Σάββατο 5 Φεβρουαρίου 2011

Ανδρέας Γ. Παπανδρέου


Ανδρέας Γ. Παπανδρέου

Ο Ανδρέας Γ. Παπανδρέου γεννήθηκε στις 5 Φεβρουαρίου 1919 και πέθανε στις 23 Ιουνίου 1996. Ήταν Έλληνας πολιτικός, πρόεδρος και ιδρυτής του ΠΑΚ και αργότερα του ΠΑ.ΣΟ.Κ., του οποίου η ιδρυτική διακήρυξη της 3ης Σεπτέμβρη συμπυκνώνεται στο τρίπτυχο «Εθνική Ανεξαρτησία - Λαϊκή Κυριαρχία - Κοινωνική Απελευθέρωση».

Διατέλεσε πρωθυπουργός τις περιόδους 1981-1989 και 1993-1996. Ήταν γιος του επίσης πρώην πρωθυπουργού Γεωργίου Παπανδρέου, ο οποίος ήταν γνωστός και ως «Γέρος της Δημοκρατίας». Μητέρα του ήταν η Σοφία Μινέικο κόρη του Πολωνού Ζίγκμουντ Μινέικο . O γιος του Γεώργιος Α. Παπανδρέου είναι από το 2004 έως σήμερα πρόεδρος του ΠΑ.ΣΟ.Κ. και πρωθυπουργός της Ελλάδας απο το 2009.

Η ακαδημαϊκή και πολιτική του δράση ως τη Μεταπολίτευση

Γεννήθηκε στην Χίο, όπου ο πατέρας του υπηρετούσε ως Νομάρχης, αλλά κρατούσε στενούς δεσμούς με την Αχαΐα και το Καλέντζι, το χωριό του πατέρα του, ο οποίος εκλεγόταν συνεχώς βουλευτής Αχαΐας. Άρχισε να σπουδάζει στη Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών, αλλά το 1941, μετά τη σύλληψή του από το καθεστώς Μεταξά, αναχώρησε για τις Η.Π.Α. όπου συνέχισε τις σπουδές του. Υπηρέτησε ως εθελοντής στο Ναυτικό των ΗΠΑ, σαν νοσοκόμος.

Το 1943 έλαβε το διδακτορικό του δίπλωμα από το Πανεπιστήμιο Χάρβαρντ, όπου και διορίστηκε ως αναπληρωτής καθηγητής (associate professor). Tο 1947 διορίστηκε επίκουρος και στη συνέχεια τακτικός καθηγητής του Πανεπιστημίου της Μινεσότα και του Πανεπιστημίου της Καλιφόρνια (Berkeley), όπου και διετέλεσε πρόεδρος του Τμήματος Οικονομικής Επιστήμης από το 1956 ως το 1959. Την ακαδημαϊκή του σταδιοδρομία συνέχισε στα χρόνια της δικτατορίας, οπότε εργάστηκε ως καθηγητής οικονομικών στο πανεπιστήμιο της Στοκχόλμης (1968-69) και του York (1969-74), όπου διετέλεσε και διευθυντής μεταπτυχιακών σπουδών.

Παντρεύτηκε διαδοχικά με τη Χριστίνα Ρασιά, μια ελληνοαμερικανίδα ψυχίατρο, την Μαργαρίτα Τσαντ (με την οποία απέκτησε 4 παιδιά, τον Γιώργο (πρωθυπουργός της Ελλάδος από το 2009 με το ΠΑΣΟΚ), τη Σοφία, τον Νίκο και τον Ανδρίκο) και τη Δήμητρα Λιάνη. Εκτός γάμου γεννήθηκε το 1969 η κόρη του Αιμιλία Νίμπλουμ.

Επέστρεψε οικογενειακώς στην Ελλάδα από τις ΗΠΑ στις 16 Ιανουαρίου του 1961, και έπειτα από πρόταση του τότε πρωθυπουργού Κωνσταντίνου Καραμανλή, ανέλαβε τη θέση του επικεφαλής του νεοσύστατου Κέντρου Οικονομικών Ερευνών όπου και εργασθηκε ως σύμβουλος στην Τράπεζα της Ελλάδος.

