Γιάννης Χοντζέας
Ο Γιάννης Χοντζέας γεννήθηκε το 1930 στην Κορώνη Μεσσηνίας και πέθανε στις 24 Οκτωβρίου 1994, ήταν Έλληνας κομμουνιστής, θεωρητικός του μαρξισμού κι ένας από τους ιδρυτές του μαρξιστικού-λενινιστικού κινήματος.
Στην Κορώνη πέρασε τα πρώτα παιδικά και σχολικά του χρόνια, σε μια φτωχογειτονιά της Καλαμάτας, την Φυτιά, ζώντας από κοντά τη φτώχεια και τη δυστυχία, αλλά και την ομορφιά και τους αγώνες της εργατιάς. Ό πατέρας του δάσκαλος και απόφοιτος της Γεωργικής Σχολής της Πάτρας, ήταν ένας καλλιεργημένος και αξιόλογος άνθρωπος, που προκειμένου να βοηθήσει τον τόπο του παρέμεινε στην Μεσσηνία, αρνούμενος να ακολουθήσει τις προκλήσεις για μια μεγάλη καριέρα. Η μάνα του ήταν μια ξεχωριστή μορφή. Αγράμματη αλλά πανέξυπνη γυναίκα με φοβερή κατανόηση και ανεκτικότητα για τους νέους. Συμπαραστάθηκε πολύ στο Γιάννη και στα δυό του αδέλφια που πήραν μέρος στο κίνημα, παρά το γεγονός ότι είχε χάσει δέκα από τα δεκατρία παιδιά της σε διάφορες ηλικίες. Το 1934 ο στρατός χτυπάει με πολυβόλα διαδήλωση εργατών στην Καλαμάτα αφήνοντας πίσω του 7 νεκρούς, ενώ το 1935 και το 1936 στην περιοχή ξεσπούν αγροτικές εξεγέρσεις. Ο απόηχος των γεγονότων αυτών σημάδεψε τα παιδικά του χρόνια.
Με τη διχτατορία του Μεταξά φεύγει με την οικογένειά του στην Αθήνα και τελειώνει το δημοτικό και τις πρώτες τάξεις του οκτατάξιου γυμνάσιου στη Γούβα. Όταν ξεσπάει ο πόλεμος το 1941 όλη η οικογένεια επιστρέφει στην Καλαμάτα και σε ηλικία 11 χρονών ο Γιάννης Χοντζέας αποκτά τις πρώτες επαφές με την Αντίσταση. Τα μεγαλύτερα αδέλφια του ήταν ήδη οργανωμένα στην ΕΠΟΝ. Το 1942 χάνει τον πατέρα του. Το 1943 επιστρέφει στην Αθήνα. Τώρα συμμετέχει πια ενεργά στο αντιστασιακό κίνημα της νεολαίας και γίνεται μέλος της ΕΠΟΝ. Κύρια δραστηριότητά του ήταν ο χώρος της σπουδάζουσας νεολαίας. Σύντομα γίνεται μέλος του ΚΚΕ κατ’ εξαίρεση παρ’ όλο που σύμφωνα με το καταστατικό ήταν πολύ μικρός στην ηλικία. Από το σημείο αυτό αναλαμβάνει πολύ ειδικές αποστολές στα πλαίσια του αντιστασιακού κινήματος, όπου μόνο τα πιο αποφασισμένα και καταρτισμένα μέλη του κόμματος έπαιρναν μέρος.
Δραστηριοποιείται κυρίως στις ανατολικές συνοικίες της Αθήνας με το ψευδώνυμο Αριστείδης, πάντα στην πρώτη γραμμή σε όλες τις μικρές και μεγάλες κινητοποιήσεις της κατοχής. Τη φωνή του την άκουγαν χιλιάδες αθηναίοι από το χωνί που σάλπιζε τον απελευθερωτικό αγώνα. Στο Σκοπευτήρι της Καισαριανής, την πρωτομαγιά του 1944 όταν εκτελέστηκαν οι 200 κομμουνιστές, ήταν τριγύρω ζώντας κι αυτός μαζί με τους συγγενείς το δράμα της εκτέλεσης. Στη διάρκεια της κατοχής συλλαμβάνεται και φυλακίζεται για λίγο από τους Ιταλούς.
