Κώστας Πασχάλης
Ο Κώστας Πασχάλης γεννήθηκε την 1η Σεπτεμβρίου 1929 και πέθανε στις 9 Φεβρουαρίου 2007, υπήρξε βαρύτονος της όπερας, γνωστός διεθνώς με το εκλατινισμένο Kostas Paskalis. Ανήκε σε μια γενιά Ελλήνων ερμηνευτών του λυρικού θεάτρου γεννημένων κατά το Μεσοπόλεμο, η οποία γνώρισε παγκόσμια καταξίωση στις πρώτες μεταπολεμικές δεκαετίες και συμπεριελάμβανε τη Μαρία Κάλλας, το Νίκο Ζαχαρίου, τη νεότερη Έλενα Σουλιώτη κ.ά.
Βιογραφία
Ο Κώστας Πασχάλης γεννήθηκε στη Λειβαδιά την 1η Σεπτεμβρίου 1929 και μεγάλωσε στην Αθήνα, όπου ο πατέρας του Ευάγγελος διατηρούσε βιοτεχνία βουτύρου. Πρωτοασχολήθηκε με τη μουσική χάρη στο λογιστή της επιχείρησης, ο οποίος τον άκουσε πιτσιρίκο να τραγουδά στο μαγαζί και τον έβαλε στη χορωδία της Μητρόπολης.
Οι μουσικές σπουδές του ξεκίνησαν με πιάνο στο Ωδείον Αθηνών και τη φιλοδοξία να γίνει διευθυντής ορχήστρας. Τελικά όμως τον κέρδισε το τραγούδι και το 1951 έκανε το ντεμπούτο του ως Ριγκολέττο στην Εθνική Λυρική Σκηνή, αντικαθιστώντας την τελευταία στιγμή τον κεντρικό πρωταγωνιστή που αρρώστησε. Θα παρέμενε στο δυναμικό της ΕΛΣ για επτά ακόμα έτη, μάλιστα τραγουδούσε όλους τους ρόλους του στα ελληνικά, σύμφωνα με τις συνήθειες της εποχής.
Το καλοκαίρι του 1958 τον «ανακάλυψε» στο Ηρώδειο ένας Αυστριακός ατζέντης να ερμηνεύει τον Ορέστη στην Ιφιγένεια εν Ταύροις και τον κάλεσε στην Κρατική Όπερα της Βιέννης, όπου μαέστρος ήταν ο Δημήτρης Μητρόπουλος. Τον Οκτώβριο του ίδιου χρόνου, έκανε την πρώτη του εμφάνιση στην αυστριακή πρωτεύουσα ως Ρενάτο στο Χορό Μεταμφιεσμένων. Όπως έλεγε αργότερα ο ίδιος, επειδή δεν είχε τραγουδήσει ποτέ σε ξένη γλώσσα, μελέτησε το ρόλο μόνος σε ένα υπόγειο, για να προλάβει να μάθει σε χρόνο μηδέν όσα δεν ήξερε.
Αμέσως ο Χέρμπερτ φον Κάραγιαν, τότε καλλιτεχνικός διευθυντής, του προσέφερε συμβόλαιο με τη βιενέζικη σκηνή - ήταν η απαρχή μιας συνεργασίας που διήρκεσε 25 ολόκληρα χρόνια και περίπου 650 παραστάσεις, ιδιαίτερα σε όπερες του Τζουζέπε Βέρντι.
Αυτό που ξεχώριζε τον Πασχάλη, πέρα φυσικά από τη σπουδαία φωνή του, ήταν η σκηνική παρουσία του: Ζωντανή και νευρώδης, με προσεγμένη απόδοση των ρετσιτατίβων. Δεν είναι υπερβολή ότι στις δεκαετίες του '60 και του '70, αποτέλεσε έναν από τους κορυφαίους βαρυτόνους σε παγκόσμιο επίπεδο.
Παράλληλα με την Κρατική Όπερα της Βιέννης, συνεργάστηκε με τη Σκάλα του Μιλάνου, τη Μητροπολιτική Όπερα της Νέας Υόρκης, το Κόβεντ Γκάρντεν του Λονδίνου, τις όπερες της Ρώμης, του Μονάχου, του Βερολίνου, του Παρισιού κ.ά.
Μετά την απόσυρσή του εγκαταστάθηκε μόνιμα στην Ελλάδα, ασχολούμενος με τη διδασκαλία. Μεταξύ 1988 - 1990 διετέλεσε επίσης καλλιτεχνικός διευθυντής της Εθνικής Λυρικής Σκηνής, κάτι που όμως του άφησε πικρή γεύση, λόγω της ελλιπούς στήριξης που είχε από την πολιτεία και της εσφαλμένης αντίληψης του κοινού ότι η όπερα είναι τέχνη για την ελίτ.
Πέθανε στην Αθήνα στις 9 Φεβρουαρίου 2007, σε ηλικία 77 ετών. Είχε παντρευτεί μία φορά, με τη Ρουμάνα υψίφωνο Μαρίνα Κρίλοβιτς, και είχαν αποκτήσει δύο παιδιά, τους Κωνσταντίνο (1974) και Αλεξάνδρα (1977).
De Siris