Πέτρος Πετρίδης
Ο Πέτρος Πετρίδης γεννήθηκε στο Νίγδη Καππαδοκίας στις 23 Ιουλίου 1892 και
πέθανε στην Κηφισιά το 1977. Ήταν διαπρεπής συνθέτης, μαέστρος και ακαδημαϊκός
(Μ. Δούνιας). Επειδή το έργο του εμφανίζεται αρκετά ιδιότυπο και προσωπικό,
ορισμένοι διστάζουν να τον κατατάξουν στην "Εθνική Σχολή" (σάμπως οι
βυζαντινοί Ήχοι, τα "κλέφτικα" μοτίβα, οι "ανατολίτικοι"
ρυθμοί και κλίμακες, οι αρχαίοι τρόποι και η φυσική συνέπειά τους: ο
"Πολυτροπισμός" να μην είναι όλα τους Ελληνικά...).
Σπουδές
Από το 1899 ώς το 1911 έζησε στην Κων/πολη και φοίτησε στο Ζωγράφειο
Γυμνάσιο (περ. 1902-6) και στο αμερικάνικο Ροβέρτειο Κολλέγιο (απεφοίτησε το
1911). Παράλληλα, είχε την πρώτη του επαφή με τη μουσική μέσα από την
οικογένειά του (οι δύο μεγαλύτεροι αδερφοί του ήταν φιλόμουσοι και ερασιτέχνες
μουσικοί) και αργότερα πιο συστηματικά, μέσα από τα μαθήματα πιάνου και
αρμονίας που άρχισε δωδεκαετής με κάποιον πιανίστα Χέγκευ (αυτοδιαφημιζόμενο ως
μαθητή του Λιστ) και με τον Ιταλό δάσκαλο της μουσικής Σελβέλλι. Τον Οκτώβριο
του 1911 πήγε στο Παρίσι και άρχισε να σπουδάζει νομικά (στη Σορβόνη) και
πολιτικές επιστήμες (Ελεύθερη Σχολή Πολιτικών Επιστημών).
Όμως τα εγκατέλειψε όλα το 1912 και ήρθε να καταταγεί ως εθελοντής στον
Ελλ. Στρατό και να πάρει μέρος στους Βαλκανικούς Πολέμους. Τραυματίστηκε στο
Μπιζάνι (μάχη Αετορράχης) και στη Σιάτιστα. Ως μέλος της 8ης Μεραρχίας, πήρε
μέρος στην πολιορκία των Ιωαννίνων και ήταν παρών κατά την παράδοση του
Μπιζανίου. Τότε μάλιστα απέκτησε την ελλ. υπηκοότητα και επέστρεψε στο Παρίσι
(1913) για να συνεχίσει τις σπουδές του. Όμως έτυχε να ακούσει τον
"Λόενκριν" του Βάγκνερ στην Όπερα της Βιέννης και τότε απεφάσισε να
αφήσει κάθε άλλη σπουδή για χάρη της μουσικής... Παράλληλα, από το 1915 και επί
20 έτη χρημάτισε ανταποκριτής στο Παρίσι των "Μουσικών Τάιμς" του
Λονδίνου και της εφημερίδας Christian Science Monitor της Βοστώνης (1925-27).
Σταδιοδρομία
Υπήρξε επίσης συνεργάτης ελληνικών, γαλλικών, αγγλικών και αμερικανικών
εφημερίδων και περιοδικών επί θεμάτων μουσικής, φιλολογίας, θεάτρου, κ.λπ.
Ακόμη, διατέλεσε (1918-19) προϊστάμενος του γραφείου πληροφοριών της ελληνικής
πρεσβείας του Λονδίνου, δίνοντας παράλληλα διαλέξεις περί ελλ. λαογραφίας και
μουσικής στο King's College του Παν/μίου του Λονδίνου. Το 1919-21 διετέλεσε
λέκτορας της νεοελληνικής γλώσσας και φιλολογίας στο Παν/μιο του Παρισιού,
διδάσκοντας νέα ελληνικά στη Σορβόννη (στο νεοσύστατο τότε Τμήμα του
νεοελληνιστή Ουμπέρ Περνώ: βλ. Μερλιέ Μέλπω). Από το 1922 μοίραζε το χρόνο του
μεταξύ Παρισιού και Αθήνας.