Στο κάστρο του Υμηττού και όλα όσα επακολούθησαν, ο ρόλος του Αριστείδη ήταν πρωτοπόρος στην έκφραση της αγανάκτησης και της έπαρσης για τη δολοφονία των τριών αγωνιστών. Τα συνθήματα που γράφτηκαν στο κάστρο του Υμηττού ήταν γραμμένα με το χέρι του Γιάννη. Στα φοβερά μπλόκα του μεγάλου καλοκαιριού του ’44 ο Γιάννης Χοντζέας ήταν εκεί, προσπαθώντας να εμψυχώσει, να αντιμετωπίσει, να ξεσηκώσει πολεμώντας για έξοδο ή για τις μικρότερες δυνατές απώλειες.
Το Δεκέμβρη (ο Γιάννης πάντα μιλούσε για τρεις ένοπλες επαναστάσεις του ελληνικού λαού: το 1941-44, το Δεκέμβρη και το 1946-49) πολεμά ενάντια στην εθνοπροδοτική στάση του δοσιλογισμού και την επέμβαση των άγγλων ιμπεριαλιστών. Το σύνθημα «όταν ο λαός βρίσκεται μπροστά στον κίνδυνο της τυραννίας διαλέγει ή τις αλυσίδες ή τα όπλα» γράφτηκε με δική του πρωτοβουλία. Αναρίθμητες ήταν οι φορές που σύρθηκε σε αστυνομικά τμήματα της Αθήνας και των περιχώρων όπου ξυλοκοπήθηκε άγρια από τους ταγματασφαλίτες.
Μετά το Δεκέμβρη ακολουθεί τον ΕΛΑΣ στην υποχώρηση και επιστρέφει παράνομα με απόφαση του κόμματος. Στο συνέδριο της ΕΠΟΝ το 1946 η δράση του αναφέρεται σαν παράδειγμα στην εισήγηση του κεντρικού συμβουλίου.
Μετά το Δεκέμβρη, ακολουθεί τον ΕΛΑΣ στην και επιστρέφει στην Αθήνα παράνομα με απόφαση του κόμματος. Συλλαμβάνεται από τη χωροφυλακή, όπου κακοποιήθηκε και ξυλοκοπήθηκε άγρια. Στις αρχές του 1945 συλλαμβάνεται και πάλι στη Γούβα από τους χίτες και οδηγείται στο αστυνομικό τμήμα του Υμηττού. Ακολουθεί νέος ξυλοδαρμός αλλά και βασανιστήρια με φάλαγγα, που τον καθήλωσαν για μερικές βδομάδες στο κρεβάτι.
Αργότερα, κι ενώ δούλευε στο Ριζοσπάστη, συλλαμβάνεται πάλι έξω από τη βάση του Ελληνικού, αυτή τη φορά από τους άγγλους. Κατά τη διάρκεια της ανάκρισης με την αλύγιστη υπομονή του κορόιδευε τον άγγλο αξιωματικό που έχασε την ψυχραιμία του και το παραδοσιακό εγγλέζικο φλέγμα. Όταν αργότερα τον ρωτούσαμε τι εννοεί «χάσιμο του εγγλέζικου φλέγματος», απαντούσε γελώντας: «Δεν κατάλαβες; Έπεσε ξυλοβρόντι».
Στο πρώτο συνέδριο της ΕΠΟΝ το 1946 στο οποίο συμμετέχει, η δράση του ενάντια στην τρομοκρατία αναφέρεται και προβάλλεται σαν παράδειγμα στην εισήγηση του Κεντρικού Συμβουλίου.
