Αδριανός
Ο Πούπλιος Αίλιος Τραϊανός Αδριανός γεννήθηκε στις 24 Ιανουαρίου 76 και πέθανε στις 10 Ιουλίου 138 μ.Χ., στα λατινικά Publius Aelius Traianus Hadrianus, υπήρξε Αυτοκράτορας της Ρώμης κατά τα έτη 117 – 138, καθώς επίσης στωικός και επικούρειος φιλόσοφος. Αποτελεί τον τρίτο από τους λεγόμενους "Πέντε Καλούς Αυτοκράτορες". Η βασιλεία του είχε ένα διστακτικό ξεκίνημα, μια ένδοξη περίοδο ακμής και ένα τραγικό επίλογο
Νεανική Ηλικία
Παρόλο που σύμφωνα με μεταγενέστερη παράδοση ο Αδριανός γεννήθηκε στην Ιτάλικα, μια πόλη στην επαρχία με το όνομα Hispania Baetica (η νοτιότερη ρωμαϊκή επαρχία στην Ιβηρική Χερσόνησο, που περιλαμβάνει τη σύγχρονη Ισπανία και Πορτογαλία), ο ίδιος αναφέρει στη σήμερα χαμένη αυτοβιογραφία του πως γεννήθηκε στη Ρώμη στις 24 Ιανουαρίου 76, από μια οικογένεια με ιταλικές ρίζες, η οποία διέμενε στην Ισπανία για πολλές γενεές. Ωστόσο, ίσως αυτό να ήταν κάποιος πολιτικός ελιγμός από μέρους του, ώστε να αποδείξει πως ήταν Ρωμαίος από κάθε άποψη. Πατέρας του ήταν ο Ρωμαίος από την Ισπανία, Πούπλιος Αίλιος Αδριανός Άφερ, ο οποίος ως συγκλητικός της τάξης των πραιτωριανών περνούσε πολύ από τον καιρό του στη Ρώμη. Οι πρόγονοί του κατάγονταν από την Άντρια, το σύγχρονο Άτρι, μια αρχαία πόλη στο Picenium της Ιταλίας. Ωστόσο η οικογένεια εγκαταστάθηκε στην Ιτάλικα λίγο μετά την ίδρυσή της από το Σκιπίωνα τον Αφρικανό. Ο Άφερ ήταν εξάδελφος από την πλευρά του πατέρα του με το μέλλοντα αυτοκράτορα Τραϊανό. Μητέρα του ήταν η Δομίτια Παυλίνα από τις Γάδες (το Κάδιξ). Η Παυλίνα ήταν κόρη διακεκριμένης οικογένειας Ρωμαίων από την Ισπανία. Μοναδική αδερφή του Αδριανού ήταν η Αέλια Δομίτια Παυλίνα. Οι γονείς τους πέθαναν το 85/86 όταν ο Αδριανός ήταν μόλις εννέα ετών, και έτσι ο τελευταίος πέρασε στην κηδεμονία του Τραϊανού και του Πούμπλιου Ακίλιου Αττιανού. Ο Αδριανός έλαβε μόρφωση σε διάφορα πεδία, όπως όλοι οι νεαροί αριστοκράτες της εποχής του. Μάλιστα του άρεσε τόσο πολύ να μελετά την ελληνική λογοτεχνία που τον αποκαλούσαν Graeculus ("Μικρό Έλληνα").
Ο Αδριανός επισκέφτηκε και πάλι την Ιτάλικα όταν ήταν 14 ετών και κατετάγη στο στρατό, μα ανακλήθηκε από τον Τραϊανό ο οποίος από εκεί και έπειτα ανέλαβε τη διαπαιδαγώγησή του. Δεν επέστρεψε ποτέ πια εκεί αν και αργότερα η πόλη ανακηρύχθηκε colonia προς τιμήν του. Η πρώτη του στρατιωτική θέση ήταν αυτή του τριβούνου στην λεγεώνα Legio II Adiutrix. Αργότερα, πήρε μετάθεση για τη Legio I Minervia στη Γερμανία. Όταν ο Νέρβας πέθανε το 98, έσπευσε να ενημερώσει προσωπικά τον Τραϊανό. Αργότερα έγινε λεγάτος μιας λεγεώνας στην Άνω Παννονία και κατόπιν κυβερνήτης της επαρχίας αυτής. Υπήρξε επίσης άρχων της Αθήνας για κάποιο σύντομο διάστημα, όπου και ονομάστηκε Αθηναίος πολίτης.
Ο Αδριανός συμμετείχε ενεργά στους πολέμους εναναντίον τωνΔακών (ως λεγάτος της Legio V Macedonica) και πιθανολογείται πως ο Τραϊανός τον αντάμειψε για τις επιτυχίες του. Επειδή κατά τα χρόνια που βρισκόταν στο θρόνο δεν διεξήχθησαν πόλεμοι, οι στρατιωτικές αρετές του Αδριανού δεν μπορούν να προσδιοριστούν σήμερα με ακρίβεια, ωστόσο το γνήσιο ενδιαφέρον του και οι γνώσεις του για το στρατό, καθώς και η ικανότητα που έδειξε στον τομέα της διοίκησης, καταδεικνύουν πιθανό ταλέντο στη στρατηγική.
