Glenn Gould
O Γκλεν Χέρμπερτ Γκουλντ (25 Σεπτεμβρίου 1932 – 4 Οκτωβρίου 1982) ήταν διακεκριμένος Καναδός πιανίστας. Θεωρείται ένας από τους σημαντικότερους σολίστ του πιάνου, γνωστός κυρίως μέσα από τις ηχογραφήσεις του. Το 1964 εγκατέλειψε πρόωρα τις δημόσιες εμφανίσεις και συναυλίες, εστιάζοντας το ενδιαφέρον του στις ηχογραφήσεις καθώς και στην παραγωγή ραδιοφωνικών ή τηλεοπτικών μουσικών προγραμμάτων. Σημαντικότερες θεωρούνται οι ερμηνείες του σε έργα του Μπαχ, όπως το Καλά συγκερασμένο κλειδοκύμβαλο και οι Παραλλαγές Γκόλντμπεργκ.
Βιογραφία
Ο Γκουλντ γεννήθηκε στο Τορόντο του Καναδά στις 25 Σεπτεμβρίου 1932 και το πραγματικό του όνομα ήταν Γκλεν Γκολντ. Η οικογένειά του φρόντισε να αλλάξει το όνομα πιστεύοντας πως με αυτό τον τρόπο θα απέφευγε τον αντισημιτισμό, που ήταν σε έξαρση εκείνη την εποχή στον Καναδά. Ο πατέρας του ήταν ερασιτέχνης βιολιστής ενώ η μητέρα του έπαιζε πιάνο και όργανο, αποτελώντας παράλληλα την πρώτη δασκάλα του Γκουλντ, ο οποίος με τη σειρά του έδειξε από νεαρή ηλικία την κλίση του στη μουσική. Σε ηλικία μόλις πέντε ετών συνέθετε και ερμήνευε δικές του μικρές συνθέσεις. Το 1942 ξεκίνησε σπουδές στο Toronto Conservatory of Music (μετέπειτα Royal Conservatory of Music), όπου σπούδασε πιάνο κοντά στον Αλμπέρτο Γκερέρο, από τον οποίο επηρεάστηκε σημαντικά, ενώ παράλληλα παρακολούθησε μαθήματα εκκλησιαστικού οργάνου με τον Frederick C. Silvester και θεωρίας της μουσικής με τον Λίο Σμιθ (Leo Smith).
Το Δεκέμβριο του 1945, ο Γκουλντ πραγματοποίησε την πρώτη του δημόσια εμφάνιση, ως οργανίστας. Τον επόμενο χρόνο εμφανίστηκε ως σολίστ με τη Συμφωνική Ορχήστρα του Τορόντο, ερμηνεύοντας το Κοντσέρτο αρ. 4 του Μπετόβεν, ενώ το 1947 έδωσε το πρώτο του ρεσιτάλ. Τρία χρόνια αργότερα, πραγματοποιήθηκε η πρώτη του ραδιοφωνική συναυλία, για τον σταθμό CBC (Canadian Broadcasting Corporation) του Καναδά, σηματοδοτώντας την μακρόχρονη ενασχόλησή του με το ραδιόφωνο και τις ηχογραφήσεις. Το 1955 υπέγραψε αποκλειστικό συμβόλαιο με τη δισκογραφική εταιρεία Columbia Masterworks, με την οποία ηχογράφησε αρχικά τις Παραλλαγές Γκόλντμπεργκ του Μπαχ, έργο το οποίο έτυχε θερμής υποδοχής, γνωρίζοντας τόσο καλλιτεχνική όσο και εμπορική επιτυχία.
Το 1957, περιόδευσε στη Σοβιετική Ένωση και αποτέλεσε τον πρώτο Βορειοαμερικανό πιανίστα που έδωσε συναυλίες εκεί μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο και κατά τη διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου. Πραγματοποίησε τέσσερις συναυλίες στη Μόσχα και ισάριθμες στο Λένινγκραντ, ερμηνεύοντας κοντσέρτα του Μπαχ, του Μπετόβεν, καθώς και σειραϊκά έργα των Άρνολντ Σένμπεργκ και Άλμπαν Μπεργκ. Την επόμενη διετία, συνέχισε τις συναυλίες στο Βερολίνο, όπου ερμήνευσε με τη Φιλαρμονική Ορχήστρα του Βερολίνου και μαέστρο τον Κάραγιαν, στη Βιέννη, στις Βρυξέλλες, στη Στοκχόλμη, στη Φλωρεντία και άλλες πόλεις της Ευρώπης. Από το 1959 ο αριθμός των συναυλιών του άρχισε να περιορίζεται σημαντικά και το 1964, ο Γκουλντ αποφάσισε να δώσει τέλος στις δημόσιες εμφανίσεις του ως σολίστ. Τα επόμενα χρόνια και μέχρι το τέλος της ζωής του, ασχολήθηκε με τις ηχογραφήσεις, τη σύνθεση, καθώς και την παραγωγή εκπομπών για το ραδιόφωνο, πραγματοποιώντας επίσης μία σειρά τηλεοπτικών προγραμμάτων για την βρετανική, γαλλική, γερμανική και καναδική τηλεόραση. Δημοσίευσε παράλληλα αρκετά άρθρα και κριτικές, αναλύοντας τις ερμηνείες του.