Το 1947 συλλαμβάνεται και πάλι. Αρχίζει πλέον η περίοδος της εξορίας που κράτησε σχεδόν δέκα χρόνια. Ψυτάλλεια, Ικαρία, Μακρόνησος, Αη-Στράτης. Κρατάει παντού, αντέχει σε ξυλοδαρμούς και βασανιστήρια, βαστιέται όρθιος ακόμα και στη Μακρόνησο, στο «σύρμα». Γράφει ο ίδιος: «Όταν μας μπαρκάρανε για το Μακρονήσι ξέραμε δυό πράγματα: Πως εκεί δύσκολα βαστάς. Είναι ζήτημα αν βαστάει το 1%. Και στο 1% περιλαμβάνονται πεθαμένοι, τρελοί, σακατεμένοι και μερικοί λίγο υγιείς». Σ’ αυτό το 1% περιλαμβάνεται και ο Γιάννης Χοντζέας. Γιατί σ’ αυτόν κυριαρχούσε όχι το σύνθημα που αντίκριζαν οι αγωνιστές φτάνοντας στο Μακρονήσι και που άκουγαν καθημερινά στα μεγάφωνα «ΕΔΩ ΖΕΙ ΟΠΟΙΟΣ ΓΙΝΕΤΑΙ ΕΛΛΗΝΑΣ», αλλά το άγραφο σύνθημα των αγωνιστών «ΕΔΩ ΖΕΙ ΟΠΟΙΟΣ ΕΙΝΑΙ ΕΤΟΙΜΟΣ ΝΑ ΠΕΘΑΝΕΙ»…Στη Μακρόνησο χτυπήθηκε και βασανίστηκε άγρια πολλές φορές. Σε μια επίθεση των Αλφαμιτών χτυπήθηκε στον αυχένα με συνέπεια να μείνει αναίσθητος και να μεταφερθεί στο αναρρωτήριο της Μακρονήσου με αφωνία για μεγάλο χρονικό διάστημα. Το χτύπημα αυτό τον βασάνιζε σ’ ολόκληρη τη ζωή του.
Στα δέκα χρόνια της εξορίας του και παρά τις ταλαιπωρίες και τα βασανιστήρια, ο Γιάννης Χοντζέας δεν έπαψε να προβληματίζεται και να παρεμβαίνει κάτω από δύσκολες συνθήκες στις πολιτικές εξελίξεις και τα σοβαρά ζητήματα που απασχολούσαν το κομμουνιστικό κίνημα. Παράλληλα, με αστείρευτο κουράγιο, θέληση και υπομονή, έπαιρνε μέρος σ’ ολόκληρο το φάσμα των δραστηριοτήτων των εξόριστων: πολιτικές συζητήσεις, οργάνωση των συνθηκών διαβίωσης, διοργάνωση θεατρικών παραστάσεων κλπ. με τη θέληση, την πολιτική συγκρότηση και τα «αστεία», στάθηκε πάντα ένας ξεχωριστός άνθρωπος σε κάθε δύσκολη κατάσταση.
Κατά την παραμονή του στη Μακρόνησο ήταν από τους ελάχιστους που είχαν διατυπώσει διαφωνίες με τη γραμμή που ακολούθησε το κίνημα μέχρι το 1947. Η κριτική αυτή, διατυπωμένη σε δύσκολη περίοδο, που αφορούσε τις συμφωνίες της Βάρκιζας και του Λιβάνου κλπ, δόθηκε κανονικά στην καθοδήγηση του κόμματος. Στον Αη-Στράτη παίρνει ενεργά μέρος στις σοβαρότατες αντιστάσεις που πρόβαλαν οι εξόριστοι στα πρώτα βήματα της ρεβιζιονιστικής στροφής στο ΚΚΕ, απορρίπτοντας τη γραμμή της συμφιλίωσης και του συμβιβασμού.
Διατυπώνει τις έντονες αντιρρήσεις του στις αποφάσεις της 6ης ολομέλειας του ΚΚΕ όπου στην ουσία το ΚΚΣΕ επιβάλει πραξικοπηματικά τη ρεφορμιστική του στροφή στο ελληνικό επαναστατικό κίνημα. Η στάση του αυτή προκαλεί εντύπωση γιατί ορισμένοι πίστευαν ότι, καθώς είχε ήδη διατυπώσει διαφορετικές απόψεις για τις αποφάσεις του ΚΚΕ μετά το 1944 και ήταν κριτικός προς την παλιά καθοδήγηση, θα στεκόταν φιλικά στο «νέο πνεύμα» που επιβλήθηκε στο κόμμα.