Ο Αδριανός συνόδεψε τον Τραϊανό στην εκστρατεία του ενάντια στην Παρθία ως μέλος τους επιτελείου του. Ούτε κατά τη διάρκεια της αρχικής νικηφόρας φάσης, ούτε κατά τη διάρκεια της δεύτερης φάσης του πολέμου, όταν η επανάσταση εξαπλώθηκε στη Μεσοποταμία, ο Αδριανός έκανε κάτι αξιοσημείωτο. Εν τούτοις, όταν ο κυβερνήτης της Συρίας έπρεπε να αποσταλεί στη Δακία όπου είχαν ξεσπάσει νέες φασαρίες, ο Αδριανός ονομάστηκε αντικαταστάτης του, λαμβάνοντας αυτόνομη διοικητική εξουσία. Ο Τραϊανός, σοβαρά άρρωστος τη στιγμή εκείνη, αποφάσισε να επιστρέψει στη Ρώμη, ενώ ο Αδριανός έμεινε στη Συρία να προστατεύει τις ρωμαϊκές κατακτήσεις. Ο Τραϊανός έφτασε μέχρι την πόλη Selinus πριν αρρωστήσει τόσο ώστε να μην μπορεί να συνεχίσει το ταξίδι του. Αν και ο Αδριανός ίσως ήταν η προφανής επιλογή για τη διαδοχή, δεν είχε ποτέ υιοθετηθεί από τον αυτοκράτορα. Η επίσημη εκδοχή ήταν ότι, ενώ ο Τραϊανός κειτόταν ετοιμοθάνατος, με τη σύζυγό του Πομπηία Πλοτίνα να τον φροντίζει, κατονόμασε διάδοχό του τον Αδριανό. Οι φήμες της εποχής θέλουν την Πλοτίνα θερμή υποστηρίκτρια του Αδριανού και εκείνον να της χρωστά την άνοδό του στο θρόνο. Ωστόσο το θέμα παραμένει σκοτεινό μέχρι σήμερα.
Αυτοκράτορας
Εξασφαλίζοντας την εξουσία
Ο Αδριανός γρήγορα εξασφάλισε την υποστήριξη των λεγεώνων – ένας πιθανός ανταγωνιστής, ο Λούσιους Κουίετους, αποπέμφθηκε άμεσα. Η αποδοχή της Συγκλήτου ακολούθησε όταν παρουσιάστηκαν πιθανώς πλαστά έγγραφα υιοθεσίας από τον Τραϊανό (αν και ήταν υπό την κηδεμονία του). Η φήμη για πλαστογράφηση εγγράφου ήταν ελάσσονος σημασίας – η νομιμότητα του Αδριανού προέκυψε από την έγκριση της Συγκλήτου και των στρατών της Συρίας.
Ο Αδριανός δεν πήγε αμέσως στη Ρώμη – ήταν απασχολημένος με την αποκατάσταση της τάξης στην Ανατολή και με την κατάπνιξη της επανάστασης των Ιουδαίων που ξέσπασε κατά τη διάρκεια της θητείας του Τραϊανού. Κατόπιν πήγε να εξασφαλίσει τα σύνορα στο Δούναβη. Στη θέση του, ο Αττιανός, ο πρώην προστάτης του Αδριανού, τοποθετήθηκε σε θέση ισχύος στη Ρώμη. Εκεί «ανακάλυψε» μια σκευωρία στην οποία εμπλέκονταν τέσσερις σημαντικοί συγκλητικοί, ανάμεσα στους οποίους και ο Λούσιους Κουίετους, και ζήτησε από τη Σύγκλητο το θάνατό τους. Δεν τέθηκε θέμα δίκης – καταδιώχθηκαν και εκτελέστηκαν. Επειδή ο Αδριανός απουσίαζε εκείνη την εποχή, μπόρεσε να υποστηρίξει ότι ο Αττιανός έδρασε με δική του πρωτοβουλία.
Ο Ανδριανός και ο Στρατός
Παρά τις ικανότητές του στη στρατιωτική διοίκηση, η βασιλεία του Αδριανού χαρακτηρίστηκε από την απουσία μεγάλων πολεμικών συγκρούσεων, με εξαίρεση το δεύτερο πόλεμο ανάμεσα στους Ιουδαίους και τους Ρωμαίους. Εγκατέλειψε τις κατακτήσεις του Τραϊανού στη Μεσοποταμία, αποφασίζοντας πως ήταν αδύνατο να διαφυλαχτούν. Παραλίγο να ξεσπάσει πόλεμος με την Παρθία, γύρω στο 121, αλλά η απειλή αποφεύχθηκε όταν ο Αδριανός διαπραγματεύτηκε με επιτυχία συνθήκη ειρήνης.
Η ειρηνιστική πολιτική ενδυναμώθηκε με την ανέγερση μόνιμων αμυντικών έργων στα σύνορα της αυτοκρατορίας. Το πιο γνωστό είναι το ογκώδες Τείχος του Αδριανού στη Μεγάλη Βρετανία. Τα σύνορα στο Δούναβη και το Ρήνο ενδυναμώθηκαν με μια σειρά ξύλινων κυρίως οχυρώσεων, οχυρών και παρατηρητηρίων, με τα τελευταία να διευκολύνουν ιδιαιτέρως την επικοινωνία και την τοπική ασφάλεια. Παρόμοια τείχη, πλίθινα αυτή τη φορά, έκτισε κατά μήκος κρίσιμων διαβάσεων στη Βόρεια Αφρική (Μαυριτανία), τα οποία είχα μήκος πολλών δεκάδων χιλιομέτρων το καθένα. Για να κρατά ψηλά το ηθικό ττων στρατιωτών και να μη μένουν αδρανείς, ο Αδριανός όρισε να γίνονται συχνά γυμνάσια, και μάλιστα επέβλεπε ο ίδιος τις διάφορες στρατιές. Παρόλο που τα νομίσματα που έκοψε απεικονίζουν τόσο πολεμικές όσο και ειρηνικές σκηνές, η πολιτική του Αδριανού ήταν η επιβολή της ειρήνης με τη δύναμη, ακόμη και την απειλή.
