Το Πραξικόπημα στην Κύπρο
Η Ελληνική χούντα των Αθηνών σε πλήρη συνεννόηση με την CIA καθώς και με την Τουρκική κυβέρνηση, είχε αποσύρει την στρατιά που είχε στείλει στην Κύπρο ο Γεώργιος Παπανδρέου όταν ήταν πρωθυπουργός στην Ελλάδα το 1963. Στην Κύπρο έπειτα από τα δικοινοτικά επεισόδια μεταξύ 1963 αφότου η Τουρκοκυπριακή πλευρά σε πλήρη καθοδήγηση από την Τουρκία και την Τουρκοκυπριακή παραστρατιωτική οργάνωση ΤΜΤ είχε περιοριστεί μόλις στο 3% του εδάφους εντός της Κύπρου και σε μια εντελώς αντικυπριακή κίνηση είχε προετοιμάσει το έδαφος για μια πιθανή εισβολή της Τουρκίας στη Κύπρο.
Εντός Τουρκίας εκείνη την περίοδο η πολιτική αστάθεια της πολιτικής ζωής έκανε επιτακτική την ανάγκη για μια πολεμική αναμέτρηση με ξένη χώρα στην οποία η Τουρκία θα έδειχνε πραγματικά στην εσωτερική της κοινή γνώμη ότι ακόμα μπορούσε να κάνει πολλά. Η σύμπραξη του Μπουλέντ Ετσεβίτ με τον Νετζμετίν Ερμπακάν αλλά και η θέληση του στρατεύματος να λάβει δράση και πρωτοβουλίες στην Κύπρο για χάρη των ”αδερφών” Τουρκοκυπρίων που ζούσαν σε θύλακες άρχισε να υπάρχει μια κινητικότητα μεταξύ Αθηνών, Άγκυρας και Ουάσινγκτον…
Η Άγκυρα ήθελε πάση θυσία να είναι στο κέντρο της προσοχής και η Ελλάδα με την προδοτική στάση της ηγεσίας της, τόσο με τους διωγμούς των Ελλήνων της Πόλης όσο και με την στάση της σχετικά με την κυβέρνηση Μακαρίου φαινόταν καθαρά τα σχέδια της Ελλάδας να ανατρέψουν την νόμιμη κυβέρνηση του Μακαρίου με σκοπό να αφήσουν ανοιχτές τις πόρτες στην Τουρκία να αναλάβει δράση κατά της Κύπρου, από την οποία αρχές του 1973 είχαν αποχωρήσει όλα τα ελληνικά στρατεύματα που στάθμευαν εκεί με πρωτοβουλία του Γεωργίου Παπανδρέου από το 1963.
Εν τω μεταξύ στην Κύπρο είχαν αρχίσει φόνοι εναντίων οπαδών του Μακαρίου με σκοπό την δημιουργία εντυπώσεων στο εξωτερικό καθώς και την εσωτερική ανατάραξη της νήσου. Σύμφωνα με τις τότε ιστορικές πηγές ο Αρχιεπίσκοπος Μακάριος, παρ’ ότι δεν είχε λύσει το Δικοινοτικό ζήτημα της χώρας, είχε αρχίσει να επανακτά γενικά τον έλεγχο καθώς και οι σχέσεις του με τον αρχηγό της ΕΟΚΑ Β’ Στρατηγό Γρίβα δεν είχαν φτάσει σε σημείο συμμαχίας αλλά το σχετικό κλίμα της εποχής πρόσταζε γενικά επαγρύπνηση καθώς και πολύ σωστή προετοιμασία της άμυνας του νησιού εν’ όψη των απειλών της Τουρκίας για μαζική εισβολή καθώς και κατάκτηση του νησιού. Η κυβέρνηση των Αθηνών σε συνεχή συνεργασία με την Αμερική περίμενε την σωστή στιγμή για να ρίξουν τον Μακάριο ο οποίος απολάμβανε της εμπιστοσύνης του λαού καθώς και της Εθνικής Φρουράς η οποία ακόμα είχε σχετικά τον έλεγχο στο σύνολο της νήσου και έτσι δεν υπήρχαν βάσιμοι φόβοι για αδυναμία άμυνας.