Εκλέχτηκε βουλευτής για πρώτη φορά το 1964, με την Ένωση Κέντρου. Μετείχε στην κυβέρνηση του πατέρα του Γεωργίου Παπανδρέου, αρχικά ως υπουργός Προεδρίας και λίγο αργότερα ως αναπληρωτής υπουργός Συντονισμού. Παραιτήθηκε λίγο αργότερα μετά από πολλές πιέσεις άλλων τάσεων μέσα στο κόμμα και συσπείρωσε γύρω του τη λεγόμενη κεντροαριστερή πτέρυγα της Ένωσης Κέντρου. Στις 25 Απριλίου του 1965 γίνεται ξανά αναπληρωτής υπουργός Συντονισμού ενώ ένα μήνα αργότερα κατηγορήθηκε ως εμπνευστής και αρχηγός στην υπόθεση «ΑΣΠΙΔΑ» και του συνωμοτικού Σχεδίου Ελικών.

Με το πραξικόπημα της 21ης Απριλίου του 1967, ο Ανδρέας Παπανδρέου συλλαμβάνεται και αφήνεται ελεύθερος μετά από πιέσεις των Ηνωμένων Πολιτειών το Δεκέμβριο του ίδιου χρόνου. Στις 16 Ιανουαρίου του 1968 φεύγει από την χώρα και ιδρύει το Πανελλήνιο Απελευθερωτικό Κίνημα (Π.Α.Κ.), επικεφαλής του οποίου έδρασε αντιδικτατορικά σε πολλές δυτικές χώρες, και στο οποίο συσπειρώνονται πολλά από τα σημερινά γνωστά στελέχη του ΠΑ.ΣΟ.Κ. Έδρα του Π.Α.Κ. ήταν αρχικά η πρωτεύουσα της Σουηδίας, Στοκχόλμη.

Η ίδρυση του Πανελλήνιου Σοσιαλιστικού Κινήματος

Ο Ανδρέας Παπανδρέου αντιμετώπισε αρχικά με πολλή δυσπιστία τη Μεταπολίτευση της 24ης Ιουλίου 1974 και έλαβε την απόφαση να επιστρέψει στην Ελλάδα μόλις στα μέσα Αυγούστου. Αμέσως όμως δραστηριοποιήθηκε με αποτέλεσμα μέσα σε λίγες μόνο εβδομάδες να παρουσιάσει τις θέσεις του για την ίδρυση ενός νέου κόμματος. Στις 3 Σεπτεμβρίου του 1974, σε μία από τις αίθουσες του ξενοδοχείου «Kίνγκ Πάλας», ο Ανδρέας Παπανδρέου ανακοίνωσε την ίδρυση του Πανελλήνιου Σοσιαλιστικού Κινήματος με την γνωστή «Διακήρυξη της 3ης του Σεπτέμβρη» όπως έχει επικρατήσει να λέγεται από τότε. Η επιμέλεια της διακήρυξης είχε ανατεθεί από τον ίδιο τον Παπανδρέου στα ηγετικά στελέχη του Π.Α.Κ. Ιωάννη Ζαφειρόπουλο, βουλευτή ν. Ηλείας, στον καθηγητή πανεπιστημίου Μανώλη Παπαθωμόπουλο και στον Δαμιανό Βασιλειάδη, ενώ ένα μεγάλο μέρος της διακήρυξης γράφτηκε από τον Κώστα Σημίτη. Παρόντες στην ανακοίνωση της διακήρυξης ήταν στελέχη του ΠΑΚ, αγωνιστές διωχθέντες από τη χούντα, νεολαίοι από την εξέγερση του Πολυτεχνείου και νεολαίοι της Γενιάς του 1-1-4. Στην διακήρυξη αναγράφονταν οι λόγοι ίδρυσης και οι βασικές θέσεις του κινήματος.

Από τη Μεταπολίτευση στην «Αλλαγή»

Οδηγεί το ΠΑΣΟΚ στις εκλογές της 17 Νοεμβρίου του 1974 όπου λαμβάνει 13,58% των ψήφων και εκλέγει 12 βουλευτές. Είναι η περίοδος που κυριαρχεί η αντι-αμερικανική και αντι-ΝΑΤΟϊκή χροιά στην πολιτική του. Παράλληλα καθίσταται ο αδιαμφισβήτητος αρχηγός του ΠΑΣΟΚ (κάτι στο οποίο συνέβαλαν και οι διαγραφές διαφωνούντων από το Κόμμα).

Στις 11 Δεκεμβρίου 1974 ο Kων. Kαραμανλής λέει στη Bουλή το περίφημο H Eλλάς ανήκει εις την Δύσιν. Ο Παπανδρέου του απαντά με το H Eλλάς ανήκει εις τους Έλληνας.