Ο Δεύτερος Ρωμαιο-Ιουδαϊκός πόλεμος
Το 130, ο Αδριανός επισκέφθηκε τα ερείπια της Ιερουσαλήμ, τα οποία άφησε πίσω του ο Πρώτος Ρωμαιο–Ιουδαϊκός πόλεμος του 66 – 73. Υποσχέθηκε να ανοικοδομήσει την πόλη, μα σχεδίαζε να την κάνει μια παγανιστική μητρόπολη, την οποία θα ονόμαζε Αέλια Καπιτολίνα. Ένας νέος παγανιστικός ναός πάνω στα ερείπια του Δεύτερου Ναού της Ιερουσαλήμ επρόκειτο να αφιερωθεί στον Γιούπιτερ. Επιπροσθέτως, απαγόρευσε την περιτομή, την οποία έβλεπε σαν ένθερμος Ελληνιστής που ήταν, ως ακρωτηριασμό. Ένα ρωμαϊκό νόμισμα με την επιγραφή Αέλια Καπιτολίνα κόπηκε το 132.
Η στάση αυτή του Αδριανού πυροδότησε μια νέα μεγάλη επανάσταση ( 132 – 135 ), υπό τον Μπαρ Κόκχμπα και τον Ακίμπα μπεν Τζόζεφ. Κατόπιν του γεγονότος αυτού, ο Αδριανός κάλεσε το στρατηγό του Σήξτο Ιούλιο Σέβερο από τη Βρετανία, και σώματα στρατού κατέφθασαν ακόμη και από το Δούναβη. Οι απώλειες των Ρωμαίων ήταν βαρύτατες, και πιστεύεται ότι μια ολόκληρη λεγεώνα, η XXII Deiotariana καταστράφηκε. Οι απώλειες ήταν τόσο μεγάλες που ο Αδριανός στην αναφορά του προς τη Σύγκλητο παρέλειψε την καθιερωμένη φράση «Εγώ και οι λεγεώνες είμαστε καλά». Εντούτοις οι δυνάμεις του Αδριανού τελικά κατέπνιξαν την επανάσταση. Σύμφωνα με τον Δίωνα Κάσσιο, κατά τη διάρκεια του πολέμου 580.000 Ιουδαίοι έχασαν τη ζωή τους, 50 οχυρωμένες πόλεις και 985 χωριά καταστράφηκαν ολοσχερώς.
Μετά τη λήξη του πολέμου, ο Αδριανός συνέχισε τις θρησκευτικές διώξεις κατά των Ιουδαίων, σύμφωνα με το Βαβυλωνιακό Ταλμούδ. Αποπειράθηκε να ξεριζώσει τον Ιουδαϊσμό, τον οποίο και έβλεπε ως την αιτία συνεχών επαναστάσεων, κήρυξε εκτός νόμου την Τορά, το εβραϊκό ημερολόγιο και εκτέλεσε Ιουδαίους λόγιους. Ο ιερός πάπυρος κάηκε τελετουργικά στο Όρος του Ναού. Στο πρώην σκευοφυλάκιο του Ναού εγκατέστησε δύο αγάλματα, ένα του Γιούπιτερ και ένα δικό του. Σε μια προσπάθεια να διαγράψει κάθε ανάμνηση της Ιουδαίας, αφαίρεσε το όνομά της από το χάρτη και το αντικατέστησε με το Συρία Παλαιστίνα, από τους Φιλισταίους, αρχέγονους εχθρούς των Ιουδαίων. Επανίδρυσε την Ιερουσαλήμ υπό τη μορφή ρωμαϊκής παγανιστικής πόλης, με το όνομα Αέλια Καπιτολίνα και απαγόρευσε στους Εβραίους να εισέρχονται σε αυτήν.
Προστάτης των Τεχνών και των Γραμμάτων
Ο Αδριανός περιγράφεται συχνά ως ο πιο εύστροφος από τους Ρωμαίους αυτοκράτορες. Του άρεσε επίσης να επιδεικνύει γνώσεις σε όλα τα πνευματικά και καλλιτεχνικά πεδία. Πάνω από όλα, ο Αδριανός υπήρξε προστάτης των τεχνών: η Βίλλα του Αδριανού στο Τίβολι ήταν το εξοχότερο ρωμαϊκό παράδειγμα αλεξανδρινού κήπου, ανασυνθέτοντας ένα ιερό τοπίο, χαμένο σήμερα σε μεγάλο μέρος εξαιτίας της καταστροφής των ερειπίων από τον Καρδινάλιο ντ’ Έστε που αφαίρεσε μεγάλο μέρος των μαρμάρων για να χτίσει τη Βίλλα ντ’ Έστε. Στη Ρώμη, το Πάνθεον, αρχικά χτισμένο από το Αγρίππα, κατεστραμμένο από φωτιά το 80, χτίστηκε εκ νέου από τον Αδριανό με τη θολωτή μορφή που βλέπουμε μέχρι σήμερα. Είναι ένα από τα πιο καλά διατηρημένα αρχαία ρωμαϊκά κτίρια και επηρέασε σημαντικά πολλούς από τους μεγάλους αρχιτέκτονες της Ιταλικής Αναγέννησης και του Μπαρόκ.
Πριν καν αρχίσει η περίοδος της βασιλείας του, ο Αδριανός έδειχνε μεγάλο ενδιαφέρον για την αρχιτεκτονική αλλά, από ό,τι φαίνεται, οι ενθουσιώδεις του προσπάθειες δεν τύγχαναν πάντα της καλύτερης κριτικής. Για παράδειγμα, ο Απολλόδωρος της Δαμασκού, διάσημος αρχιτέκτων του Φόρουμ του Τραϊανού, απέρριψε τα σχέδιά του. Όταν ο Τραϊανός, προκάτοχος του Αδριανού, συμβουλεύτηκε τον Απολλόδωρο για κάποιο πρόβλημα σχετικό με την αρχιτεκτονική, ο Αδριανός διέκοψε για να συμβουλέψει κάτι, πράγμα που έκανε τον Απολλόδωρο να απαντήσει: «Ξεκουμπίσου και ζωγράφιζε τις κολοκύθες σου. Δεν έχεις ιδέα γι’ αυτά τα θέματα». Με τον όρο «κολοκύθες» αναφέρθηκε στους θόλους που είχε σχεδιάσει ο Αδριανός, όπως το Σεραπείο στη Βίλλα του.
