Ένωση
Σοβιετικών Σοσιαλιστικών Δημοκρατιών
Η Ένωση
Σοβιετικών Σοσιαλιστικών Δημοκρατιών, συντομογραφικά αποκαλούμενη Ε.Σ.Σ.Δ., και
συνηθέστερα Σοβιετική Ένωση, ήταν κράτος που βρισκόταν στην ανατολική Ευρώπη
και τη βόρεια Ασία, το μεγαλύτερο σε έκταση στον κόσμο. Η πρωτεύουσά του ήταν η
Μόσχα. Υπήρξε το πρώτο σοσιαλιστικό κράτος στην παγκόσμια ιστορία. Ιδρύθηκε το
1922. Διαλύθηκε το 1991. Καθοδηγητής και πυρήνας της Σοβιετικής Κοινωνίας ήταν,
σύμφωνα με το άρθρο 6 του Συντάγματος της ΕΣΣΔ του 1977, το Κομμουνιστικό Κόμμα
της Σοβιετικής Ένωσης. Έπειτα από τη διάλυσή της, το 1991, την ΕΣΣΔ αντικατέστησε
η Κοινοπολιτεία Ανεξάρτητων Κρατών.
Εθνική σύσταση
Το Σύνταγμα
του 1977 διακήρυξε το σχηματισμό μιας νέας εθνικό-ιστορικής οντότητας, αυτής
του Σοβιετικού λαού. Οι Ρώσοι ήταν ο κυριότερος συστατικός λαός με πληθυσμό που
υπερέβαινε τα 140 εκατ. Οι Ουκρανοί με 40 εκατ. και οι Λευκορώσοι αποτελούσαν
τους κυριότερους σλαβικούς λαούς της ΕΣΣΔ μαζί με τους Ρώσους φυσικά. Στη Μέση
Ασία ζούσαν οι τουρανικοί λαοί των Ουζμπέκων, Καζάχων, Κιργίζιων, και των
Τουρκμένων. Στη ίδια περιοχή κατοικούσαν και οι Τατζίκοι που είναι περσικό φύλο
και παρουσιάζουν γλωσσικές ομοιότητες με τους λαούς του Αφγανιστάν και του Ιράν
καθώς και με τους Κούρδους. Στον Καύκασο υπήρχε ένα μωσαϊκό λαών και εθνοτήτων
(μόνο στο Νταγκεστάν της Ρωσίας ζουν περισσότερες από 100 εθνότητες). Οι
κυριότεροι από αυτούς τους λαούς ήταν οι Γεωργιανοί, οι Αρμένιοι και οι Αζέροι.
Οι Λιθουανοί, οι Εσθονοί , οι Λετονοί και οι Καρελίοι (λαός κοντά στους
Φιλανδούς που κατοικεί στη Βορειοδυτική Ρωσία) αποτελούσαν τους βαλτικούς λαούς
της Σοβιετικής Ένωσης. Η ΣΣΔ της Μολδαβίας αποσπάστηκε από τη Ρουμανία το 1940,
με βάση το σύμφωνο Ρίμπεντροπ-Μολοτώφ και η εθνική σύσταση των κατοίκων της
είναι αντικείμενο αντιπαραθέσεων ακόμα και σήμερα. Επίσης σημαντικός ήταν ο
αριθμός των Εβραίων, των Πολωνών των Τατάρων και των Γερμανών. Οι Έλληνες στην
ΕΣΣΔ κατοικούσαν σε τρεις περιοχές κυρίως : Στην Ουκρανία, στις περιοχές της
Μαριούπολης και της Οδησσού, στον Καύκασο στην περιοχή της Γεωργίας και στην
Τασκένδη την Πρωτεύουσα του Ουζμπεκιστάν. Σύμφωνα με το βιβλίο «Ο Πληθυσμός της
ΕΣΣΔ», το 1959 στην ΕΣΣΔ κατοικούσαν 309 χιλ. Έλληνες ενώ το 1989 ο αριθμός
αυτός ήταν 359 χιλ. Στον αριθμό αυτό δεν περιλαμβάνονταν οι Έλληνες πολιτικοί
πρόσφυγες που έφτασαν στην ΕΣΣΔ μετά τον Εμφύλιο Πόλεμο.
Πληθυσμός
Το 1989, στην
ΕΣΣΔ κατοικούσαν 293,047,571 πολίτες.
