Στράτος Παγιουμτζής
Ο Στράτος Παγιουμτζής γεννήθηκε στο Αϊβαλί της Μικράς Ασίας το 1904. Με τους γονείς του -Μιχάλη και Καλλιόπη- και τις δυο του αδελφές – Ευαγγελία και Ελένη- εγκαταλείπουν τη Μικρά Ασία πριν τη Μικρασιατική καταστροφή και εγκαθίστανται αρχικά στην Καλλονή της Μυτιλήνης, και τελικά (περί το 1918) στον Πειραιά.
Εκεί, μαζί με τον πατέρα του, αρχίζει να δουλεύει είτε σαν ψαράς είτε σα «γεμιτζής», δηλαδή βαρκάρης που εκτελούσε μεταφορές από και προς τα καράβια που ερχόταν στο λιμάνι.
Όμως ο Στράτος είχε μεράκι με το τραγούδι. Όπου κι αν βρισκόταν, τραγουδούσε, κυρίως αμανέδες. Στα μέσα της δεκαετίας του ’20, γνωρίζεται με το Μπάτη, το Βαμβακάρη, το Δελιά, το Μπαγιαντέρα, τον Κηρομύτη και άλλους παλιότερους και αρχίζουν να παίζουν, για το κέφι τους αρχικά σε διάφορα στέκια γύρω από το λιμάνι και τη Δραπετσώνα, ενώ το 1934 γίνεται ο βασικός τραγουδιστής της θρυλικής «Τετράδας του Πειραιώς» της πρώτης λαϊκής κομπανίας που εμφανίστηκε επαγγελματικά σε κέντρο (στη μάντρα του Σαραντόπουλου στην Ανάσταση του Πειραιά).
Η θρυλική «Τετράς του Πειραιώς»Στις πρώτες ηχογραφήσεις της «Τετράδας» ο Στράτος δεν τραγουδάει, αφού ο Σπύρος Περιστέρης, ο μαέστρος της Columbia, επιμένει να είναι ο Μάρκος ο ερμηνευτής των τραγουδιών του. Πρωτοεμφανίζεται στη δισκογραφία το 1934 με το τραγούδι «Ζεϊμπεκάνο Σπανιόλο» του Μπάτη, τραγουδώντας μάλιστα στον τόνο του Μπάτη, ο οποίος την τελευταία στιγμή «δεν ήταν σε θέση να τραγουδήσει». Ακολουθούν κι άλλα τραγούδια του Γιώργου Μπάτη («Μάγκες καραβοτσακισμένοι» , «Οι σφουγγαράδες»,) και μόλις το 1936 ο Στράτος τραγουδά σε δίσκους τραγούδια του φίλου του Μάρκου Βαμβακάρη («Γέρασες και πια δε σ' αγαπώ», «Καραβοτσακίσματα», κ.ά.) και λίγο αργότερα και του τέταρτου της παρέας, του Ανέστη Δελιά («Αθηναίισσα», κ.ά.).
Με τη μυθική φωνή του και τον ιδιαίτερο τρόπο ερμηνείας του, γνωρίζει αμέσως εκπληκτική επιτυχία. Γραμμοφωνεί δεκάδες τραγούδια στην Columbia, αλλά και την Odeon. Γίνεται πανελλήνια γνωστός ως ο «Στράτος», και μέχρι το 1941 συνεργάζεται με όλους τους μεγάλους συνθέτες του ρεμπέτικου: Τούντας, Σκαρβέλης, Παπάζογλου, Ογδοντάκης, Σέμσης, Παντελίδης αλλά και ο Κηρομύτης, ο Μπαγιαντέρας, ο Παπαϊωάννου, ο Τσιτσάνης, ο νεαρός τότε Χιώτης, ο Χατζηχρήστος και πολλοί άλλοι εμπιστεύονται τα τραγούδια τους στη φωνή του. Είναι ενδεικτικό ότι τα μισά από τα προπολεμικά τραγούδια του Βασίλη Τσιτσάνη, έχουν περάσει σε δίσκους με το Στράτο.
Στα 1939, παντρεύεται την Ανδριώτισσα Ζωή Φούντου, με την οποία αποκτούν τρία παιδιά: το Φανούρη, το Χρήστο και τη Φωτεινή. Δυστυχώς όμως τα δύο αγόρια πεθαίνουν στην Κατοχή.
Μεταπολεμικά συνεργάζεται και με τη νεότερη γενιά συνθετών του ρεμπέτικου: το Γιώργο Μητσάκη, τον Απόστολο Καλδάρα, το Μπάμπη Μπακάλη, τον Πάνο Πετσά, κ.ά. Για μερικά χρόνια (1955 – 1959), δισκογραφικά περνάει στο περιθώριο. Συνεχίζει όμως να εμφανίζεται στο πάλκο και επανέρχεται στη δισκογραφία το 1959 με τη μεσολάβηση του φίλου του Γιώργου Ζαμπέτα με μια σειρά επανεκτελέσεων παλιότερων επιτυχιών του αλλά και με καινούρια τραγούδια του Γιώργου Ζαμπέτα, του Μαρίνου Γαβριήλ αλλά και νεότερων συνθετών, όπως τα πρώτα λαϊκά τραγούδια του Σταύρου Ξαρχάκου το 1962. Τελευταία δισκογραφική του εμφάνιση το 1970 με δύο τραγούδια του Άκη Πάνου.
Ο Στράτος Παγιουμτζής εμφανίζεται και ως δημιουργός σε μια σειρά τραγουδιών, άλλοτε ως στιχουργός και άλλοτε ως συνθέτης συνεργαζόμενος με στιχουργούς όπως ο Χαράλαμπος Βασιλειάδης και ο Κώστας Μάνεσης.
Τον Οκτώβρη του 1971, πραγματοποιεί το όνειρό του, να πάει στην Αμερική. Εμφανίζεται στο κέντρο «Σπηλιά» στη Νέα Υόρκη με το Λευτέρη Τσαγκάρη, το Μάνο Παπαδάκη και άλλους. Έπειτα από μια σειρά εγκεφαλικών επεισοδίων, πεθαίνει τελικά πάνω στο πάλκο στις 16 Νοέμβρη του 1971. Σε περίπου δυο μήνες, τον ακολουθεί στην αιωνιότητα και ο φίλος του Μάρκος Βαμβακάρης...
Δισκογραφία
Στα 35 χρόνια της δισκογραφικής του καριέρας, ο Στράτος, ηχογράφησε περί τα 250 τραγούδια, σε δίσκους 78 στροφών, και άλλα 100 περίπου σε δίσκους 45 στροφών.
De Siris