Δευτέρα 4 Νοεμβρίου 2013

Yitzhak Rabin

Γιτζάκ Ράμπιν 

Ο Γιτζάκ Ράμπιν γεννήθηκε την 1 Μαρτίου 1922 και πέθανε στις  4 Νοεμβρίου 1995, ήταν Ισραηλινός πολιτικός και στρατηγός. Διετέλεσε πρωθυπουργός του Ισραήλ από το 1974 έως το 1977 και από το 1992 έως τη δολοφονία του. Το 1994 μοιράστηκε το Νόμπελ Ειρήνης με τους Σιμόν Πέρες και Γιάσερ Αραφάτ. Δολοφόνος του ήταν ο Γιγκάλ Αμίρ, ο οποίος ήταν αντίθετος στις συμφωνίες του Όσλο που είχε υπογράψει ο Ράμπιν. Ήταν ο πρώτος πρωθυπουργός του Ισραήλ που γεννήθηκε στο εσωτερικό του, ο μοναδικός που δολοφονήθηκε και ο δεύτερος που απεβίωσε κατά τη διάρκεια της θητείας του μετά τον Λεβί Εσκόλ.

Προσωπική ζωή

Γεννήθηκε στην Ιερουσαλήμ της υπό βρεττανικής διοίκησης Παλαιστίνης και πέρασε τα πρώτα χρόνια της ζωής του στο Τελ Αβίβ. Γονείς του ήταν ο Νεεμία και η Ρόζα, μετανάστες από την Ουκρανία και τη Λευκορωσία αντίστοιχα. Σε ηλικία 18 ετών μετανάστευσε στις Ηνωμένες Πολιτείες και έγινε μέλος του κόμματος «Εργάτες της Σιόν» (Poale Zion). Το 1917 επέστρεψε στην Παλαιστίνη μαζί με μία ομάδα εθελοντών της Εβραϊκής Λεγεώνας. Κατά τη διάρκεια του Αραβοϊσραηλινού πολέμου του 1948 παντρεύτηκε τη Λέα Ράμπιν με την οποία απέκτησε 2 παιδία. Δεν ήταν θρησκευόμενος.

Πρέσβης και υπουργός των Εργατικών

Μετά την αποστράτευσή του από τις ένοπλες δυνάμεις του Ισραήλ, το 1968 διορίστηκε πρέσβης του Ισραήλ στις Ηνωμένες Πολιτείες όπου και παρέμεινε για 5 χρόνια. Κατά τη διάρκεια της θητείας του οι Ηνωμένες Πολιτείες αναδείχτηκαν ο σημαντικότερος προμηθευτής οπλικών συστημάτων του Ισραήλ. Στις εκλογές του 1973 εκλέχτηκε μέλος της Κνέσετ και διορίστηκε υπουργός εργασίας από την πρωθυπουργό Γκόλντα Μέιρ.

Πρώτη πρωθυπουργική θητεία

Στις 3 Ιουνίου του 1974 διαδέχτηκε την παραιτηθείσα Γκόλντα Μέιρ στην πρωθυπουργία. Η κυβέρνηση της οποίας ηγούνταν σχηματίστηκε από ένα συνασπισμό κομμάτων. Διαθέτοντας ισχνή πλειοψηφία στην Κνέσετ, η κυβέρνησή του έμεινε στην εξουσία για μερικούς μήνες.
Στην εξωτερική πολιτική το κυριότερο γεγονός της πρώτης πρωθυπουργίας του ήταν η ενδιάμεση συμφωνία του Σινά, μεταξύ Ισραήλ και Αιγύπτου που υπογράφηκε την 1 Σεπτεμβρίου 1975. Τα δύο κράτη συμφώνησαν ότι η διαμάχη μεταξύ τους και τα προβλήματα της Μέσης Ανατολής θα αντιμετωπίζονταν με χρήση ειρηνικών μέσων και όχι με στρατιωτική ισχύ. Αυτό ήταν το σημαντικότερο βήμα ,για την επίτευξη του οποίου χρειάστηκε η προειδοποίηση των Ηνωμένων Πολιτειών ότι θα επανεξέταζαν την πολιτική τους στη Μέση Ανατολή και τις σχέσεις τους με το Ισραήλ, για τις συμφωνίες του Καμπ Ντέιβιντ και το σύμφωνο ειρήνης μεταξύ Ισραήλ και Αιγύπτου που ακολούθησαν το 1978 και 1979 αντίστοιχα.