Οι Σοβιετικές Δημοκρατίες
Το τελευταίο
σύνταγμα της Σοβιετικής Ένωσης όριζε ότι η χώρα απαρτιζόταν από 15 Ενωσιακές
Σοβιετικές Δημοκρατίες:
Ρωσική
Σοβιετική Ομοσπονδιακή Σοσιαλιστική Δημοκρατία (Ρωσική Ομοσπονδία ή Ρωσία)
Σοβιετική
Σοσιαλιστική Δημοκρατία της Ουκρανίας
Σοβιετική
Σοσιαλιστική Δημοκρατία της Λευκορωσίας
Σοβιετική
Σοσιαλιστική Δημοκρατία του Αζερμπαϊτζάν
Σοβιετική
Σοσιαλιστική Δημοκρατία της Αρμενίας
Σοβιετική
Σοσιαλιστική Δημοκρατία της Γεωργίας
Σοβιετική
Σοσιαλιστική Δημοκρατία του Ουζμπεκιστάν
Σοβιετική
Σοσιαλιστική Δημοκρατία της Τουρκμενίας
Σοβιετική
Σοσιαλιστική Δημοκρατία του Τατζικιστάν
Σοβιετική
Σοσιαλιστική Δημοκρατία του Καζαχστάν
Σοβιετική
Σοσιαλιστική Δημοκρατία της Κιργιζίας
Σοβιετική
Σοσιαλιστική Δημοκρατία της Μολδαβίας
Σοβιετική Σοσιαλιστική
Δημοκρατία της Λιθουανίας
Σοβιετική
Σοσιαλιστική Δημοκρατία της Λετονίας
Σοβιετική
Σοσιαλιστική Δημοκρατία της Εσθονίας
Η κάθε
δημοκρατία είχε δικό της σύνταγμα, σημαία, εθνικό ύμνο και εθνόσημο. Ορισμένες
μάλιστα (Ουκρανία και Λευκορωσία) απολάμβαναν και θέση στον ΟΗΕ ως κυρίαρχες
Δημοκρατίες και ως οντότητες διέθεταν στοιχεία του διεθνούς δικαίου.
Θρησκείες
Το
πολιτικό-κοινωνικό σύστημα της ΕΣΣΔ βασιζόμενο στο Μαρξισμό - Λενινισμό
θεωρούσε τη θρησκεία αναχρονιστικό-αντιδραστικό θεσμό. Το σοβιετικό κράτος
διαμέσου των μηχανισμών του υποστήριζε ενεργά την αθεΐα, προτρέποντας τους
πολίτες να μην ασπάζονται καμιά θρησκεία. Παρ' όλα αυτά, στην ΕΣΣΔ υπήρχαν και
είχαν πιστούς σχεδόν όλες οι γνωστές θρησκείες. Κυριότερη θρησκευτική ομάδα
ήταν οι Ορθόδοξοι. Ο αριθμός των Μουσουλμάνων ήταν επίσης σημαντικός.
Ιστορία
Ο Σχηματισμός της Ε.Σ.Σ.Δ.
Η Μεγάλη
Οκτωβριανή Σοσιαλιστική Επανάσταση του 1917 καθοδηγούμενη από το Εργατικό
Σοσιαλδημοκρατικό Κόμμα Μπολσεβίκων εδραίωσε στην επικράτεια της Ρωσικής
Αυτοκρατορίας το πρώτο Σοσιαλιστικό σύστημα. Η Ρωσία μετά το τέλος του Εμφυλίου
πολέμου προσπάθησε να συνενώσει τα κράτη που κάποτε αποτελούσαν τη Ρωσική
Αυτοκρατορία, βέβαια στα πλαίσια του σοσιαλιστικού συστήματος με λαϊκή εξουσία.
Έτσι ο Βλαδίμηρος Λένιν πρότεινε τη δημιουργία της Ένωσης Σοβιετικών
Σοσιαλιστικών Δημοκρατιών στη οποία θα εντάσσονταν: η Ρωσική Σοβιετική
Σοσιαλιστική Δημοκρατία, η Ουκρανική ΣΣΔ, η Λευκορωσική ΣΣΔ και η Σοβιετική
Ομοσπονδιακή Σοσιαλιστική Δημοκρατία της Υπερκαυκασίας (αποτελούμενη από την
Γεωργία, την Αρμενία, και το Αζερμπαϊτζάν). Στις παραπάνω Δημοκρατίες οι
εργάτες και το κόμμα τους το Μπολσεβίκικο (κομμουνιστικό) είχαν ήδη καταλάβει
την εξουσία. Τον Δεκέμβριο του 1922 η Ένωση Σοβιετικών Σοσιαλιστικών
Δημοκρατιών αποτελούσε πλέον ιστορικό γεγονός.
