Κοσμάς Πολίτης
Ο Κοσμάς Πολίτης γεννήθηκε στις 16 Μαρτίου 1888 και πέθανε στις 27 Φεβρουαρίου 1974, ήταν ένας απ' τους σημαντικότερους πεζογράφους της γενιάς του '30. Το πραγματικό του όνομα ήταν Παρασκευάς Ταβελούδης. Τα χαρακτηριστικότερα έργα του είναι τα μυθιστορήματα Eroïca (1938) και Στου Χατζηφράγκου (1962).
Βιογραφία
Γεννήθηκε στις 16 Μαρτίου 1888 στην Αθήνα. Ο πατέρας του ,Λεωνίδας, καταγόταν από την Μυτιλήνη και η μητέρα του, Καλλιόπη Χατζημάρκου, από το Αϊβαλί. Η οικογένειά του εγκαταστάθηκε στη Σμύρνη το 1890, έπειτα από οικονομική καταστροφή. Τα παιδικά του χρόνια δεν ήταν ευχάριστα: ο πατέρας του ήταν αυταρχικός και η φιλάσθενη μητέρα του πέθανε όταν εκείνος ήταν 12 χρονών. Τη φροντίδα του ανέλαβε μια γαλλίδα δασκάλα και η 18 χρόνια μεγαλύτερη αδερφή του Μαρία. Φοίτησε στην Ευαγγελική Σχολή (1900-1904)και στο Αμερικάνικο Κολέγιο της Σμύρνης (1904-1905), χωρίς ποτέ να πάρει απολυτήριο: στη δευτέρα γυμνασίου εγκατέλειψε το σχολείο και άρχισε να εργάζεται στην Τράπεζα Ανατολής (1905-1911) και στη συνέχεια, 1911-1919, στην Wiener Bank. Το 1918 παντρεύτηκε την Κλάρα Κρέσπι, ευγενή αυστροουγγκρικής καταγωγής. Ένα χρόνα μετά απέκτησαν μια κόρη, την Φοίβη (Κνούλη). Από το 1919 ως το 1922 εργαζόταν στην Crédit Foncier d' Algérie et de Tunisie.
Μετά την Μικρασιατική Καταστροφή εγκατέλειψε τη Σμύρνη και εγκαταστάθηκε αρχικά στο Παρίσι (1922-1923, έπειτα στο Λονδίνο, όπου εργαζόταν στο εκεί υποκατάστημα της Ιονικής Τράπεζας, και τελικά το 1924 στην Αθήνα, όπου έγινε και υποδιευθυντής της Τράπεζας, ένα χρόνο μετά.
Στα γράμματα εμφανίστηκε αιφνίδια, το 1930, σε ηλικία 42 ετών, ενώ ήδη είχε αξιόλογη επαγγελματική σταδιοδρομία, με το μυθιστόρημα Λεμονοδάσος. Η επιτυχία του έργου ήταν μεγάλη και προκαλεί ιδιαίτερη εντύπωση το γεγονός ότι ο ίδιος δεν έκανε καμία ενέργεια για να προβληθεί.
Το 1934 μετατέθηκε στην Πάτρα, όπου ανέλαβε την υποδιεύθυνση του υποκαταστήματος της τράπεζας, ενώ εν τω μεταξύ είχε συνάψει σχέση με μια άλλη γυναίκα και είχε εγκαταλείψει την οικογένειά του. Κατά την παραμονή του στην Πάτρα έγραψε την Eroica, που εκδόθηκε το 1938 και τιμήθηκε με το Κρατικό Bραβείο μυθιστορήματος την επόμενη χρονιά, και δημοσίευσε σε συνέχειες στο περιοδικό Νέα Γράμματα την Κυρία Ελεονώρα (1935) και το 1939, στο ίδιο περιοδικό, τη Μαρίνα.
