Μανουήλ Α' ο Κομνηνός
Ο Βυζαντινός αυτοκράτορας Μανουήλ Α' ο Κομνηνός έμεινε στο θρόνο από το 1143 μέχρι το θάνατό του το 1180.
Ο Μανουήλ ήταν ο νεώτερος από τους τέσσερις γιούς του Ιωάννη Β' Κομνηνού. Έχοντας χάσει τους δύο μεγαλύτερους πρόωρα, ο Ιωάννης τον θεώρησε καταλληλότερο έναντι του πρεσβύτερου Ισαάκ. Με όμορφο παρουσιαστικό, βαθειά μόρφωση και μεγάλες στρατιωτικές και ηγετικές ικανότητες, ο Μανουήλ είχε όλα τα φόντα ενός άξιου διαδόχου.
Το 1144, ο Άραβας Ιμάντ ελ-Ντιν Ζένγκι κατέλαβε την Έδεσσα (σημερινή Ούρφα), και την έπνιξε στο αίμα. Ο Πάπας Ευγένιος Γ΄, κάλεσε το βασιλέα Λουδοβίκο Γ’ της Γαλλίας και τον Κονράδο Χοχενστάουφεν της Γερμανίας σε νέα Σταυροφορία.
Η είδηση της επικείμενης νέας Σταυροφορίας προκάλεσε μεγάλο πονοκέφαλο στο Μανουήλ, ο οποίος είχε πολύ καλά υπόψη του το τι είχε συμβεί κατά τη διάρκεια της βασιλείας του παππού του στην Α' Σταυροφορία. Όντως, τα Γαλλικά και Γερμανικά στρατεύματα της Β' Σταυροφορίας περνώντας από τα βυζαντινά εδάφη, επέφεραν το χάος. Ο Μανουήλ κατάφερε να τους διοδεύσει άμεσα προς τη Μικρά Ασία, παρακάμπτοντας τη Βασιλεύουσα, όπου σταδιακά συνετρίβησαν από τους Τούρκους και τους Άραβες, καθότι δε διέθεταν ούτε τα μέσα, ούτε την εκπαίδευση, αλλά ούτε και την κατάλληλη ηγεσία για να επιτύχουν στο φιλόδοξο εγχείρημά τους. Δεν κατόρθωσαν να απελευθερώσουν ούτε μια σπιθαμή γης. Η τραγική αποτυχία της Β’ Σταυροφορίας εμβάθυνε το σχίσμα και την αμοιβαία αντιπάθεια Βυζαντινών και Δυτικών, ενώ καταβαράθρωσε την εικόνα στρατιωτικής ισχύος που είχε η Δύση απέναντι στους βαρβαρικούς λαούς των Τούρκων και Αράβων.
Τον ίδιο καιρό, ο στόλος του βασιλιά Ρογήρου της Σικελίας εξεστράτευσε κατά Δυτικών επαρχιών του Βυζαντίου, προκαλώντας την οργή του Μανουήλ, που αναγκάστηκε να λάβει τα μέτρα του. Μετά τη Β’ Σταυροφορία ο Μανουήλ στράφηκε προς μια προσπάθεια επανάκτησης των Ιταλικών επαρχιών, που αποτελούσε προσωπικό του όραμα. Μετά από σύντομες αντιπαραθέσεις εναντίον Σέρβων και Ούγγρων εισβολέων, αποφάσισε να αντιμετωπίσει το βασιλιά Ρογήρο της Σικελίας. Ο Ρογήρος όμως πέθανε, και ο διάδοχος γιός του Γουλιέλμος δεν είχε τις ικανότητες του πατέρα του. Έτσι, Βυζαντινά στρατεύματα υπό τους στρατηγούς Ιωάννη Δούκα και Μιχαήλ Παλαιολόγο, με τη σύμφωνη γνώμη του Πάπα Αδριανού Δ΄, προσωρινά απελευθέρωσε όλη τη νότια Ιταλία.
Δυστυχώς όμως ο Γουλιέλμος επανήλθε με σειρά συμμαχιών, και η όλη προσπάθεια κατέληξε σε μια συμφωνία του 1158, με την οποία ουσιαστικά οι βυζαντινές βλέψεις προς την Ιταλία έλαβαν τέλος.
