Έρολ Φλιν
Ο Έρολ Λέσλι Φλιν γεννήθηκε στις 20 Ιουνίου 1909 και πέθανε στις 14
Οκτωβρίου 1959, ήταν Αυστραλο-αμερικανός ηθοποιός του κινηματογράφου, που έγινε
γνωστός για τους ρομαντικούς ηρωικούς ρόλους του στις ταινίες του Χόλυγουντ και
τον επιδεικτικό τρόπο ζωής του.
Καταγωγή και νεαρή ηλικία
Ο Έρολ Φλιν γεννήθηκε στο Χόμπαρτ της Τασμανίας, όπου ο πατέρας του Θίοντορ
Τόμσον Φλιν ήταν λέκτορας (1909) και αργότερα καθηγητής (1911) της βιολογίας
στο Πανεπιστήμιο της Τασμανίας (UTAS). Το όνομα της μητέρας του ήταν αρχικά Λίλυ Μαίρη
Γιανγκ, αλλά μόλις παντρεύτηκε άλλαξε το Λίλυ Μαίρη σε Μαρέλ. Ο Φλιν περιέγραφε
την οικογένεια της μητέρας του ως ναυτικούς και σ' αυτό το γεγονός φαίνεται να
οφείλεται το ενδιαφέρον του για τα πλοία και τη θάλασσα, καθόλη τη διάρκεια της
ζωής του. Παρά τους ισχυρισμούς του Φλιν, τα στοιχεία δείχνουν ότι δεν
καταγόταν από κανένα από τους στασιαστές του Μπάουντι. Οι γονείς του
παντρεύτηκαν στον Αγγλικανικό ναό του Αγίου Ιωάννη στο Μπάλμεϊν Νορθ του
Σίδνεϊ, στις 23 Ιανουαρίου 1909. Οι γονείς του είχαν γεννηθεί στην Αυστραλία
από Ιρλανδούς, Άγγλους και Σκώτους προγόνους οι οποίοι είχαν φθάσει στην
Τασμανία ως κατάδικοι, πολύ πριν τη γέννηση του Φλιν. Το 1926, όταν ο Φλιν
ζούσε στο Τσάτσγουντ του Σίδνεϊ, παρακολουθούσε το Αγγλικανικό Σχολείο του
Σίδνεϊ, όπου ήταν συμμαθητής του μετέπειτα πρωθυπουργού της Αυστραλίας Τζον
Γκόρτον. Εκδιώχθηκε από το σχολείο εξαιτίας της εμπλοκής του σε καβγάδες και,
σύμφωνα με ισχυρισμούς, της σύναψης ερωτικής σχέσης με μια πλύντρια του
σχολείου. Εκδιώχθηκε επίσης και από αρκετά άλλα σχολεία της Τασμανίας. Σε
ηλικία 20 ετών μετακόμισε στη Νέα Γουινέα όπου αγόρασε μια φυτεία καπνού,
επιχείρηση η οποία απέτυχε. Επίσης απέτυχε σε μια επιχείρηση εξόρυξης χαλκού,
την οποία ξεκίνησε στους λόφους κοντά στην κοιλάδα Λαλόκι, πίσω από τη σημερινή
πρωτεύουσα Πορτ Μόρεσμπι.
Στις αρχές της δεκαετίας του 1930, ο Φλιν έφυγε για το Ηνωμένο Βασίλειο και
το 1933 κατάφερε να πιάσει δουλειά ως ηθοποιός στη θεατρική εταιρεία του
Νορθάμπτον όπου εργάσθηκε για επτά μήνες στο Βασιλικό Θέατρο της πόλης. Επίσης
έπαιξε το 1934 στο φεστιβάλ του Μάλβερν, στη Γλασκώβη και στο Γουέστ Εντ του
Λονδίνου.
Το 1933 πρωταγωνίστησε στην αυστραλιανή ταινία In the Wake of the Bounty που σκηνοθέτησε ο Τσαρλς
Σόουβελ. Το 1935 εμφανίστηκε στην ταινία Murder at Monte Carlo που γυρίστηκε στα
βρετανικά στούντιο Τέντινγκτον της Warner Bros., ταινία η οποία πλέον θεωρείται απωλεσθείσα. Κατά τη
διάρκεια των γυρισμάτων αυτής της ταινίας τον ανακάλυψε ένα στέλεχος της
εταιρείας, υπέγραψε συμβόλαιο και μετανάστευσε στις Η.Π.Α. ως ηθοποιός επί
συμβολαίω. Το 1942 ο Φλιν έλαβε την αμερικανική ιθαγένεια.
