Μανουήλ Β' Παλαιολόγος
Ο Βυζαντινός Αυτοκράτορας Μανουήλ Β' Παλαιολόγος βασίλεψε από το 1391 μέχρι το θάνατό του στις 21 Ιουλίου 1425. Γεννήθηκε στις 27 Ιουνίου 1350. Λίγες μέρες πριν πεθάνει έγινε μοναχός και μετονομάστηκε Ματθαίος.
Μετά το θάνατο του πατέρα του Ιωάννη Ε' Παλαιολόγου και δεδομένου του πραξικοπήματος του ανηψιού του, γιου του Ανδρόνικου Δ' (και νομίμου διαδόχου με βάση τη συμφωνία του 1379) Ιωάννη Ζ', ο Μανουήλ ανέλαβε την εξουσία.
Στα πρώτα χρόνια της βασιλείας του, διατήρησε το καθεστώς της υποτέλειας που είχε εγκαινιάσει ο πατέρας του. Έτσι, κλήθηκε να υπηρετήσει στο πλευρό του Βαγιαζήτ σε στρατιωτικές επιχειρήσεις των Τούρκων. Αργότερα όμως, μετά από κάποιες εκρήξεις αστάθειας του Σουλτάνου, αποφάσισε να διακόψει κάθε υπηρεσία στους Τούρκους. Έξαλλος ο Βαγιαζήτ απάντησε με άμεση πολιορκία της Πόλης το 1394, η οποία έμελλε να κρατήσει με κυμαινόμενη ένταση, για πολλά χρόνια.
Την ίδια περίπου εποχή, η Δύση κινητοποίησε στρατεύματα που έφταναν τις 100.000 κατά των Τούρκων. Η ήττα των νέων Σταυροφόρων στη Νικόπολη το 1396, σήμανε και το τέλος των ουσιωδών προσπαθειών της Δύσης. Ο Μανουήλ πάντως, συνέχισε τις διπλωματικές του προσπάθειες, ερχόμενος σε επαφή με το Λουδοβίκο της Γαλλίας, ο οποίος τον προσκάλεσε για επίσημη επίσκεψη. Γρήγορα φρόντισε να συμφιλιωθεί με τον παλαιό του αντίπαλο Ιωάννη Ζ', τον οποίο άφησε στη θέση του στη Βασιλεύουσα, και αφού μετέφερε την οικογένειά του στον ασφαλή περίγυρο του Μυστρά, ξεκίνησε για το Παρίσι το 1399.
Οι τελετές για την υποδοχή του Μανουήλ, ήταν σε πλήρη αντίθεση με τις αντίστοιχες που είχαν γίνει κατά την περιοδεία του πατέρα του το 1370. Ο Ιωάννης Ε' είχε πάει σα ζητιάνος, ενώ ο Μανουήλ ως περήφανος άρχοντας. Tο πέρασμα του Μανουήλ από τις διάφορες ευρωπαϊκές πόλεις, έχει καταγραφεί από τους Δυτικούς χρονογράφους της εποχής, τους οποίους εντυπωσίασε η ευγενής μορφή, η βαθιά λόγια μόρφωση και οι αυτοκρατορικοί τρόποι του Μανουήλ, ο οποίος «αλλάζοντας άλογα, δεν καταδεχόταν να πατήσει στο χώμα».
Ήταν στα μάτια τους ο Αυτοκράτορας της Ανατολής, ο οποίος αγωνιζόταν «ως στρατιώτης του Χριστού στις επάλξεις των μαχών κατά των απίστων βαρβάρων» (J.J.Norwich). Οι διπλωματικές προσπάθειες του Μανουήλ βρήκαν ανταπόκριση σε λόγια και κάποιες οικονομικές ενισχύσεις, από τη Βενετία, Γαλλία, Αγγλία, Αραγονία και Πορτογαλία. Οι άρχοντες της Δύσης δεν κατόρθωσαν να συμφωνήσουν στην ανάληψη μεγάλης κλίμακας στρατιωτικής πρωτοβουλίας, ίσως και Σταυροφορίας, που ήταν ο μόνος τρόπος να διασωθεί το Βυζάντιο από τους Τούρκους. Η περιοδεία είχε ήδη συμπληρώσει δύο χρόνια, όταν έφτασαν τα νέα της καταστροφής του Βαγιαζήτ από τον Ταμερλάνο και το μαρτυρικό θάνατο του Σουλτάνου το 1401. Μετά από αυτό, ο Μανουήλ επέστρεψε στη Βασιλεύουσα.
Αμέσως, άρχισαν οι έριδες διαδοχής μεταξύ των τεσσάρων γιων του Βαγιαζήτ, που επέτρεψαν στο Βυζάντιο να σταθεί κάπως στα πόδια του. Ο Μανουήλ ακολούθησε στο σημείο αυτό ήπια πολιτική, παρακολουθώντας από μακριά τις εσωτερικές διαμάχες των Τούρκων, προκειμένου να ανασυνταχθεί, με μακροπρόθεσμο στόχο την οργάνωση μεγάλης ευρωπαϊκής εκστρατείας οριστικής εξάλειψης του Τουρκικού κινδύνου. Δεν ήταν δυνατόν όμως να μείνει εντελώς εκτός των εξελίξεων, και έτσι όταν δεν μπορούσε να κάνει αλλιώς, πρόσφερε υποστήριξη στο Μωάμεθ Α΄, ο οποίος ήταν ο πλέον συνεννοήσιμος από τους επίδοξους διαδόχους. Τα επόμενα χρόνια, ο Μανουήλ εξεστράτευσε στην Ελληνική χερσόνησο για να ενισχύσει τις εκεί κτήσεις της Θεσσαλονίκης και του Μυστρά. Δυστυχώς όμως, την ίδια περίοδο η Δύση βυθίστηκε στις δικές της διαμάχες, με βασικότερη αυτή του παπικού προβλήματος και των αντιπάλων παπών. Δεν ήταν δυνατό να αναμένει κανείς οποιαδήποτε βοήθεια υπό αυτές τις συνθήκες.