Επιστρέφει από την εξορία λίγο πριν τις εκλογές του 1958. Η αντιμετώπιση που του επιφυλάχθηκε από την ΕΔΑ, καθώς και άλλων συντρόφων του, ήταν μια συνεχής προσπάθεια περιθωριοποίησής και απομόνωσης. Αυτό ήταν το τίμημα για τις πολιτικές του απόψεις. Για ένα μεγάλο χρονικό διάστημα και κάτω από την επιμονή του να δουλέψει για την ΕΔΑ, του αλλάζουν συνεχώς τομείς δραστηριότητας. Παράλληλα επιχειρείται συστηματικά να διαβληθεί στα μάτια των συντρόφων, να φθαρεί, ενώ δεν λείπουν και προσπάθειες να δυσκολευτούν ακόμα περισσότερο οι συνθήκες διαβίωσής του. Ο Γιάννης Χοντζέας τους διαψεύδει με τη στάση του. Όσοι συνεργάστηκαν μαζί του ειλικρινά την περίοδο εκείνη, κερδίζονται από τις απόψεις και το χαρακτήρα του. Οι παρεμβάσεις του σε συσκέψεις και κομματικές συγκεντρώσεις γίνονται δεκτές με ενθουσιασμό. Η απόπειρα επιβολής της ρεβιζιονιστικής γραμμής στο ΚΚΕ συναντάει σοβαρές δυσκολίες και ο Γιάννης Χοντζέας ήταν -μεταξύ πολλών άλλων- από τους πρωταγωνιστές της αντιπαράθεσης στο εσωτερικό της ΕΔΑ.
Στα χρόνια αυτά 1960-64 μέσα σε συνθήκες βίας και τρομοκρατίας υπάρχει μια έντονη ανάπτυξη αγώνων στον τομέα της αντιτρομοκρατικής πάλης με αποκορύφωμα τις λαϊκές κινητοποιήσεις μετά το βασιλικό πραξικόπημα του 1965. Στα χρόνια αυτά, το αριστερό κίνημα μπαίνει στην υπηρεσία των σκοπών και επιδιώξεων της φιλελεύθερης αστικής τάξης που εκπροσωπούσε η Ένωση Κέντρου του Γ. Παπανδρέου χαρίζοντάς του ουσιαστικά την τεράστια EAΜική μάζα.. Διεθνώς είναι η περίοδος που έχει συντελεστεί η ρεβιζιονιστική στροφή στο ΚΚΣΕ και η σοβιετική διπλωματία εξαντλεί όλες τις δυνάμεις της για να περιορίσει το όλο και περισσότερο αναπτυσσόμενο κύμα των θυελλών που ξεσπά στον κόσμο. Στα πλαίσια του διεθνούς κομμουνιστικού κινήματος ξεσπά η αντικινέζικη εκστρατεία και η καταγγελία των κομμάτων που δεν πειθαρχούν στη γραμμή της ειρηνικής συνύπαρξης.
Μέσα σ’ αυτές τις συνθήκες –που η ανάλυσή τους δεν μπορεί να γίνει εδώ- επιβάλλεται επιτακτικά η ανάγκη της προβολής μιας άλλης πολιτικής. Το καθήκον αυτό στάθηκε υπόθεση ενός πολύ περιορισμένου αριθμού ανθρώπων που όμως έβρισκε τα χρόνια εκείνα μεγάλη απήχηση, τέτοια που έδειχνε τι θα μπορούσε να συμβεί κάτω από άλλους όρους.