Λίγο πριν το θάνατό του, σχημάτισε μία ορχήστρα δωματίου με την οποία ηχογράφησε το Ειδύλλιο του Ζίγκφριντ του Βάγκνερ ως μαέστρος. Πέθανε στις 4 Οκτωβρίου του 1982 στο Τορόντο, μετά από εγκεφαλικό επεισόδιο.
Μουσική
Ο Γκουλντ διακρίθηκε ως μουσικός για τις ευφάνταστες και εκφραστικές ερμηνείες του. Το ιδιαίτερο ύφος παιξίματος που είχε υιοθετήσει, σε συνδυασμό με τις πρωτότυπες και ελεύθερες ερμηνείες του ή ακόμα και το ασυνήθιστο ρεπερτόριο που επέλεγε, τον κατέστησαν ως έναν μη συμβατικό και εκκεντρικό μουσικό, ο οποίος όμως αναγνωρίστηκε ευρέως για τη δεξιοτεχνία του, την τεχνική του και την καθαρότητα στον ήχο. Ο Γκουλντ ερμήνευε στο πιάνο διατηρώντας χαμηλή στάση στο όργανο και σχεδόν επίπεδη τοποθέτηση των χεριών στα πλήκτρα. Σε ότι αφορά στο ρεπερτόριό του, υπήρξε εξαιρετικά εκλεκτικός, ερμηνεύοντας και ηχογραφώντας έργα συνθετών κυρίως της μπαρόκ, κλασικής και ύστερης ρομαντικής μουσικής. Ο ίδιος θεωρούσε πως ο ρόλος του πιανίστα είναι κατεξοχήν δημιουργικός και πρόσφερε πρωτότυπες και καινοτόμες ερμηνείες ορισμένες εκ των οποίων θεωρούνται αμφιλεγόμενες, όπως για παράδειγμα οι ερμηνείες του σε δημοφιλείς συνθέσεις του Μότσαρτ, του Μπετόβεν ή του Μπραμς.
Ο Γκουλντ απέδιδε ιδιαίτερη αξία στις ηχογραφήσεις, ενώ αντίθετα αντιπαθούσε τις συναυλίες, τις οποίες εκλάμβανε ως ένα πεδίο ανταγωνισμού και χώρο επίδειξης των δεξιοτήτων των ερμηνευτών. Μετά την τελευταία του συναυλία, το 1964, αφοσιώθηκε σε ηχογραφήσεις έργων, επιδεικνύοντας ιδιαίτερο ενδιαφέρον για τις δυνατότητες που προσέφερε η νέα τεχνολογία και αναγνωρίζοντας την επεξεργασία των ηχογραφημένων ταινιών ως μέρος της δημιουργικής διαδικασίας. Η πρώτη του εμπορική ηχογράφηση έγινε το 1955, για τις ανάγκες της οποίας ερμήνευσε τις Παραλλαγές Γκόλντμπεργκ, έργο που ηχογράφησε για δεύτερη φορά το 1981, χρησιμοποιώντας ψηφιακή τεχνολογία. Οι δύο ηχογραφήσεις διαφέρουν σημαντικά, με την πρώτη να είναι περισσότερο ενεργητική και γρήγορη ενώ η δεύτερη περισσότερο «εσωστρεφής» και αργή. Η ηχογράφηση του 1981 απέσπασε δύο βραβεία Grammy το 1983, μεταξύ των οποίων και το βραβείο καλύτερου δίσκου κλασικής μουσικής.
Ηχογράφησε ένα σημαντικό μέρος των έργων για πιάνο του Μπαχ, όπως το Καλά Συγκερασμένο Κλειδοκύμβαλο και τα κοντσέρτα για πιάνο. Στη μοναδική ηχογράφηση με εκκλησιαστικό όργανο, επέλεξε να ερμηνεύσει ένα μέρος από την Τέχνη της Φούγκας. Άλλες γνωστές ηχογραφήσεις του περιλαμβάνουν τα κοντσέρτα και τις σονάτες για πιάνο του Μπετόβεν, καθώς και τις σονάτες του Μότσαρτ. Σημαντικές θεωρούνται επίσης οι ηχογραφήσεις του πάνω σε έργα των Σένμπεργκ (ηχογράφησε όλα τα έργα του για πιάνο), Σιμπέλιους και Χίντεμιτ.
