Κωνσταντίνος Δαβάκης
Ο Κωνσταντίνος Δαβάκης ήταν συνταγματάρχης πεζικού, ήρωας του αλβανικού μετώπου το 1940. Γεννήθηκε στα Κεχριάνικα Λακωνίας το 1897 και πέθανε στην Αδριατική θάλασσα στις 21 Ιανουαρίου του 1943.
Σπουδές και δράση μέχρι το 1940
Ο Κωνσταντίνος Δαβάκης σπούδασε στη Σχολή Ευελπίδων (από την οποία αποφοίτησε ως Ανθυπολοχαγός πεζικού, την 1 Οκτωβρίου του 1916) αλλά και στην Ανωτάτη Σχολή Πολέμου της Αθήνας, και στο Παρίσι (γαλλική Σχολή Αρμάτων). Έλαβε μέρος στο Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο όπου διακρίθηκε για την τόλμη και ανδρεία του στο Μακεδονικό Μέτωπο (μάχες Σκρα και Δοϊράνης), όμως παράλληλα η υγεία του βλάφτηκε σοβαρά εκεί, από την επίδραση των ασφυξιογόνων αερίων. Το 1918 προβιβάστηκε σε λοχαγό επ’ ανδραγαθία.
Έλαβε μέρος και στην Μικρασιατική Εκστρατεία, όπου το 1921 διακρίθηκε στη μάχη των υψωμάτων του Αλπανός, και τιμήθηκε με το Χρυσούν Αριστείο Ανδρείας. Στο διάστημα μεταξύ 1922 και 1937 υπηρέτησε ως επιτελάρχης της 2ης μεραρχίας και του 1ου σώματος στρατού, φοίτησε και δίδαξε σε στρατιωτικές σχολές, και έγραψε διατριβές για την στρατιωτική ιστορία και την τακτική των τεθωρακισμένων. Το 1931 πήρε το βαθμό του αντισυνταγματάρχη. Στις 30 Δεκεμβρίου του 1937 και μετά από μεγάλες αναρρωτικές άδειες, αποστρατεύθηκε για λόγους υγείας και τέθηκε σε πολεμική διαθεσιμότητα.
Η δράση του στην Πίνδο
Όταν, τον Αύγουστο του 1940, συντελέστηκε η μερική επιστράτευση, ο Δαβάκης ανακλήθηκε στην ενεργό υπηρεσία και τοποθετήθηκε διοικητής του 51ου Συντάγματος Πεζικού και στην συνέχεια του Αποσπάσματος Πίνδου (αποτελούμενου από το 51ο ΣΠ υπό άλλον διοικητή και διάφορες μικρομονάδες) το οποίο είχε ως έδρα το Επταχώριο Πίνδου. Η διοίκηση των ελληνικών δυνάμεων ανατέθηκε στον Βασίλειο Βραχνό.
Το πρωί της 28ης Οκτωβρίου του 1940, οπότε εκδηλώθηκε η Ιταλική εισβολή, ο Δαβάκης αντιμετώπισε την 3η Ιταλική Μεραρχία Αλπινιστών ΤΖΟΥΛΙΑ με ένα απόσπασμα 2.000 ανδρών, υπό τις εντολές και τις οδηγίες του Τμήματος Στρατιάς Δυτικής Μακεδονίας. Η τακτική του σε ολόκληρη την έκταση της ζώνης ευθύνης του (35 χιλιόμετρα) ήταν αμυντική, και μάλιστα έκανε υποχρεωτικό ελιγμό, αναμένοντας ενισχύσεις. Την 1η Νοεμβρίου 1940, οπότε έφτασαν οι ενισχύσεις που περίμενε ο Δαβάκης, οι ελληνικές δυνάμεις έκαναν αντεπίθεση και κύκλωσαν τις ιταλικές, που αναγκάστηκαν να υποχωρήσουν. Κατά την αντεπίθεση αυτή, και συγκεκριμένα την 6η ημέρα από την έναρξη των επιχειρήσεων, στον Προφήτη Ηλία Κάντσικου (μετέπειτα Δροσοπηγής), ο Δαβάκης τραυματίστηκε στο στήθος. "Στον αξιωματικό, που τον πλησίασε για να τον περιποιηθεί, πρόσταξε, μαζεύοντας όσες δυνάμεις τού 'μεναν ακόμα: "Άσε με εμένα, πες με πεθαμένο! Και κοίτα να μη σου πάρουν τις θέσεις! Τράβα!" Στη συνέχεια τον μετέφεραν αναίσθητο με το φορείο στο Επταχώρι.Ο τραυματισμός προκάλεσε προβλήματα σε συσχετισμό με την παλαιά στηθική του νόσο. Έτσι χρειάστηκε να αποχωρήσει από το μέτωπο, όπου τον αντικατέστησε ο τότε ταγματάρχης Ιωάννης Καραβίας.