Ο Γιάννης Χοντζέας παίζει αποφασιστικό ρόλο στη διαμόρφωση και συσπείρωση δυνάμεων για την ανταπόκριση στα νέα καθήκοντα που η εποχή έθετε. Μεταφράζει κείμενα και βιβλία, που εκδίδονται από τις Ιστορικές Εκδόσεις, σε συνθήκες που είχε ήδη ξεκινήσει ένας αληθινός πόλεμος από τους υπεύθυνους της ΕΔΑ και άλλους συγκροτηματάρχες για το «θάψιμο» ορισμένων απόψεων. Διαγράφεται από την ΕΔΑ και από τον Ιούνη του 1964 πρωταγωνιστεί στη δημιουργία μιας ανεξάρτητης κίνησης και την έκδοση του περιοδικού «Αναγέννηση». Συμμετέχει αποφασιστικά στον καθορισμό της γενικής γραμμής που αποτέλεσε την πολιτική και ιδεολογική βάση του μ-λ κινήματος στη χώρα μας. Αρθρογραφεί στην «Αναγέννηση» και στο «Λαϊκό Δρόμο» που κυκλοφορεί από το 1967 και παίρνει μέρος στην καθημερινή πολιτική δουλειά.
Η δικτατορία το 1967 βρίσκει την κίνηση αυτή σε μια κρίσιμη φάση της πορείας της με αντιθετικές πλευρές στην ανάπτυξή της αλλά με καθορισμένη πολιτική γραμμή. Παρά τις δύσκολες συνθήκες η δραστηριότητα συνεχίζεται κάτω από δύσκολες συνθήκες και ιδρύεται η ΟΜΛΕ (Οργάνωση μαρξιστών Λενινιστών Ελλάδας). Από το Νοέμβρη του 1968 κυκλοφορεί η «Προλεταριακή Σημαία». Ο Γιάννης Χοντζέας παραμένει στην Ελλάδα και καθοδηγεί την οργάνωση από την παρανομία μέχρι το 1969 οπότε και συλλαμβάνεται και εξορίζεται στο Παρθένι, στρατόπεδο εξορίστων της Λέρου. Εκεί πληροφορείται το θάνατο της μητέρας του που είχε να την δει πριν από το πραξικόπημα…Μετά τη διάλυση του στρατοπέδου εκτοπίζεται στην Αγία Μαρίνα της Λέρου σε καθεστώς «ελεύθερης διαβίωσης». Από την εξορία συνεχίζει να στέλνει κείμενα με πολιτικές υποδείξεις και θεωρητικές πολιτικές και ιδεολογικές τοποθετήσεις, που είχαν μεγάλη σημασία για τον προσανατολισμό του κινήματος, στο Γραφείο της ΟΜΛΕ που βρίσκεται στο εξωτερικό. Το διάστημα 1967-69 ήταν το μοναδικό που ο Γιάννης Χοντζέας είχε την αποκλειστική ευθύνη της καθοδήγησης της οργάνωσης. Το ότι τότε τέθηκαν οι βάσεις για την ουσιαστική συγκρότηση μιας μαρξιστικής-λενινιστικής οργάνωσης, ότι κατόρθωσε και στήθηκε μηχανισμός κι αντιμετωπίστηκε ένα δύσκολο κλίμα που κυριάρχησε αμέσως μετά την επιβολή του πραξικοπήματος, ότι δόθηκαν σαφείς υποδείξεις για το τι πρέπει να γίνει σε περίπτωση χτυπήματος, ότι τέθηκαν οι βάσεις για την ανάπτυξη κινήματος των ελλήνων που ζούσαν στις χώρες της Δυτικής Ευρώπης και έγιναν επαφές με τους μαρξιστές-λενινιστές στις ανατολικές χώρες, αλλά και το ότι γράφτηκαν ή μεταφράστηκαν μια σειρά από βασικά κείμενα (που πολλά απ’ αυτά χάθηκαν), όλα αυτά αποτελούν μια από τις σημαντικότερες συνεισφορές του Γιάννη Χοντζέα στο μ-λ κίνημα.
Αφήνεται ελεύθερος το 1972. Επιστρέφει στην Αθήνα και παρά το γεγονός ότι προσπαθεί να αποκτήσει επαφή με την οργάνωση, κάτι τέτοιο δε γίνεται δυνατό. Συλλαμβάνεται πάλι μετά τα γεγονότα του Πολυτεχνείου. Οδηγείται στην Ασφάλεια, στη συνέχεια στη σχολή αστυφυλάκων στο Μπογιάτι, και τέλος εξορίζεται στη Γυάρο μέχρι την πτώση της χούντας.