Ασχολήθηκε και με τη μουσικοκριτική. Σ' αυτόν τον τομέα σποραδικά και κατά
μεγάλα διαστήματα συνεργάστηκε με τις ελληνικές εφημερίδες: "Ελεύθερο
Βήμα" (1922-25), "Πρωία" (1934-36), "Καθημερινή"
(1939-41), "Βήμα" (1955-57), κ.λπ. Ως συνθέτης, θεωρούσε τον εαυτό
του αυτοδίδακτο, αν και πήρε ορισμένα μαθήματα από τους διαπρεπείς μουσικούς
Αλμπέρ Βόλφ (1914), Φλοράν Σμιτ και Aλμπέρ Ρουσέλ (1919). Το
"Πιστεύω" του μπορεί να συνοψιστεί στο εξής απόσπασμα κειμένου του
"...Γραμματικὴ καὶ Συντακτικὸ τῆς τροπικῆς πολυφωνίας, καὶ ἄν ἀκόμη προϋπῆρχαν καὶ ἐδιδάσκοντο στὰ Ὠδεῖα, οὐδόλως θὰ ἀποτελοῦσαν αἰσθητικὸ σύστημα ἕτοιμο γιὰ μουσικὴ ἐκμετάλλευση. Γραμματικὴ καὶ Συντακτικὸ εἶναι οὐδέτερα ἐργαλεῖα στὰ χέρια τοῦ μουσουργοῦ διὰ νὰ στηρίξει, διαρθρώσει, κατὰ τρόπο περισσότερο ὀρθολογιστικὸ παρὰ ἐμπειρικό, τὰ δικὰ του προσωπικὰ αισθητικὰ δημιουργήματα" . Ήταν
επίσης αυτοσχέδιος αρχιμουσικός των έργων του, με αποτέλεσμα (σύμφωνα με
έγκριτες γνώμες) να τα αδικεί σε μόνιμη βάση...
Εργογραφία
Άρχισε να γίνεται γνωστός το 1917, συνθέτοντας ελληνικά τραγούδια:
"Αχτίδα" "Νανούρισμα" (σε στίχους Βαλαωρίτη), "Η
νεράιδα", "Ο τρύγος" (σε δημοτική ποίηση), "Λήθη" (σε
στίχους Μαβίλη), κ.λπ. Το 1921 αρχίζει η περίοδος των σημαντικότερων έργων του,
όπως: η "Εισαγωγή σε 3 ελληνικά θέματα", το "Πανηγύρι"
(1920-24, σε 3 μέρη, από τα οποία οι "Κλέφτικοι χοροί" εκτελέστηκαν
στις συναυλίες "Κολόν" του Παρισιού, υπό την διεύθυνση του μεγάλου
φιλέλληνα Γκαμπριέλ Πιερνέ). Στο Παρίσι επίσης εκτελέστηκαν: η "Σονάτα για
φλάουτο και πιάνο" η "Kammersymphonie" ("Συμφωνία
δωματίου" για φλάουτο, όμποε, κλαρινέτο, φαγκότο και κουιντέτο εγχ.), η
"Σονάτα για τσέλο και πιάνο" (και τα 3 αυτά έργα αργότερα
αποκηρύχτηκαν), ο Κύκλος τραγουδιών "Θρύλος αγάπης" (σε στίχους
Πορφύρα, 1925), κ.λπ. Επίσης, αναφέρεται από τη Σ. Σπανούδη και μια
"Κλέφτικη Συμφωνία"(;) σε 4 Μέρη (...ίσως να πρόκειται για τους
"Κλέφτικους χορούς"). Το 1930 παίχτηκε με επιτυχία στο Παρίσι η
"Ελληνική Σουίτα" (1929). Άλλα έργα του. α) για σκηνή, κ.λπ.: η όπερα
"[[Ζεφύρα|Ζεφύρα]]", το μπαλέτο "[[Πραματευτής,_Ο|Πραματευτής,_Ο|Ο
Πραματευτής]]", το ορατόριο "Άγιος Παύλος", σκηνική μουσική στην
"Ιφιγένεια εν Ταύροις" (Βασιλικό Θέατρο, 15.10.1941), "Ρέκβιεμ
για τον αυτοκράτορα" (Κων/νο Παλαιολόγο, για 4 σολίστ, μικτή χορωδία και
ορχ., σε κείμενο του συνθέτη. Γράφτηκε στο διάστημα 1952-64 και παραμένει
ανεκτέλεστο). Τα χοροδράματα "Κυρά Φροσύνη" και "Θησεύς".