Η ΕΣΣΔ ήταν
ένα κράτος βασισμένο σε μια κυβέρνηση όπου το Πανενωσιακό Κομμουνιστικό Κόμμα
(Μπολσεβίκων), όπως τότε μετονομάστηκε το Εργατικό Σοσιαλδημοκρατικό Κόμμα
Μπολσεβίκων, καθιερώθηκε ως η πολιτική δύναμη που συνένωνε πλατιές λαϊκές μάζες
και κυβερνούσε.
Στον
οικονομικό τομέα ο Λένιν αναγκάστηκε να εφαρμόσει αρχικά τη Νέα Οικονομική
Πολιτική (ΝΕΠ), που προέβλεπε τη μη συμμετοχή του κράτους στην οικονομία και τη
δημιουργία μια τάξης ευπόρων προερχομένων από τις τάξεις του Προλεταριάτου.
Κύριος ιδεολόγος του οικονομικού αυτού σχεδίου ήταν ο Νικολάϊ Μπουχάριν. Η ΝΕΠ
είχε ως αποτέλεσμα το 1927 η ΕΣΣΔ να έχει τους υψηλοτέρους δείκτες χρήσης και
κατανάλωσης αγαθών για όλη τη μετα-επαναστατική και προπολεμική περίοδο.
Η Περίοδος του Μεσοπολέμου στην ΕΣΣΔ
Μετά τον
θάνατο του Λένιν στις 21 Ιανουαρίου 1924 την ηγεσία της ΕΣΣΔ αναλαμβάνει ο
Ιωσήφ Βησσαριόνοβιτς Στάλιν το 1927.
Η πολιτική
του Στάλιν (κατά τον ίδιο και τη σταλινική φράξια του κόμματος συνεχιστής του
έργου του Λένιν, κατά πολλούς άλλους κομμουνιστές όχι), βασίστηκε σε πολιτική
κεντρικού ελέγχου στην οικονομία στην κοινωνία και στο κόμμα. Η Νέα Οικονομική
Πολιτική εγκαταλείφθηκε και εφαρμόστηκε η κρατικοποίηση όλων των μέσων
παραγωγής. Το 1928 για πρώτη φορά καταρτίστηκε Πενταετές πρόγραμμα, που
προέβλεπε την Κολλεκτιβοποίηση της αγροτικής γης, δηλαδή να ανήκει σε
συνεταιρισμούς και σε όλους τους αγρότες και την κατάργηση της ιδιωτικής
παραγωγής των κουλάκων και τσιφλικάδων. Από την άλλη εντατικοποιήθηκε και η εκβιομηχάνιση
της ΕΣΣΔ. Η Κολεκτιβοποίηση αύξησε την παραγωγή και μείωσε τον αγροτικό
πληθυσμό δίδοντας καλύτερες συνθήκες στην αγροτική εργασία και περισσότερα
εργατικά χέρια στις πόλεις.
Σύμφωνα όμως
με πολλούς μαρξιστές θεωρητικούς, αλλά και δυνάμεις του κομμουνιστικού
κινήματος, η δεκαετία του '30 θεωρείται ως η περίοδος κατά την οποία
αναδείχθηκε σε ηγεμονική τάξη, η νέα κομματική/κρατική γραφειοκρατία.
Το 1936 η νέα
ηγετική ομάδα υπό τον Στάλιν ξεκίνησε μαζικές εκκαθαρίσεις, κυρίως
εσωκομματικών της αντιπάλων: παλιοί σύντροφοι του Λένιν, ιστορικά στελέχη από
την εποχή της παρανομίας, στρατηγοί του Κόκκινου Στρατού και μέλη ξένων
κομμουνιστικών κομμάτων, πολλές χιλιάδες μέλη του κόμματος χαρακτηρίστηκαν
«εχθροί του λαού» και εκδιώχθηκαν, εξορίστηκαν στα Γκούλαγκ ή εκτελέσθηκαν.
Αποκορύφωμα των εκκαθαρίσεων ήταν οι Δίκες της Μόσχας (1936-1938), με τις
οποίες οδηγήθηκαν στο εκτελεστικό απόσπασμα ως ελιτιστές και τροτσκιστές παλιοί
επαναστάτες όπως οι Ζινόβιεφ, Κάμενεφ, Μπουχάριν, Ρίκοφ και ο ούγγρος Μπέλα Κουν.
