Jean-Louis-Théodore Gericault
Ο Ζαν-Λουί-Τεοντόρ Ζερικώ γεννήθηκε στις 26 Σεπτεμβρίου του 1791 και πέθανε στις 26 Ιανουαρίου 1824. Υπήρξε καθοριστική μορφή του Γαλλικού Ρομαντισμού. Στη διάρκεια της σύντομης ζωής του, που έληξε με τραγικό τρόπο, κράτησε αποστάσεις από τη παράδοση και με τη τέχνη του προσπάθησε να ανατρέψει τους κανόνες του Σαλόν και της Ακαδημίας. Ο διασημότερος πίνακάς του, «Η Σχεδία Της Μέδουσας» προκάλεσε αμηχανία, για το μοντερνισμό του θέματος και τους αιχμηρούς πολιτικούς υπαινιγμούς του.
Συναρπαζόταν με τα άλογα, τα οποία αποτέλεσαν το συνηθέστερο θέμα του, η σύγκρουση ανάμεσα στον άνθρωπο και στο ζώο αυτό. Εκφράζει δε και τη δική του εσώτερη πάλη, στη προσπάθεια να τιθασεύσει το θυελλώδες ταμπεραμέντο του.
Παρ' όλο που καταγόταν από πολύ πλούσια οικογένεια, πράγμα που του εξασφάλιζε τη δυνατότητα να ζωγραφίζει χωρίς να τον απασχολούν έγνοιες βιοπορισμού, δεν έζησε εύκολη ζωή. Κατατάχτηκε στο Βασιλικό Στρατό και κάποια στιγμή, αναγκάστηκε να κρύβεται από τα στρατεύματα του Ναπολέοντα. Είχε έναν αμφιλεγόμενο δεσμό με θεία του και τραυματίστηκε πολλές φορές, πέφτοντας από άλογο, ατυχήματα που επιτάχυναν το θάνατό του.
Γεννήθηκε στις 26 Σεπτεμβρίου στη Ρουέν. Ήταν γόνος εύπορης οικογένειας. Σε ηλικία 4 ετών μετακομίζουν στο Παρίσι και φοιτά στο Αυτοκρατορικό Λύκειο για δεκατρία χρόνια. Το 1808 αρχίζει να φοιτά στο ατελιέ του Καρλ Βερνέ, ζωγράφου ειδικευμένου σε σκηνές μάχης, κυνηγιού και ιπποδρομιών. Δύο χρόνια μετά, γίνεται μαθητής του Πιέρ Ναρσίς-Γκερέν (Pierre-Narcisse Guérin), επιτυχημένου ζωγράφου της εποχής.
To 1812 εκθέτει στο Σαλόν το έργο «Αξιωματικός Έφιππων Κυνηγών Αυτοκρατορικής Φρουράς εφορμά» και κερδίζει το χρυσό μετάλλιο. Σε δύο χρόνια, εκθέτει εκεί το «Τραυματισμένος Θωρακοφόρος Αποσύρεται Από Τη Μάχη» και αντιμετωπίζεται με ψυχρότητα.
Την επόμενη χρονιά, συνάπτει ερωτικό δεσμό με την Αλεξαντρίν-Μοντέστ Καρτέλ και κατατάσσεται για οκτώ μήνες στο σώμα της Βασιλικής Φρουράς. Το επόμενο έτος συμμετέχει στο διαγωνισμό για το βραβείο της Ρώμης, αλλά αποτυγχάνει. Όταν, δε, γίνεται γνωστός ο δεσμός του, η οικογένεια τον υποχρεώνει να μετακομίσει στη Ρώμη.
Την επόμενη χρονιά, συνάπτει ερωτικό δεσμό με την Αλεξαντρίν-Μοντέστ Καρτέλ και κατατάσσεται για οκτώ μήνες στο σώμα της Βασιλικής Φρουράς. Το επόμενο έτος συμμετέχει στο διαγωνισμό για το βραβείο της Ρώμης, αλλά αποτυγχάνει. Όταν, δε, γίνεται γνωστός ο δεσμός του, η οικογένεια τον υποχρεώνει να μετακομίσει στη Ρώμη.
Επιστρέφει στη Γαλλία το Σεπτέμβρη της επόμενης χρονιάς και, τον επόμενο Αύγουστο, η Αλεξαντρίν τού χαρίζει ένα γιο. Για ν' αποφύγει το σκάνδαλο, ο πατέρας του την υποχρεώνει να εγκατασταθεί στην εξοχή. Το 1819 ο πίνακας «Η Σχεδία Της Μέδουσας» περνά σχεδόν απαρατήρητος από το Σαλόν. Την επόμενη χρονιά, όμως, τον εκθέτει στο Egyptian Hall οf London, όπου και διαμένει για ένα περίπου χρόνο. Επιστρέφει τον Δεκέμβρη της επόμενης χρονιάς στο Παρίσι με κλονισμένη υγεία.
To 1823, μετά από ένα ακόμα ατύχημα με το άλογο, η κατάστασή του επιδεινώνεται άσχημα και ταχύτατα. Πεθαίνει στις 26 Ιανουαρίου 1824, σε ηλικία μόλις 33 ετών, και ενταφιάζεται στο Κοιμητήριο Πέρ Λασέζ του Παρισιού.
De Siris