Μουσική για το "Ήχος και φως" της Ακρόπολης (1959. Είναι
δισκογραφημένη με την Ορχ. "Lamoureux"). β) για ορχήστρα: 5 συμφωνίες
[Αρ. 1 "Ελληνική" σε σολ (1926-28. Δισκογραφημένη σε LP και σε CD),
Αρ. 2 "Λυρική" σε ρε και λα (1941)-Α' εκτέλεση με την ΚΟΑ στις
11.12.1949 με μαέστρο τον συνθέτη, Αρ. 3 "Παρισινή" σε ρε
(1941-43)-Α' εκτέλεση με την ΚΟΑ στις 11.12.1949 με μαέστρο τον συνθέτη, Αρ. 4
"Δωρική ή Πίνδος" σε ντο (1944-46)-Α' εκτέλεση με την ΚΟΑ στις
20.8.1945 με μαέστρο τον συνθέτη, Αρ. 5 σε φα "Ποιμενική"-1949-51,
αναθεωρήθηκε 1972-73], η δραματική Συμφωνία "Διγενής Ακρίτας",
"Κλέφτικοι χοροί" (1922, από το προαναφερμένο "Πανηγύρι".
Είναι δισκογραφημένοι σε LP και σε CD), "Ιωνική Σουίτα" (1934; σε 5
Μέρη με αρχικό τίτλο "Σπουδές για μικρή ορχ.": Πρελούδιο, Σερενάδα,
Νοτούρνο, Μενουέτο, Χορικό και Φούγκα), "Βυζαντινή θυσία" (Πρελούδιο,
άρια και φούγκα, 1935), "Εισαγωγή πένθιμη και ηρωική" (1944. Δόθηκε
σε Α' εκτέλεση από την ΚΟΑ στις 20.8.1945 με μαέστρο τον συνθέτη), "Χορικα
και Παραλλαγές" για ορχ. εγχόρδων (Αρ. 1, στο "Κύριε των
δυνάμεων" --1940, Αρ. 2 στο "Χριστός Ανέστη"-- 1941-43. Υπάρχουν
δισκογραφημένα στην Εταιρεία «MOTIVO» από τον [[Φιδετζή-Σιμωτά_Μιρέλλα|Β.
Φιδετζή]]. Το Αρ. 2 δόθηκε σε Α' εκτέλεση από την ΚΟΑ στις 20.8.1945 με μαέστρο
τον συνθέτη), "Λάργκο" (για ορχ. εγχόρδων, 1944. Δόθηκε σε Α'
εκτέλεση από την ΚΟΑ στις 6.2.1944 με μαέστρο τον Γ. Λυκούδη), "Κοντσέρτο
γκρόσσο" (1929, για πνευστά και τύμπανα. Δισκογραφημένο στη «LYRA» από τον
[[Φιδετζή-Σιμωτά_Μιρέλλα|Β. Φιδετζή]]), Κοντσέρτο για έγχορδα (1939, αφιερωμένο
στον αρχιμουσικό Χέρμαν Σέρχεν), Κοντσέρτο για ορχήστρα (1951), 2 Κοντσέρτα για
πιάνο (Αρ. 1, σε ντο--1936-38, Αρ. 2 σε ρε--1937; Το Αρ. 1 παίχτηκε σε Α'
εκτέλεση από την ΚΟΑ στις 30.3.1958 με μαέστρο τον Α. Παρίδη και σολίστ τη Μ.