Φημολογείται ότι μόλις ο Αδριανός διαδέχτηκε τον Τραϊανό στον αυτοκρατορικό θρόνο, εξόρισε τον Απολλόδωρο και τελικά τον θανάτωσε. Είναι πολύ πιθανόν η ιστορία αυτή να κατασκευάστηκε αργότερα για να δυσφημίσει το χαρακτήρα του, καθώς ο Αδριανός, παρόλο που ήταν πολύ δημοφιλής στην αυτοκρατορία, δεν θαυμαζόταν ανεξαιρέτως από όλους, ούτε κατά τη διάρκεια της ζωής του ούτε αργότερα.
Ο Αδριανός έγραψε ποίηση τόσο στα λατινικά όσο και στα ελληνικά. Ένα από τα λίγα σωζόμενα είναι ένα ποίημα στα λατινικά που έγραψε την ώρα του θανάτου του. Επίσης συνέγραψε την αυτοβιογραφία του, μια εργασία όχι και τόσο μεγάλη σε έκταση ή αποκαλυπτικότητα, αλλά με στόχο να ξεκαθαρίσει διάφορες φήμες και να εξηγήσει διάφορες πράξεις του. Το έργο αυτό δεν έχει διασωθεί αλλά από ό,τι φαίνεται χρησιμοποιήθηκε από το συγγραφέα – είτε τον Μάριο Μάξιμο είτε κάποιον άλλο – σαν βάση για το βίο του Αδριανού στο έργο Historia Augusta.
Μια άλλη προσφορά του Αδριανού στην τέχνη ήταν η γενειάδα. Τα πορτρέτα των αυτοκρατόρων μέχρι τότε τους παρουσίαζαν ξυρισμένους, ιδεατές απεικονίσεις Ελλήνων αθλητών. Ο Αδριανός είχε γενειάδα όπως δείχνουν όλα του τα πορτρέτα. Οι διάδοχοί του αυτοκράτορες θα απεικονίζονταν με γενειάδες για πάνω από ενάμιση αιώνα.
Ο Αδριανός ήταν ουμανιστής και βαθύτατα φιλέλληνας σε όλα του τα γούστα. Αγαπούσε τις διδαχές των φιλοσόφων Επίκτητου, Ηλιόδωρου και Φαβορίνου και γενικά θεωρείται επικούρειος, όπως και ορισμένοι από τους φίλους του. Στην πατρίδα φρόντισε για τις κοινωνικές ανάγκες. Μείωσε αν και δεν κατάργησε τη δουλεία, εξανθρώπισε τον νομικό κώδικα και απαγόρευσε τα βασανιστήρια.
Έχτισε βιβλιοθήκες, υδραγωγεία, λουτρά και θέατρα. Ο Αδριανός θεωρείται από πολλούς ιστορικούς σοφός και δίκαιος: ο Σίλλερ τον αποκαλεί «πρώτο υπηρέτη της Αυτοκρατορίας», ενώ ο Έντουαρντ Γκίμπον θαύμαζε την «ευρεία και ενεργή του ευφυΐα», καθώς και τη «δικαιοσύνη και μετριοπάθεια» που τον χαρακτήριζαν.
Κατά τη διάρκεια της επίσκεψής του στην Ελλάδα το 125, προσπάθησε να δημιουργήσει ένα είδος περιφερειακής βουλής για να ενώσει όλες τις ημιαυτόνομες πρώην πόλεις–κράτη σε όλη την Ελλάδα και την Ιωνία. Η βουλή αυτή, γνωστή ως Πανελλήνιον, απέτυχε παρά τις ψυχωμένες προσπάθειες να υπάρξει συνεργασία ανάμεσα στους Έλληνες. Ο Αδριανός ήταν διάσημος για τη ρομαντική σχέση που ανέπτυξε με ένα νεαρό Έλληνα που ονομαζόταν Αντίνοoς.
Ενώ περιόδευε στην Αίγυπτο, ο Αντίνοος πνίγηκε μυστηριωδώς στο Νείλο το 130. Βαθύτατα λυπημένος, ο Αδριανός ίδρυσε στην Αίγυπτο μια πόλη με το όνομα Αντινοόπολις. Ο Αδριανός ζήτησε τη συμμετοχή όλης της Αυτοκρατορίας στο πένθος του, ανακηρύσσοντας τον νεαρό νέα θεότητα.
Ο Αδριανός πέθανε στη Βίλλα του. Κηδεύτηκε σε ένα μαυσωλείο στη δυτική όχθη του Τίβερη στη Ρώμη, κτίριο που αργότερα μετατράπηκε σε παπικό οχυρό, το Καστέλ Σαντ’ Άντζελο. Οι διαστάσεις του μαυσωλείου αυτού, στην αρχική του μορφή, σχεδιάστηκαν επίτηδες ώστε να υπερβαίνουν αυτές του προγενέστερου Μαυσωλείου του Αυγούστου.
Τα Ταξίδια του Αδριανού
Σκοπός
Ο Αυτοκράτορας Αδριανός έκανε μεγάλα ταξίδια, επιθεωρώντας και βελτιώνοντας τις λεγεώνες που στρατοπέδευαν σε κάθε επαρχία. Ακόμη και πριν την άνοδό του στο θρόνο, είχε ταξιδέψει στο εξωτερικό με το ρωμαϊκό στρατό, αποκτώντας μεγάλη πείρα. Πέρασε κάτι παραπάνω από το μισό της βασιλείας του εκτός της Ιταλικής Χερσονήσου. Άλλοι αυτοκράτορες άφηναν τη Ρώμη μόνο για να εκπονήσουν πολεμικές εκστρατείες, επιστρέφοντας μόλις οι συρράξεις ολοκληρώνονταν. Ένας προγενέστερος αυτοκράτορας, ο Νέρων, κάποτε ταξίδεψε κατά μήκος της Ελλάδας και καταδικάστηκε για την εγωιστική του πράξη.