Το 1937 εκτελέσθηκε και ο θρυλικός στρατηγός Τουχατσέφσκι. Από τα έξι (πλην
Στάλιν) μέλη του Π.Γ. των Μπολσεβίκων που έκανε την επανάσταση το 1917, οι
τέσσερις εκτελέσθηκαν, ο πέμπτος ήταν σε εξορία (Τρότσκι) και ο έκτος (Λένιν)
είχε πεθάνει νωρίτερα. Επίσης από τους 1.966 συνέδρους του 17ου συνεδρίου του
ΚΚΣΕ (1934, το τελευταίο πριν τις εκκαθαρίσεις), οι 1.108 συνελήφθησαν - οι
περισσότεροι εκτελέσθηκαν ή πέθαναν σε γκούλαγκ.
Στις 23
Αυγούστου του 1939 η ΕΣΣΔ και η Ναζιστική Γερμανία υπέγραψαν στη Μόσχα το
Σύμφωνο Ρίμπεντροπ-Μολότωφ. Το Σύμφωνο αυτό προέβλεπε τη μη επίθεση μεταξύ των
δυο κρατών. Πρόθεση του Στάλιν δεν ήταν τόσο μία οριστική συμφωνία με τη
Ναζιστική Γερμανία, αλλά να κερδίσει χρόνο προετοιμασίας για τον πόλεμο που
έβλεπε να πλησιάζει, ιδιαίτερα αφού οι περισσότεροι έμπειροι αξιωματικοί είχαν
εκτελεσθεί κατά τις εκκαθαρίσεις. Εκτός από αυτό το συγκεκριμένο σύμφωνο
περιελάμβανε και ένα Συμπληρωματικό Μυστικό Πρωτόκολλο, το οποίο προέβλεπε ότι
σε περίπτωση αλλαγής των συνόρων στην περιοχή τότε τα Βαλτικά κράτη, ένα
κομμάτι της Ρουμανίας και ένα μέρος την Πολωνίας θα ενταχθούν στην ΕΣΣΔ. Μια
βδομάδα αργότερα η Γερμανία επιτέθηκε στην Πολωνία. Τα σύνορα άλλαξαν. Η
Ανατολική Πολωνία μαζί με την πόλη Λβοβ, μετά την πτώση της Βαρσοβίας σε γερμανικά
χέρια, εντάχθηκε στην Ουκρανική ΣΣΔ. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα να σωθούν από τη
ναζιστική επίθεση και έτσι να ανακοπεί έστω και προσωρινά η επέλαση του Χίτλερ.
Η Βεσσαραβία έγινε η Σοβιετική Δημοκρατία της Μολδαβίας, με προσάρτηση από τη
Ρουμανία (η τελευταία ήταν σύμμαχος της Γερμανίας και εθελοντικά παρέδωσε τα
εδάφη αυτά). Επίσης οι Εσθονία, Λεττονία και Λιθουανία έγιναν και αυτές
Σοβιετικές Δημοκρατίες. Το ίδιο έτος η ΕΣΣΔ πολεμούσε με τη Φινλανδία
προσπαθώντας να προστατέψει γεωστρατηγικά το Λένινγκραντ.
Η Σοβιετική
Ένωση, εξασφαλίζοντας την εγγύηση του Ρίμπεντροπ για μη επίθεση, παρακολούθησε
την προσπάθεια εξάπλωσης του Ναζισμού (Β Παγκοσμίου Πολέμου) στην υπόλοιπη
Ευρώπη προετοιμαζόμενη για τη μεγάλη επίθεση των Ναζί που οι Σοβιετικοί
περίμεναν ότι θα γίνει.
Ο Μεγάλος Πατριωτικός Πόλεμος
1941-1945
Κατά το Β'
Παγκόσμιο Πόλεμο η Σοβιετική Ένωση δέχθηκε επίθεση από τη Ναζιστική Γερμανία.
Πάνω από 25.000.000 πολίτες και στρατιώτες πέθαναν, ενώ πολλοί ακόμη έμειναν
ανάπηροι. Όλες σχεδόν οι υποδομές στο τμήμα της χώρας που δέχτηκε επίθεση
καταστράφηκαν. Ο πόλεμος έληξε τελικά με σοβιετική νίκη το Μάιο του 1945.