Αρχές του Ιουνίου 1974 η Ελλάδα μαζί με την Αμερική καθώς και τις Βρετανικές Μυστικές Υπηρεσίες έπειτα από τον θάνατο του στρατηγού Γρίβα (αρχηγού της ΕΟΚΑ ΙΙ) είχαν σκοπό να βρουν κάποιον άνθρωπο εμπιστοσύνης ο οποίος θα ήταν σε θέση να παίξει τον ρόλο της μαριονέτας και να ανατρέψει τον νόμιμο πρόεδρο Μακάριο ο οποίος είχε απο πριν υπόνοιες για ενδεχόμενο πραξικόπημα από πλευράς Αθηνών με σκοπό τον Ελληνικό πλήρη έλεγχο της νήσου έστω
Στις 15/7/1974 ο Νίκος Σαμψών ορκίζεται πρόεδρος της Κύπρου έπειτα από πραξικόπημα που εκδηλώθηκε το ίδιο πρωινό στις 08.00. Στην συνέχεια έπειτα από μια μαζική καταδίωξη του Μακαρίου ο οποίος από την Λευκωσία διέφυγε στην Δυτική πλευρά του νησιού κοντά στη Πάφο, το σύνολο των αρμάτων καθώς και των ένοπλων ομάδων της Εθνικής Φρουράς κυνηγούσαν τον Αρχιεπίσκοπο, ενώ στην Άγκυρα ο Πρωθυπουργός Μπουλέντ Ετσεβίτ συζητούσε το ενδεχόμενο Πολεμικής σύρραξης της Τουρκίας για να αποκαταστήσει την ”νόμιμο τάξη” στο νησί καθώς και την αποκατάσταση των δικαιωμάτων των Τουρκοκυπρίων τα οποία για πολλά χρόνια είχαν παγώσει.
Το ιστορικό του Πραξικοπήματος
Όταν ξημέρωσε η Δευτέρα 15η του Ιούλη, τα άρματα μάχης ήσαν έτοιμα για το στόχο τους: «Tα τανκς εκινήθησαν εκ του στρατοπέδου της Kοκκινοτριμιθιάς προς Λευκωσίαν περί την 8.15΄ π.μ., με κατευθύνσεις το Προεδρικόν Mέγαρον, το κτίριον της Aρχής Tηλεπικοινωνιών και το κτίριον της Aρχιεπισκοπής»
Στις 6.20 το πρωί ο Αρχιεπίσκοπος, Πρόεδρος Μακάριος, αναχώρησε από την προεδρική κατοικία Τροόδους και έφθασε στο Προεδρικό λίγο πριν τις 8. Σχεδόν την ίδια ώρα, κάτοικοι Αθαλάσσας και Παλουριώτισσας βλέπουν τα άρματα να βγαίνουν από τα στρατόπεδα και να κατευθύνονται προς τη Λευκωσία.
Οι περισσότεροι από αυτούς δεν ανησύχησαν ιδιαίτερα, γιατί η θέα των αρμάτων στους δρόμους δεν ήταν σπάνιο φαινόμενο. Την ίδια διαδρομή ακολουθούσαν με κατεύθυνση το Τσέρι όπου εκτελούσαν ασκήσεις. Η ώρα πήγε 8.25. Μερικά από τα άρματα που ανέβαιναν προς το Προεδρικό σταματούν για λίγα λεπτά σε απόσταση 600 περίπου μέτρων. Ο υπεύθυνος της προεδρικής Φρουράς υποψιάστηκε ότι κάτι δεν πήγαινε καλά και σήμανε αμέσως συναγερμό. Δεν πρόλαβαν να συνταχθούν οι άνδρες της φρουράς και ακούστηκε ο πρώτος πολυβολισμός. Ένα άρμα κατευθύνεται στην κλειδωμένη καγκελόπορτα του Προεδρικού που βρίσκεται μέσα από την κεντρική πύλη και το σπάζει. Το ακολουθούν άλλα άρματα, εκ των οποίων ένα κτυπήθηκε από αντιαρματικό και ακινητοποιείται.