Ο Αδριανός, αντίθετα, ταξίδευε θεωρώντας το σημαντικό κομμάτι των διοικητικών του καθηκόντων, και το ξεκαθάρισε στη Σύγκλητο και το ρωμαϊκό λαό. Στάθηκε εφικτό να το κάνει γιατί στη Ρώμη είχε έναν πιστό υποστηρικτή ανάμεσα στα υψηλότερα κλιμάκια της ρωμαϊκής κοινωνίας, έναν βετεράνο στρατιωτικό που ονομαζόταν Μάρκιος Τούρβος. Επίσης, υπάρχουν ενδείξεις σε κάποιες ιστορικές πηγές πως στρατολόγησε μυστική αστυνομία, τους frumentarii, για να ασκεί έλεγχο και επιρροή σε περίπτωση που κάτι δεν πήγαινε καλά ενώ απουσίαζε στα ταξίδια του.
Οι επισκέψεις του Αδριανού σε διάφορες περιοχές συνοδεύτηκαν από δωρεές οι οποίες περιελάμβαναν οδηγίες για την ανέγερση δημόσιων κτιρίων. Ο Αδριανός ήταν γεμάτος θέληση να ενδυναμώσει την αυτοκρατορία εκ των έσω βελτιώνοντας τις υποδομές, αντί να κατακτά και να εκμηδενίζει εξωτερικούς εχθρούς. Η προσήλωσή του στα ελληνικά ιδεώδη ενδυνάμωναν τις απόψεις του: όπως πολλοί αυτοκράτορες πριν από αυτόν, οι επιθυμίες του γίνονταν αποδεκτές σχεδόν πάντα. Στα ταξίδια του τον συνόδευε πλήθος αυλικών, ανάμεσα στους οποίους διοικητικοί υπάλληλοι και κατά πάσα πιθανότητα αρχιτέκτονες και οικοδόμοι. Σαν αποτέλεσμα η επίσκεψή του σε μία χώρα σήμαινε μεγάλο οικονομικό βάρος για τον τόπο. Αν και η άφιξή του είχε σαν επακόλουθο την παροχή διάφορων ευεργεσιών είναι πιθανό αυτοί που επωμίζονταν τα έξοδα συντήρησης της αποστολής να ήταν διαφορετικής τάξης από αυτούς που καρπώνονταν τα οφέλη. Για παράδειγμα, όταν επισκέφτηκε την Αίγυπτο ζητήθηκαν μεγάλες ποσότητες προμηθειών, βάρος που επωμίστηκαν οι απλοί αγρότες και που έφερε σε κάποιο βαθμό πείνα και δυσκολίες.
Η πρώτη περιοδεία του Αδριανού ξεκίνησε το 121 και στόχευε αρχικά στο να καλύψει τα νώτα του ώστε να αποκτήσει την ελευθερία να ασχοληθεί με τους πολιτιστικούς του στόχους. Ταξίδεψε βόρεια, με κατεύθυνση τη Γερμανία και επόπτευσε τα σύνορα Δούναβη και Ρήνου, καταβάλλοντας χρήματα για την ενίσχυση των αμυντικών έργων. Ωστόσο ήταν ένα ταξίδι στα όρια της Αυτοκρατορίας που αποτέλεσε ίσως την πιο χαρακτηριστική του επίσκεψη. Μαθαίνοντας για μια πρόσφατη επανάσταση, διέσχισε τη θάλασσα με προορισμό τη Βρετανία.
Βρετανία
Πριν την άφιξη του Αδριανού στη Μεγάλη Βρετανία είχε λάβει χώρα μια μεγάλη επανάσταση που κράτησε περίπου δύο χρόνια ( 119 – 121 ). To 122 ξεκίνησε η ανέγερση του περίφημου Τείχους του Αδριανού. Κατασκευάστηκε πρωτίστως για να προστατέψει την επαρχία της Βρετανίας, εμποδίζοντας μελλοντικές επιδρομές μικρής κλίμακας και ανεπιθύμητη μετανάστευση από τη βόρεια χώρα της Καληδονίας (η σημερινή Σκωτία). Την Καληδονία κατοικούσαν φυλές γνωστές στους Ρωμαίους ως Καληδόνιοι. Ο Αδριανός συνειδητοποίησε πως οι τελευταίοι θα αρνούνταν να συνυπάρξουν με τους Ρωμαίους. Επίσης γνώριζε ότι παρόλο που η Καληδονία ήταν πολύτιμη, το δύσκολο έδαφος και τα υψίπεδα θα έκαναν πολυδάπανη την κατάκτησή της. Έτσι αποφάσισε να χτίσει εναλλακτικά ένα τείχος. Αντίθετα με τις οχυρώσεις στη Γερμανία, που χτίστηκαν από ξύλινους πασσάλους, η έλλειψη ξύλου στην περιοχή είχε σαν αποτέλεσμα μια πέτρινη κατασκευή. Τα ερείπια αυτού του τείχους μέχρι σήμερα εκτείνονται σε πολλά χιλιόμετρα και φέρουν ακόμη το όνομά του. Από πολλές απόψεις αντανακλούν την αποφασιστικότητα του Αδριανού να βελτιώσει και να αναδομήσει την Αυτοκρατορία στο εσωτερικό της και να μην προχωρήσει σε νέους πολέμους και κατακτήσεις.
Υπό τις οδηγίες του ανεγέρθη στην Υόρκη ένα ιερό προς τιμήν της Βρετανίας, τιμώντας την ως θεότητα, και κατόπιν κόπηκαν νομίσματα που την παρουσίαζαν σαν προσωποποίηση της Βρετανίας, με την επιγραφή BRITANNIA. Μέχρι το τέλος του 122 ο Αδριανός ολοκλήρωσε την περιοδεία του στη Βρετανία και από κει κινήθηκε νότια διαμέσου θαλάσσης με προορισμό τη Μαυριτανία.