Από το 1945 ως τη διάσπαση της
Ε.Σ.Σ.Δ. 1991
Κατά τη
μεταπολεμική περίοδο, σε πρώτη φάση, η Σοβιετική Ένωση επανοικοδόμησε αρχικά
και επέκτεινε έπειτα την οικονομία της, διατηρώντας αυστηρά συγκεντρωτικό
έλεγχο. Η Σοβιετική Ένωση βοήθησε τη μεταπολεμική ανοικοδόμηση στις χώρες της
Ανατολικής Ευρώπης μετατρέποντάς τες σε σοβιετικά δορυφορικά κράτη, ίδρυσε το
Σύμφωνο της Βαρσοβίας το 1955, αργότερα Comecon, παρείχε ενίσχυση στους τελικά
νικηφόρους κομμουνιστές στη Λαϊκή Δημοκρατία της Κίνας, και είδε την επιρροή
της ν’ αυξάνεται παγκοσμίως. Εν τω μεταξύ, η αυξανόμενη ένταση του Ψυχρού
Πολέμου μετέτρεψε τους συμμάχους της εν καιρώ πολέμου, το Ηνωμένο Βασίλειο και
τις Ηνωμένες Πολιτείες, σε εχθρούς.
Ο Στάλιν
πέθανε στις 5 Μαρτίου 1953. Εν τη απουσία ενός αποδεκτού διαδόχου, τα υψηλότερα
στελέχη του Κομμουνιστικού Κόμματος επέλεξαν να κυβερνήσουν τη Σοβιετική Ένωση
από κοινού. Ο Νικίτα Χρουστσόφ που είχε κερδίσει επιρροή μέχρι τα μέσα της
δεκαετίας του '50, κατήγγειλε τις σταλινικές μεθόδους (Αποσταλινοποίηση).
Συγχρόνως, η σοβιετική στρατιωτική δύναμη χρησιμοποιήθηκε για να καταστείλει
τις εθνικιστικές εξεγέρσεις στην Ουγγαρία και την Πολωνία το 1956. Κατά τη
διάρκεια αυτής της περιόδου, η Σοβιετική Ένωση συνέχισε να πραγματοποιεί μια
επιστημονική και τεχνολογική επανάσταση στέλνοντας σε τροχιά γύρω από τη γη τον
πρώτο τεχνητό δορυφόρο, Σπούτνικ 1, ένα σκυλί διαβίωσης, τη Λάικα, και
αργότερα, τον πρώτο άνθρωπο, Γιούρι Γκαγκάριν. Η Βαλεντίνα Τερέσκοβα ήταν η
πρώτη γυναίκα στο διάστημα με το Vostok 6 στις 16 Ιουνίου 1963, και ο Αλεξέι
Λεόνοφ έγινε ο πρώτος άνθρωπος που περπάτησε στο διάστημα στις 18 Μαρτίου 1965.
Εντούτοις, οι μεταρρυθμίσεις του Χρουστσόφ στη γεωργία και τη διοίκηση ήταν
γενικά μη παραγωγικές, και η εξωτερική πολιτική έναντι της Κίνας και των
Ηνωμένων Πολιτειών συνάντησε δυσκολίες, συμπεριλαμβανομένων εκείνων που
οδήγησαν στη σινο-σοβιετική διάσταση. Ο Χρουστσόφ απομακρύνθηκε από την ηγεσία
το 1964.
Μια ακόμη
περίοδος συλλογικής ηγεσίας ακολούθησε, έως ότου καθιερώθηκε ο Λεονίντ
Μπρέζνιεφ στις αρχές της δεκαετίας του 1970 ως διαπρεπέστερος διάδοχος του
Χρουστσόφ στη σοβιετική πολιτική ζωή. Ο Μπρέζνιεφ προήδρευσε σε μία περίοδο
ύφεσης του Ψυχρού Πολέμου με τη δύση, ενισχύοντας συγχρόνως τη σοβιετική
στρατιωτική δύναμη. Καθ' όλη τη διάρκεια της νέας περιόδου, η Σοβιετική Ένωση
διατήρησε την ισότητα με τις Ηνωμένες Πολιτείες στον τομέα της στρατιωτικής
τεχνολογίας, αλλά αυτό εξουθένωσε την σοβιετική οικονομία. Σε αντίθεση με το
επαναστατικό πνεύμα που συνόδευσε τη γέννηση της Σοβιετικής Ένωσης, η
επικρατούσα διάθεση της σοβιετικής ηγεσίας κατά τη διάρκεια της θητείας του
Μπρέζνιεφ ως το θάνατο του το 1982 ήταν αποστροφή στις μεγάλες αλλαγές. Μετά
από κάποιο πειραματισμό με τις οικονομικές μεταρρυθμίσεις στα μέσα της
δεκαετίας του '60, η σοβιετική ηγεσία επανήλθε στα καθιερωμένα μέτρα της
οικονομικής διαχείρισης. Η βιομηχανία παρουσίασε αργά αλλά σταθερά κέρδη κατά
τη διάρκεια της δεκαετίας του '70. Η γεωργική ανάπτυξη συνεχίστηκε, αλλά δεν
μπορούσε να συμβαδίσει με την αυξανόμενη κατανάλωση και η ΕΣΣΔ έπρεπε να
εισαγάγει τρόφιμα όπως το σιτάρι. Λόγω της χαμηλής επένδυσης στα καταναλωτικά
αγαθά, η ΕΣΣΔ ήταν κατά ένα μεγάλο μέρος ικανή μόνο να εξαγάγει τις πρώτες
ύλες, ειδικότερα πετρέλαιο, το οποίο την κατέστησε τρωτή στις σφαιρικές
μετατοπίσεις τιμών. Επιπλέον, η ανθρώπινη ευημερία στη Σοβιετική Ένωση έμεινε
πίσω από το δυτικό επίπεδο, μετά από αρχικά σημάδια σύγκλισης στις δεκαετίες
του '50 και του ’60.