Στις εκλογές της 20 Δεκεμβρίου 1977 οδηγεί το ΠΑΣΟΚ στην αξιωματική αντιπολίτευση, λαμβάνοντας το 25,34% των ψήφων και εκλέγοντας 93 βουλευτές.

1981 η ώρα της «Αλλαγής»

Το 1981 ήταν η χρονιά που το ΠΑΣΟΚ κέρδισε τις εκλογές με ποσοστό 48% και ο Ανδρέας Παπανδρέου έγινε για πρώτη φορά πρωθυπουργός της χώρας. Η κυβερνητική αυτή μετάβαση χαρακτηρίστηκε τόσο πριν όσο και μετά τις εκλογές σαν «Αλλαγή», με την έννοια ότι μετά απο μια μακρά περίοδο διακυβέρνησης της χώρας από την δεξιά ήρθε στην εξουσία ένα κόμμα που βασιζόταν στις αρχές του σοσιαλισμού. Η προεκλογική εκστρατεία του Α. Παπανδρέου στηρίχτηκε σε συνθήματα όπως «Εδώ και τώρα αλλαγή» και «Η Ελλάδα στους Έλληνες», ενώ ο ίδιος καλλιέργησε το προφίλ του πολιτικού που βρισκόταν σε άμεση επαφή και επικοινωνία με τα λαϊκά στρώματα· συνήθως προσφωνούνταν, από φίλους και αντίπαλους, με το μικρό του όνομα, «Ανδρέας».

Εσωτερική πολιτική

Το σύνθημα της «αλλαγής» και το τρίπτυχο «Εθνική Ανεξαρτησία, Λαϊκή Κυριαρχία και Κοινωνική Απελευθέρωση» συσπείρωσε γύρω από τον Ανδρέα Παπανδρέου και το κίνημά του ένα ευρύτατο φάσμα πολιτικών και κοινωνικών δυνάμεων που δεν εμφορούνταν πάντοτε από κοινές πεποιθήσεις.

Κατά την περίοδο της διακυβέρνησης Παπανδρέου επιδιώχθηκε η εθνική συμφιλίωση, αναγνωρίστηκε από το κράτος η Εθνική Αντίσταση και τα δικαιώματα των αγωνιστών της στον αγώνα κατά των κατακτητών, ενώ πολτοποιήθηκαν οι φάκελοι φρονημάτων που διατηρούσε η Ασφάλεια για πολλούς από αυτούς. Σκοπός αυτής της απόφασης ήταν εν μέρει και ο επαναπατρισμός πολλών Ελλήνων πολιτικών προσφύγων από την Εποχή του Εμφυλίου. Κατά τη διάρκεια της θητείας του λειτούργησαν κατά τόπους παραρτήματα της Ένωσης Γυναικών Ελλάδας.

Στον τομέα της εκπαίδευσης η μεταρρύθμιση του ΠΑΣΟΚ εκφράστηκε με δυο βασικά νομοσχέδια, το Νόμο-Πλαίσιο για τη λειτουργία των ΑΕΙ (ν. 1268/1982) και το Ν. 1566/85 για τη Βασική και Μέση Εκπαίδευση. Ο πρώτος κατάργησε το θεσμό της έδρας στα Πανεπιστήμια εισάγοντας τις τέσσερις βαθμίδες μελών Διδακτικού και Ερευνητικού Προσωπικού, θεσμοθέτησε τα όργανα συνδιοίκησής τους από φοιτητές και καθηγητές ενώ μετονόμασε τα ΚΑΤΕΕ σε ΤΕΙ. Ο δεύτερος επιχείρησε έναν δομικό κυρίως μετασχηματισμό της εκπαίδευσης, επιδιώκοντας τη μεγαλύτερη συμμετοχή των γονέων και μαθητών στα σχολικά πράγματα, ενώ αντικατέστησε τον θεσμό του επιθεωρητή με αυτόν του Σχολικού Συμβούλου.
Επίσης ιδρύθηκε το Εθνικό Σύστημα Υγείας, καθιερώθηκαν οι αντικειμενικές αξίες των ακινήτων και, την 1η Ιανουαρίου 1987, ο Φόρος Προστιθέμενης Αξίας.