Το 1942 πέθανε η κόρη του κατά τη διάρκεια του τοκετού. Αυτό το γεγονός τον συγκλόνισε και θεώρησε τον εαυτό του υπεύθυνο, καθώς πίστευε ότι αν δεν είχε εγκαταλείψει το σπίτι του, η κοπέλα θα ζούσε ακόμα. Επέστρεψε τότε στη γυναίκα του, με την οποία επανασυνδέθηκε. Εν τω μεταξύ, επειδή κατά τη διάρκεια της ασθένειας της κόρης του είχε παρατείνει αδικαιολόγητα την άδειά του, σύμφωνα με την κρίση της υπηρεσίας του, απολύθηκε. Η Τράπεζα αργότερα τροποποίησε τα επίσημα στοιχεία ώστε να φαίνεται ότι δεν απολύθηκε, αλλά παραιτήθηκε οικειοθελώς. Από τότε ζούσε αποκλειστικά από τις μεταφράσεις του και από την πενιχρή σύνταξη που του πλήρωνε η Τράπεζα μέχρι το 1945. Επιπλέον πούλησε την κατοικία του στο Παλαιό Ψυχικό σε κάποιον μαυραγορίτη, στον οποίον πλήρωνε ενοίκιο για να παραμένει εκεί. (Αργότερα, το 1945 περίπου, το σπίτι του δημεύτηκε και πλήρωνε ενοίκιο στο Δημόσιο).
Το 1944 έγινε μέλος του Κ.Κ.Ε. και το 1945 δημοσίευσε το μυθιστόρημα Το Γυρί, που αντικατοπτρίζει τους κοινωνικούς προβληματισμούς του. Ιδρυτικό μέλος της Ε.Δ.Α., κατήλθε στις εκλογές στην περιφέρεια Πατρών, χωρίς να εκλεγεί, το 1951.
Το 1960 τιμήθηκε με το κρατικό βραβείο διηγήματος για την Κορομηλιά (είχε δημοσιευτει το 1946). Την ίδια χρονιά ο Μιχ. Κακογιάννης μεταφέρει την Eroica στον κινηματογράφο. Το 1961 εξελέγη επίτιμος Πρόεδρος της Εταιρείας Ελλήνων Λογοτεχνών και ένα χρόνο αργότερα δημοσίευσε το μυθιστόρημα "Στου Χατζηφράγκου", για το οποίο πήρε το Α' Κρατικό βραβείο μυθιστορήματος το 1964.
Το 1967, την ημέρα του πραξικοπήματος, πέθανε η σύζυγός του κι ο ίδιος συνελήφθη και ανακρίθηκε ως αριστερός. Αφέθηκε τελικά ελεύθερος μετά από παρέμβαση της Τατιάνας Μιλιέξ. Ο κλονισμός από το θάνατο της γυναίκας του ήταν μεγάλος, αλλά δεν τον εμπόδισε να αρχίσει να γράφει ένα νέο έργο (Τέρμα), το οποίο δεν ολοκληρώθηκε γραπτώς (ο συγγραφέας όμως είχε συλλάβει όλο το σχέδιο του βιβλίου), αλλά εκδόθηκε μετά το θάνατό του από τον Γ.Ν.Πεντζίκη.
Το 1973 εισήχθη στον Ευαγγελισμό με αναπνευστική και καρδιακή ανεπάρκεια , και στη συνέχεια μεταφέρθηκε σε οίκο ευγηρίας. Το 1974 νοσηλεύτηκε ξανά στον Ευαγγελισμό όπου και πέθανε, στις 27 Φεβρουαρίου.
Το έργο
Η εμφάνιση του Κοσμά Πολίτη στην νεοελληνική πεζογραφία ήταν αιφνίδια και εντυπωσιακή: το πρώτο του μυθιστόρημα, το Λεμονοδάσος, (1930), έγινε δεκτό ενθουσιωδώς από την κριτική· ο Αντρέας Καραντώνης (Καραντώνης 1977, σελ. 160), αναφέρει σχετικά: "πρωτοφάνηκε στα γράμματά μας, όχι με τον συνηθισμένο τρόπο, που φανερώνονται οι λογοτέχνες, ακόμα και οι καλύτεροι, προετοιμάζοντας δηλαδή την επιβολή του, αρχίζοντας να γράφει από νέος, να δημοσιεύει δειλά σε περιοδικά και σιγά-σιγά να χρίεται άνθρωπος των γραμμάτων, αλλά με μια εισβολή απροσδόκητη και συναρπαστική...". Το έργο, παρά τον μελοδραματικό χαρακτήρα του, σφύζει από ζωή, νεανικότητα και αγάπη για τη φύση, κάτι που το διαφοροποιούσε από την ατμόσφαιρα των περισσότερων μυθιστορημάτων της εποχής και που ήταν ο βασικός λόγος για την θετικότατη υποδοχή του.
Τα τρία πρώτα μυθιστορήματα του Πολίτη, Λεμονοδάσος, Εκάτη και Εroïca έχουν χαρακτήρα κοσμοπολίτικο[3]. Το κεντρικό θέμα αυτών των μυθιστορημάτων είναι η αναζήτηση της "αυθεντικής ζωής" (Vitti 1977, σελ. 339).