Ο γιος του Αυτοκράτορα Ιωάννης Η', συμμετείχε ενεργά και σε ολοένα μεγαλύτερο βαθμό στις υποθέσεις του κράτους, ιδιαίτερα προς το τέλος της ζωής του Μανουήλ, όταν η κατάσταση της υγείας του είχε επιδεινωθεί. Η γνώμη του Ιωάννη ήταν να ακολουθηθεί πιο επιθετική πολιτική εναντίον των Τούρκων. Δυστυχώς, η εσφαλμένη τακτική που εφάρμοσε στο θέμα των διαδόχων του Σουλτανάτου, παρά τις προειδοποιήσεις του πατέρα του, οδήγησε στη νέα πολιορκία της Πόλης από τον Μουράτ Β΄, γιο του Μωάμεθ Α΄, το 1422. Ανυπόμονος καθώς ήταν, ο Μουράτ παραιτήθηκε γρήγορα από την προσπάθειά του, τόσο γιατί βρήκε τα τείχη της Πόλης πολύ ισχυρά για το στρατό του, όσο και γιατί επενέβη ο έμπειρος Μανουήλ και η παραδοσιακή Βυζαντινή διπλωματία.
Ένα εγκεφαλικό επεισόδιο το 1423 σήμανε το ουσιαστικό τέλος της ενεργούς διακυβέρνησης από το Μανουήλ. Πέθανε το 1425, αφού πρώτα εκάρη μοναχός, κατά την υστεροβυζαντινή αυτοκρατορική παράδοση, με το όνομα Ματθαίος. Η μορφή του ξεχωρίζει στο στερέωμα των Βυζαντινών Αυτοκρατόρων τόσο για τις ικανότητές του, διπλωματικές, διοικητικές και στρατιωτικές, όσο και για αυτή καθεαυτή την προσωπικότητά του. Μπορούσε να ηγηθεί των στρατευμάτων του σε μάχη το ίδιο εύκολα, όσο μπορούσε να συζητήσει και να αναλύσει με τους εκλεκτότερους λόγιους της εποχής του τα λεπτότερα θεολογικά ζητήματα. Ο Μανουήλ Β' έδωσε ανάσα επιβίωσης και παράταση ζωής στο Βυζάντιο, χωρίς βέβαια να κατορθώσει να αναστρέψει το αναπόφευκτο της πτώσης, γεγονός που είναι βέβαιο ότι είχε από νωρίς συνειδητοποιήσει.
Άποψη περί Ισλάμ
Τον Σεπτέμβριο του 2006, ο Πάπας Βενέδικτος ΙΣΤ΄ χρησιμοποίησε σε διάλεξη αυτούσιο τμήμα διαλόγου του Μανουήλ Β΄ Παλαιολόγου με Πέρση λόγιο[1], η οποία είχε θέμα τα πιστεύω του Ισλάμ και του Χριστιανισμού και ανέφερε: «Δείξε μου τι νέο έφερε ο Μωάμεθ και εκεί θα βρεις μόνον πράγματα διαβολικά και απάνθρωπα, όπως η διαταγή του να διαδοθεί η πίστη που κήρυττε με το σπαθί».
Η φράση αυτή προέρχεται από απόσπασμα που έχει ως εξής:
Δείξε μου τι νέο έφερε ο Μωάμεθ και εκεί θα βρεις μόνον πράγματα διαβολικά και απάνθρωπα, όπως η διαταγή του να διαδοθεί η πίστη που κήρυττε με το σπαθί. Ο Θεός δεν ευχαριστείται με το αίμα – και το να μην πράττεις λογικά είναι αντίθετο με τη φύση του Θεού. Η πίστη γεννιέται από την ψυχή, όχι από το σώμα. Όποιος θα οδηγήσει κάποιον στην πίστη χρειάζεται την ικανότητα να μιλά καλά και να επιχειρηματολογεί κατάλληλα, χωρίς βία και απειλές. Για να πείσει κανείς μια λογική ψυχή, δεν χρειάζεται ισχυρό χέρι, όπλα οποιουδήποτε είδους, ή άλλους τρόπους για να απειλεί κάποιον με θάνατο.
Η αναφορά της φράσης του Μανουήλ Παλαιολόγου προκάλεσε μεγάλες αντιδράσεις στο μουσουλμανικό κόσμο. Διαδηλώσεις, βανδαλισμοί, αλλά και μια δολοφονία ιταλίδας καλόγριας στην Σομαλία φέρεται να αποτέλεσαν απάντηση στην «προσβολή».
De Siris