Οικονομία

Ο δημόσιος τομέας αναπτύχθηκε σε αντίθεση με τον ιδιωτικό τομέα. Η ανεργία (με αφετηρία την πρωτοεμφανιζόμενη ύφεση από την περίοδο διακυβέρνησης Ράλλη) υπερδιπλασιάστηκε φτάνοντας το 6,6%. Ο μέσος πληθωρισμός την δεκαετία του 1970 ήταν 12%, ενώ τη δεκαετία του 1980 ανήλθε στο 20%, διαχωρίζοντας όμως σε πολιτικές περιόδους έχουμε μέσο όρο 1974-81 (ΝΔ) 17,5%, 1982-89 (ΠΑΣΟΚ) 19,5% ).

Πρέπει επίσης να σημειωθεί ότι, κοιτώντας τα στοιχεία κατά μήνα, βλέπουμε ότι η κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ παρέλαβε τον Οκτώβριο του 1981 πληθωρισμό της τάξης του 24,2% και παρέδωσε τον Ιούνιο του 1989 πληθωρισμό στο 13,1%, ο οποίος όμως το 1990 εκτινάχθηκε στο 20,4% (Μ.Ο. έτους), λόγω της πολιτικής αστάθειας και ακυβερνησίας της χώρας, την καταστροφική περίοδο 1989 - 1990. Το 1991 ήταν στο 19,5% (Μ.Ο. έτους). Κοιτώντας τους μέσους όρους κάθε έτους βλέπουμε ότι ο πληθωρισμός έπεφτε σταθερά κάθε χρονιά, πλην του 1985 και του 1986 (αλλά το 1987 έπεσε ξανά, και μάλιστα στα χαμηλότερα επίπεδα από το 1978).

Επίσης, έγιναν δύο διαδοχικές υποτιμήσεις της δραχμής, το 1983 και το 1985.
Σύμφωνα με πηγές του Γ.Αλογοσκούφη οι δημόσιες δαπάνες ως ποσοστό του Α.Ε.Π. ήταν 30% το 1980 και 50% το 1990. Επίσης, το χρέος της χώρας ανέβηκε από 40% του Α.Ε.Π. το 1980, σε 80% του ΑΕΠ το 1990 (βλέπε σχετικά European Economy N. 64). Ο ίδιος έχει χαρακτηρίσει την δεκαετία του 1980 «χαμένη δεκαετία» (οικονομικά).

Είναι αλήθεια βέβαια ότι η κυβέρνηση Ανδρέα Παπανδρέου παρέλαβε την ελληνική οικονομία (τέλη 1981) στο τέλμα μιας οικονομικής ύφεσης (μεταβολή ΑΕΠ, σε σταθερές τιμές, 1980: 0,68%, 1981: -1,55%) λόγω της δεύτερης πετρελαικής κρίσης (του 1979), η οποία σε συνδυασμό με τις αυξημένες δημόσιες κοινωνικές δαπάνες επέτεινε το φαινόμενο του στασιμοπληθωρισμού. Ωστόσο, στα 8 χρόνια της πρώτης διακυβέρνησης του Ανδρέα Παπανδρέου η κατάσταση δεν παρουσίασε βελτίωση.

Για παράδειγμα, κάνοντας σύγκριση με τις άλλες δύο μεσογειακές χώρες που εντάχθηκαν τελευταίες στη ΕΟΚ, το 1981 η Ελλάδα και η Ισπανία είχαν κατά κεφαλήν Α.Ε.Π. στο 70% του ευρωπαϊκού μέσου όρου και η Πορτογαλία κάτω από το 60%. Το 1990 η Ελλάδα είχε πέσει στο 60%, η Πορτογαλία είχε ανεβεί στο 61% και η Ισπανία είχε ανέβει σχεδόν στο 80%.

Σύμφωνα με τα Διεθνή Μακροοικονομικά Στοιχεία, την περίοδο 1981 - 1989 το βιοτικό επίπεδο της Ελλάδας όπως αυτό εκφράζεται από τους δείκτες του Ακαθάριστου Εγχώριου Προϊόντος βελτιώθηκε ελάχιστα. Το κατά κεφαλήν πραγματικό εισόδημα εκφρασμένο σε δολάρια ΗΠΑ αυξήθηκε από 13.443$ το 1981 σε 14.148$ το 1989 δηλαδή σωρευτική αύξηση μόλις 5,2%.

Επίσης, το κατά κεφαλήν πραγματικό εισόδημα απέκλινε σε σχέση με αυτό των άλλων χωρών της Ευρωπαϊκής Ένωσής των 15. Πιο συγκεκριμένα, το κατά κεφαλήν Α.Ε.Π. της Ελλάδας από το 63,8% του κοινοτικού μέσου όρου το 1981, υποχώρησε στο 55,6% το 1989.