Όλη την επόμενη περίοδο συμμετέχει στο κίνημα και παρακολουθεί όλες τις εξελίξεις χωρίς να συμμετέχει –για διάφορους λόγους- από το 1975 στην καθοδήγηση της ΟΜΛΕ και αργότερα του ΚΚΕ (μ-λ). Το 1976 θα δικαστεί για περιύβριση αρχής ως συντάκτης μιας προκήρυξης της ΟΜΛΕ σχετικής με τα γεγονότα της απεργίας των οικοδόμων τον Ιούλη του 1975. Γράφει μια σειρά πολιτικά και ιδεολογικά κείμενα που συνήθως είτε αποσιωπούνται είτε χρησιμοποιούνται κατά βούληση και κατά περίσταση. Η απομάκρυνση από τις ιδεολογικές και πολιτικές απόψεις που είχαν διατυπωθεί από το Γιάννη Χοντζέα από την προδικτατορική περίοδο εως τις αρχές του 1980, στάθηκε αιτία –κατά την άποψή μας- για την κρίση και τη διαλυτική πορεία του πρώτου σταδίου του μ-λ κινήματος στη χώρα μας.
Τα τελευταία 15 χρόνια της ζωής του ο Γιάννης Χοντζέας θα αφιερωθεί σε μια πολύτιμη δουλειά. Σε μια εποχή που κυριαρχούσε ο ακτιβισμός, ο εμπειρισμός, ο δογματισμός και η προσκόλληση σε πρότυπα, επιλέγει έναν άλλο δρόμο. Θεωρεί ότι η αρχή μιας νέας προσπάθειας δεν μπορεί να γίνει χωρίς την μελέτη και την εξαγωγή συμπερασμάτων γύρω από κομβικά ζητήματα, όπως η διεθνής πραγματικότητα, και η πείρα του κομμουνιστικού κινήματος. Όπως έλεγε ο ίδιος ο «κρίκος» από τον οποίο θα εξαρτιόταν μια νέα προσπάθεια, ήταν ο ιδεολογικός με την έννοια ότι έπρεπε να γίνει μια ουσιαστική σε βάθος και μεγάλη σε έκταση δουλειά, να απαντηθούν τα κομβικά προβλήματα. Αυτός ήταν ο μοναδικός δόμος για να υπερνικηθεί η διάλυση και να μπουν τα θεμέλια μιας νέας αρχής. Και έπεσε όπως πάντα με τα μούτρα στη δουλειά. Για μια και πάνω δεκαετία μελέτησε, έγραψε και μετέφρασε ένα τεράστιο υλικό γύρω από την καπιταλιστική κρίση και την αναδιάρθρωση, γύρω από το κομμουνιστικό κίνημα και τις μεταβατικές κοινωνίες. (Ένα μέρος της δουλειάς αυτής εκδόθηκε με το βιβλίο «Το “τέλος” του κομμουνισμού»).
Μέχρι το θάνατό του, το 1994, συμβάλλει αποφασιστικά στη συγκρότηση της πολιτικής ομάδας Α/συνέχεια και την ιδεολογική – πολιτική της φυσιογνωμία. Έγραψε και συζήτησε μια σειρά από βασικά κείμενα που δημοσιεύτηκαν από τις εκδόσεις Α/συνέχεια ή στο πολιτικό δελτίο. Έγραψε επίσης μια σειρά από προγραμματικά κείμενα που χρησίμευσαν και χρησιμεύουν ακόμα σε μια σειρά από εσωτερικές συζητήσεις. Το τελευταίο διάστημα, χτυπημένος από τον καρκίνο, κάτω από εξαιρετικά δύσκολες συνθήκες υπαγόρευσε την άποψη για την κριτική εκτίμηση του μ-λ κινήματος στην Ελλάδα, που δημοσιεύτηκε σε μια επανέκδοση επιλεγμένων κειμένων της «Αναγέννησης». Το τελευταίο του παράπονο ήταν ότι δεν μπορούσε να βοηθήσει άλλο. Έμοιαζε να μη συγχωρεί τον εαυτό του που έφευγε, αναγκαστικά, από τη γραμμή.
De Siris