's Enchanted Tales», με αναγνώσεις κλασικών ιστοριών για παιδιά, με το οποίο κέρδισε μετά θάνατον το Βραβείο Γκράμι για το Καλύτερο Αφηγηματικό Άλμπουμ για Παιδιά.
Η ηθοποιός απέκτησε το δικό της αστέρι στη Λεωφόρο της Δόξας στο Χόλυγουντ, στην 1652 Vine Street.
Γάμοι, οικογένεια και η ζωή τα επόμενα χρόνια
Η Χέπμπορν έκανε δύο γάμους, πρώτα με τον Αμερικανό Μελ Φέρρερ, και κατόπιν με τον Ιταλό γιατρό, Αντρέα Ντόττι. Με τον καθένα τους απέκτησε από έναν γιο – τον Σων με τον Φέρρερ το 1960, και τον Λούκα το 1970 από τον Ντόττι. Νονός του μεγαλύτερου είναι ο συγγραφέας A.Tζ. Κρόνιν, που έμενε κοντά στη Χέπμπορν στη Λουκέρνη.
Προσφορά στη UNICEF
Σύντομα μετά το τέλος της καριέρας της στον κινηματογράφο, η Χέπμπορν ανακηρύχθηκε Πρέσβειρα Καλής Θελήσεως του Οργάνωσης για τα Παιδιά των Ηνωμένων Εθνών (United Nations Children’s Fund / UNICEF). Ευγνώμων για την καλή της τύχη να επιβιώσει της γερμανικής κατοχής σαν παιδί, αφιέρωσε το υπόλοιπο της ζωής της για τη βοήθεια παιδιών σε φτωχές χώρες. Στα ταξίδια της τη διευκόλυνε η ευρεία γνώση της σε ξένες γλώσσες: γαλλικά, ιταλικά, αγγλικά, ολλανδικά και ισπανικά.
Θάνατος
Το 1992, όταν η Χέπμπορν επέστρεψε στην Ελβετία μετά το ταξίδι στη Σομαλία, άρχισε να νιώθει πόνους στην υπογάστρια περιοχή. Πήγε σε ειδικούς αλλά τα αποτελέσματα των εξετάσεων δεν ήταν ξεκάθαρα. Οπότε αποφάσισε να κάνει εξετάσεις κατά τη διάρκεια ενός ταξιδιού στο Λος Άντζελες τον Οκτώβρη. Την 1 Νοεμβρίου οι γιατροί έκαναν λαπαροσκοπική επέμβαση και ανακάλυψαν καρκίνο στην περιοχή αυτή που είχε εξαπλωθεί από την σκωληκοειδή απόφυση. Είχε αναπτυχθεί αργά με το πέρασμα πολλών ετών, και κάνοντας μετάσταση δεν προξένησε όγκο, αλλά σαν λεπτό περίβλημα του λεπτού εντέρου. Οι γιατροί την εγχείρησαν και της έκαναν χημειοθεραπεία. Τα φάρμακα δεν ήταν αρκετά για να κάνουν τον πόνο να εξαφανιστεί, οπότε την 1 Δεκεμβρίου έκανε δεύτερη επέμβαση. Μετά από μια ώρα, ο γιατρός διέγνωσε πως ο καρκίνος είχε εξαπλωθεί πάρα πολύ για να μπορέσει να αφαιρεθεί.
Καθώς η Χέπμπορν δεν θα μπορούσε να αντέξει μια πτήση με κανονικό αεροπλάνο, ο Ζιβενσύ κανόνισε να της στείλει η Μπάνι Μέλλον το ιδιωτικό της τζετ στο Λος Άντζελες για να τη μεταφέρει στο σπίτι της στην Ελβετία. Η Μέλλον γέμισε την καμπίνα με λουλούδια. Η Όντρεϊ Χέπμπορν απεβίωσε στις 20 Ιανουαρίου 1993 στο Tolochenaz της Ελβετίας και κηδεύτηκε εκεί. Ήταν εξήντα τριών ετών.
Βραβεύσεις & Υποψηφιότητες
Κέρδισε το 1953 το Όσκαρ πρώτου γυναικείου ρόλου για την ταινία «Διακοπές στη Ρώμη». Ήταν υποψήφια για το ίδιο βραβείο τέσσερις ακόμη φορές, για τις ταινίες «Γλυκεία μου Σαμπρίνα», «Η Ιστορία μιας Μοναχής», «Πρόγευμα στου Τίφαννυς» και «Περίμενε μέχρι να νυχτώσει». Δεν έλαβε υποψηφιότητα για την ερμηνεία της ως Ελίζα Ντούλιτλ στο «Ωραία μου Κυρία», μια από τις πιο αναγνωρισμένες της ηθοποιού. Είναι από τους λίγους καλλιτέχνες που έχουν κερδίσει Έμμυ, Γκράμι, Όσκαρ και Βραβείο Τόνυ.
Βραβείο Όσκαρ: Καλύτερης ηθοποιού για την ταινία «Διακοπές στη Ρώμη» (1954)
Χρυσή Σφαίρα: Καλύτερη κινηματογραφική ηθοποιός για το «Διακοπές στη Ρώμη» (1954)
Βραβείο Τόνυ: Καλύτερη ηθοποιός για την Οντίν (1954) και Special Achievement award (1968).
Βραβείο Γκράμι: Καλύτερο Αφηγηματικό Άλμπουμ για Παιδιά (1993) για το Audrey Hepburn's Enchanted Tales.
Βραβεία Έμμυ: Outstanding Individual Achievement - Informational Programming (1993) για το επεισόδιο "Flower Gardens" της σειράς της ντοκιμαντέρ, Gardens of the World.
Ακόμη, η Χέπμπορν βραβεύτηκε με το Henrietta Award το 1955 για την παγκοσμίως αγαπημένη ηθοποιό, το Βραβείο Σεσίλ ΝτεΜιλ το 1990 και Βραβείο του Σωματείου Ηθοποιών Κινηματογράφου για τη συνολική προσφορά της το 1992. Η Χέπμπορν βραβεύτηκε μετά θάνατον με το Jean Hersholt Humanitarian Award το 1993.
Το Δεκέμβριο του 1992, ένα μήνα πριν το θάνατό της, η Χέπμπορν έλαβε το Προεδρικό Μετάλλιο της Ελευθερίας για το έργο της με τη UNICEF. Αυτό αποτελεί μία από τις δύο μεγαλύτερες τιμές που μπορεί να λάβει ένας πολίτης στις Ηνωμένες Πολιτείες.
Το Δεκέμβριο του 1992, ένα μήνα πριν το θάνατό της, η Χέπμπορν έλαβε το Προεδρικό Μετάλλιο της Ελευθερίας για το έργο της με τη UNICEF. Αυτό αποτελεί μία από τις δύο μεγαλύτερες τιμές που μπορεί να λάβει ένας πολίτης στις Ηνωμένες Πολιτείες.
De Siris