Εκκεντρικότητα
Ο Γκουλντ συνήθιζε να σιγοτραγουδά κατά τη διάρκεια των ηχογραφήσεων, γεγονός που αποτυπώθηκε σε αρκετές από αυτές. Ο ίδιος ισχυριζόταν πως το τραγούδι του ήταν ασυνείδητο και αυξανόταν ανάλογα με την ανικανότητα του πιάνου να αποδώσει αυτό που εκείνος επεδίωκε. Ήταν επίσης γνωστός για τις ασυνήθιστες στάσεις του σώματός του όταν ερμήνευε στο πιάνο, καθώς και για την επιμονή του στην ομοιομορφία. Στις συναυλίες επέλεγε να παίζει χρησιμοποιώντας πάντα μία καρέκλα που είχε κατασκευάσει ο πατέρας του, ακόμα και όταν αυτή είχε φθαρεί υπερβολικά με την πάροδο του χρόνου.
Ο Γκουλντ φοβόταν υπερβολικά το κρύο και συνήθιζε για αυτό το λόγο να φορά ζεστά ρούχα ακόμα και σε θερμά μέρη. Ο ίδιος θα έλεγε για την διαφορετικότητά του: «Δεν πιστεύω πως ο τρόπος ζωής μου έχει ομοιότητες με εκείνον των περισσότερων ανθρώπων και είμαι ευτυχής για αυτό. Ο τρόπος ζωής και το έργο μου έχουν γίνει ένα. Αν αυτό είναι εκκεντρικότητα, τότε είμαι εκκεντρικός.»
Βραβεύσεις και αναγνώριση
Ο Γκλεν Γκουλντ βραβεύτηκε και τιμήθηκε αρκετές φορές, στη διάρκεια της ζωής του αλλά και μετά το θάνατο του. Απέσπασε συνολικά τέσσερα Βραβεία Γκράμι (1974, 1983, 1984) μεταξύ αυτών το βραβείο καλύτερης ερμηνείας σολίστα για την ηχογράφηση των Παραλλαγών Γκόλντμπεργκ (1981) και των σονατών αρ. 12 και 13 του Μπετόβεν. Το 1983 εισήλθε στον κατάλογο των μουσικών του Canadian Music Hall of Fame και προς τιμή του ιδρύθηκε το Ίδρυμα Γκλεν Γκουλντ (Glenn Gould Foundation), το οποίο έχει καθιερώσει επίσης την απονομή του Βραβείου Γκλεν Γκουλντ, ανά τρία έτη, σε κάθε αυτόνομο μουσικό που έχει κερδίσει την διεθνή αναγνώριση μέσα από την συνεισφορά του στη μουσική.
Ταινίες
Ηχογραφήσεις του Γκουλντ έχουν χρησιμοποιηθεί σε αρκετές ταινίες, τόσο κατά τη διάρκεια της ζωής του όσο και μετά το θάνατό του. Ο ίδιος συνέθεσε και είχε την επιμέλεια για την μουσική στις ταινίες Slaughterhouse-Five (1972) και The Wars (1983).
Glenn Gould On The Record και Glenn Gould Off he Record (1959). Ντοκυμαντέρ, National Film Board of Canada .
Conversations with Glenn Gould (1966), BBC.
Slaughterhouse-Five (1972). Σκηνοθετημένη από τον George Roy Hill, ταινία βασισμένη στο ομώνυμο μυθιστόρημα του Kurt Vonnegut. Η μουσική της ταινίας είναι σύνθεση του Γκουλντ, ο οποίος και ερμηνεύει.
Music and Terminology, Chemins de la Musique (1973-76). Σειρά ταινιών σε σκηνοθεσία του Bruno Monsaingeon.
The Goldberg Variations : Glenn Gould Plays Bach (1981). Σειρά τριών ταινιών, στις οποίες ο Γκουλντ σχολιάζει και ερμηνεύει μουσική του Μπαχ.
The Wars (1983). Ταινία σε σκηνοθεσία του Robin Philips και μουσική σε σύνθεση του Γκουλντ.
Variations on Glenn Gould. Ντοκυμαντέρ με θέμα τον Γκλεν Γκουλντ κατά τη διάρκεια ηχογράφησης στο Οντάριο.
Les Variacions Gould (1992). Ντοκυμαντέρ σε σκηνοθεσία του Manuel Huerga.
Thirty-Two Short Films About Glenn Gould (1993). Σκηνοθεσία του François Girard.
Glenn Gould ; The Russian Journey (2002). Το ταξίδι του Γκουλντ στη Σοβιετική Ένωση και οι εμφανίσεις του στη Μόσχα και την Αγία Πετρούπολη.
Extasis (2003). Ντοκυμαντέρ με συναυλία του Γκλεν Γκουλντ και συνεντεύξεις.
Glenn Gould : The Alchemist (2003). Ντοκυμαντέρ με συνεντεύξεις κατά τη διαδικασία ηχογράφησης και ζωντανές ερμηνείες του Γκουλντ.
Glenn Gould : au-delà du temps (2005). Ντοκυμαντέρ Γαλλοκαναδικής παραγωγής σε σκηνοθεσία του Bruno Monsaingeon.
De Siris