Δύο εξελίξεις
κυριάρχησαν τη δεκαετία που ακολούθησε: το όλο και περισσότερο προφανές
θρυμμάτισμα των οικονομικών/πολιτικών δομών της Σοβιετικής Ένωσης, και οι
προσπάθειες να γίνουν μεταρρυθμίσεις, ώστε να αντιστραφεί αυτή η διαδικασία.
Μετά από τη γρήγορη διαδοχή του Γιούρι Αντρόπωφ και του Κονσταντίν Τσερνιένκο,
το 1985 αναλαμβάνει την ηγεσία ο Μιχαήλ Γκορμπατσώφ εξαγγέλλοντας σημαντικές
αλλαγές στην οικονομία και την ηγεσία (δες Περεστρόικα, Γκλάσνοστ). Η πολιτική
Γκλάσνοστ απελευθέρωσε τη δημόσια πρόσβαση στις πληροφορίες μετά από πολλές
δεκαετίες λογοκρισίας. Με τη Σοβιετική Ένωση σε κακή οικονομική κατάσταση και
τα δορυφορικά κράτη της στην Ανατολική Ευρώπη να εγκαταλείπουν τον κομμουνισμό,
ο Γκορμπατσώφ θέλησε να τελειώσει τον Ψυχρό Πόλεμο. Το 1988, η Σοβιετική Ένωση
εγκατέλειψε τον εννεαετή πόλεμό της με το Αφγανιστάν και άρχισε να αποσύρει τις
δυνάμεις από τη χώρα. Προς το τέλος της δεκαετίας του '80, ο Γκορμπατσώφ
αρνήθηκε να στείλει στρατιωτική υποστήριξη για να υπερασπίσει τα προηγούμενα
δορυφορικά κράτη της ΕΣΣΔ, με συνέπεια τα κομμουνιστικά καθεστώτα σε εκείνα τα
κράτη να χάσουν τη δύναμή τους. Με την πτώση του τείχους του Βερολίνου,
ακολούθησε η ενοποίηση μεταξύ της Ανατολικής και Δυτικής Γερμανίας. Το 1989, η
ρωσική συνομοσπονδία συγκάλεσε νέο συνέδριο λαϊκών αντιπροσώπων στο οποίο ο Μπορίς
Γιέλτσιν εκλέχτηκε πρόεδρος και πέρασε νόμους που προσπάθησαν να εκτοπίσουν τη
σοβιετική κυριαρχία. Η περίοδος νομικής αβεβαιότητας συνεχίστηκε καθ' όλη τη
διάρκεια του 1990-1, καθώς οι σοβιετικές δημοκρατίες έγιναν σταδιακά ντε φάκτο
ανεξάρτητες.
Ένα δημοψήφισμα
πραγματοποιήθηκε με αντικείμενο τη διατήρηση της ΕΣΣΔ στις 17 Μαρτίου 1991. Η
πλειοψηφία του πληθυσμού ψήφισε υπέρ της διατήρησης της ένωσης σε εννέα από τις
δεκαπέντε δημοκρατίες. Το δημοψήφισμα έδωσε στον Γκορμπατσώφ μια δεύτερη
ευκαιρία. Το καλοκαίρι του 1991, μια νέα συνθήκη σχεδιάστηκε και συμφωνήθηκε να
συσταθεί μια χαλαρή ομοσπονδία οκτώ δημοκρατιών. Η υπογραφή της συνθήκης,
εντούτοις, διακόπηκε από το πραξικόπημα του Αυγούστου - ήταν μια απόπειρα να
απομακρυνθεί ο Γκορμπατσώφ από εκείνα τα μέλη του Κομμουνιστικού Κόμματος, τα
οποία επιδίωκαν να καταργήσουν τις μεταρρυθμίσεις του και να επαναφέρουν τον
κεντρικό έλεγχο επί των δημοκρατιών. Το πραξικόπημα κατεστάλη, ο Γιέλτσιν
θεωρήθηκε ήρωας, ενώ η εξουσία του Γκορμπατσώφ κατέρρευσε ολοκληρωτικά. Τον
Αύγουστο του 1991, η Λετονία και η Εσθονία κήρυξαν άμεσα την αποκατάσταση της
πλήρους ανεξαρτησίας τους (ακολουθώντας το παράδειγμα της Λιθουανίας το 1990),
ενώ οι άλλες 12 δημοκρατίες συνέχισαν τη συζήτηση περί μιας όλο και πιο χαλαρής
ένωσης ομόσπονδων κρατών.