Μία από τις πιο δραματικές στιγμές αυτής της περιόδου ήταν η Επιχείρηση Εντεμπε. Με διαταγή του Ράμπιν οι Ένοπλες Δυνάμεις του Ισραήλ πραγματοποίησαν επιδρομή στο αεροδρόμιο του Έντεμπε της Ουγκάντα στο οποίο κρατούνταν ως όμηροι επιβάτες αεροπλάνου που είχε καταληφθεί από ένοπλα στελέχη των οργανώσεων Λαϊκο Μέτωπο για την Απελευθέρωση της Παλαιστίνης και των γερμανικών Επαναστατικών Πυρήνων. Η επιχείρηση θεωρήθηκε επιτυχημένη και έχει γίνει αντικείμενο σχολίων και συνεχιζόμενης μελέτης.

Στα τέλη του 1976 κατατέθηκε εναντίον της κυβέρνησης πρόταση μομφής με το αιτιολογικό της παραβίασης της θρησκευτικής αργίας του Σαββάτου. Ο Ράμπιν προχώρησε σε διάλυση της κυβέρνησης και προκήρυξε εκλογές για το Μάιο του 1977.

Μέλος της αντιπολίτευσης και Υπουργός Άμυνας

Μετά την παραίτησή του και την ήττα του κόμματος των Εργατικών στις εκλογές του 1977, η πρωθυπουργία πέρασε στον Μεναχέμ Μπέγκιν του Λικούντ. ο Ράμπιν παρέμεινε μέλος της Κνέσετ έως το 1984 και διετέλεσε μέλος της επιτροπής εξωτερικών υποθέσεων και άμυνας του ισραηλινού κοινοβουλίου. Από το 1984 έως το 1990 συμμετείχε σε διάφορες κυβερνήσεις εθνικής ενότητας, που σχημάτιστηκαν υπό την ηγεσία είτε του Γιτζάκ Σαμίρ είτε του Σιμόν Πέρες, ως Υπουργός Άμυνας.

Όταν ο Ράμπιν ανέλαβε το υπουργείο άμυνας, ισραηλινά στρατεύματα είχαν αναπτυχθεί σε μεγάλο βάθος στο εσωτερικό του Λιβάνου. Ο Ράμπιν διέταξε την απόσυρσή τους σε μία «Ζώνη Ασφάλειας» που δημιουργήθηκε στη λιβανέζικη πλευρά των συνόρων μεταξύ των δύο κρατών.

Με το ξέσπασμα της πρώτης Ιντιφάντα, ο Ράμπιν υιοθέτησε σκληρά μέτρα για την καταστολή των διαδηλώσεων. Η πολιτική αυτή δεν έφερε αποτελέσματα. Αντιθέτως έβλαψε τη διεθνή εικόνα του Ισραήλ, ενώ οι Ηνωμένες Πολιτείες προχώρησαν στην αναγνώριση της PLO (Οργάνωση για την Απελευθέρωση της Παλαιστίνης) ως εκπροσώπου του παλαιστινιακού λαού και η Ιορδανία διέκοψε τις σχέσεις της με τη Δυτική Όχθη. Τελικά ο πρωθυπουργός του Ισραήλ αναγκάστηκε ν' αναζητήσει τρόπους τερματισμούς της βίας μέσω διαπραγματεύσεων και διαλόγου με την PLO.

Μεταξύ των ετών 1990 και 1992 ο Ράμπιν βρέθηκε και πάλι μέλος του ισραηλινού κοινοβουλίου και της επιτροπής εξωτερικών υποθέσεων και άμυνας.

Δεύτερη πρωθυπουργική θητεία

Το 1992 εκλέχτηκε στην ηγεσία του Εργατικού κόμματος υπερισχύοντας του Σιμόν Πέρες. Στις εκλογές του ίδιου έτους η δημοτικότητά του οδήγησε το κόμμα των εργατικών σε καθαρή νίκη απέναντι στο Λικούντ του Γιτζάκ Σαμίρ. Αλλά οι αριστερές δυνάμεις είχαν οριακή πλειοψηφία στην Κνέσετ και αυτό γιατί κάποια μικρά εθνικιστικά κόμματα δεν κατάφεραν να ξεπεράσουν το εκλογικό όριο. Το Εργατικό κόμμα, για πρώτη φορά μετά από 15 χρόνια, σχημάτισε κυβέρνηση συμμαχώντας με το Μερέτζ, ένα κόμμα της αριστεράς, και το υπεροθόδοξο, θρησκευτικά, Σας.

