Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης
Το Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης αποτελεί
Διεθνή Οργανισμό που δημιουργήθηκε μετά τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο από τον ΟΗΕ ως
συνέχεια του παρόμοιου προγενέστερου, της Κοινωνίας των Εθνών (ΚτΕ), που έφερε
τον επίσημο τίτλο "Διαρκές Διεθνές Δικαστήριο" (Δ.Δ.Δ.) το οποίο και
καταργήθηκε.
Συγκεκριμένα την ίδρυση του νέου αυτού Διεθνούς Δικαστηρίου προέβλεψε το
Κεφάλαιο ΙΔ’ (άρθρα 92-96) του Χάρτη των Ηνωμένων Εθνών που υπεγράφη στις 26
Ιουνίου 1945 στο Σαν Φρανσίσκο των ΗΠΑ, συνημμένο στο οποίο ήταν έτοιμο και το
Καταστατικό του Δ.Δ.Δ. αποτελούμενο από 70 άρθρα. Κατόπιν αυτού σημειώνεται ότι
το Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης δεν αποτελεί αυτοτελή οργανισμό (όπως το
προηγούμενο Δ.Δ.Δ.), επειδή τυγχάνει κύριο δικαστικό όργανο των ΗΕ με το
καταστατικό του να αποτελεί τμήμα του Καταστατικού των ΗΕ.
Το Διεθνές Δικαστήριο συγκροτείται από 15 δικαστές που εκλέγονται για 9 έτη
από το Συμβούλιο Ασφαλείας και τη Γενική Συνέλευση του ΟΗΕ, που συνεδριάζουν
ανεξάρτητα το ένα από το άλλο, (ξεχωριστές ψηφοφορίες). Κάθε 3 έτη ανανεώνεται
το 1/3 των δικαστών. Οι δικαστές εκλέγονται για 9 έτη με βάση τα προσόντα τους
και όχι την εθνικότητά τους, αποκλειομένης μόνο της περίπτωσης εκλογής δύο
δικαστών της ίδιας εθνικότητας. Επίσης δεν επιτρέπεται σ΄ αυτούς κατά τη θητεία
τους να ασκούν παράλληλα άλλη επαγγελματική δραστηριότητα. Γεγονός πάντως είναι
ότι καταβάλλεται προσπάθεια ώστε ν΄ αντιπροσωπεύονται στο Δικαστήριο αυτό τα
κυριότερα νομικά συστήματα του κόσμου.
Για να εισέλθει ένα θέμα στο Διεθνές Δικαστήριο πρέπει όλα τα ενδιαφερόμενα
κράτη να συμφωνούν για την παραπομπή της διαφοράς τους σ’ αυτό. Οι εκδιδόμενες
αποφάσεις λαμβάνονται μυστικά και κατά πλειοψηφία και είναι υποχρεωτικές, ενώ
αντίθετα οι γνωμοδοτήσεις δεν έχουν δεσμευτικό χαρακτήρα.
Όλες οι χώρες που φέρονται να έχουν συνυπογράψει το καταστατικό του
Δικαστηρίου μπορούν να παραπέμψουν σ΄ αυτό οποιαδήποτε υπόθεση. Μπορούν επίσης
και να προσφύγουν και Χώρες που δεν έχουν προσυπογράψει το καταστατικό σύμφωνα
πάντα με τους όρους που καθορίζει το Συμβούλιο Ασφαλείας.
Σημειώνεται ότι το Συμβούλιο Ασφαλείας διατηρεί το δικαίωμα να παραπέμψει
σ΄ αυτό οποιαδήποτε νομική διαφορά, ενώ τόσο το Συμβούλιο Ασφαλείας όσο και η
Γενική Συνέλευση μπορούν επίσης και να ζητήσουν απ΄ αυτό Δικαστική γνωμοδότηση
για διάφορα νομικά ζητήματα. Επίσης το δικαίωμα αυτό διατηρούν και άλλες
Διεθνείς Οργανώσεις του ΟΗΕ, εφόσον προηγουμένως λάβουν την έγκριση της
Συνέλευσης, για θέματα περί της δραστηριότητάς τους.
Προσφυγή στο Διεθνές Δικαστήριο μπορούν να κάνουν μόνο κράτη και όχι
ιδιώτες ή οργανισμοί (εκτός του ΟΗΕ). Γενικά όμως διαφαίνεται η τάση των κρατών
να μη προσφεύγουν στο δικαστήριο λόγω της ασάφειας του Διεθνούς Δικαίου η οποία
καθιστά άγνωστη την έκβαση της προσφυγής.
Εκδίκαση προσφυγής
Σύμφωνα με το άρθρο 38 του Καταστατικού του Διεθνούς Δικαστηρίου
προκειμένου αυτό να λάβει αποφάσεις για διαφορές που υπάγονται στη δικαιοδοσία
του ή που τα ενδιαφερόμενα μέρη (κράτη) αναγνωρίζουν, (με σύμβαση που έχουν
υπογράψει), την αρμοδιότητα του Δικαστηρίου για την επίλυση των διαφορών τους
για τις οποίες προσφεύγουν σ΄ αυτό, εφαρμόζει τους ακόλουθους διεθνείς κανόνες:
Διεθνείς Συνθήκες που καθορίζουν κανόνες τους οποίους έχουν αναγνωρίσει τα
αντίδικα μέρη.
Διεθνή Έθιμα, που αποτελούν ένδειξη ενός γενικού τρόπου ενέργειας που έχει
όμως καταστεί αποδεκτός ως νόμος.
Γενικές αρχές Δικαίου που έχουν αναγνωριστεί από τα πλείστα πολιτισμένα
κράτη. Και τέλος
Διεθνή νομολογία και διδασκαλία (απόψεις, γνώμες) κορυφαίων νομομαθών
(διεθνολόγων), ως βοηθητικές πηγές.
De Siris