Την ίδια περίοδο η Ελληνική Οικονομία βρισκόταν σε ύφεση (ορισμένη ως ετήσια πτώση του πραγματικού Α.Ε.Π.) για τα 4 από τα 8 χρόνια της πρώτης διακυβέρνησης του Ανδρέα Παπανδρέου.

Αντιθέτως, κατά την διάρκεια της δεύτερης περιόδου διακυβέρνησης του ΠΑΣΟΚ με πρωθυπουργό τον Ανδρέα Παπανδρέου (1993 - 1996) οι ρυθμοί αύξησης του πραγματικού Α.Ε.Π. βελτιώθηκαν σε σχέση με την περίοδο 1981 - 1989. Οι επεκτατικές δημοσιονομικές πολιτικές της προηγούμενης περιόδου εγκαταλείφθηκαν με αποτέλεσμα ο πληθωρισμός να υποχωρήσει από το 14,4% το 1993 στο 8,2% το 1996. Ορισμένες σημαντικές παρεμβάσεις στον χώρο της οικονομίας, κατά την διάρκεια της τρίτης θητείας του Ανδρέα Παπανδρέου, περιλαμβάνουν την λήψη της απόφασης για την μετοχοποίηση του 7,6% του ΟΤΕ καθώς και την ίδρυση του Ανώτατου Συμβουλίου Επιλογής Προσωπικού (ΑΣΕΠ).

Ευρωπαϊκή πολιτική

Ο Ανδρέας Παπανδρέου σαν προεκλογικά συνθήματα χρησιμοποίησε το 1981 τα «έξω από το ΝΑΤΟ», «έξω από την Ε.Ο.Κ.» . Ένα ακόμα σύνθημα εναντίον της Ε.Ο.Κ. που είχε χρησιμοποιήσει το ΠΑ.ΣΟ.Κ. ήταν «Ε.Ο.Κ., ο λάκος των λεόντων».

Η πρώτη επίσημη «συνολική τοποθέτηση» της κυβέρνησης Παπανδρέου πάνω στη διαπραγμάτευση της Εντολής (και την Κοινότητα στο σύνολό της) έγινε μια εβδομάδα μετά τις εκλογές, στις 26 Οκτωβρίου 1981, στο Συμβούλιο Γενικών Υποθέσεων, από τον τότε Υφυπουργό Εξωτερικών Ασημάκη Φωτήλα. Το κείμενο που κατατέθηκε έθεσε τα προβλήματα που αντιμετώπιζε η Ελληνική οικονομία, και προχωρούσε σε προτάσεις πολιτικής της Κοινότητας, «προκειμένου να γεφυρωθούν οι διαπεριφερειακές ανισότητες και να ενισχυθούν οι χώρες του Νότου της Ευρώπης».

Ο Ανδρέας Παπανδρέου λίγους μήνες μετά την ανάληψη της διακυβέρνησης της χώρας κατέθεσε μνημόνιο στην Ε.Ο.Κ. με το οποίο ουσιαστικά ζήτησε την επαναδιαπραγμάτευση των όρων ένταξης της χώρας μας στην Ευρωπαϊκή Κοινότητα. Η πρότασή του απορρίφθηκε κατά το σκέλος των ειδικών προνομίων ενώ έγινε δεκτό το σκέλος της οικονομικής ενίσχυσης που οδήγησε στα Μ.Ο.Π. Η Ελλάδα εντάχθηκε στην Ε.Ο.Κ. με τους ίδιους όρους με τα άλλα μέλη.

Κατά την περίοδο διακυβέρνησής του η Ελλάδα τελικά δεν αποχώρησε από την Ε.Ο.Κ. και από το ΝΑΤΟ και η σύμβαση με την αμερικανική κυβέρνηση για τις αμερικανικές βάσεις ανανεώθηκε χωρίς ουσιαστικές τροποποιήσεις.