Στις 8
Δεκεμβρίου 1991, οι Πρόεδροι της Ρωσίας, της Ουκρανίας και της Λευκορωσίας
υπέγραψαν τις συμφωνίες Μπελοβέζα που κήρυξαν τη διάλυση της Σοβιετικής Ένωσης
και σύστησαν την Κοινοπολιτεία των Ανεξάρτητων Κρατών (ΚΑΚ). Ενώ κάποιες αμφιβολίες
παρέμειναν σχετικά με την αρχή των συμφωνιών Μπελοβέζα να διαλύσουν την Ένωση,
στις 21 Δεκεμβρίου 1991, οι αντιπρόσωποι όλων των σοβιετικών δημοκρατιών εκτός
από τη Γεωργία, συμπεριλαμβανομένων εκείνων των δημοκρατιών που είχαν υπογράψει
τις συμφωνίες Μπελοβέζα, υπέγραψαν το πρωτόκολλο της Αλμά-Ατά, το οποίο
επιβεβαίωσε τη διάλυση της ΕΣΣΔ και επαναδιατύπωσε τη σύσταση της ΚΑΚ. Η
σύνοδος κορυφής της Αλμά-Ατά συμφώνησε επίσης διάφορα άλλα πρακτικά μέτρα, που
ήταν απαραίτητο να ληφθούν, ως συνέπεια της διάλυσης της Ένωσης. Στις 25
Δεκεμβρίου 1991, ο Γκορμπατσώφ, το υψηλότερο κυβερνητικό στέλεχος της
Σοβιετικής Ένωσης, αναγνώρισε την πτώχευση και την κατάρρευση της Σοβιετικής
Ένωσης.
Κριτική
Παρά τις
αναμφισβήτητες κατακτήσεις των λαών της Σοβιετικής Ένωσης που συνοψίστηκαν στην
δωρεάν Υγεία-Παιδεία-Στέγαση και σε μια γενικότερη άνοδο του βιοτικού επιπεδου
(σε αντίθεση μάλιστα με την προεπαναστατική περίοδο στην οποία οι συνθήκες ζωής
για της εργατική τάξη και την αγροτιά ήταν άθλιες), πολλοί είναι οι μαρξιστές
θεωρητικοί αλλά και οι δυνάμεις του κομμουνιστικού κινήματος (έχουν αναφορά
στην ανάγκη της κομμουνιστικής επαναθεμελίωσης), που υποστηρίζουν πως τελικά
στην ΕΣΣΔ δεν οικοδομήθηκε σοσιαλισμός.[2] Αντιθέτως, ήδη από τα τέλη της
δεκαετίας του '20 και μέσα από καμπές και συγκρούσεις, κυρίαρχη τάξη στην ΕΣΣΔ
αναδεικνύεται η κομματική/κρατική γραφειοκρατία. Με αποτέλεσμα, να οικοδομείται
σταδιακά ένα ταξικό/εκμεταλλευτικό σύστημα στο όνομα της εργατικής τάξης, αλλά
με την εργατική τάξη καταπιεζόμενη και εκμεταλλευόμενη από την κομματική/κρατική
άρχουσα τάξη.
Πολλές είναι
οι αιτίες σύμφωνα με τις δυνάμεις που υποστηρίζουν τον ταξικό/εκμεταλλευτικό
χαρακτήρα του καθεστώτος της ΕΣΣΔ. Κύρια διακρίνονται σε αντικειμενικές και
υποκειμενικές.