Παρθία και Ανατολία
Το 123, κατέφθασε στη Μαυριτανία όπου οδήγησε προσωπικά μια εκστρατεία ενάντιων τοπικών επαναστατών. Ωστόσο αυτή η επίσκεψη έμελλε να είναι σύντομη, καθώς έφτασαν αναφορές πως η Παρθία προετοιμαζόταν και πάλι για πόλεμο. Έτσι ο Αδριανός κινήθηκε γρήγορα στα ανατολικά. Ταξιδεύοντας είναι γνωστό πως κάποια στιγμή έκανε στάση στην Κυρήνη κατά τη διάρκεια της οποίας προσέφερε χρήματα για τη στρατιωτική εκπαίδευση νεαρών αριστοκρατικής καταγωγής. Η Κυρήνη είχε ήδη επωφεληθεί από τη γενναιοδωρία του αυτοκράτορα το 119, όταν είχε παραχωρήσει πόρους για την ανοικοδόμηση των δημόσιων κτιρίων που είχαν καταστραφεί κατά τη διάρκεια της πρόσφατης ιουδαϊκής επανάστασης.
Όταν ο Αδριανός αφίχθη στον Ευφράτη, έλυσε χαρακτηριστικά το πρόβλημα μέσω διακανονισμού με τον βασιλιά των Πάρθων, Οσρόη τον Α'. Κατόπιν έσπευσε να ελέγξει τη ρωμαϊκή άμυνα προτού αναχωρήσει για τη Δύση κατά μήκος της ακτής της Μαύρης Θάλασσας. Ο Αδριανός θεωρείται επίσης ιδρυτής της Αδριανούπολης. Πιθανώς πέρασε το χειμώνα στη Νικομήδεια, την πρωτεύουσα της Βιθυνίας. Καθώς η Νικομήδεια είχε χτυπηθεί από σεισμό μόλις λίγο καιρό πριν την επίσκεψή του, ο Αδριανός στάθηκε γενναιόδωρος παρέχοντας ποσά για έργα ανοικοδόμησης. Είναι κάτι παραπάνω από πιθανό ο Αδριανός να επισκέφτηκε την Κλαυδιόπολη, όπου και γνώρισε τον όμορφο Αντίνοο, ένα νεαρό αγόρι που έμελλε να γίνει εραστής του. Οι πηγές δεν αναφέρουν τίποτα για τη συνάντησή τους, εντούτοις υπάρχουν απεικονίσεις του Αντίνοου που τον παρουσιάζουν σαν νεαρό άνδρα περίπου είκοσι ετών. Καθώς ήταν μόλις πριν το θάνατο του Αντίνοου από πνιγμό το 130, είναι πιθανότερο να ήταν 13 ή 14 ετών. Είναι επίσης πιθανό ο Αντίνοος να εστάλη στη Ρώμη για να εκπαιδευτεί για ακόλουθος υπηρέτης του αυτοκράτορα και σταδιακά να έγινε ο ευνοούμενός του.
Μετά τη γνωριμία του με τον Αντίνοο, ο Αδριανός ταξίδεψε κατά μήκος της Ανατολίας. Η διαδρομή που ακολούθησε δεν είναι εξακριβωμένη. Διάφορα περιστατικά περιγράφονται από τις πηγές, όπως η ίδρυση μιας πόλης στη Μυσία, μετά από το επιτυχές κυνήγι ενός κάπρου. Κάποιοι ιστορικοί αμφισβητούν το γεγονός αυτό. Την εποχή αυτή, γίνονται πλάνα για την ανοικοδόμηση ενός ναού στη Μικρά Ασία, που θα αφιερωνόταν στον Τραϊανό και τον Αδριανό και θα κατασκευαζόταν από εκθαμβωτικό λευκό μάρμαρο.
Ελλάδα
Το απόγειο της περιοδείας αυτής ήταν ο προορισμός που ο φιλέλληνας Αδριανός πρέπει να είχε από την αρχή στο μυαλό του, η Ελλάδα. Έφτασε το φθινόπωρο του 124 εγκαίρως για τη συμμετοχή του στα Ελευσίνια Μυστήρια. Κατά παράδοση, σε κάποιο στάδιο της τελετής οι νεοφώτιστοι έπρεπε να φέρουν όπλα, αλλά αυτό αποφεύχθηκε, για την ασφάλεια του αυτοκράτορα που βρισκόταν ανάμεσά τους. Μετά από αίτηση των Αθηναίων πραγματοποίησε αναθεώρηση του συντάγματός τους. Επιπροσθέτως, δημιουργήθηκε μια νέα φυλή που έλαβε το όνομά του.
Κατά τη διάρκεια του χειμώνα περιόδευσε στην Πελοπόννησο. Η ακριβής διαδρομή παραμένει ασαφής, ωστόσο ο Παυσανίας αναφέρει διάφορα σημάδια, όπως οι ναοί που έχτισε ο αυτοκράτορας και το άγαλμά του που κατασκεύασαν οι ευγνώμονες κάτοικοι της Επιδαύρου ευχαριστώντας τον για ευεργεσίες. Ήταν ιδιαίτερα γενναιόδωρος με τη Μαντίνεια, γεγονός που υποστηρίζει τη θεωρία πως ο Αντίνοος ήταν ήδη εραστής του Αδριανού, καθώς υπήρχε ισχυρός δεσμός ανάμεσα στη Μαντίνεια και την πατρίδα του Αντίνοου, τη Βιθυνία.
Μέχρι το Μάρτη του 125, ο Αδριανός είχε φτάσει στην Αθήνα όπου και πρωτοστάτησε στα Διονύσια. Τα οικοδομικά έργα που ο Αδριανός ξεκίνησε ήταν αξιοσημείωτα. Διάφοροι κυβερνήτες συμμετείχαν στο χτίσιμο του Ναού του Ολυμπίου Διός – ήταν ο Αδριανός που φρόντισε να ολοκληρωθούν οι εργασίες. Επίσης ξεκίνησε την ανοικοδόμηση πολλών δημόσιων κτιρίων, ανάμεσα στα οποία και ένα υδραγωγείο. Η λεγόμενη Πύλη του Αδριανού υπάρχει ακόμη και σήμερα στην Αθήνα.