Ο Ράμπιν διαδραμάτησε πρωτεύον ρόλο στην υπογραφή των συμφωνιών του Όσλο με τις οποίες δημιουργήθηκε η Ανεξάρτητη Παλαιστινιακή Αρχή, στην οποία πέρασε ο μερικός έλεγχος περιοχών της λωρίδας της Γάζας και της Δυτικής Όχθης. Πριν την υπογραφή των συμφωνιών, ο Ράμπιν δέχτηκε μία επιστολή από τον Γιάσερ Αραφάτ με την οποία ο ηγέτης της PLO αποκήρυσσε τη βία και αναγνώριζε επίσημα το κράτος του Ισραήλ. Την ίδια μέρα, 9 Σεπτεμβρίου 1993,ο Ισραηλινός πρωθυπουργός απάντησε αναγνωρίζοντας την PLO.

Η ανακοίνωση των συμφωνιών του Όσλο προκάλεσε διαδηλώσεις διαμαρτυρίας στο Ισραήλ. Ο Ράμπιν επέμενε ότι όσο ήλεγχε την πλειοψηφία της Κνέσετ, θα αγνοούσε τις αντιδράσεις, ενώ αρνήθηκε στους Αμερικάνους εβραίους το δικαίωμα της άσκησης κριτικής εναντίον των συμφωνιών. Διατήρησε την κοινοβουλευτική πλειοψηφία με τη στήριξη Αράβων μελών της Κνέσετ που δεν ανήκαν στον κυβερνητικό συνασπισμό.

Το επόμενο έτος υπογράφτηκε και η συνθήκη ειρήνης μεταξύ Ισραήλ και Ιορδανίας.

Νόμπελ Ειρήνης

Για τη συμβολή του στην επίτευξη των συμφωνιών του Όσλο, το 1994 ο Ράμπιν μοιράστηκε το βραβείο Νόμπελ Ειρήνης με τον Γιάσερ Αραφάτ και τον Σιμόν Πέρες. Οι συμφωνίες δίχασαν την κοινωνία του Ισραήλ. Έτσι, ένα μέρος της έβλεπε τον Ράμπιν ως ήρωα που βοήθησε στην προώθηση της ειρήνης, ενώ για κάποιους άλλους χαρακτηριζόταν προδότης γιατί παραχώρησε εδάφη που θεωρούσαν εθνικά εδάφη του Ισραήλ. Μέρος της δεξιάς πολιτικής πτέρυγας τον θεωρεί υπεύθυνο για τους θανάτους Εβραίων από τρομοκρατικές επιθέσεις τις οποίες αποδίδει στις συμφωνίες του Όσλο.

Το ίδιο έτος ο Ράμπιν βραβεύτηκε με το βραβείο ελευθερίας Ρόναλντ Ρήγκαν.

Δολοφονία

Στις 4 Νοεμβρίου 1995 ο Ράμπιν δολοφονήθηκε με πυροβολισμό από τον Γιγκάλ Αμίρ στο Τελ Αβίβ. Η επίθεση εναντίον του συνέβη το απόγευμα, όταν ο Ράμπιν αποχωρούσε από συγκέντρωση πολιτών που είχε διοργανωθεί με σκοπό την υποστήριξη των συμφωνιών του Όσλο. Απεβίωσε 40 λεπτά μετά τον πυροβολισμό που δέχτηκε, λόγω διάτρησης πνεύμονα και απώλειας αίματος. Ο Αμίρ συνελήφθη αμέσως μετά τον περιστατικό. Στη δίκη που ακολούθησε κρίθηκε ένοχος και του επιβλήθηκε η ποινή της ισόβιας φυλάκισης. Μετά από έκτακτο κυβερνητικό συμβούλιο, καθήκοντα πρωθυπουργού ανέλαβε ο υπουργός εξωτερικών, Σιμόν Πέρες


De Siris