Καριέρα
Ο Έρολ Φλιν έκανε αμέσως αίσθηση με τον πρώτο πρωταγωνιστικό ρόλο του στην
ταινία Κάπτεν Μπλαντ το 1935. Γρήγορα καθιερώθηκε ως ηθοποιός σε ρόλους όπου
υποδυόταν τον άφοβο, ρομαντικό, ριψοκίνδυνο και ικανό ξιφομάχο ήρωα, που
προσπαθεί να κερδίσει την καρδιά μιας όμορφης γυναίκας, σώζοντας ταυτόχρονα την
κοινωνία από τα νύχια ενός θρασύδειλου κακού. Η επόμενη ταινία του ήταν Η
επέλασις της ελαφράς ταξιαρχίας το 1936. Μετά την εμφάνισή του στον ρόλο τού
Μάιλς Χέντον στην ταινία Πρίγκηψ και πτωχός το 1937, ερμήνευσε τον πλέον επιτυχημένο
ρόλο του, υποδυόμενος τον Ρομπέν των Δασών στην ομώνυμη ταινία το 1938. Άλλες
κινηματογραφικές επιτυχίες του ήταν Αι αερομαχίαι του Δυτικού Μετώπου (τίτλος
επανέκδοσης Αποστολή θανάτου) όπου εμφανίστηκε μαζί με τον στενό φίλο του Ντέιβιντ
Νίβεν το 1938, Ο κατακτητής το 1939, Ο αετός των θαλασσών το 1940 και Δον Ζουάν
το 1948.
Ο Φλιν έχοντας εκπαιδευθεί στην ξιφομαχία από τους καλύτερους δασκάλους
ξιφομαχίας των ηθοποιών του Χόλυγουντ, είχε γίνει ικανότατος στο να μάχεται με
ταχύτητα, όπως φαίνεται στις ταινίες Ο Ρομπέν των Δασών, Ο αετός των θαλασσών
και Κάπτεν Μπλαντ.
Ο Φλιν συμπρωταγωνίστησε με την Ολίβια Ντε Χάβιλαντ σε οκτώ ταινίες: Κάπτεν Μπλαντ (Captain Blood, 1935), Η επέλασις της ελαφράς ταξιαρχίας (The Charge of
the Light Brigade, 1936), Ο Ρομπέν των Δασών (The Adventures of Robin Hood, 1938), Μοντέρνος Καζανόβας (Four's a Crowd,
1938), Ο κατακτητής (Dodge City,
1939), Ελισάβετ και Έσσεξ (τίτλος επανέκδοσης Βασίλισσα Ελισάβετ) (The Private Lives of
Elizabeth and Essex, 1939), Σάντα Φε (Santa Fe Trail, 1940) και Η επέλασις των δραγώνων (They Died with Their Boots
On, 1941). Αν και ο Φλιν γνώριζε την έλξη την οποία ασκούσε πάνω της, οι ισχυρισμοί
του ιστορικού του κινηματογράφου Ρούντι Μπέλμερ ότι είχαν ένα ρομαντικό
ειδύλλιο κατά τη διάρκεια των γυρισμάτων της ταινίας Ο Ρομπέν των Δασών
αμφισβητήθηκαν από την ίδια τη ντε Χάβιλαντ. Σε μια συνέντευξη στο τηλεοπτικό
κανάλι Turner Classic Movies, ανέφερε ότι η σχέση τους ήταν πλατωνική, κυρίως
διότι ο Φλιν ήταν ήδη παντρεμένος με τη Λίλι Νταμίτα. Η ταινία Ο Ρομπέν των
Δασών ήταν η πρώτη ταινία του Φλιν που γυρίστηκε σε Technicolor.