Επιστροφή στην Ιταλία
Επιστρέφοντας στην Ιταλία, ο Αδριανός έκανε παράκαμψη στη Σικελία. Νομίσματα τον τιμούν ως ανοικοδομητή του νησιού, αν και δεν υπάρχουν στοιχεία του τι έκανε για να κερδίσει αυτόν τον τίτλο.
Πίσω στη Ρώμη στάθηκε εφικτό να δει ο ίδιος ολοκληρωμένες τις εργασίες στο Πάνθεον. Επίσης είχε ολοκληρωθεί και η Βίλλα του Αδριανού στο Τιβούρ, ένα ευχάριστο θέρετρο στους Σαβίνους Λόφους, για όταν δεν θα άντεχε τη διαμονή στην πόλη. Στις αρχές του Μάρτη 127 ο Αδριανός ξεκίνησε νέα περιοδεία κατά μήκος της Ιταλίας. Και πάλι οι ιστορικοί είναι ικανοί να συνθέσουν τη διαδρομή που ακολούθησε περισσότερο από τις δωρεές που έκανε σε διάφορα μέρη παρά από τις ιστορικές πηγές. Για παράδειγμα, εκείνη τη χρονιά επανέφερε τη λατρεία της θεότητας της γης Κούπρα στην πόλη Κούπρα Μαρίτιμα. Κάποια στιγμή που δεν είναι προσδιορίσιμη, συνέβαλε στα έργα αποξήρανσης της Φουκίνιας λίμνης. Λιγότερο ευπρόσδεκτη στάθηκε η ιδέα του να διαιρέσει την Ιταλία σε 4 περιοχές υπό αυτοκρατορικούς λεγάτους. Η πρωτοβουλία αυτή δεν έλαχε αποδοχής και δεν επιβίωσε για πολύ καιρό μετά το θάνατο του Αδριανού.
Ο Αδριανός ασθένησε περίπου αυτή την περίοδο, αν και η φύση της ασθένειάς του δεν είναι γνωστή. Ό,τι και να ήταν, δεν τον εμπόδισε από το να αναχωρήσει την άνοιξη του 128 με προορισμό την Αφρική. Η άφιξή του συνοδεύτηκε με τον καλό οιωνό του τερματισμού μιας περιόδου ξηρασίας. Μαζί με τις συνηθισμένες του ευεργεσίες και δωρεές βρήκε χρόνο να επιθεωρήσει τα στρατεύματα, ενώ ο λόγος που εκφώνησε επιβιώνει μέχρι τις μέρες μας. Ο Αδριανός επέστρεψε στην Ιταλία το καλοκαίρι του 128, αλλά η παραμονή του ήταν σύντομη προτού ξεκινήσει μια νέα τριετή περιοδεία.
Ελλάδα και Ασία
Το Σεπτέμβριο του 128 ο Αδριανός παρέστη και πάλι στα Ελευσίνια Μυστήρια. Αυτή τη φορά η περιοδεία του στην Ελλάδα πρέπει να επικεντρώθηκε στην Αθήνα και τη Σπάρτη. Στον Αδριανό στριφογύριζε η ιδέα να συγκεντρώσει τις προσπάθειές του για αναβίωση της Ελλάδας γύρω από την Αμφικτυονική Συμμαχία με έδρα τους Δελφούς, αλλά πλέον είχε αποφασίσει κάτι πολύ πιο μεγαλεπήβολο. Το νέο του Πανελλήνιον επρόκειτο να είναι ένα συμβούλιο που θα έφερνε κοντά τις ελληνικές πόλεις όπου και να βρίσκονταν γεωγραφικά. Το μέρος συνάντησης θα ήταν ο νέος ναός του Δία στην Αθήνα. Έχοντας θέσει σε κίνηση τις προετοιμασίες – το να αποφασιστεί ποιας πόλης το αίτημα να αναγνωριστεί ως ελληνική θα έπαιρνε από μόνο του πολύ χρόνο – αναχώρησε για την πόλη της Εφέσου.
Τον Οκτώβριο του 130, και ενώ ο Αδριανός και ο περίγυρός του έπλεαν στο Νείλο, ο Αντίνοος πνίγηκε για άγνωστους λόγους, αν και εξετάστηκαν όλες οι εκδοχές: ατύχημα, αυτοκτονία, φόνος ή θρησκευτική θυσία. Ο αυτοκράτορας πόνεσε βαθύτατα. Διέταξε να θεοποιηθεί ο Αντίνοος, έδωσε σε πόλεις το όνομά του, έκοψε μετάλλια με τη φυσιογνωμία του και αγάλματά του κατασκευάστηκαν σε όλα τα μέρη της αυτοκρατορίας. Προς τιμήν του ανεγέρθηκαν ναοί στη Βιθυνία, τη Μαντίνεια στην Αρκαδία, και στην Αθήνα, ενώ οργανώθηκαν και εορτές για να τον τιμήσουν. Η πόλη της Αντινοοπόλεως ή Αντινόη ιδρύθηκε στα ερείπια της Μπέσα, όπου και πέθανε.
Ελλάδα, Παλαιστίνη και Ιλλυρικό
Οι κινήσεις του Αδριανού μετά την ίδρυση της Αντινοοπόλεως στις 30 Οκτωβρίου 130 είναι ασαφείς. Είτε επέστρεψε στη Ρώμη, είτε όχι, πέρασε το χειμώνα του 131 – 132 στην Αθήνα και πιθανώς παρέμεινε στην Ελλάδα ή και ανατολικότερα εξαιτίας νέας επανάστασης των Ιουδαίων που ξέσπασε το 132. Επιγραφές καθιστούν σαφές πως τέθηκε ο ίδιος επικεφαλής του στρατού στο πεδίο της μάχης το 133, κατόπιν επέστρεψε στη Ρώμη, ίσως την ίδια χρονιά και σχεδόν σίγουρα (κρίνοντας και πάλι από επιγραφές) περνώντας από το Ιλλυρικό.