Τον Μάρτιο του 1985, με πρότασή του, το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο καθιέρωσε τα Μεσογειακά Ολοκληρωμένα Προγράμματα (Μ.Ο.Π.), η εφαρμογή του οποίου στόχευε στη βελτίωση των κοινωνικοοικονομικών διαρθρώσεων στις λιγότερο ανεπτυγμένες περιοχές της Κοινότητας. Τα έξι από τα επτά Προγράμματα των MOΠ αντιστοιχούσαν στα έξι Διαμερίσματα που ήταν τότε χωρισμένη η Ελλάδα (Βόρεια Ελλάδα, Δυτική Ελλάδα, Κεντρική Ελλάδα, Νήσοι Αιγαίου, Κρήτη και Αττική), ενώ το τελευταίο ήταν θεματικό (MOΠ Πληροφορικής). Η εφαρμογή των Μ.Ο.Π. στην Ελλάδα έγινε αρχικά την περίοδο 1983-1989 ενώ επεκτάθηκαν χρονικά μέχρι το 1993. Σύμφωνα με μελέτη της Τράπεζας της Ελλάδας  "η εφαρµογή των ΜΟΠ στην Ελλάδα δεν ήταν ικανοποιητική λόγω ανεπαρκούς προετοιµασίας και έλλειψης εµπειρίας. Αυτό προκύπτει από το γεγονός ότι τα κονδύλια των ΜΟΠ µεταφέρθηκαν χρονικά και ενσωµατώθηκαν στο ΚΠΣ 1989-93.". Ταυτόχρονα όμως, σύμφωνα με το Υπουργείο Εξωτερικών "Η σημασία των ΜΟΠ όμως ήταν πολύ μεγαλύτερη των πρόσθετων πόρων που εγκρίθηκαν τότε για την Ελλάδα γιατί εγκαινίασαν την προσπάθεια για την ανάπτυξη διαρθρωτικής πολιτικής από πλευράς Ε.Ε., η οποία αποκρυσταλλώθηκε το 1988 στη νέα διαρθρωτική πολιτική, το πρώτο «πακέτο Delors»."

Διεθνής παρουσία - Πολιτικές πρωτοβουλίες

Η εξωτερική του πολιτική χαρακτηρίστηκε από την υποστήριξη στο λεγόμενο αδέσμευτο κόσμο, στον οποίο θεωρούσε ότι ανήκει η Ελλάδα, και από ρητορική ενάντια στον Αμερικανικό ιμπεριαλισμό.

Τον Φεβρουάριο του 1977, οκτώ μήνες μετά την αεροπειρατεία σε κάποιο αεροπλάνο της Air-France με Ισραηλινούς επιβάτες που τελικά μεταφέρθηκαν από το Τελ Αβίβ στο Εντέμπε της Ουγκάντα, ο Παπανδρέου επαίνεσε τον δικτάτορα της Ουγκάντα Ιντί Αμίν: «Μάχεται εναντίων των μητροπολιτικών κέντρων της Δύσης και ο ίδιος αποτελεί στόχο τους. Αυτό από μόνο του τον τοποθετεί, στην παγκόσμια σκακιέρα, στον χώρο των αντι-ιμπεριαλιστικών δυνάμεων». Αργότερα το 1977, ο Παπανδρέου ταξίδεψε στην Λιβύη του Μουαμάρ Καντάφι, για το καθεστώς του οποίου δήλωσε ότι «δεν ήταν στρατιωτική δικτατορία. Το αντίθετο μάλιστα. Πρόκειται για μια διακυβέρνηση στα πρότυπα του δήμου των αρχαίων Αθηναίων».

Άριστες σχέσεις όμως είχε και γενικά με τον αραβικό κόσμο, ήταν υπέρ ενός ανεξάρτητου παλαιστινιακού κράτους και διατηρούσε στενή φιλία με τον ηγέτη των παλαιστινίων Γιασέρ Αραφάτ και τον ηγέτη της Λιβύης Μουαμάρ Καντάφι. Για αυτές τις ιδιαίτερα φιλικές του σχέσεις ο Ανδρέας Παπανδρέου είχε κατηγορηθεί από Δυτικούς κύκλους για υπόθαλψη της διεθνούς τρομοκρατίας, ειδικά αφότου αποδείχτηκε ότι η Λιβύη του Καντάφι είχε στηρίξει το τρομοκρατικό χτύπημα στο Λόκερμπι, το μεγαλύτερο ως την 11-9-2001.