Στα δύο πρώτα έργα οι ήρωες είναι ενήλικοι, ενώ στην Eroïca ο συγγραφέας στράφηκε στον κόσμο της εφηβικής ηλικίας για να αναζητήσει εκεί την αυθεντικότητα. Από το μυθιστόρημα Το Γυρί (1944), παράλληλα με την ιδεολογική μεταστροφή του συγγραφέα, σημειώνεται θεματική μεταβολή και στην πεζογραφία του: το ενδιαφέρον του μετατοπίζεται πλέον στις χαμηλότερες κοινωνικές τάξεις και τους λαϊκούς ανθρώπους και εστιάζει στο καθημερινό και το συνηθισμένο (Σαχίνης 1967, σ.), αντί για το απόλυτο και το ιδανικό. Από την ίδια οπτική γωνία περιγράφει και την Σμύρνη στο τελευταίο του ολοκληρωμένο μυθιστόρημα, Στου Χατζηφράγκου (1962). Πρωταγωνίστρια του έργου είναι η ίδια η Σμύρνη, και η συγκεκριμένα η λαϊκή συνοικία Χατζηφράγκου. Όλο το έργο διαδραματίζεται στα 1902, με εξαίρεση ένα εμβόλιμο τμήμα στο μέσον του βιβλίου, την "Πάροδο", όπου ένα από τα παιδιά της λαϊκής συνοικίας και πρόσφυγας πια στην Αθήνα του 1962 αφηγείται την καταστροφή της πόλης το 1922. Η "Πάροδος" είναι ένα από τα πιο συγκλονιστικά κείμενα που έχουν γραφτεί για την Μικρασιατική Καταστροφή.
Αυτό που αναγνωρίστηκε αμέσως ως το αξιολογότερο χαρακτηριστικό της πεζογραφίας του Κοσμά Πολίτη ήταν η "ποιητικότητα" και ο "λυρισμός". Ο Mario Vitti (Vitti 1977, σελ. 329-337) ερμηνεύει την ποιητικότητα ως "συγκινησιακή φόρτιση" στην περιγραφή του τοπίου. Το δεύτερο σημαντικότερο χαρακτηριστικό της πεζογραφικής τέχνης του Πολίτη ήταν η συνεχής ανανέωση, όχι μόνο θεματολογικά, όπως αναφέρθηκε παραπάνω, αλλά και μορφολογικά.
Εργογραφία
Πρωτότυπο έργο
Λεμονοδάσος, μυθιστόρημα, 1930
Εκάτη, μυθιστόρημα, 1933
Ελεονόρα, διήγημα, 1935
Εroïca, μυθιστόρημα, 1937
Μαρίνα, διήγημα, 1939
Τζούλια, διήγημα, 1943
Το Γυρί, μυθιστόρημα, 1944
Το ρέμα, διήγημα, 1945
Ένα διπλό, διήγημα, 1945
Η κορομηλιά, νουβέλα, 1946
Santa Barbara (απόσπασμα), εφημ. Η Μάχη, 6.11.49, σ. 2.
Κωνσταντίνος ο Μέγας, θεατρικό, 1957
Πρώτη Ανάσταση, διήγημα, 1959
Στου Χατζηφράγκου, μυθιστόρημα, 1962
Μάρκο Πόλο. Πρωτότυπη εργασία πάνω στα ταξίδια του, 1967
Τέρμα (ημιτελές), μυθιστόρημα, 1975
Καϊάφας, αφήγημα, 1976
Μεταφραστικό έργο
Το μεταφραστικό έργο του Κοσμά Πολίτη ήταν πλούσιο και ιδιαίτερα σημαντικό, καθώς μετέφρασε πολλά από τα σπουδαιότερα έργα της παγκόσμιας λογοτεχνίας. Ενδεικτικά κάποιες από τις κυριότερες μεταφράσεις του:
Pearl Buck, Ανατολικός άνεμος, δυτικός άνεμος
A.J. Cronin, Τα άγουρα χρόνια
James Joyce, Οι Δουβλινέζοι
Elia Kazan, Ο συμβιβασμός
Edgar Allan Poe, Αλλόκοτες ιστορίες
John Steinbeck, Τα σταφύλια της οργής
Lev Tolstoi, Πόλεμος και ειρήνη
Giuseppe Di Lambedusa "Γατόπαρδος"
De Siris