Αρχίζει η σφοδρή μάχη. Ενώ τα άρματα κτυπούσαν από πολύ κοντά, άλλα άρματα και δυνάμεις, κυρίως από Ελλαδίτες και Καταδρομείς, σχημάτισαν κλοιό σε σχήμα πετάλου καλύπτοντας τη βόρεια, ανατολική και νότια πλευρά του Μεγάρου. Την ίδια ώρα, άρχισε σφυροκόπημα του Προεδρικού με βλήματα όλμους που έπεφταν από την περιοχή του Χατζηκυριάκειου Μεγάρου.
«Εκ διαφόρων σημείων της Λευκωσίας ηκούοντο πυροβολισμοί, οι δε πολίται έσπευδαν έντρομοι να καταφύγουν εις ασφαλή μέρη. Ήτο πλέον φανερόν, ότι η Eθνική Φρουρά είχεν επέμβει διά να ανατρέψη τονKύπριον Πρόεδρον και να καταλάβη την εξουσίαν, διά να φέρη πλησιέστερον την Ένωσιν, ως επίστευον οι περισσότεροι των μετεχόντων της κινήσεως αξιωματικοί – εξαιρουμένων, βεβαίως, των μεμυημένων εις το σχέδιον του «Γραφείου Kύπρου» του Γ.E.EΘ.A. Eκ τωνKυπρίων πολιτών πολλοί ήσαν, ως ήτο φυσικόν, οι πανηγυρίζοντες, αλλά πολλοί και οι καταρώμενοι και απειλούντες. Yπήρξαν, μάλιστα, μερικοί εκ των τελευταίων τούτων, οι οποίοι ηκούσθησαν να λέγουν: «Eπενέβητε, αλλά το παιγνίδι δεν ετελείωσε. Nα δούμε τι θα κάνετε τώρα με τους Tούρκους. Διότι θα έλθουν οι Tούρκοι. Mακάρι να έλθουν οι Tούρκοι!» – υπενθυμίζοντες, ούτω, την γνωστήν φράσιν «κρειττότερόν έστιν ειδέναι εν μέση τη Πόλει φακιόλον βασιλεύον Tούρκων ή καλύπτραν Λατινικήν» ή το «κρείττον εμπεσείν εις χείρας των Tούρκων ή Φράγκων!»
Το Προεδρικό έπαιρνε φωτιά και η μάχη συνεχιζόταν.
Ο Μακάριος (μαζί με τους Νεοφύτου, Θρασυβούλου και Ποταμάρη) εγκαταλείπουν την κόλαση του Προεδρικού και επιβιβάζονται σ’ ένα «Μini 1000» που σταμάτησαν στο δρόμο και ξεκινούν με κατεύθυνση το Μετόχι του Κύκκου, κατόπιν οδηγιών του Μακαρίου. Εκατόν μέτρα παρακάτω το αυτοκίνητο ακινητοποιείται από έλλειψη καυσίμων. Φάνηκαν τυχεροί, όμως, γιατί αμέσως περνά από κοντά τους ένα άλλο αυτοκίνητο. Μερικά μέτρα πιο κάτω συναντούν τον λοχαγό του Εφεδρικού Παστελλόπουλο και σταματούν. Φάνηκαν τυχεροί γιατί ο λοχαγός τούς απέτρεψε από του να μεταβούν στο Μετόχι. Εκεί διεξαγόταν σφοδρότατη μάχη. Στράφηκαν αμέσως προς τα πίσω και ο Μακάριος ζητά από τη συνοδεία του να παραμείνουν στη Λευκωσία. Ζήτησε να τον μεταφέρουν στο σπίτι του φίλου του Γ. Χαραλάμπους, ιδιοκτήτη του ομώνυμου καφεκοπτείου. Ετσι κι έγινε, αλλά για καλή τους τύχη, ο Γ. Χαραλάμπους απουσίαζε. Βγήκαν από τη Λευκωσία και μετέβησαν στην Κλήρου όπου στάθμευσαν για λίγο στο σπίτι ενός αστυνομικού. Πήραν πρόχειρα μια «βούρκα» με λίγα τρόφιμα και ξεκίνησαν προς τα ορεινά. .