Αντικειμενικές:
Η ιμπεριαλιστική περικύκλωση και η αποτυχία των άλλων επαναστάσεων στην Ευρώπη
(Γερμανία-1918, Ουγγαρία-1919) μαζί με τον εμφύλιο που ακολούθησε (1918-1921)
όχι μόνο δεν επέτρεψε το μαρασμό του κράτους (αναγκαία και απαράβατη διαδικασία
για να βαίνει μια χώρα στο σοσιαλισμό), αντιθέτως μάλιστα οδήγησε σε γιγάντωση
του κράτους και της καταστολής, βήματα που και ο ίδιος ο Λένιν αναγνώριζε ως
προσωρινές αναγκαστικές υποχωρήσεις. Η κατεστραμμένη οικονομία από την άλλη, και
η ανάγκη ανόρθωσής της οδήγησε σε ακόμα πιο μεγάλες υποχωρήσεις. Στη ΝΕΠ το
1921 και το κατοπτρικό είδωλό της στη βίαιη κολλεκτιβοποίηση του 1928. Τέλος, η
απουσία οποιασδήποτε σοβαρής αστικοδημοκρατικής παράδοσης (γενικές εκλογές,
πολυκομματισμός, διαδικασία του συνέρχεσθαι και του συναιτερίζεσθαι) συνετέλεσε
και αυτή στη διαμόρφωση του κατάλληλου κοινωνικοπολιτικού περιβάλλοντος
εμφάνισης και παγίωσης της κομματικής/κρατικής γραφειοκρατίας.
Υποκειμενικές:
Εδώ, οι κομμουνιστικές δυνάμεις που απορρίπτουν τον σοσιαλιστικό χαρακτήρα της
ΕΣΣΔ εντοπίζουν τις υποκειμενικές αιτίες εκφυλισμού και γραφειοκρατικοποίησης
στους εξής παράγοντες: α. Λαθεμένη αντίληψη των μπολσεβίκων για τη σχέση
κόμματος/κράτους. Η απόλυτη ταύτιση του εργατικού μισο-κράτους (κατά τον
Μαρξισμό) και του κόμματος σε κυβερνητικό επίπεδο, οδήγησε σε ολέθρια
αποτελέσματα. Η εξουσία των Σοβιέτ (εργατικών συμβουλίων) σταδιακά εξασθενεί
και από τις αρχές της δεκαετίας του '30 εξαφανίζεται, δίνοντας τη θέση της στην
πανίσχυση εξουσία του κόμματος/κράτους. Μέσα από το υπέρ-όργανο
"κόμμα/κράτος" θα παγιώσει την παντοδύναμη εξουσία της η νέα άρχουσα
τάξη της ΕΣΣΔ η κομματική/κρατική γραφειοκρατία. Η εργατική τάξη που στο όνομά
της κυβερνά η κομματική/κρατική γραφειοκρατία μετατρέπεται σταδιακά σε άβουλο
παρατηρητή στη λήψη των αποφάσεων με μόνο πολιτικό ρόλο την συμμετοχή στην
υλοποίηση των πλάνων. Ο κεντρικός σχεδιασμός, η συνολική πορεία της επαναστασης
και της χώρας ξεφεύγουν από τα χέρια της και περνούν στη δικαιοδοσία της
κομματικής/κρατικής γραφειοκρατίας.
Τέλος, έχουμε
και την μετάλλαξη του ίδιου του τρόπου λειτουργίας του κομμουνιστικού κόμματος.
Πριν από το 1921 οι διαφορετικές πλατφόρμες στα συνέδρια και η δημόσια διαφωνία
των τάσεων ήταν ένα αναφαίρετο δικαίωμα που το κατοχύρωνε μάλιστα και ο
δημοκρατικός συγκεντρωτισμός. Το '21 όμως στο 10ο Συνέδριο των μπολσεβίκων οι
τάσεις απαγορεύτηκαν και σταδιακά και οι πλατφόρμες. Η εξέλιξη αυτή
γραφειοκρατικοποίησε περαιτέρω το κομμουνιστικό κόμμα.
Όλη αυτή η
εξέλιξη του εκφυλισμού και της γραφειοκρατικοποίησης της ΕΣΣΔ περνά μέσα από
διαδοχικές φάσεις/καμπές και ολοκληρώνεται με την εκκωφαντική κατάρρευση του
1991, όπου η κομματική/κρατική άρχουσα τάξη αποφασίζει πλέον πως δεν της
χρειάζεται να κυβερνά "στο όνομα της εργατικής τάξης" και μετατρέπεται
σε κανονική αστική τάξη αποκαθιστώντας και την ατομική ιδιοκτησία στα μέσα
παραγωγής. Η δε εργατική τάξη παρακολούθησε απαθής την κατάρρευση της ΕΣΣΔ και
των υπόλοιπων λαϊκών δημοκρατιών και σε πολλές περιπτώσεις την επεδίωξε.
De Siris