Η νίκη του αποσπάσματος του Δαβάκη είχε αποφασιστική σημασία στην έκβαση του πολέμου. Μάλιστα θεωρήθηκε η πρώτη ήττα του άξονα. Η επιτυχία του Δαβάκη συνίσταται "στην άμεση διάγνωση ενός τακτικού λάθους, που έκανε ο Ιταλός μέραρχος να προχωρήσει γοργά προς τη Σαμαρίνα, χωρίς να καλύψει το πλευρό της φάλαγγάς του". Ο Δαβάκης το είδε αμέσως και από τη δεύτερη μέρα του σκληρού αγώνα ήταν σίγουρος ότι χάρη σ' αυτό το λάθος "θα μάντρωνε τους Ιταλούς".
Σύλληψη και θάνατος
Κατά την διάρκεια της μακρόχρονης νοσηλείας του Δαβάκη, οι πολεμικές επιχειρήσεις έληξαν και η χώρα βρέθηκε υπό κατοχή. Τον Δεκέμβριο του 1942, και ενώ ακόμα νοσηλευόταν στην Αθήνα, ο Δαβάκης συνελήφθη ως όμηρος από τις Ιταλικές αρχές κατοχής, μαζί με πολλούς διακεκριμένους αξιωματικούς, γιατί θεωρήθηκαν ύποπτοι αντιστασιακής δράσης. Οι συλληφθέντες επιβιβάστηκαν στην Πάτρα στο ατμόπλοιο Τσιτά ντι Τζένοβα (Πόλη της Γένοβα) για να μεταφερθούν σε στρατόπεδο συγκέντρωσης στην Ιταλία. Το πλοίο αυτό τορπιλίστηκε από συμμαχικό υποβρύχιο και βυθίστηκε στα ανοιχτά των νότιων αλβανικών ακτών, με αποτέλεσμα να πνιγούν οι επιβαίνοντες στα νερά της Αδριατικής. (Ιανουάριος 1943). Το πτώμα του Δαβάκη περισυνελέγη, αναγνωρίστηκε και ετάφη στον Αυλώνα. Μεταπολεμικά τα οστά του διακομίστηκαν και ενταφιάστηκαν στην Αθήνα.
Ιδέες και ευρύτερο έργο
Ο Κωνσταντίνος Δαβάκης υπήρξε από τους πρωτοπόρους της ιδέας της μηχανοκίνησης του πεζικού και της χρησιμοποίησης αρμάτων ως κύριου όπλου για την διάσπαση και καταδίωξη του εχθρού, καθώς πρόκρινε την ευελιξία των μηχανοκίνητων μονάδων έναντι της γραμμής οχυρών. Έγραψε αρκετά στρατιωτικά έργα, μεταξύ των οποίων και το βιβλίο «ο πόλεμος του μέλλοντος» (1939).
Χαρακτηρισμοί
Ο Σ. Μελάς έχει χαρακτηρίσει τον Κωνσταντίνο Δαβάκη ως "μοναδική σύνθεση προσόντων, που σπάνια πάνε μαζί: Σπουδαίος 'τρουπιέ' όπως λένε οι Γάλλοι, πολέμαρχος, καπετάνιος με καρδιά βουνό, αισιοδοξία τρελή, θάρρος απροσπέλαστο, διοικητής ασύγκριτος, χέρι δυνατό, θέληση αλύγιστη, αλλά και ιδιοφυία στρατηγική, κάτοχος του εδάφους όσο λίγοι διοικητές στρατευμάτων. Ακούραστος μελετητής και γνώστης βαθύτατος της τέχνης του πολέμου, πρωτεύων στις ξένες πολεμικές Ακαδημίες, δάσκαλος αξιωματικών σπάνιος, συγγραφεύς στρατιωτικός πρωτότυπος και πρωτοπόρος - ολόκληρη βιβλιοθήκη τα έργα του - μοναδικός ιχνηλάτης των 'τακτικών καταστάσεων', ξάστερος στην κρίση, ευφάνταστος και γοργότατος στη σύλληψη του σχεδίου κι εκτελεστής άμεσος, μεγάλος μαέστρος του ελιγμού, επίμονος και παράφορος στον αγώνα". (Η δόξα του 40, σελ. 21).
Απόδοση τιμών
Μετά τον θάνατό του η Ακαδημία Αθηνών του απένειμε το αργυρό μετάλλιο της αυτοθυσίας, ενώ στον δήμο της Καλλιθέας υπάρχει πλατεία με το όνομά του, και μια προτομή του. Οδοί, προτομές και ανδριάντες του ήρωα υπάρχουν και στην Ήπειρο.
De Siris