Χαιρογιώργου-Σιγάρα), Κοντσέρτο για τσέλο (1936), Κοντσέρτο για βιολί
(1966-1972), Κοντσέρτο για 2 πιάνα (1966-1972). γ) μουσική δωματίου: "2
σουίτες για πιάνο" (σε λα και ρε, γράφτηκαν μετά το 1932), μέρος σχεδίου
ενός "δωδεκάλογου" για πιάνο με τίτλο "Τhe Modal and Bimodal
Keyboard" (το "τροπικό" και το "διτροπικό"
πληκτροφόρο), "Τρίο" (για πιάνο, βιολί, τσέλο, 1933 ή αρχές 1934),
"Κουαρτέτο εγχόρδων" (1951). δ) τραγούδια: "5 ελληνικές
μελωδίες" (σε ποίηση Κρυστάλλη, Παλαμά--η 2η και η 3η, Μαβίλη και Γρυπάρη,
1924). "Ο θρύλος της αγάπης" (5 μπαλάντες για μεσόφωνο και πιάνο, σε
ποίηση Λ. Πορφύρα, 1925). "13 Τραγούδια" (σε στίχους Άγγλων ποιητών,
1945). Επίσης, κατά το 1920, εναρμόνισε 40 περίπου μελωδίες της Χίου, από τη
Συλλογή του Ου. Περνώ, κ.λπ. Διετέλεσε μέλος πολλών ευρωπαϊκών Φεστιβάλ και
διεθνών μουσικών Συνεδρίων και Διαγωνισμών. Το 1958 εξελέγη αντεπιστέλλον μέλος
της Γαλλικής Ακαδημίας Καλών Τεχνών (στην έδρα που άφησε κενή ο θάνατος του
μεγάλου Γιαν Σιμπέλιους). Το 1959 εξελέγη τακτικό μέλος και της Ακαδημίας
Αθηνών. Το έργο του εκτείνεται σε όλα τα είδη της μουσικής δημιουργίας. Από το
προσωπικό του αντιστικτικό και πολυτονικό ("πολυτροπικό") σύστημα
σύνθεσης προκύπτει ομοιογένεια ύφους ιδιαίτερα χαρακτηριστική. Σ' αυτό το
σύστημα δεσπόζουν οι "δίδυμοι" αρχαίοι τρόποι Δώριος-Υποδώριος και
όπου υπάρχουν τονικές ενδείξεις ("σε ντο", "σε ρε", κ.λπ.)
αναφέρονται πάντα σε "τρόπο".
Ταυτόχρονα, όντας συνθέτης με εξαιρετικά έντονη προσωπικότητα (σε εκρηκτικό
μίγμα "κοσμοπολιτισμού" και "αγοραφοβίας") έχει διοχετεύσει
στις συνθέσεις του όλη την ορμή, τον πλούτο, τα θέλγητρα, τα ηρωικά κορυφώματα,
αλλά και την εκφραστική λιτότητα του Χώρου που γέννησε και ανάθρεψε την
Ευτέρπη. «Χωρίς τον Πετρίδη», γράφει ο Μ. Δούνιας στην «Καθημερινή» της 15ης
Δεκεμβρίου 1949, «θα ήμεθα πτωχότεροι σε ιδέες και ασφαλώς πάμπτωχοι σε ακμαίες
συμφωνικές επιτεύξεις». Άμα η Ελλάς αποφασίσει κάποτε να ασχοληθεί σοβαρά με τη
Μουσική, φρονούμε ότι τότε θα γίνει αμέσως προφανές τόσο το γιατί ο Πετρίδης
τιμήθηκε με διθυράμβους και από τους διαπρεπέστερους Γάλλους μουσικοκριτικούς
του Μεσοπολέμου (όπως τον Πρυνιέρ, δ/ντή της "Ρεβύ Μυζικάλ", τον
Φελίξ Μαρτύ, τον Ρενέ Ντυμενίλ, τον Μπορίς ντε Σλοζέρ, κ.λπ.) όσο και το γιατί
κρίθηκε άξιος να διαδεχτεί τον μέγιστο (και εξίσου αυτοδίδακτο) Σιμπέλιους στη
Γαλλική Ακαδημία...
De Siris