Κατά τη διάρκεια των γυρισμάτων της ταινίας Ελισάβετ και Έσσεξ (1939), ο
Φλιν και η συμπρωταγωνίστριά του Μπέτι Ντέιβις μάλωσαν εκτός γυρισμάτων,
γεγονός το οποίο υποτίθεται ότι οδήγησε τη Ντέιβις να τον χτυπήσει δυνατότερα
από ότι έπρεπε στο γύρισμα μιας σκηνής. Αν και οι σχέσεις τους ήταν πάντοτε
τεταμένες, η Warner Bros. τους έβαλε να συμπρωταγωνιστήσουν δύο φορές. Η εκτός
σκηνής σχέση τους αργότερα αποκαταστάθηκε, με αποτέλεσμα να υπογραφεί συμβόλαιο
για τη συμμετοχή τους στους πρωταγωνιστικούς ρόλους της ταινίας Όσα παίρνει ο
άνεμος, χωρίς όμως αυτό να υλοποιηθεί.
Μετά την είσοδο των Η.Π.Α. στον Β' Παγκόσμιο πόλεμο, ο Φλιν συχνά
κατηγορήθηκε επειδή δεν κατατάχθηκε, ενώ συνέχιζε να ερμηνεύει ρόλους πολεμικών
ηρώων σε ταινίες. Στην πραγματικότητα, είχε προσπαθήσει να καταταγεί σε όλους
τους κλάδους για στρατιωτική υπηρεσία, αλλά είχε απορριφθεί από παντού λόγω
υγείας. Η αποτυχία των κινηματογραφικών στούντιο να αντιμετωπίσουν αυτήν την
κατηγορία, οφειλόταν, στην πραγματικότητα, στην επιθυμία τους να κρύψουν την
κακή κατάσταση της υγείας του. Ο Φλιν, όχι μόνο είχε μεγαλοκαρδία, η οποία είχε
φέρει ως αποτέλεσμα τουλάχιστον μία καρδιακή προσβολή, αλλά υπέφερε επίσης από
φυματίωση, πόνους στην πλάτη (τους οποίους από μόνος του αντιμετώπιζε με χρήση
μορφίνης, και αργότερα ηρωίνης), και κρίσεις ελονοσίας από την οποία είχε
προσβληθεί στη Νέα Γουινέα.
Τη δεκαετία του 1950 ο Φλιν είχε γίνει μια κακή απομίμηση του εαυτού του. Η
κατάχρηση αλκοόλ και ναρκωτικών είχε ως αποτέλεσμα να φαίνεται πρόωρα
γερασμένος, ενώ και το πρόσωπό του ήταν πρησμένο. Παρ' όλα αυτά κέρδισε την
αναγνώριση στον ρόλο ενός άχρηστου μπεκρή στην ταινία Ο ήλιος ανατέλλει ξανά
(The Sun Also Rises, 1957), και στον ρόλο του ειδώλου του Τζον Μπάριμορ (John
Barrymore) στην ταινία Too Much, Too Soon (1958). Η αυτοβιογραφία του My
Wicked, Wicked Ways κυκλοφόρησε λίγο μετά τον θάνατό του και περιέχει χιουμοριστικά
ανέκδοτα σχετικά με το Χόλυγουντ. Σύμφωνα με τον βιβλιοκριτικό Σάιμον Κάτερσον,
το βιβλίο "παραμένει μία από τις πιο συγκλονιστικές και αποκρουστικές
αυτοβιογραφίες που έχει γραφτεί ποτέ από ένα αστέρα του Χόλυγουντ ή οποιοδήποτε
άλλον γι' αυτό το θέμα." Ο Φλιν ήθελε να ονομάσει το βιβλίο In Like Me,
αλλά ο εκδότης του αρνήθηκε. Το 1984, το CBS γύρισε μια τηλεταινία βασισμένη
στην αυτοβιογραφία του, στην οποία πρωταγωνίστησε ο Ντάνκαν Ρεγκίρ (Duncan
Regehr) στον ρόλο του Φλιν.
Το 1956 ο Φλιν πρωταγωνίστησε στην τηλεοπτική σειρά The Errol Flynn Theatre
γυρισμένη στην Αγγλία, στην οποία παρουσίαζε τα επεισόδια και μερικές φορές
εμφανιζόταν σ' αυτά.
Ο Φλιν και η Μπέβερλι Άαντλαντ (Beverly Aadland) συναντήθηκαν με τον
Στάνλεϊ Κιούμπρικ (Stanley Kubrick) για να συζητήσουν για την κοινή εμφάνισή
τους στην ταινία Λολίτα. Η περιπετειώδης νουβέλα του Showdown εκδόθηκε το 1946.
Το πρώτο του βιβλίο Beam Ends είχε εκδοθεί το 1937.
De Siris