Ο Μανουήλ στράφηκε ξανά προς την Ανατολή. Ταξίδεψε στην Αντιόχεια, όπου επέβαλε τη βυζαντινή εξουσία. Συμμάχησε με το βασιλέα του Σταυροφορικού βασιλείου της Ιερουσαλήμ Βαλδουΐνο, παντρεύτηκε την πριγκίπισσα Μαρία της Αντιοχείας και συνήψε ειρήνη με τον Τούρκο Κιλίτζ-Αρσλάν και το Σαρακηνό Νουρ-Ελ-Ντιν. Ο γάμος του με την Μαρία, την ομορφότερη γυναίκα της εποχής, δημιούργησε τριβές με το νοτιο-γαλλικό οίκο Φρεντελον που όριζε τα κομιτάτα, δηλαδή τις κομητείες, της Τουλούζης (στη νότιο Γαλλία) και της Τριπόλεως (στους Αγίους Τόπους, ή Λεβάντε), και με τους περισσότερους από τους Χριστιανούς άρχοντες του Λεβάντε. Συγκεκριμένα, όταν ύστερα από το θάνατο της γερμανίδας Ειρήνης (ή Μπέρθας του Σουλτσμπαχ), εστάλησαν στους Αγίους Τόπους ο Ιωάννης Κοντοστέφανος, ο δραγομάνος Θεοφύλακτος και ο ακόλουθος της φρουράς των Βαράγγων, Βασίλης Καματερός, για να επιλέξουν κάποια από τις λεβαντίνες αριστοκράτισσες ως νέα σύζυγο για τον αυτοκράτορα, αυτοί προτίμησαν τη Μαρία που ήταν ομορφότερη, αν και από το ήδη υποτελές πριγκηπάτο της Αντιοχείας, παρά την κατά τι λιγότερο όμορφη, αλλά με πολύ πιο μεγάλη επιρροή, Μελισάνθη, κόρη του κόμητα της Τριπόλεως, Ραϊμόνδου Β΄, και ανηψιά της βασίλισσας της Ιερουσαλήμ, Μελισάνθης λε Μπουργκ.
Ο Μανουήλ, προσπάθησε να περιορίσει τη Βενετική ισχύ, καθώς και να επιλύσει τα προβλήματα από συνεχείς απειλές των Δυτικών επαρχιών, χωρίς όμως απόλυτη επιτυχία. Παράλληλα,ο Μανουήλ αναμείχθηκε ενεργά στις υποθέσεις του Ουγγρικού βασιλείου. Το 1167 ο Μπέλα, διεκδικητής του ουγγρικού θρόνου έγινε, με τη βοήθεια του Μανουήλ, βασιλιάς της Ουγγαρίας και συνήψε συνθήκη με τη Βυζαντινή αυτοκρατορία. Τον επόμενο χρόνο, πιθανόν εκπληρώνοντας μυστικό όρο της συμφωνίας ανάμεσα στα δύο μέρη, βυζαντινά στρατεύματα εισέβαλαν στις ουγγρικές επαρχίες της Δαλματίας και της Βοσνίας και τις κατέλαβαν. Δυστυχώς, η στροφή ενδιαφέροντος προς τη Δύση, έδωσε περιθώριο στον Κιλίτζ να κινηθεί ενάντιά του. Ο Μανουήλ συγκέντρωσε μεγάλες δυνάμεις και εξεστράτευσε εναντίον του. Όμως,ένα σοβαρό στρατιωτικό λάθος οδήγησε το 1176 το σύνολο του Βυζαντινού στρατού σε ενέδρα στην περιοχή του Μυριοκεφάλου της Μικράς Ασίας. Τα Βυζαντινά στρατεύματα κατεσφάγησαν, αν και ο Μανουήλ κατόρθωσε την ύστατη στιγμή να συνάψει ειρήνη. Η ήττα του Μυριοκεφάλου αποτέλεσε μεγάλο χτύπημα για τον ίδιο τον Μανουήλ, και συγχρόνως ήταν αποφασιστικής σημασίας για την τύχη της Μικράς Ασίας. Τα επόμενα χρόνια και παρ'όλη την αντίσταση που συνέχισαν να προβάλουν οι Βυζαντινοί , οι Τούρκοι σταθεροποιήθηκαν και συνέχισαν να προχωρούν δυτικά.
Το 1180, ο Μανουήλ αρρώστησε και λίγο αργότερα πέθανε, αφήνοντας τον ανήλικο γιό του Αλέξιο ως τυπικό διάδοχο.
Μοναδική φυσιογνωμία της Βυζαντινής ιστορίας, ο Μανουήλ συνέχισε την παράδοση του πατέρα και του παππού του με τις αδιαμφισβήτητες ικανότητές του στο στρατιωτικό, διπλωματικό και πολιτικό τομέα. Παρορμητικός και ασυγκράτητος, εκμεταλλευόταν κάθε ευκαιρία που του παρουσιαζόταν. Κατάφερε μεγάλες επιτυχίες, τελικά όμως πάντα ένα μικρό σφάλμα, μια ασημαντότητα, ήρθε να τις ανατρέψει. Η συμπάθεια που έτρεφε προς τη Δύση και τον πολιτισμό της, τον οδήγησε στο να διατηρεί πάντα το βλέμμα προς τις εκεί πρώην και νυν επαρχίες, με αποτέλεσμα να μην επικεντρώσει τις προσπάθειές του, όπως όφειλε, προς τον μέγα εξ’ Ανατολών κίνδυνο των Τούρκων. Τέλος, το ανήλικο του διαδόχου του έμελλε να οδηγήσει σε μεγάλες περιπέτειες το κράτος.
De Siris