«Eγκαταλείπων την Λευκωσίαν, είχε την εντύπωσιν ότι θα επανήρχετο εις διάστημα δύο ή τριών ωρών, αφού θα είχον εξουδετερωθή οι κινηματίαι υπό του Eφεδρικού Σώματος. Kαι τούτο, διότι κατ’ αρχάς επίστευεν, ότι η πραξικοπηματική επιχείρησις διεξήγετο υπό τηςE.O.K.A., η οποία είχε κατορθώσει να εξασφαλίση μερικά άρματα μάχης – αφού, μάλιστα, εις συνωμοτικά έγγραφα περιελθόντα εις χείρας του κατά το θέρος του 1973, προεβλέπετο η έξοδος αρμάτων τα οποία θα ωδήγουν μεμυημένοι εις την E.O.K.A. εθνοφρουροί (Σχέδιον «Aπόλλων»).
Tην έκτασιν και την σοβαρότητα του πραξικοπήματος επληροφορήθη ο Mακάριος εις τον Kύκκον περί την μεσημβρίαν της Δευτέρας, ότε διάφοροι αναφοραί τον έπεισαν, ότι η Eθνική Φρουρά, εις Λευκωσίαν τουλάχιστον, ανεμίχθη επί ευρείας κλίμακας και πάση δυνάμει. Πάντως, και εκείνην ακόμη την στιγμήν, ήλπιζεν ότι η εξέγερσις του λαού, η δράσις των ανδρών του Eφεδρικού Σώματος και εκείνη των μυστικών φιλοκυβερνητικών ομάδων, θα συνέτριβον την Eθνικήν Φρουράν ή θα εδημιούργουν δι’ αυτήν αφόρητον κατάστασιν. Πέρασαν αρκετά χωριά και κατέληξαν στο Τρόοδος και από εκεί στο Μοναστήρι του Κύκκου.»
Στη διαδρομή ο Μακάριος πληροφορείται συνεχώς από ΡΙΚ ότι «είναι νεκρός» καθώς ακούγεται η διακήρυξη των Κυπριακών ενόπλων δυνάμεων.
«Ελληνοκυπριακέ λαέ,
Η τραγική κατάσταση των τελευταίων μηνών, στην Κύπρο, μάς οδηγούσε κατευθείαν σε εμφύλιο πόλεμο. Η προκληθείσα αναταραχή στους κόλπους της εκκλησίας και ο αυξανόμενος κίνδυνος οι ένοπλες δυνάμεις να τεθούν υπό τον έλεγχο αναρχικών και εγκληματικών στοιχείων, με ανυπολόγιστες συνέπειες για το μέλλον της Κύπρου, οδήγησαν τις ένοπλες δυνάμεις στην απόφαση να εκτοπίσουν τους υπεύθυνους της ανωμαλίας, δηλαδή τον πρόεδρο της Δημοκρατίας και την κυβέρνησή του, που σφετερίσθηκαν την εξουσία της κυβέρνησης για μακρό διάστημα, χωρίς την ελεύθερη αποδοχή του λαού της Κύπρου, και που καταβάλλουν κάθε επιτρεπτή και μη προσπάθεια για να διατηρήσουν το προσωποπαγές καθεστώς, το οποίο δημιούργησαν.
Οι ένοπλες δυνάμεις θα ορίσουν προσωρινή κυβέρνηση εθνικής ενότητας.»
Ο Μακάριος έμεινε για λίγο στο Μοναστήρι και σκεφτόταν να μεταβεί στη Λεμεσό, όμως, όταν άκουσε ότι στην Πάφο οι αντιστασιακοί έπνιξαν το πραξικόπημα προτού καν εκδηλωθεί, αποφάσισε να πάει στην Πάφο, απ’ όπου ο «Ελεύθερος Ραδιοσταθμός Πάφου», μετέδιδε ότι ο Μακάριος ήταν ζωντανός. Εκεί απευθύνει διάγγελμα:
Διάγγελμα Μακαρίου
«Ελληνοκυπριακέ λαέ.