Τα Τελευταία Χρόνια
Διαδοχή
Ο Αδριανός πέρασε τα τελευταία χρόνια της ζωής του στη Ρώμη. Το 136, αφιέρωσε έναν νέο ναό, το Ναό της Αφροδίτης και της Ρώμης, στο μέρος όπου βρισκόταν πρωτύτερα ο Χρυσός Οίκος του Νέρωνα.
Περίπου αυτή την εποχή, και υποφέροντας από προβλήματα υγείας, άρχισε να τον απασχολεί το ζήτημα της διαδοχής. Το 136 υιοθέτησε έναν από τους Υπάτους αυτού του έτους, τον Λούκιο Κεϊόνιο Κόμοδο, που έλαβε το όνομα Λούκιος Αέλιος Καίσαρ. Ήταν ταυτόχρονα προγονός και γαμπρός του Γάιου Αβίδιου Νιγρίνου, ενός από τους τέσσερις άντρες που εκτελέστηκαν στα 118, ωστόσο και ο ίδιος είχε εύθραυστη υγεία. Λαμβάνοντας την εξουσία τριβούνου και τη διοίκηση της Παννονίας, ο Αέλιος Καίσαρ εκλέχτηκε ξανά ύπατος για το έτος 137, αλλά πέθανε την 1η Ιανουαρίου 138.
Μετά το θάνατο του Αελίου, ο Αδριανός υιοθέτησε τον Τίτο Αουρέλιο Φούλβιο Βοϊόνιο Άρριο Αντωνίνο (μέλλοντα αυτοκράτορα Αντωνίνο Πίο), που είχε υπηρετήσει ως ένας από του τέσσερις αυτοκρατορικούς λεγάτους της Ιταλίας και σε άλλες διοικητικές θέσεις στην Ασία. Στις 25 Φεβρουαρίου 139 ο Αντωνίνος έλαβε εξουσία τριβούνου και ιμπέριουμ. Επίσης, για να εξασφαλίσει το μέλλον της δυναστείας, ο Αδριανός απαίτησε από τον Αντωνίνο να υιοθετήσει τόσο τον Λούκιο Κεϊόνιο Κόμοδο (γιο του αποθανόντα Αέλιου Καίσαρα), όσο και τον Μάρκο Άννιο Βέρο (ο οποίος αποτέλεσε το μέλλοντα αυτοκράτορα Μάρκο Αυρήλιο), εγγονό του ισχυρού συγκλητικού που έφερε το ίδιο όνομα και που υπήρξε στενός φίλος του Αδριανού. Ο Άννιος είχε ήδη αρραβωνιαστεί την κόρη του Αέλιου Καίσαρα, την Κεϊονία Φάμπια.
Οι αρχαίες πηγές παρουσιάζουν τα τελευταία χρόνια του Αδριανού ως μια περίοδο διαμάχης και δυστυχίας. Η υιοθεσία του Αέλιου Καίσαρα αποδείχτηκε μη δημοφιλής. Ο γαμπρός του Αδριανού, Λούκιος Ιούλιος Ούρσους Σερβιανός, αν και πολύ ηλικιωμένος, ήταν από την αρχή της βασιλείας του αυτοκράτορα υποψήφιος για το θρόνο. Ο εγγονός του, Φούσκος, πιστεύεται πως συνωμότησε να πάρει ο ίδιος το θρόνο και είναι πιθανό το 137 να αποπειράθηκε πραξικόπημα στο οποίο συμμετείχε και ο παππούς του. Όποια και να είναι η αλήθεια, ο Αδριανός τους καταδίκασε σε θάνατο. Σύμφωνα με διηγήσεις, ο Σερβιανός πριν το θάνατό του καταράστηκε τον Αδριανό «να αποζητά το θάνατο αλλά να μην μπορεί να πεθάνει» Η προσευχή εκπληρώθηκε. Ο Αδριανός υπέφερε από την τελευταία παρατεταμένη του ασθένεια και απετράπη πολλές φορές από τα να αυτοκτονήσει.
Θάνατος
Ο Αδριανός άφησε την τελευταία του πνοή τη δέκατη μέρα του Ιουλίου, στη ρωμαϊκή του Βίλλα στις Βάιαι σε ηλικία 62 ετών. Εντούτοις, ο άνθρωπος που πέρασε τόσο μεγάλο μέρος της ζωής του ταξιδεύοντας δεν είχε φτάσει ακόμη στο τέλος του ταξιδιού του. Κηδευτηκε αρχικά στο Πουτέολι, κοντά στην περιοχή Βάιαι, σε ένα κτήμα που κάποτε άνηκε στον Κικέρωνα. Λίγο αργότερα, τα λείψανά του μεταφέρθηκαν στη Ρώμη και θάφτηκαν στους Κήπους της Δομιτίας, κοντά στο ημιτελές μαυσωλείο του. Μετά την ολοκλήρωση του Μαυσωλείου του Αδριανού (το σημερινό Καστέλ Σαντ' Άντζελο) στη Ρώμη το 139 από τον διάδοχό του, Αντωνίνο Πίο, το σώμα του αποτεφρώθηκε και οι στάχτες του τοποθετήθηκαν εκεί μαζί με της συζύγου του, της Βίμπια Σαμπίνα και του πρώτου από τους υιοθετημένους γιους του, Λούκιου Αέλιου. Ο Αντωνίνος τον θεοποίησε το 139 και του αφιέρωσε ένα ναό στο Πεδίο του Άρεως.
De Siris