Δευτέρα 27 Αυγούστου 2012

Χρυσόστομος Σμύρνης


Χρυσόστομος Σμύρνης

Ο Χρυσόστομος (Καλαφάτης) ήταν ο τελευταίος Μητροπολίτης Σμύρνης. Βρήκε μαρτυρικό θάνατο, κατακρεουργήθηκε από φανατισμένο όχλο κατά την ανακατάληψη της πόλης από τους Τούρκους τον Αύγουστο του 1922.
Γεννήθηκε το 1867 στην Τρίγλια της Βιθυνίας, στην Προποντίδα. Ήταν γιος του Νικολάου Καλαφάτη και της Καλλιόπης Λεμωνίδου, οι οποίοι απέκτησαν συνολικά 8 παιδιά, 4 αγόρια και 4 κορίτσια. Ο πατέρας του ήταν νομομαθής και αντιπροσώπευε συμπολίτες του ενώπιον των τουρκικών δικαστηρίων. Επίσης, αναμιγνυόταν στα κοινά και εκλεγόταν δημογέροντας. Η μητέρα του ήταν ευλαβής χριστιανή και αναφέρεται ότι τον είχε τάξει στην Παναγία.

Πρώτα χρόνια

Ο Χρυσόστομος εκδήλωσε νωρίς την επιθυμία του να γίνει κληρικός. Οι γονείς του έγιναν αρωγοί στην επιθυμία του, πουλώντας ακίνητη περιουσία και στέλνοντάς τον οικότροφο στη Θεολογική Σχολή της Χάλκης, όπου είχε την τύχει να έχει σπουδαίους δασκάλους. Είχε επίσης την τύχη να αναλάβει τα έξοδα των σπουδών του ο Μητροπολίτης Μυτιλήνης και μετέπειτα Οικουμενικός Πατριάρχης Κωνσταντίνος Βαλιάδης, ο οποίος τον γνώρισε σε μια επίσκεψή του στη Σχολή και εξετίμησε τις επιδόσεις του. Ο Χρυσόστομος αποφοίτησε από τη Σχολή με «άριστα».

Ο Μητροπολίτης Κωνσταντίνος τον χειροτόνησε διάκονο και τον προσέλαβε ως αρχιδιάκονο στη Μητρόπολη Μυτιλήνης και κατόπιν στη Μητρόπολη Εφέσου, όπου μετατέθηκε. Το 1896 ο Χρυσόστομος ασχολήθηκε με το θέμα που δημιούργησαν καθολικοί καλόγεροι της Μονής των Λαζαριστών της Σμύρνης, οι οποίοι, θέλοντας να προσηλυτίσουν Ορθοδόξους της Ιωνίας, αγόρασαν κοντά στην Έφεσο μια τοποθεσία που λεγόταν Καπουλή-Παναγιά και διέδωσαν ότι βρήκαν εκεί τον τάφο της Παναγίας. Ο Χρυσόστομος προέβη σε πλήθος δημοσιευμάτων, τεκμηριωμένων επιστημονικά, τα οποία εξέδωσε και σε βιβλίο. Κατόπιν αυτού, οι Λαζαριστές υποστήριξαν ότι επρόκειτο για σπίτι της Θεοτόκου.

Στις 2 Απριλίου 1897 ο Μητροπολίτης Εφέσου Κωνσταντίνος εκλέχθηκε Οικουμενικός Πατριάρχης (Πατριάρχης Κωνσταντίνος Ε΄). Στις 18 Μαΐου του ίδιου έτους χειροτόνησε πρεσβύτερο τον Χρυσόστομο και τον χειροθέτησε Μέγα Πρωτοσύγκελο του Οικουμενικού Πατριαρχείου. Από τη θέση αυτή προήδρευσε μικτής επιτροπής Ορθοδόξων και Αγγλικανών με θέμα την ένωση των δύο Εκκλησιών. Από τη θέση αυτή επίσης καλλιεργεί την ευγλωττία του στο κήρυγμα. Μνημειώδης θεωρείται ο επικήδειός του προς τον Πατριάρχη Αλεξανδρείας και πρώην Κωνσταντινουπόλεως Σωφρόνιο, πνευματικό πατέρα του Κωνσταντίνου Ε΄, καθώς επίσης και ο λόγος προς τον Εσταυρωμένο, τη Μεγάλη Παρασκευή του 1901. Ιδιαίτερα όμως διακρίθηκε για τη συμβολή του στη ματαίωση των σχεδίων του αρχηγού της Πανσλαβιστικής Παλαιστίνιας Εταιρίας του Παπαδονότσεφ που επεδίωκε να αλλοιώσει τον ελληνικό χαρακτήρα του Αγίου Όρους και να εκσλαβίσει τα Πατριαρχεία Αντιοχείας και Ιεροσολύμων.