Η φωνή, που ακούτε, σάς είναι γνωστή. Γνωρίζετε ποιος σάς ομιλεί. Είμαι ο Μακάριος. Είμαι αυτός, που εκλέξατε αρχηγό σας. Είμαι συμπολεμιστής και ηγήτοράς σας στον κοινό αγώνα. Το πραξικόπημα της χούντας απέτυχε. Ήμουν ο στόχος. Και όσο είμαι ζωντανός, η χούντα στην Κύπρο δεν θα περάσει.
Ο λαός της Κύπρου δεν ανέχεται πραξικοπήματα και δικτάτορες. Η χούντα χρησιμοποίησε τανκς και τεθωρακισμένα, για να πετύχει το πραξικόπημά της. Αλλά η αντίσταση της προεδρικής φρουράς σταμάτησε τα τανκς και τα τεθωρακισμένα. Το μοναδικό κατόρθωμα της χούντας ήταν να κυριεύσει το σταθμό Ραδιοφωνίας, ώστε να μεταδώσει ανακρίβειες και να μιλήσει για αλλαγή κυβέρνησης.
Μην υπακούετε καμία οδηγία ή διαταγές, που μεταδίδει η χούντα από το σταθμό αυτό.
Ελληνικέ λαέ της Κύπρου,
Η χούντα αποφάσισε να καταστρέψει την Κύπρο, να τη διχοτομήσει, αλλά δεν θα το επιτύχει. Αντισταθείτε στη χούντα με κάθε τρόπο. Μη φοβάστε, δείξτε καθαρά τη θέση σας και την απόφασή σας να αντισταθείτε, να πολεμήσετε.
Καταταγείτε όλοι σας στις νόμιμες δυνάμεις του κράτους. Η χούντα δεν πρέπει να περάσει και δεν θα περάσει. Ο αγώνας είναι ιερός και η νίκη είναι δική μας.
Ζήτω η ελευθερία, ζήτω ο ελληνοκυπριακός λαός, ζήτω το έθνος.»
Την ίδια στιγμή στην Τουρκία προετοιμάζονται.
Το πράσινο φώς άναψε και η εισβολή είναι πλέον θέμα λίγων ημερών!
Η Βουλή στην Άγκυρα συνεδρίαζε και έδωσε εντολή εν λευκώ στον Ετσεβίτ να χειριστεί όπως νομίζει την κατάσταση στη Κύπρο, ενώ ο Αρχιεπίσκοπος Μακάριος, φυγάς στην Νέα Υόρκη στις 18/7/1974 2 μέρες πριν την εισβολή στη Κύπρο, μιλούσε για τα δόλια και προδοτικά σχέδια της Ελλάδας, καθώς και τις ορέξεις της Τουρκίας η οποία στις 19/7/1974 8 το απόγευμα άρχισε να στέλνει τις αρμάδες από την Μερσίνη και τα Άδανα προς τα ανοιχτά της Κυρήνειας με σκοπό την απόβαση σε χρονικό σημείο το οποίο θα εξασφάλιζε άμεσα και γρήγορα αποτελέσματα. Ο Ελληνοκυπριακός στρατός της Εθνικής φρουράς στάθμευε στα νότια κομμάτια της Κύπρου και φυσικά κανείς δεν είχε ”ιδέα” για το παραμικρό που θα συνέβαινε.
Στις 19/7/1974 ο καιρός στη Κύπρο ήταν πολύ καλός και ζεστός. Η Κυρήνεια γεμάτη κόσμο κυρίως Βρετανούς τουρίστες, οι οποίοι δεν είχαν παραμικρή ιδέα για το τι συνέβαινε εκεί… Στην Τουρκία εν τω μεταξύ είχε κυκλοφορήσει από τις προηγούμενες μέρες προπαγανδιστικό υλικό με αφίσες καθώς και έντυπα που εξηγούσαν τους λόγους για την εισβολή ενάντια στην μικρή χώρα…
Την επόμενη ημέρα οι εισβολείς θα θερίσουν τους καρπούς της προδοσίας.
De Siris