Πέμπτη 30 Σεπτεμβρίου 2010

Γιάννης Γκούρας

Γιάννης Γκούρας

Ο Γιάννης Γκούρας (1771—1826) ήταν οπλαρχηγός της Στερεάς, γεννημένος στη Γκουρίστα Παρνασσίδας. Ανήκε στην ομάδα του αρματολού Πανουργιά και εν συνεχεία του Οδυσσέα Ανδρούτσου. Μυήθηκε στη Φιλική Εταιρεία από τον Πανουργιά.
Βιογραφία
Γεννήθηκε στα τέλη του 18ου αιώνα. Ήταν ξάδερφος του Πανουργιά. Από παιδί εξασκήθηκε στα όπλα.
Με την έναρξη της επανάστασης στρατολογεί αγωνιστές. Λίγα χρόνια πριν από την Ελληνική επανάσταση του 1821 υπηρέτησε ως απλός στρατιώτης στον Οδυσσέα Ανδρούτσο, που τότε ήταν οπλαρχηγός στην Λιβαδειά. Απόχτησε την εκτίμηση του Ανδρούτσου και έγινε πρωτοπαλίκαρο λίγους μήνες πριν από την έκρηξη της επανάστασης. Συμμετείχε στο πλάι του Αντρούτσου στη Μάχη στο Χάνι της Γραβιάς, όπου διακρίθηκε για την τόλμη του.
Μετά την πολιορκία της Λιβαδειάς από την Αλή Πασά κατέφυγε στον ξάδερφό του, τον Πανουργιά, στον οποίο οι Τούρκοι είχαν παραχωρήσει το αρματολίκι της επαρχίας της Άμφισσας. Με τετρακόσιους περίπου, που είχε συγκεντρώσει στα περίχωρα της Άμφισσας όρμησε το πρωί της 27ης Μαρτίου 1821 κατά της πόλης. Μαζί του κινήθηκαν και ο Πανουργιάς και οι οπλαρχηγοί Παπανδριάς και Μανίκας. Οι Έλληνες κατόρθωσαν να κυριεύσουν την πόλη και να κλείσουν τους Τούρκους στην ακρόπολη της πόλης. Μετά από πολιορκία δέκα ημερών οι Τούρκοι παραδόθηκαν.
Συμμετείχε στη μάχη των Βασιλικών και παρ’ ότι το δικό του σχέδιο δεν έγινε δεκτό, εν τούτοις επέδειξε μέγιστη μαχητικότητα στο πεδίο της μάχης, αναλαμβάνοντας το κρισιμότερο έργο της αναχαίτισης του κύριου κορμού των τουρκικών δυνάμεων.
Το 1822 διορίζεται φρούραχος της Αθήνας και το 1825 γενικός οπλαρχηγός της Ανατολικής Στερεάς Ελλάδας. Ως φρούραρχος ήταν ιδιαίτερα σκληρός. Κατά τη διάρκεια του εμφυλίου εισέβαλε στην Πελοπόννησο και συγκρούστηκε με τους προκρίτους της Κορινθίας, της Αρκαδίας και της Ηλείας. Στις 7 Απριλίου του 1825 συλλαμβάνει τον Οδυσσέα Ανδρούτσο, τον φυλακίζει στην Ακρόπολη και, τελικώς, άνθρωποί του τον σκοτώνουν στις 5 Ιουνίου. Σκοτώθηκε κατά την πολιορκία της Ακρόπολης από τον Κιουταχή την 1 Οκτωβρίου 1826.
De Siris