Φώτης Γιαγκούλας
Ο τελευταίος «Βασιλιάς των Ορέων» θεωρείται ο Φώτης ή Φώτος Γιαγκούλας.
Σκοτώθηκε στις 20 Σεπτεμβρίου 1925 σε τοποθεσία του Ολύμπου, όταν αυτός και οι σύντροφοι του περικυκλώθηκαν από καταδιωκτικό απόσπασμα το οποίο πήρε πληροφορίες από το ληστή Αγριόκωτσο.
Στη συμπλοκή ο Γιαγκούλας τραυματίστηκε από τον ενωμοτάρχη Καλιογούρα που τον αποτέλειωσε με δύο σφαίρες στην κοιλιά.
Μαζί του σκοτώθηκε ο Τζαμίτρας και ο Πάνος Μπαμπάνης, ενώ παραδόθηκε ο Λεωνίδας Μπαμπάνης. Ο τελευταίος αργότερα δραπέτευσε και ξαναβγήκε οτο κλαρί.
Λέγεται ότι ένας υπομοίραρχος βίασε την εξαδέλφη του Μαρία. Ο διοικητής του για να τον σώσει τον έστειλε στην Αθήνα, στους ευζώνους. Όμως ο Γιαγκούλας κατέβηκε στην Αθήνα και τον σκότωσε έξω από τα ανάκτορα, όπου φύλαγε σκοπιά. Από τότε βγήκε στα βουνά, ακολουθώντας τη συμμορία του Θωμά Καντάρα.
Επικηρύχθηκε το 1920 και συνελήφθη. Όμως δραπέτευσε πηδώντας από το όχημα που τον μετέφερε κατά τη μεταγωγή του στη Θεσσαλονίκη για να δικαστεί.
Εγκαταστάθηκε στην Αθήνα με το ψευδώνυμο Νικόλαος Σκλήμπας.
Συνδέθηκε αισθηματικά με μια κυρία αριστοκρατίας, αλλά προδόθηκε και ξαναγύρισε στα βουνά το 1923. Επικηρύχθηκε με το ποσό των 20.000 δραχμών.
Μέσα σε δύο χρόνια η επικήρυξη του θα ανέβει στις 600.000 δραχμές, ποσό αστρονομικό για την εποχή.
Στο ενεργητικό του Γιαγκούλα καταχωρούνται πάνω από 20 φονικά.
Το 1925, σε συνεργασία με τους Τσιαμίτρατρα, Πόντο Μπαμπάνη και Λεωνίδα Μπαμπάνη, απαγάγει δύο επιφανείς Λαρισαίους, που τους μεταφέρει στον Όλυμπο και ζητά λύτρα. Ο ληστής Αγριόκωτσος προδίδει το λημέρι τους.
Στο σημείο που βρίσκονται κρυμμένοι φθάνει απόσπασμα της χωροφυλακής αποτελούμενο από 27 άνδρες, με επικεφαλής το μοίραρχο Πετράκη, και τους εξοντώνει. Τα κεφάλια τους εκτέθηκαν σε κοινή θέα στην Κατερίνη, επάνω σε ένα κοντάρι μπροστά στο κτήριο του δικαστηρίου για να φοβίσουν έτσι τον κόσμο.
Το 1928 η ζωή και η δράση του Γιαγκούλα αποτέλεσε το θέμα ομώνυμης ταινίας του Κομινάκη, σε μια εμβρυακή εποχή του ελληνικού κινηματογράφου.
De Siris