Τον Φεβρουάριο του 1982 ο Ανδρέας Παπανδρέου πραγματοποιεί επίσημη επίσκεψη στην Κύπρο θέλοντας να δείξει στους Κυπρίους αλλά και διεθνώς, την αποφασιστικότητα της κυβέρνησής του να συμπαραταχθεί με τον Ελληνισμό της Κύπρου. Ήταν η πρώτη επίσκεψη Έλληνα πρωθυπουργού που πραγματοποιήθηκε στην Κύπρο μετά την εισβολή και η οποία πραγματοποιήθηκε παρά τις αντιδράσεις της Τουρκίας, των Ηνωμένων Πολιτειών και άλλων χωρών. Λίγο αργότερα, τον Σεπτέμβριο του 1982, μετά την εισβολή των Ισραηλινών στον Λίβανο, ο Παλαιστίνιος ηγέτης Γιασέρ Αραφάτ επισκέφθηκε την Αθήνα, ευχαριστώντας την Ελλάδα για την στάση της έναντι των Ισραηλινών. Η κυβέρνηση Παπανδρέου συνέβαλε αποτελεσματικά στην επιχείρηση μεταφοράς των μαχητών της PLO από τον Λίβανο προς την Τυνησία και άλλες αραβικές χώρες με οχηματαγωγά που μίσθωσαν Έλληνες εφοπλιστές με την βοήθεια του Ο.Η.Ε. και της Γαλλικής κυβέρνησης.

Από τις γνωστότερές του πρωτοβουλίες ήταν, το 1985, η επιτυχημένη διαιτησία της Ελλάδας στην διένεξη Γαλλίας και Λιβύης, οι οποίες υποστήριζαν αντιμαχόμενες δυνάμεις στο Τσαντ, και στην οποία βρέθηκε συμβιβαστική λύση μετά από συνάντηση στην Κρήτη των Παπανδρέου, Μιτεράν και Καντάφι γνωστή ως «Συμφωνία της Ελούντας».

Ο Ανδρέας Παπανδρέου ήταν ένας εκ των έξι ηγετών των Τεσσάρων Ηπείρων (Ευρώπη, Αφρική, Ασία, Αμερική) οι οποίοι πήραν την πρωτοβουλία κίνησης υπέρ της παγκόσμιας ειρήνης και αφοπλισμού των υπερδυνάμεων. Μαζί με τον Ανδρέα Παπανδρέου στην κίνηση των 6 συμμετείχαν ο Σουηδός Πρόεδρος Ούλωφ Πάλμε, η Ινδή Πρωθυπουργός Ίντιρα Γκάντι, ο Πρόεδρος της Αργεντινής Ραούλ Αλφονσίν, ο Πρόεδρος του Μεξικού Μιγκέλ Ντελαμαντρίτ και ο Πρόεδρος της Τανζανίας Τζούλιους Νιερέρε. Ο Ανδρέας Παπανδρέου είχε άριστες σχέσεις με πολλούς Ευρωπαίους ηγέτες. Ο Φρανσουά Μιτεράν, ο Ούλωφ Πάλμε και ο Σλόμπονταν Μιλόσεβιτς ήταν μερικοί από αυτούς.

Από μερίδα του διεθνούς και, κυρίως, του δυτικού τύπου της εποχής, ο Ανδρέας Παπανδρέου χαρακτηρίστηκε ως λαϊκιστής. Ο Νικόλας Δεμερτζής χαρακτήρισε την δεκαετία του ‘80 ως «δεκαετία του λαϊκισμού».

Το σκάνδαλο Κοσκωτά και η πτώση της κυβέρνησης

Το 1988, ξεσπά το οικονομικό σκάνδαλο Κοσκωτά στο οποίο κατηγορήθηκαν ότι ενεπλάκησαν στελέχη της τότε κυβέρνησης, αλλά και ο ίδιος ο Ανδρέας Παπανδρέου. Ο Παπανδρέου χαρακτήρισε τις κατηγορίες εναντίων του ως μια συνωμοσία των «σκοτεινών αντιδραστικών δυνάμεων» και των «ξένων κύκλων» για να «αποσταθεροποιήσουν» την Ελλάδα. Ακολουθεί περίοδος μεγάλης πολιτικής έντασης. Την ίδια χρονιά ο Ανδρέας Παπανδρέου οδηγείται εσπευσμένα στο Νοσοκομείο Χέρφιλντ του Λονδίνου και υποβάλλεται σε σοβαρή εγχείρηση καρδιάς από τον διάσημο Αιγύπτιο καρδιοχειρουργό Μαχντί Γιακούμπ. Τα γεγονότα αυτά οδηγούν στην πτώση της κυβέρνησης του ΠΑ.ΣΟ.Κ. κατά τις εκλογές της 18ης Ιουνίου του 1989.