Την ίδια ημέρα, Μεγάλη Παρασκευή του 1901, απομακρύνθηκε από το Θρόνο ο Κωνσταντίνος Ε΄ και κατόπιν επανεξελέγη ο δυναμικός Ιωακείμ Γ΄ Μεγαλοπρεπής. Και αυτός όμως εκτίμησε τα προσόντα του Χρυσοστόμου, και έτσι εκλέγεται παμψηφεί, στις 23 Μαΐου 1902 Μητροπολίτης Δράμας. Την ημέρα της εκλογής του, απευθυνόμενος στον Πατριάρχη, είπε τα εξής προφητικά: «Εν όλη τή καρδία και εν όλη τη διανοία θα υπηρετήσω την Εκκλησίαν και το Γένος, και η μίτρα, την οποίαν αι άγιαι χείρες σου εναπέθεσαν επί της κεφαλής μου, εάν πέπρωται να απολέση ποτέ την λαμπηδόνα των λίθων της, θα μεταβληθή εις ακάνθινον στέφανον μάρτυρος ιεράρχου», πράγμα που έγινε 20 χρόνια αργότερα.

Μητροπολίτης Δράμας

Διετέλεσε Μητροπολίτης Δράμας, Φιλίππων και Ζιχνών μέχρι το 1910. Κατά την περίοδο αυτή αντιμετώπισε την τρομοκρατική δράση του βουλγαρικού κομιτάτου καθώς και την τότε ρουμανική προπαγάνδα και ανέπτυξε έξοχη εθνική δράση, συγκρατώντας τους πεπλανημένους, ενθουσιάζονατς τους λιγόψυχους και αναλαμβάνοντας ο ίδιος την διεύθυνση του αγώνα κατά των Βουλγάρων συμμοριτών. Παράλληλα έκτισε μεγαλοπρεπή ναό στη Δράμα, μέγαρο Μητροπόλεως, σχολές αρρένων και θηλέων, νοσοκομείο και γυμναστήριο.

Επίσης φρόντισε τότε για την ανέγερση οικιών για τους καπνεργάτες, ιδρύοντας και πολλά φιλανθρωπικά καταστήματα, ορφανοτροφεία, γηροκομεία και άλλα κοινωφελή καθιδρύματα. Η εθνική αυτή δράση του Χρυσοστόμου ανησύχησε την τουρκική διοίκηση, η οποία και αναφέρθηκε στην Κωνσταντινούπολη, επιτυγχάνοντας την ανάκλησή του από Μητροπολίτη (1907). Μετά όμως την ανακήρυξη του Συντάγματος της Οθωμανικής αυτοκρατορίας το 1908 ο Μητροπολίτης Δράμας Χρυσόστομος επανήλθε στην έδρα του, αλλά και πάλι με τη δικαιολογία των τουρκικών αρχών ότι η παρουσία του Χρυσοστόμου προκαλεί τη διασάλευση της τάξης, πέτυχαν τη δεύτερη απομάκρυνσή του.

Μητροπολίτης Σμύρνης

Το 1910 ο Χρυσόστομος μετετέθη στη Σμύρνη, ως Μητροπολίτης Σμύρνης. Στη θέση αυτή παρέμεινε ολόκληρη τη δύσκολη περίοδο των Βαλκανικών Πολέμων, της Μικρασιατικής Εκστρατείας και της Μικρασιατικής Καταστροφής, μη δεχόμενος μάλιστα να αποχωρήσει από την πόλη και να εγκαταλείψει το ποίμνιό του, όταν κατέρρεε το μέτωπο. Συνελήφθη από τους Τούρκους και βρήκε μαρτυρικό θάνατο στις 27 Αυγούστου 1922.

Ανακήρυξη Αγίου

Η Ορθόδοξη Εκκλησία τον ανακήρυξε άγιο και εθνομάρτυρα. H μνήμη του «Αγίου Χρυσοστόμου Σμύρνης και των συν αυτώ αγίων αρχιερέων Γρηγορίου Κυδωνιών, Αμβροσίου Μοσχονησίων, Προκοπίου Ικονίου, Ευθυμίου Ζήλων καθώς και των κληρικών και λαϊκών που σφαγιάσθηκαν κατά τη Μικρασιατική Καταστροφή» εορτάζεται την Κυριακή προ της Υψώσεως του Τιμίου Σταυρού.

De Siris