Την περίοδο της συγκυβέρνησης Τζανή Τζαννετάκη οι βουλευτές της Ν.Δ. και του Συνασπισμού παραπέμπουν τον Ανδρέα Παπανδρέου στο Ειδικό Δικαστήριο, το οποίο τον αθωώνει για τις κατηγορίες περί εμπλοκής του στο σκάνδαλο Κοσκωτά, αλλά και για υποκλοπές τηλεφωνικών συνδιαλέξεων από την Ε.Υ.Π. (Κ.Υ.Π.).

Η δίκη για το σκάνδαλο Κοσκωτά άρχισε στις 16 Μαρτίου 1991, στην οποία δεν παρέστη ο ίδιος, καταγγέλλοντάς την ως μεθόδευση των πολιτικών του αντιπάλων και σκευωρία εις βάρος του και εις βάρος του ΠΑ.ΣΟ.Κ. Στη δίκη αυτή καταδικάστηκαν ο Δημήτρης Τσοβόλας και ο Γιώργος Πέτσος, ενώ ο συγκατηγορούμενός τους Μένιος Κουτσόγιωργας απεβίωσε κατά τη διάρκεια της δίκης.

Ο Ανδρέας Παπανδρέου ανέλαβε το μερίδιο της πολιτικής του ευθύνης όχι μόνο διότι στην περίοδο που δραστηριοποιήθηκε ο Γ. Κοσκωτάς ήταν πρωθυπουργός, αλλά και διότι η κυβέρνησή του δεν κατόρθωσε να εμποδίσει την οικονομική αναρρίχηση ενός ανθρώπου χωρίς επιφάνεια, που αποδείχθηκε εκ των υστέρων απατεώνας. Αρνήθηκε, όμως, την οποιαδήποτε σχέση με την ποινική πλευρά της υπόθεσης.

Χρόνια αργότερα στην τηλεοπτική εκπομπή «Ανατροπή» του δημοσιογράφου Γιάννη Πρετεντέρη στον τηλεοπτικό σταθμό Mega Channel ο τότε πρωθυπουργός Κωνσταντίνος Μητσοτάκης δήλωσε ότι μετάνιωσε για την παραπομπή του Ανδρέα Παπανδρέου στο Ειδικό Δικαστήριο, αλλά τόνισε ότι προχώρησε σ' αυτή την πράξη, καθώς ήθελε να τηρήσει την προεκλογική του υπόσχεση.

Η επιστροφή στην εξουσία και το τέλος

Στις πρόωρες εκλογές της 10ης Οκτωβρίου του 1993, ο Ανδρέας Παπανδρέου, απαλλαγμένος πλέον από τις κατηγορίες, επιστρέφει στην εξουσία με άνετη πλειοψηφία της τάξης του 47%. Με πλήθος οικονομικών κινήσεων βελτιώνεται η οικονομία μπαίνοντας έτσι ουσιαστικά σε πορεία προς την ΟΝΕ.
Όμως, η περιπέτεια του σκανδάλου Κοσκωτά και η πολιτική ένταση των περασμένων χρόνων έχουν επιβαρύνει πλέον σοβαρά την υγεία του και τον Νοέμβριο του 1995 εισάγεται εσπευσμένα στο Ωνάσειο Καρδιοχειρουργικό Κέντρο με σοβαρά προβλήματα υγείας. Οι πιέσεις που του ασκούνται τον αναγκάζουν να υπογράψει τον Ιανουάριο του 1996 την παραίτησή του, δηλώνοντας ότι τα προβλήματα της χώρας δεν μπορούν να περιμένουν. Αποσύρεται από την πολιτική στις αρχές του 1996.

Στις 23 Ιουνίου 1996 ο Ανδρέας Παπανδρέου πεθαίνει μετά από οξύ ισχαιμικό επεισόδιο στο σπίτι του στην Εκάλη. Κηδεύεται στις 26 Ιουνίου 1996 με τιμές αρχηγού κράτους και μέσα σε πλήθος κόσμου.

Συγγραφικό έργο

Ο Ανδρέας Παπανδρέου έχει γράψει (και συνεισφέρει σε) πλήθος έργων, μεταξύ αυτών:
Δημοκρατία και Εθνική Αναγέννηση (Φέξης, 1966)
Η Δημοκρατία στο Απόσπασμα (Καρανάσης, 1974)
Πατερναλιστικός Καπιταλισμός (Καρανάσης, 1974)
Η Ελλάδα στους Ελληνες (Καρανάσης, 1976)

De Siris